26/5/18

Γκουέρνικα: η διαχρονία του έρωτα και του πολέμου στο μουσείο Πικάσο


ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ

ΤΗΣ ΒΕΡΑΣ ΠΑΥΛΟΥ

Από 27 Μαρτίου έως 29 Ιουλίου, στο μουσείο Πικάσο στο Παρίσι, μια έκθεση για τα 80 χρόνια από την Γκουέρνικα. Στο ισόγειο του κτιρίου, ο επισκέπτης έρχεται αντιμέτωπος με έναν τεράστιο καμβά, αντίγραφο του έργου που βρίσκεται στο Εθνικό μουσείο Βασίλισσα Σοφία στη Μαδρίτη.
Το 1937, η κυβέρνηση των Δημοκρατικών της Ισπανίας ζητά από τον Πικάσο ένα έργο για την διεθνή έκθεση στο Παρίσι. Αυτός, συγκλονισμένος από τον βομβαρδισμό της βασκικής πόλης Γκουέρνικα στις 26 Απριλίου, στον Ισπανικό εμφύλιο, από γερμανικά αεροπλάνα, αποτυπώνει σε τέσσερις εβδομάδες την θηριωδία του πολέμου.Ο διαμελισμένος ταύρος, τα άλογα και η απόγνωση των γυναικών με τα μωρά, αποτελούν στροφή από την αισιοδοξία που έδινε ο κυβισμός στα έργα του στην έκφραση της ορμής του θανάτου. Η σύντροφός του, Ντόρα Μάαρ, σουρεαλίστρια φωτογράφος, δημιούργησε μια σειρά φωτογραφιών, οι οποίες μαζί με άλλα έργα αποτυπώνουν την πορεία της δημιουργίας. Το δεύτερο μέρος της έκθεσης αφορά την αντιπολεμική επίδρασή του στη διάρκεια του εικοστού αιώνα.
Το Hôtel de Salé, Εθνικό Μουσείο Πικάσο, αντιπροσωπευτικό δείγμα μπαρόκ και κλασικισμού, άλλαξε 37 ιδιοκτήτες από το 1661, λόγω του τεράστιου κόστους συντήρησης. Από το 1950 πέρασε στο Δήμο. Με πρωτοβουλία του Αντρέ Μαλρώ που είχε ιδιαίτερη σχέση με τον Πικάσο,[1] αποφασίστηκε μετά το θάνατό του, το 1973, η δημιουργία του μουσείου.

Ο Πάμπλο Ρουίθ Πικάσο γεννιέται το 1881 στη Μάλαγα της Ανδαλουσίας. Σημαδεμένος από τις ταυρομαχίες, περνά το αρχαϊκό θυσιαστήριο στοιχείο στο έργο του, με την ερωτική ταυτόχρονα διάσταση του θεάματος. Πολυσχιδής, ορμητικός, ερωτικός, βαθιά πολιτικός, μεταμορφωνόταν και μετέβαλλε διαρκώς την τεχνική του. Ζωγραφική, γλυπτά, σκίτσα, κεραμικά, αφίσες, βιβλία, σκηνικά και ανάγλυφοι πίνακες με αντικείμενα που δεν ήθελε να χαθούν: κουμπιά, βίδες, ξύλα. Πριμιτιβισμός, κυβισμός, ρεαλισμός, φουτουρισμός, σουρεαλισμός.
Ένα από τα ιδιαίτερα στοιχεία του είναι οι σειρές και επαναλήψεις του ιδίου. Η «επιστροφή» στο πριν και η αναμόρφωσή του. Ο Ούγγρος φωτογράφος και φίλος του, Ζωρζ Μπρασάι, γράφει: «Δεν μπορούμε στ’ αλήθεια να παρακολουθήσουμε την δημιουργική πράξη παρά μόνο μέσα από την σειρά όλων των παραλλαγών».[2] Η τάση αυτή ψυχικά αποτυπώνεται στη φράση του ίδιου του ζωγράφου όπως καταγράφηκε από τον γραμματέα του, ποιητή Σαμπαρτές: «Να τελειώνεις έναν πίνακα; Να ολοκληρώνεις έναν πίνακα; Τι βλακεία! Τελειώνω σημαίνει σκοτώνω ένα αντικείμενο, του παίρνω την ψυχή».[3] Το τέλος δεν είναι κάτι που ταιριάζει στον Πικάσο.
Στη ζωή του αυτό συμπυκνώνεται στη σχέση του με την πρώτη του γυναίκα, τη μπαλαρίνα Olga Koklhova, μητέρα του Πάολο. Παντρεύτηκαν το 1918, χώρισαν σύντομα για να ζήσει με την δεκαεπτάχρονη Μαρί Τερέζ Βάλτερ[4], μητέρα της Μάγια και τους άλλους έρωτές του χωρίς να πάρει διαζύγιο έως το θάνατό της, το 1955. Οι γυναίκες, σύντροφοι και μούσες, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη ζωή και στο έργο του, κι εκείνος στις δικές τους. Δύο οδηγήθηκαν στην τρέλα και δύο στην αυτοκτονία. Οι σχέσεις πάθους που διακόπτονται απότομα και ξαναρχίζουν, ίσως συναρτώνται με την έντονη σχέση με τη μητέρα του, Μαρία ΠικάσοΛόπεζ, από την οποία επέλεξε να πάρει το επίθετό του. Η μοναδική σύντροφός του που «επέζησε», η Φρανσουάζ Zιλό, ενενήντα έξη ετών, ζωγράφoς, μητέρα του Κλοντ και της Παλόμα, περιγράφει την σχέση τους περισσότερο ως διανοητική ανταλλαγή παρά σαν σχέση πάθους.[5] Το 1961 παντρεύεται για δεύτερη φορά, στα 80 του χρόνια, την Ζακελίν Ροκ. Συνολικά, έμειναν είκοσι χρόνια μαζί και δημιούργησε πολλά πορτρέτα της.
Ζωγράφισε στα επτά του μόλις χρόνια με ώθηση του πατέρα του Χοσέ Ρουίθ Μπλάσκο ο οποίος αναγορεύτηκε  σε καθηγητή ζωγραφικής το 1895 στη Σχολή Καλών Τεχνών της Bαρκελώνης όπου σπούδασε ο Πικάσο. Τα πρώτα του έργα, πορτρέτα και νεκρές φύσεις: "Όταν ήμουν παιδί ζωγράφιζα σαν τον Ραφαήλ, μου πήρε μια ζωή για να ζωγραφίσω σαν παιδί".
Το 1900 εγκαθίσταται στο Παρίσι. Επηρεάζεται από τον Ζωρζ Μπράκ και τον κυβισμό. Το 1917 ο Κοκτώ τον γνωρίζει στον Serge de Diaghilev. Για τα ρώσικα μπαλέτα, η μποέμ παρέα δημιουργεί την παράσταση "Παρέλαση". Λιμπρέτο του Ζαν Κοκτώ, μουσική Ερίκ Σατί, χορογραφία Λεονίντ Μασίν, κοστούμια, πολύχρωμα κυβιστικά, και σκηνικά, Πάμπλο Πικάσο, κείμενο προγράμματος Γκιγιώμ Απολλιναίρ.
Το 1920, ο Πικάσο επανέρχεται σε μεγάλες συνθέσεις, κλασσικότροπες, για να εισέλθει σε μία νέα φάση από το 1924, προσχωρώντας στο σουρεαλιστικό κίνημα. Μια νέα διαχείριση της ανθρώπινης μορφής ξεκινά.
Στον τρίτο όροφο του μουσείου, το απαύγασμα του πολύπλευρου έργου του. Σε μία αίθουσα, συνομιλία μέσα από έργα του με εκείνα των «δασκάλων»: Καμίλ Κορό, Μαξ Ερνστ, Πωλ Σεζάν, Χοάν Μιρό, Πωλ Γκωγκέν, Ανρί Ματίς. Σε μία δεύτερη, σουρεαλιστικές και κυβιστικές παραλλαγές έργων τού 19ου αιώνα, "Οι γυναίκες του Αλγερίου" του Ευγένιου Δελακρουά, 1834, "Το δείπνο στο χορτάρι" του Εντουάρντ Μανέ, 1863. Μία αίθουσα με εθνογραφικά αντικείμενα απ’ όλο τον κόσμο. Τέλος, πίνακες των αγαπημένων του Ρενουάρ και Ματίς.
Μεγάλο μέρος του ορόφου είναι αφιερωμένο στη σχέση του καλλιτέχνη με το μοντέλο του, σειρά που ξεκίνησε το 1963. Σχέση ασύμμετρη, κινείται στο δίπολο υποταγή-κατοχή. Γράφει: «τις έχω φυλακίσει μέσα σε αυτή την απουσία κίνησης και στην επανάληψη του μοτίβου για να συλλάβω την κίνηση». Ένα από τα πιο έντονα έργα του, «Μητρότητα» -1971, αποτυπώνει σε ένα μίγμα κυβισμού-σουρεαλισμού τη συγχωνευτική σχέση μητέρας μωρού, με τα σώματα να αλληλοδιαπλέκονται.
Ο πόλεμος τον απασχολεί πάντοτε. Στη διάρκεια της κατοχής γράφει ένα σουρεαλιστικό έργο, αλληγορικό θέατρο του παραλόγου. Το 1944, με αφορμή τον εγκλεισμό του Μαξ Ζακόμπ και του Ρομπέρ Ντεσνός σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, το έργο διαβάστηκε στο ατελιέ του παρουσία της Σιμόν ντε Μπωβουάρ, Ζαν Πωλ Σαρτρ, Ζακ Λακάν, Πωλ Ελυάρ, Αλπέρ Καμύ, ενώ ο τελευταίος το σκηνοθέτησε και παρουσιάστηκε ιδιωτικά. Το 1951 ζωγράφισε τη «Σφαγή της Κορέα» και το 1952, με αφορμή τη δολοφονία του Νίκου Μπελογιάννη, τον «Άνθρωπο με το γαρύφαλλο».
Σε μια κρυφή γωνιά στο ισόγειο, μετά την πρώτη επαφή με τη Γκουέρνικα, ένα σκίτσο. Κορμιά στους δρόμους και η λεζάντα: «το Νοέμβριο του 2015 θέλαμε να επισκεφτούμε την έκθεση για τον Πικάσο στο Γκραν Παλέ. Δεν τα καταφέραμε». Ήταν η εποχή που έγιναν οι επιθέσεις  των ακραίων ισλαμιστών. Τρία χρόνια μετά, το Παρίσι συνεχίζει δυστυχώς να είναι σε «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» και οι στρατιωτικές περιπολίες στους δρόμους θυμίζουν κατεχόμενη πόλη σε ένα σύγχρονο πόλεμο που δε λέει να σταματήσει καθώς κανείς δεν φαίνεται να αναμοχλεύει τα αίτια.

Η Βέρα Παύλου είναι ψυχαναλύτρια


[1] Raphael Aubert, Malraux & Picasso, Une relation manquée, Infolio,2013
[2] Brassai Georges, Conversations avec Picasso,Paris Gallimard,1964, σελ.238
[3] Sabartés Jaime, Picasso, portraits et souvenirs, Louis Carré  et Maximilian Vox, 1946, σελ.155
[4] Το «Όνειρο» και το  «Κορίτσι μπροστά σε έναν καθρέφτη» έργα εμπνευσμένα από την σχέση αυτή εκτέθηκαν έως τον  Φλεβάρη του 2018  στο μουσείο Πικάσο με τίτλο «1932-ερωτική χρονιά» και άξονα τον ερωτισμό ως κινητήρια δύναμη στο έργο του.Από Μάρτιο έως 9 Σεπτεμβρίου εκτίθενται με άξονα την ίδια σχέση και άλλα έργα στην Tate Modern στο Λονδίνο με τίτλο «Πικάσο 1932-Έρωτας, φήμη, τραγωδία»
[5] Françoise Gilot,Carlton Lake, Vivre avec Picasso,Calmann-Lévy, 1965


Δεν υπάρχουν σχόλια: