3/6/18

Τσώρτσιλ

Κολυμπούσαν κροκόδειλοι σ’ εκείνα τα νερά,
πού να τολμήσεις να δοκιμάσεις
να περάσεις
σε μιάν απέναντι όχθη. Χ! Τα περάσαν
όμως οι στρατιές, κι αυτό έμοιαζε
ήσυχο, αιμοχαρές κι αιμοβόρικο νερό,
νερό πολέμου.
Crocodylus niloticus,
κι έμοιαζε ο πατέρας της μικρής
να ήταν νικητής. Επειδή,
ο κακομοίρης μέσα στην τελευταία
νιότη του, έβγαιναν, 1952, από τον ΙΚΑΡΟ
σε μετάφραση Μαρίας Μακκά,
διάβασε λιγότερες από δέκα σελίδες, κι έλεγε,
έλεγε, έλεγε για τα... “απομνημονεύματα του
δευτέρου παγκοσμίου πολέμου”. Έτσι το έμαθε
η μικρή και θαύμαζε τα βιβλία του Τσώρτσιλ,
ποιός ήταν όμως ο δεύτερος παγκόσμιος
πόλεμος; Ίσως μετά τον τρωϊκό; Πόλεμο;
Ρώτησε την δασκάλα της τετάρτης δημοτικού,
μάλλον κι αυτή τα είχε μπερδεμένα, τα μπέρδευε,
κι έτσι αποφάσισε η μικρή να διαβάσει αυτή,
μόνη, τι περηφάνεια!
και τι μοναδικότητα! Μοναδικότητα και ειλικρίνεια.

ΤΟΜΟΣ Α΄, βιβλίον πρώτον,
Κεφάλαιον Πρώτον, Απερισκεψίες των νικητών, κλπ.
Εν περιλήψει, για να γνωρίζουμε τι θα διαβάσουμε:
Ο Πόλεμος για “να τελειώσουν οι πόλεμοι”, −Αιματόβρεκτη
Γαλλία. −Τα Σύνορα στον Ρήνο, −Οι Οικονομικοί Όροι της Συνθήκης
των Βερσαλλιών.  −Άγνοια σχετικά με τις Επανορθώσεις.  ....
................................................................................
Κουράστηκε η μικρή από “Πολέμου εις Πόλεμον”
και τα υπόλοιπα φύλλα δεν κοπήκανε ποτέ.

Και η μικρή έγινε εγώ.
Έπιασα τον Β΄ τόμο, τον άφησα στη μέση, και
νόμιζα, νόμιζα, ισχυριζόμουν, έκαμα μετακομίσεις,
ο Τσώρτσιλ μαζί μου. Νομίζοντας διαρκώς και
ιστορώντας: Τόμος τρίτος: Η Μεγάλη
Συμμαχία (συμμαχία !!!), στο βιβλίο: δεύτερον:
Η ΑΜΕΡΙΚΗ ΕΙΣ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟΝ, μετάφραση
Μαρία Μακκά, εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ, 1952-1956,
κουράστηκα και μείναν άκοπα κι αυτά τα φύλλα.

Κουράστηκα, ένα παιδί ήμουνα,
πιάνω το ΒΙΒΛΙΟΝ Β΄, ΤΟ ΛΥΚΑΥΓΕΣ του
Πολέμου, 3 Σεπτεμβρίου 1939 - 10 Μαΐου 1940.

Πόλεμος, πόλεμος, πόλεμος, πόλεμος
Οι Σφραγιδοφύλακες κρατούσαν την κάθε
πατρίδα, κι εγώ, ένα μικρό παιδί είχα κιόλας
κουραστεί.
Τα περισσότερα φύλλα δεν κόπηκαν.
Τα φύλλα του καλοκαιριού που γεννήθηκα,
τα φύλλα του καλοκαιριού,
τα φύλλα που το φθινόπωρο θα είχαν  πέσει,
πάντα ξαναγεννιόνταν και πάλι ξαναπέφτανε,
και το χώμα γινόταν εύφορο, έτσι,
από πόλεμο σε πόλεμο, κουβαλούσα
τον Τσώρτσιλ, κι έλεγα ότι τον διάβασα.
Ήταν σα να τον είχα διαβάσει. Αλλά δεν.
Αλλά, νόμιζα.

Και κομποριαζόμουν τώρα κοντά σε
αγαπημένο φίλο, ότι όλον τον Τσώρτσιλ
τον είχα διαβάσει. Στην τετάρτη δημοτικού!

Για φαντάσου, για φαντάσου! Και να λοιπόν
τα βιβλία με μουτζουρωμένα παιδιάστικα
γράμματα και σχέδια.

Και να λοιπόν, τέσσερα βιβλία παλιά,
κομμένες οι μισές απ’ τις μισές σελίδες,
χαλασμένα ξώφυλλα, ξεσχισμένες
σελίδες,
να διηγούμαι χρόνια και χρόνια ό,τι δεν
έζησα, ό,τι δεν ανάγνωσα, ό,τι δεν

Θεέ και Κύριε! Τι ρεζιλίκι, θα μπορούσες
να πεις, μα ποιός ρεζιλεύτηκε για όσα
φαντάστηκε να γίνονται απ’ τους πολέμους
εις τον κάθε μετα-πόλεμο;
                
          
εξαιρετικά στον κ. Βασ. Βασιλειάδη  
Ρούλα Αλαβέρα

Δεν υπάρχουν σχόλια: