14/8/17

Μία εναλλακτική προσέγγιση για την πολιτικο-ιστορική πορεία του ΠΑΣΟΚ

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ

ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Πρώτη φορά Αριστερά: Αντιθέσεις, αντιφάσεις, εσωτερικές συγκρούσεις στο ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1974-1990 και οι βάσεις του πολιτικού μεταμορφισμού του, εκδόσεις Andy's Publishers, σελ. 558

Το ΠΑΣΟΚ είναι το περισσότερο και το καλύτερα μελετημένο κόμμα στην ελληνική βιβλιογραφία της πολιτικής επιστήμης. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει την κεντρική σημασία του «φαινομένου ΠΑΣΟΚ» για τη μεταπολιτευτική πολιτική στις διάφορες εκφάνσεις της. Πολλές θεματικές στην συζήτηση των κοινωνικών επιστημών (λαϊκισμός, πελατειακά δίκτυα, εκδημοκρατισμός, εξευρωπαϊσμός, κρίση) έχουν σαν αφετηρία τη μελέτη και την αποτίμηση της κυβερνητικής και αντιπολιτευτικής πασοκικής εμπειρίας, η οποία αναδεικνύεται σε κλειδί κατανόησης της πορείας και των αντιφάσεων της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας. Για αρκετούς από τους μελετητές και τις μελετήτριες των πολιτικών κομμάτων η μη φορμαλιστική μελέτη του παρελθόντος της κομματικής πολιτικής συνιστά σε πολύ μεγάλο βαθμό και μια άσκηση συλλογικής αυτογνωσίας – από μια συγκεκριμένη σκοπιά – που περικλείει ταυτόχρονα και μια υπαρξιακή αγωνία για το παρόν. Ιδίως δε σε ό,τι αφορά την περίπτωση του ΠΑΣΟΚ τα πολλαπλά ερευνητικά ερωτήματα που έχουν ανακύψει τα τελευταία χρόνια σχετικά με την πολιτικο-ιστορική του εξέλιξη, αποκαλύπτουν ένα μωσαϊκό απόψεων οι οποίες αναφέρονται εν τέλει στο περιεχόμενο και τα χαρακτηριστικά του ελληνικού προβλήματος σήμερα. Τι είδους κόμμα ήταν το ΠΑΣΟΚ και πως επηρέασε τις λοιπές δυνάμεις του ελληνικού κομματικού συστήματος; Σε ποιο βαθμό το κυβερνητικό μοντέλο που εισηγήθηκε το ΠΑΣΟΚ αποτέλεσε το αρχέτυπο για τη κυβερνητική διαχείριση στην Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία; Ήταν το ΠΑΣΟΚ ένα πολιτικά και ιδεολογικά ενιαίο κόμμα και αν όχι γιατί επικράτησαν έναντι των υπολοίπων τα ιδεολογικά ρεύματα που τελικά κυριάρχησαν;

Σε αυτό το πλαίσιο, το βιβλίο του Βασίλη Ασημακόπουλου με τον (προκλητικό) τίτλο «Πρώτη φορά Αριστερά: Αντιθέσεις, αντιφάσεις, εσωτερικές συγκρούσεις στο ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1974-1990 και οι βάσεις του πολιτικού μεταμορφισμού του» - που αποτελεί έκδοση της διατριβής που εκπόνησε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο - πιάνει το νήμα από την πλούσια βιβλιογραφία που προηγήθηκε και επανακάμπτει στην περίοδο 1974-1990, επιχειρώντας να ανασυνθέσει την προϋπάρχουσα θεωρητική συζήτηση και να αναδείξει ορισμένες θεματικές οι οποίες - κατά την άποψή του - ήταν υπομελετημένες σε παλαιότερες δουλειές. Στην πορεία της ανάλυσής του κατορθώνει να συνδυάσει μία θεωρητικά γόνιμη γείωση της περίπτωσης του ΠΑΣΟΚ σε μία μαρξιστική/νεομαρξιστική (μεταξύ άλλων) κοινωνική θεωρία, με μία εντυπωσιακή εμπειρική εργασία πάνω σε κομματικά ντοκουμέντα και σε συνεντεύξεις - 41 στον αριθμό - παλαιών (και κατά βάση όχι ιδιαίτερα προβεβλημένων) στελεχών του κόμματος. Την ίδια στιγμή η βιωματική του σχέση με την εσωκομματική πολιτική του κόμματος σε μια παλαιότερη εποχή, οξύνει την αιχμή των αναλυτικών του παρατηρήσεων, αναδεικνύοντας το εν λόγω βιβλίο, σε κάποια σημεία του, σαν μια οιονεί «φαινομενολογία» του ΠΑΣΟΚ.
Το εγχείρημα του Ασημακόπουλου αρθρώνεται σε τέσσερα μέρη, το καθένα από τα οποία δυνητικά θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο διακριτής μονογραφίας. Στο πρώτο μέρος συνοψίζει τα θεωρητικά του εργαλεία εκκινώντας από τη θεωρία των κοινωνικών τάξεων (γενική και ελληνική περίπτωση), την ιστορική εξέλιξη της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας από την ιστορική της φάση ως τη λεγόμενη «νέα σοσιαλδημοκρατία» και καταλήγει με ορισμένα στοιχεία θεωρίας του κράτους και θεωρίας των κομμάτων. Στο δεύτερο μέρος, το οποίο είναι και το εκτενέστερο, κινείται γύρω από τρείς αλληλένδετους στόχους: πρώτον επισημαίνει τους ιδεολογικούς, πολιτικούς και οργανωτικούς όρους δημιουργίας και εξέλιξης του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι και συνέτειναν και στην ιδιόμορφη φυσιογνωμία του. Δεύτερον, διατρέχοντας την περίοδο 1974-1990, καταδεικνύει τη βαθμιαία σχηματοποίηση μιας «συλλογικής ηγετικής γραφειοκρατίας» παράλληλα με τη μεταμόρφωση του ΠΑΣΟΚ σε κυβερνητικό κόμμα από την αντιπολίτευση στην κυβέρνηση, αλλά κυρίως με την «κρατικοποίησή» του κατά τη δεκαετία του 1980. Στον αντίποδα αυτού του γραφειοκρατικού στρώματος ο Ασημακόπουλος διαπιστώνει την ύπαρξη μιας κερματισμένης εσωκομματικής αντιπολίτευσης όρος συγκρότησης και δράσης της οποίας είναι η πάλη ενάντια στις τάσεις της «γραφειοκρατικοποίησης» και της «κρατικοποίησης». Τρίτον, όλες αυτές τις εξελίξεις στην εσωκομματική πολιτική του ΠΑΣΟΚ, αλλά και τις γενικότερες πολιτικο-ιδεολογικές μετατοπίσεις τις γειώνει και στο μεταβαλλόμενο διεθνές πλαίσιο, αναδεικνύοντας και την παράμετρο του εξευρωπαϊσμού ως κρίσιμη για τη μετάλλαξη του ΠΑΣΟΚ.
Στο τρίτο μέρος του βιβλίου του παρουσιάζει τις περιπτώσεις τεσσάρων «πασοκογενών» - όπως αναφέρει – ομάδων εσωκομματικής αντιπολίτευσης, που έδρασαν στη δεκαετία του 1980: την ομάδα του Ν. Καργόπουλου, που μετέπειτα δημιούργησε το ΑΣΚΕ (Αγωνιστικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας), την ομάδα γύρω από το περιοδικό «Φυλλάδιο» (Δ. Τζουβάνος, Λ. Τζιόλας), τη «Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Εργατοϋπαλληλική Κίνηση» (ΣΣΕΚ) που προέκυψε από τη διάσπαση της ΠΑΣΚΕ το 1985 και τέλος την ομάδα των «Ιταλών» (Μ. Χαραλαμπίδης). Το κριτήριο της «πασοκογενούς» εσωκομματικής αντιπολίτευσης για το συγγραφέα περιλαμβάνει ομάδες που είχαν σαφή αναφορά στο πολιτικο-ιδεολογικό πλαίσιο της Διακήρυξης της 3ης Σεπτέμβρη και ως εκ τούτου δεν ασχολειται αναλυτικά με ομάδες που προέρχονται από άλλες ιδεολογικές παραδόσεις (π.χ. τροτσκισμός). Σε αυτό το μέρος ο Ασημακόπουλος χρονικογραφεί κάποιες πλευρές της εσωκομματικής ετερότητας του ΠΑΣΟΚ, ως αποτέλεσμα των εντάσεων που παρήγαγε η κρατικοποίηση του κόμματος· επί της ουσίας απαντά με έναν έμμεσο τρόπο (σίγουρα όχι ρητά) και στο ερώτημα γιατί δεν υπήρξε ποτέ μία οργανωμένη αριστερή τάση στο ΠΑΣΟΚ – στη λογική των αντίστοιχων αριστερών τάσεων σε άλλα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Πρώτον, η διόγκωση του γραφειοκρατικού στρώματος και η αναπαραγωγή μέσα από το κράτος, δεν επέτρεπε τη διαμόρφωση εσωκομματικών ομάδων με μαζικότητα και κάθετη συγκρότηση, ει μη μόνο προσωποπαγείς ομάδες – εξ ου και η παρουσία της μαζικής ΣΣΕΚ εκτός του κόμματος. Δεύτερον, ο ρόλος του Α. Παπανδρέου, ο όποιος, όπως και στη δεκαετία του 1970, προέβαινε στους κατάλληλους πολιτικούς ελιγμούς για να προλάβει ή και να καταστείλει την όποια «απόκλιση», αποτρέποντας έτσι την παγίωση ομάδων. Το τέταρτο μέρος συνιστά μια ad hoc προσθήκη του συγγραφέα, με την οποία αντιπαρατίθεται με τις βασικές απόψεις που έχουν διατυπωθεί για το ΠΑΣΟΚ στη βιβλιογραφία (σχέση ΠΑΣΟΚ και λαϊκισμού, ΠΑΣΟΚ και πελατειακές σχέσεις, το ΠΑΣΟΚ ως «αρχηγικό κόμμα» και «αδύναμη κομματική οργάνωση», ο «εθνικισμός» του ΠΑΣΟΚ). Μάλλον αυτό το μέρος έχει μια κάπως έκκεντρη σχέση με το υπόλοιπο βιβλίο, ωστόσο συμπυκνώνει ικανοποιητικά την οικεία συζήτηση και συνιστά μία ενδιαφέρουσα άσκηση πολεμικής από την πλευρά του συγγραφέα.
Σε γενικές γραμμές, οι αρετές του βιβλίου είναι πολλές και η πρωτοτυπία του το καθιστά πλέον μια βασική αναφορά για τη μελέτη του ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ, όπως και όλα τα κόμματα, δεν ήταν μία μονοδιάστατη οντότητα, αλλά αντίθετα περιέκλεισε μία έντονη δυναμική αντιπαράθεσης ανάμεσα σε ιδεολογικά ρεύματα η οποία είχε ένα ουσιαστικό επίδικο, την πολιτικο-ιδεολογική ταυτότητα του «Κινήματος» και κατ’ επέκταση την κατεύθυνση της κυβερνητικής του δράσης. Ο Ασημακόπουλος ξεδιπλώνει με ενάργεια τις δομικές διαδικασίες και τις διεθνικές πλαισιώσεις που κατέστησαν (αναπόφευκτη;) την κρατικοποίηση του κόμματος και επιχειρεί να διασώσει τη μνήμη των ολίγων «ιδεολόγων» που αντιστάθηκαν σε αυτή την εξέλιξη. Ταυτόχρονα προσπαθεί να ερμηνεύσει την ανάδυση αυτών των εσωκομματικών ομάδων ως μεταφορά της ταξικής σύγκρουσης στη βάση της κοινωνικής συμμαχίας του ΠΑΣΟΚ, πια εντός του κόμματος, εντός της κομματικής οργάνωσης. Ενδεχομένως ο συγγραφέας θα μπορούσε να εντάξει στις μελέτες περίπτωσης – μεταξύ άλλων - τη «Σοσιαλιστική Πορεία» και το «Ξεκίνημα», ως εσωκομματικές ομάδες που αντιτάχθηκαν μεν στη γραφειοκρατικοποίηση και την κρατικοποίηση και οι οποίες, δε, εξελίχθηκαν και σε διαύλους επικοινωνίας του πασοκικού χώρου με την κομμουνιστική αριστερά. Επιπλέον, θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον εάν ο συγγραφέας σε μία επόμενη φάση της ερευνητικής του δραστηριότητας, μετέφερε τον προβληματισμό αυτού του βιβλίου και στη δεκαετία του 1990 τόσο για να ερμηνεύσει την εμφάνιση του ΔΗΚΚΙ όσο και για να αναλύσει την εσωκομματική αντιπαράθεση «προεδρικών» και «εκσυγχρονιστών» στο ΠΑΣΟΚ η οποία επιλύθηκε στις αρχές του 2000. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μία υποδειγματική μελάτη και η συνεχιζόμενη παραγωγή έργων για το ΠΑΣΟΚ δείχνει ότι η «ερευνητική κοίτη» του πάλαι ποτέ κραταιού «ηγεμονικού κόμματος» θα συνεχίσει να τροφοδοτεί την εγχώρια συζήτηση με νέες συνεισφορές.     
Ο Κώστας Ελευθερίου είναι πολιτικός επιστήμονας

Δημήτρης Σκουρογιάννης, Σαρκοφάγος, 2016, βαμβακερό
και ακρυλικό ύφασμα, πούλι, ακρυλικά, άχυρο, βαμβακερές και
μεταλλικές κλωστές, χαρτί, ψυχρός πηλός, 112 x 70 x 12 εκ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: