ΜΑΙΡΗ ΒΑΣΑΛΟΥ, Το χαμένο άλλοθι, Εκδόσεις
Διάπλαση, σελ. 352
Με ένα από τα καλύτερα κατά τη
γνώμη μου μυθιστορήματα της χρονιάς που πέρασε ξεκινάνε την εκδοτική τους
δραστηριότητα στην λογοτεχνία ενηλίκων οι εκδόσεις Διάπλαση, γνωστές από την
έως τώρα δραστηριότητά τους στην παιδική λογοτεχνία. Η Μαίρη Βασάλου έχει εκδώσει,
όπως αναφέρει στο βιογραφικό της, ένα ακόμη μυθιστόρημα από τις εκδόσεις
Καστανιώτη το 2001 και μας εκπλήσσει ευχάριστα έπειτα από 16 συναπτά έτη
απουσίας κατά τα οποία αγνόησε ή αγνοήθηκε από εκδότες, κριτικούς, απονομές
βραβείων κτλ. Αν και το μυθιστόρημα αναφέρεται στην εποχή του μεσοπολέμου, δεν
υπάρχει σχεδόν καθόλου άρωμα εποχής ή στοιχεία που παραπέμπουν στα πριν τον
δεύτερο και μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο χρόνια. Η μυθοπλασία χρησιμοποιεί
στοιχεία αστυνομικού χωρίς να είναι τυπικό αστυνομικό. Το έγκλημα της «οδού
Περικλέους» δεν είναι παρά ο κινητήριος μοχλός που αλλάζει τις ζωές των ηρώων
κι ο νεκρός γίνεται το κρίσιμο σημείο για τη ζωή των ζωντανών.
Η γραφή της Μαίρης Βασάλου
ανακατεύει την τριτοπρόσωπη αφήγηση η οποία αλλάξει υποκείμενο και πρόσωπο
συχνά απροειδοποίητα με εκτεταμένους διαλόγους κι ομολογουμένως θα ήταν πιο
επιτυχής εάν απέφευγε κάποιες φραστικές υπερβολές, κάποια επίθετα και
παραθέσεις που σε κάποια σημεία υπονομεύουν την απλότητα του κειμένου και
προσπαθούν βεβιασμένα να δημιουργήσουν συγκινησιακή φόρτιση στον αναγνώστη,
όπως επίσης κάποιες παλαιομοδίτικες εκφράσεις. Γιατί η δύναμη του
μυθιστορήματος, που επιμένω ότι είναι από τα καλύτερα της χρονιάς παρ’ ότι η
συγγραφέας είναι άγνωστη, δεν έγκειται ούτε στη δράση του, ούτε στη συγκίνηση
που ενδεχομένως προκαλεί η πολλές φορές ειπωμένη ιστορία της αθώας που σύρεται
στην καταδίκη, ούτε στο χρώμα εποχής, ούτε στις ιστορικές αναφορές, που σχεδόν
απουσιάζουν. Η δύναμη του βιβλίου βρίσκεται στην συνοχή και στη δόμηση, στον υπαινικτικό
τρόπο που αποκαλύπτει τις ιστορίες, στην υποδειγματική εφαρμογή του
αποφθέγματος του Hemmingway,
ότι το αφήγημα είναι σαν παγόβουνο, 90% αφανές και 10% πάνω από την επιφάνεια.
Η Μαίρη Βασάλου ξεδιπλώνει τους
ήρωες και τις ιστορίες τους με μια επιδεξιότητα που φέρνει στο νου το
Αλεξανδρινό Κουαρτέτο του Durrell Lawrence και δομεί την αφήγησή της σαν ένα σύστημα με συρτάρια. Ο
αναγνώστης μπαίνει σε ένα άδειο δωμάτιο κι ανοίγοντας ένα συρτάρι σε κάθε
αφηγηματικό κεφάλαιο αποκαλύπτει ένα μέρος της ιστορίας που προκαλεί
ερωτηματικά για το επόμενο. Η τελική λύση του αστυνομικού γρίφου δεν
παρουσιάζει καμία έκπληξη, αλλά το χαμένο άλλοθι έχει ήδη κερδίσει το παιχνίδι
σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου