ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΔΑΛΛΑ
Λυδία
Δαμπασίνα, Χωρίς τίτλο (δίπτυχο),
2017, κόντρα πλακέ, ακρυλικό και ξύλινες πατερίτσες, 106,5 x |
ΣΤΕΛΙΟΣ Θ. ΜΑΦΡΕΔΑΣ, Νεύμα από απέναντι, Οι Εκδόσεις των
Φίλων, 2017
Είναι η πιο
αποκαλυπτική συλλογή του ποιητή Στέλιου Θ. Μαφρέδα. Ήδη από κορυφής του τίτλου,
με το φάσμα του θανάτου μ’ ένα νεύμα του να προσκαλεί, σε καθηλώνει. Και με τους τίτλους των τριών της ενοτήτων, όπου αναπτύσσεται σε αντίστοιχα επίπεδα η δοκιμασία : «Εσωτερικός διάδρομος» που σημαίνει ψυχικός, ενδόμυχος −μακράν των πρόσφορων σε ουδέτερη υποδοχή− καλός αγωγός της ύπαρξης, «Σκληρό νόμισμα» όπου ματαίως προτείνεται η δοκιμή η επαγγελματική: «δαγκώνει το νόμισμα ο αργυραμοιβός», εφόσον λείπει ο μέτοχος για να κριθεί η «ισοτιμία», και, «Φυγάς στο παρελθόν» όπου ισχύει ολοσχερώς η ρήση «στο διαβατήριο εκδούσα αρχή η λύπη».
με το φάσμα του θανάτου μ’ ένα νεύμα του να προσκαλεί, σε καθηλώνει. Και με τους τίτλους των τριών της ενοτήτων, όπου αναπτύσσεται σε αντίστοιχα επίπεδα η δοκιμασία : «Εσωτερικός διάδρομος» που σημαίνει ψυχικός, ενδόμυχος −μακράν των πρόσφορων σε ουδέτερη υποδοχή− καλός αγωγός της ύπαρξης, «Σκληρό νόμισμα» όπου ματαίως προτείνεται η δοκιμή η επαγγελματική: «δαγκώνει το νόμισμα ο αργυραμοιβός», εφόσον λείπει ο μέτοχος για να κριθεί η «ισοτιμία», και, «Φυγάς στο παρελθόν» όπου ισχύει ολοσχερώς η ρήση «στο διαβατήριο εκδούσα αρχή η λύπη».
Κάτι τέτοιου είδους
νύξεις είναι –πρέπει να είναι– κατά βάθος ως υπαινιγμοί όλα τα ποιήματα. Και το
τόνιζα στην πρώτη κριτική μου για την παρθενική του συλλογή«Ταριχευτής ημερών». Νύξεις των αισθημάτων, αλλά
και εκδίπλωση μιας αγωνίας που θα χαρακτηρίζονταν ως υπαρξιακή όπως άμεσα
εκφράζεται και τώρα, στην τελευταία ετούτη συλλογή. Τρυφερά «στο
γόνα το κεφάλι ακουμπάς, χαϊδεύω τα μαλλιά σου» κι άλλοτε δραματικά.
Δεν αποστηθίζει, κατά
την συνήθεια των πολλών, αλλά αντλεί το υλικό του αυθόρμητα εξ εμπειρίας, από
διδαχές και αναμνήσεις της ζωής και των κειμένων, όπως λόγου χάρη «πώς να καρπίσει το όνειρο − ορθός στη βάρκα
ο περατάρης», μνήμη από τους Νεκρικούς Διαλόγους του Λουκιανού. Λόγια
παροιμιακά, που και τα δύο πιο πάνω παραδείγματα συμπεριέχονται ως κοινόχρηστα
στο ποίημα «Σιτοδεία ονείρων» προλογισμένα με ποιητικότητα: Ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα κρατώ/ να σε
εξευμενίσω,/ εσύ μες σε παράταξη θεών/ −
πιο γήινος εγώ, και με τελική πλαισίωση «κηδεύω την άνοιξη λοιπόν/ τα ρόδα γίναν ρόδα του επιταφίου».
Άλλη, ή άλλου τρόπου αναφορά,
είναι η αναφορά του σε εποχές, όπως την
αντλούμε από το ποίημα, στην τρίτη
ενότητα της συλλογής, «Μερίδιο από το
παρελθόν»: Το εμβατήριο που απόψε ακούω/
Ποια να το φέρνει εποχή/ Μεσαίωνας ή Αναγέννηση ή ο σπουδαίος μεσοπόλεμος; απ’
όπου απομονώνουμε το σπάραγμα: «ή ο
σπουδαίος μεσοπόλεμος», εννοώντας την γενιά του ’30, αλλά ιδιαίτερα,
πιστεύω, και την καρυωτακική του ’20. Και υπόρρητα όταν γράφει, αρχή-αρχή,
ιδιοποιούμενος τον Καρυωτάκη και διερωτώμενος (το ερώτημα είναι ο τρόπος του
στη συλλογή αυτή), «αυτός ο κρότος είναι
η πιστολιά του αφέτη ή του ποιητή;», υπονοώντας υποθέτω, τον εαυτό του.
Αλλά, επιστρέφοντας
στο ποιητικό παρελθόν του, σημειώνω πως ύστερα από την πρώτη συλλογή «Ταριχευτής
ημερών» 2007 −συλλογή αισθήματος όπως
προείπα– έπονται οι συλλογές: «Άξονας περιστροφής» 2009,«Υπόκλιση στον αυτουργό» 2012, «Επιβάτης
πορθμείου» 2014. Σε αυτές θα έλεγα, έχομε αλλαγή γραφής. Κυριαρχεί σε καθεμιά
τους η εννοιολόγηση των αισθημάτων, των εμπειριών, των καταστάσεων. Μια
εννοιολόγηση που κάνει την ποίηση λογιότερη, ευτυχώς όχι εγκεφαλική. Την κάνει, ως γλώσσα, προοδευτικά
ομοιόμορφη κατά το επάγγελμα του ποιητή, αλλά ως γραφή ποιητικά αυστηρή και
αναλόγως της αναφορικότητας του περιεχομένου και των μοτίβων της καθεμιάς. Για
όλα αυτά όμως, ο αναγνώστης μπορεί να συμβουλευτεί ειδικότερα την επί τούτου
γραμμένη συνθετική εργασία του Θεοδόση Πυλαρινού «Ο Διακινητής της προσδοκίας,
σκέψεις για την ποίηση του Στέλιου Θ. Μαφρέδα».
Κι έτσι περνούμε, μετά
από μια δεκαετία, στην δεύτερη κριτική αποτίμησή μου του τελευταίου έργου του
ποιητή. Έργου έτσι κι αλλιώς συνταραχτικού για τον αναγνώστη εξ αιτίας του
θέματος: της σωματικής δοκιμασίας του ποιητικού υποκειμένου. Για τον αναγνώστη
και για τον ποιητή φυσικά, δεδομένου ότι
έχομε μια σύμφυση, όπως θα εξηγήσω εν
συνεχεία, του βιολογικού πόνου και του ποιητικού πονήματος. Γεγονός που
δηλώνεται, δίκην ορισμού, από τους τίτλους των ποιημάτων, π.χ. «Μελλοντική
καταχώριση», «Παραχάραξη», «Ξανά ύπαρξη», «Εξάρτυση νυκτός», «Απουσία»,
«Μεγέθυνση ελαχίστων» κτλ, κτλ. Παραθέτω δειγματοληπτικά το ποίημα «Μελλοντική
καταχώριση» για να αναδείξω τα κρίσιμα σημεία (σημάδια τα αποκαλεί αλλού ο ποιητής) του ποιήματος, τα οποία σε μεγάλο βαθμό αποτελούν
και τις σταθερές της ποίησής του, και που εδώ
επικεντρώνονται στην σχέση με το άλλο φύλο, μέσω μιας εξιδανικευμένης
συνεύρεσης, και στην έννοια της υστεροφημίας, συνδυαστικά με το συναξάρι της ζωής.
‘Έτσι, αρχή-αρχή
ακούγεται ο έλεγχος του συναξαριστή, ο οποίος: τον άθλο μελετά, τις αποδείξεις,
την περιγραφή,/ πόσα κενά του
εορτολογίου, και ακολουθεί η αναμονή: Νεκρό
σημείο∙/ ποιος την απόφαση
αργεί να εκφωνήσει; μέχρι που να εμφανιστεί στο προσκήνιο η αναμενόμενη: −χωνί τα χέρια να φιμωθεί ο αέρας,/ και φτάνει από το παρελθόν η παρουσία σου. Μα μένει
ανείπωτη η «αγωνία» της συνάντησης: μήπως
στραφείς σ’ άλλη κατεύθυνση/ κι αλλοιωθεί το πρωϊνό -φύγει χωρίς υπογραφή η μέρα, για να
καταλήξει τέλος στην καρδιά του
ποιήματος, ομολογώντας πως: καθοδηγείς τον έρωτα,/ γεννήτοράς
του/ εγώ τα όνειρα αιτιολογώ και τα σαρκώνω
Η αποτύπωση της αγωνίας του μέλλοντος, όπως περιγράφεται πιο
πάνω, διεκπεραιώνεται πάντοτε με την συνδρομή του παρελθόντος, εις τρόπον ώστε
η σύζευξη των δύο αυτών διαστάσεων να καθορίζει με παροντικούς όρους την πορεία του ποιητή. Κατ’ αναλογία προς την
αναφορά των επικειμένων, εμφανίζεται και η αναφορά των τελεσθέντων, ούτως ώστε:
Εδώ που ήρθα σε άγνωστες συντεταγμένες/ παρακαλώ
από το παρελθόν/ την παραποίηση των χρόνων, για να διαβεβαιώσει τον εαυτό
του και τους άλλους: Εδώ αλλιώτικα
φιλιώνω με τον ουρανό./ Μπροστά μου έχω όλον τον θάνατο ακόμη.
Κι αυτή η χορωδία, η
τελετουργική που γέννησε παλιά την τραγωδία των ηρωικών μορφών της αρχαιότητας,
στον ποιητή σήμερα γεννά μια τραγωδία του επιζώντος χρόνου. Η επίκλησή του κι
όταν είναι ερωτηματική, Είσαι εκείνη/ που
δίχως πρόσωπο περνάς απ’ τα όνειρά μου/ αυτή/
που συμβιβάστηκα να προσκυνώ; ή Αναρωτήθηκες
ποτέ/ σε ποιόν λείπεις όταν φεύγεις; χρειάζεται οξυδέρκεια κριτική για να
διακριθεί πίσω απ’ την σύμφυση –τη
συμφωνία πιο σωστά– του πόνου του βιοτικού ως διαδικασία και τρόπος του
ποιητικού πονήματος. Γιατί και στην ποιητική του αυτήν, ο ποιητής
κραυγάζει και αποζητά την λύτρωση, με
μία ένταση του λόγου εκ βαθέων, εσωτερική. Ακόμη και όταν μηχανεύεται και μεταχειρισμένα σύμβολα, όπως: Τέτοιαν ώρα ο Ιούδας δίνει το φιλί. κι ακόμη: Θα
ψάξω άλλην εποχή για να σε ζήσω/ αφού δεν θέλησες/ σε τούτο το παρόν δίπλα μου
να περπατήσεις/ θα βρω κάποια περίοδο της Ιστορίας βολική/ κάποια μυθολογία, ή
όταν επινοεί άλλα, όπως από τις σύγχρονες ιπποδρομίες, π.χ. το λάθος άλογο που έτρεχε για
μας.
Επιστρέφοντας στην
ποίηση, εις εαυτόν, να σημειώσω κάποιες (από τις πολλές) δυνατές, ποιητικά, στιγμές: Το αντίο σου/ ρήγμα που αφήνει πίσω του ο
σεισμός, κι ακόμη, Τόσοι και τόσοι
στίχοι μου τα κέρδη σου/ κι εγώ να καρτερώ ακόμη την απαγγελία, κι άλλους
στίχους που δένουν τις παγκόσμιες ιστορικά στιγμές με τοπικές και γηγενείς: Πύλη του Αδριανού, του Βρανδεμβούργου/ του νότιου λιμένα των Πατρών.
Αλλά θα προτιμούσα,
τελειώνοντας, να κλείσω αυτή την ανθολόγηση, όχι με όλες τις διάσπαρτες αυτές
στιγμές, αλλάμε αναφορά στο «Επίμετρο
δημιουργίας», που μέσα στους στίχους του εναλλάσσονται κλιμακωτά ως αυτουργοί,
οι ήρωες του ποιητικού πονήματος: Το
κομμάτι που λείπει απ’ την ψυχή μου/ δεν μεταπλάστηκε σε άλλη παρουσία// (Σφάλμα
δεν παραδέχεται ο Θεός/ κι ας πήρε απ’ τα πλευρά κόκκαλα και σάρκα). // Ανίατα χωλός κι απ’
τον δημιουργό μαρκαρισμένος/ σε ποιο τέρμα τη σκέψη μου να οδηγήσω;// Το
έλλειμμα - καταδίκη στο διηνεκές.
Και η ακροτελεύτια σκηνή
αυτόνομη και οριακή –στα όρια της ζωής και του θανάτου– κρατώντας και τους δύο
«δυνατούς συμπαίκτες» ως αρχή και τέλος αμοιβαίως, στη σκηνοθεσία του
ποιήματος: Τετέλεσται όταν πω και καταπιώ
το όξος/ μπροστά μου να σταθείς∙/ θα ξαναγεννηθώ χωλός;/ θα στάζει αίμα παγωμένο η εκδορά;/ ή
επιτέλους θα βρεθείς στο άπειρο
μαζί μου;
Μια
ποίηση ώριμη εκ καταβολής και εμπειρίας της γραφής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου