ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΣΑΜΑΡΑ
ΑΝΤΩΝΗΣ Δ.
ΣΚΙΑΘΑΣ, Ευγενία, εκδόσεις
Πικραμένος, Πάτρα, σελ. 119
Όταν άρχισα να διαβάζω το νέο
ποιητικό βιβλίο του Αντώνη Σκιαθά, με τίτλο Ευγενία
–το όνομα της κόρης του–, η σκέψη μου πήγε στις θεατρικές παραστάσεις της Γαλλικής
Αναγέννησης. Εκεί, για να ξεπεραστεί η τεχνική δυσκολία που προέκυπτε από την
αλλαγή σκηνικών, παρουσιάζονταν παράλληλες σκηνές, την ίδια στιγμή, πάνω στην
ίδια εξέδρα, σαν να περίμενε κάθε σκηνή τη σειρά της να αφηγηθεί τη δική της πλευρά
και να αναδείξει τους δικούς της ήρωες. Ο χρόνος έπαιζε τους ρόλους του σε εύρος
και σε βάθος, προσθέτοντας νέα νοήματα στο έργο.
Στην Ευγενία, ο ποιητής χτίζει μια πλατφόρμα
πάνω στην οποία παρελαύνουν οι πρόγονοι, οι γεννήτορες, οι συγγενείς και οι
επίγονοι. Θα μπορούσαν, μας λέει, οι τρεις πρώτες ενότητες να ήταν διαφορετικές
ποιητικές συλλογές. Ωστόσο, καθώς δεν έκανε τελικά αυτή την επιλογή,
παρακολουθούμε τις μεταμορφώσεις του ποιητικού υποκειμένου και βλέπουμε ότι
ανάγεται σε τόπο συνάντησης των
γενεών. Κι αυτό γιατί ο στάσιμος χρόνος μεταλλάσσεται σε στιγμές και αναδύεται
μέσα από τη διάρκεια του χρόνου που ρέει, ενώ η ενιαία συλλογή κερδίζει από τη
συμπύκνωση του χωροχρόνου. Η σιωπή των οκτώ ετών από την τελευταία συλλογή του
ποιητή τού έδωσε τη δύναμη να εντρυφήσει στην τρομακτική σιγή που επικρατεί
πριν από τη δημιουργία, τη στιγμή που μεταβάλλεται σε επικοινωνία με άτομα που
πλέον σιωπούν, σε συμβάντα που έχουν καταδικαστεί στη λήθη. Πρόκειται για αναπαράσταση
της Ταφής πριν από την Ανάσταση.
Στην ποιητική συλλογή του 1996, Φαντασιώσεις ενός οδοιπόρου, ο Αντώνης Σκιαθάς
είχε ήδη προβλέψει αυτή την εξέλιξη: Ένα
κορμί είναι όμορφο, / όταν στολίζεται / την άμμο της Σαχάρας (σ. 92). Στην Ευγενία οι Πρόγονοι μας ζητούν να
ζήσουμε σε προαιώνιες / και αβάσταχτες
σιωπές, ενώ οι Γεννήτορες μιλούν ευθέως για την τολμηρή σιωπή / της
ποίησης, τολμηρή, προφανώς, γιατί, χωρίς λέξεις, η ποίηση κινδυνεύει να
αυτοκαταστραφεί. Και τότε ο Σκιαθάς ανακαλύπτει, όπως κάθε γνήσιος ποιητής, πως,
όταν η γλώσσα συναντά τη σιωπή με τόλμη, η ποίηση γεννιέται.
Το μότο του βιβλίου, με τον ομώνυμο
τίτλο «Ευγενία», μας προειδοποιεί με υπονοούμενα, με λέξεις που κινούνται
συγχρόνως στο φως και στο σκοτάδι: Μικρές
ιστορίες / για το μπλε, / που, όταν έφτασε / στο φως, / άρχισε τις εκπτώσεις, ενώ
ο πρώτος στίχος της συλλογής, Είχε προχωρήσει για τα καλά ο αιώνας, μοιάζει
με υπότιτλο και, με τον αργό ρυθμό του, επιβεβαιώνει την παντοδυναμία του
χρόνου, τη ροή της Ιστορίας, που κανείς, όσο σπουδαίος και αν είναι, δεν έχει
τη δύναμη να ανακόψει. Ο χρόνος τρέχει και μεταμορφώνεται συνεχώς, για να
αναδυθούν το τώρα, στο πρόσωπο της Κόρης-Ευγενίας, και το Εγώ, στο πρόσωπο του Πατέρα-Ποιητή.
Ο ποιητής ψάχνει να ανακαλύψει τις «επτά ταριχεύσεις του Εγώ» για να
ολοκληρωθεί, όπως τα επτά χρώματα της Ίριδας ολοκληρώνουν την αντανάκλαση του
ηλιακού φωτός. Το ταξίδι στην ιστορία της γενιάς του θα του αποκαλύψει τη δική
του ταυτότητα, θα μετατρέψει το σώμα του σε γενέθλιο τόπο της ποίησης, σε
ταχυδρόμο που μεταφέρει τη δημιουργία από γενιά σε γενιά. Ανακαλύπτει το ρόλο
των εικαστικών τεχνών στην ποίηση πίσω από τρανταχτά ονόματα, όπως Δομίνικος
Θεοτοκόπουλος, που δεν είναι ο
Έλληνας. Είναι Έλληνας, όμορφος Έλληνας, Ελλήνων γόνος. Αν δεν ήταν El Greco,
θα ήταν διαφορετικός, αλλά εξίσου μεγάλος. Μέσα από τη συνάντηση της ποίησης με
τη ζωγραφική, ο συμβολισμός των χρωμάτων θριαμβεύει, με το μπλε –σε πολλές
αποχρώσεις και πλούσια νοήματα– να ξεχωρίζει, το λευκό να ακολουθεί. Οι
ποιητές, μας θυμίζει, ζουν απ’ τις θυσίες του φωτός. / Βέβαια,
άλλοτε με το φως και / άλλοτε με το σκοτάδι γράφουν / τις αξίες του Εγώ, /
πάντα όμως με το πρώιμο γαλάζιο / γράφουν το Εμείς και ας είναι / ακόμα νύχτα.
Η ποίηση του Αντώνη Σκιαθά
αναδεικνύει, σε κάθε στίχο της, τη θαυματουργή δύναμη της ελληνικής γλώσσας.
Μέσα στις χιλιετίες της ύπαρξής της, η γλώσσα μας απόκτησε την ικανότητα να
κρατά ζωντανή την Ιστορία και, ενδεδυμένη με διαχρονικές χρήσεις των λέξεων, να
αλλάζει ακατάπαυστα, να μεταμορφώνεται. Στην ποιητική συλλογή Χαίρε αιώνα, του 2002, ο ποιητής αναρωτιέται:
Ποιος επιτέλους θα μιλήσει / για τη
μετάβαση από τη συλλαβή / στη λέξη; (σ. 134)
Η σιωπή γίνεται
κραυγή, η κραυγή λέξη∙ και τότε η ποίηση και ο πολιτισμός γεννιούνται. Οι
έννοιες «χρόνος» και «γλώσσα» συναντιούνται, ερωτοτροπούν, αναδημιουργούνται. Η
λέξη σημαίνει αλλιώς κάθε φορά που επαναλαμβάνεται ή ξεκινά ένα νέο ταξίδι να
συναντήσει συνώνυμα ή αντώνυμά της.
Όπως στην
ενότητα «Οι συγγενείς», λέξεις που παραπέμπουν στον πολιτισμό, αναγεννούν τον
πολιτισμό, τον καλούν να αναδυθεί μέσα από την Ιστορία, να γίνει ορατός,
παραμένοντας, ωστόσο, πνεύμα, για να ενδυναμώσει τη θέση του ποιητή στην καρδιά
της δημιουργίας του: Λείψανα βροχής σ’
όλη την πόλη./ Διασχίζουν άοπλες τις εύμορφες των νερών πατρίδες η Μάνα μου και
η Κόρη μου. […]/ Η πρώτη είπε στη μικρή: Στους χρόνους σου οι θνητοί όσο Ιούλη
και να πιουν, καρπούζι δεν θα ανθίσει./ Η μικρή φοβήθηκε του θέρους τους
αλαλαγμούς και τις σκιές του Αυγούστου.
Η συνέχεια της
ζωής και της δημιουργίας από τη Μάνα του Ποιητή στην Κόρη του περνά μέσα από το
ποιητικό υποκείμενο και ανατρέπει την ψυχολογία του βάθους, που θέλει την αιωνιότητα
να είναι κυρίως θηλυκή, να πηγαίνει από μάνα σε κόρη. Ο στόχος της ποίησης –να
εδραιώσει την παρουσία του ποιητή μέσα στην Ιστορία– διευρύνεται και συνδέει εδώ,
επιπλέον, τις δύο μορφές αιωνιότητας του πλατωνικού Συμποσίου.
Η ενότητα «Οι
συγγενείς» διακόπτει τη φυσική ροή του χρόνου –πρόγονοι, γεννήτορες, επίγονοι–
και παραπέμπει στο ρόλο της κοινωνίας, πηγή του υλικού που παράγει τον ποιητικό
λόγο. «Πρόγονοι» επίσης δεν είναι μονάχα τα οικογενειακά μας πρόσωπα αλλά και
τα πρότυπά μας, οι καταξιωμένοι ποιητές που, με τη δημιουργία τους, παλεύουν
ενάντια στη λήθη, επικουρούν τους επιγόνους που δεν έχουν ακόμη προσδιορίσει την
ποιητική τους ταυτότητα. Σημαντικό ρόλο παίζει η γνωστή φράση «με τον τρόπο
τού…», προφανής αναφορά στο ποίημα του Σεφέρη. Με την αρχική της έννοια –της
μίμησης των μεγάλων που προηγήθηκαν–, επαναλαμβάνεται στην ποίηση του Αντώνη Σκιαθά,
παίζοντας με κυριολεξία και μεταφορά, όπως, «Με τον τρόπο του ποιητή Έκτορα
Κακναβάτου», ή «Με τον τρόπο του ήχου».
Όταν ο ποιητής επιβεβαιώνει ότι ο
όρκος μας για την ποίηση δίνεται «με πάθος ανένδοτο», παραπέμπει στον ανένδοτο
αγώνα, και εξηγεί, ίσως άθελά του, γιατί στο κάλεσμα των μεγάλων νεκρών,
υπάρχουν αντιστασιακοί ανάμεσα σε ποιητές και ζωγράφους: ο Δομίνικος
Θεοτοκόπουλος, ο Άρης Βελουχιώτης, ο Γεώργιος Μπουζιάνης, ο Νικόλαος
Πλουμπίδης, ο Έκτορας Κακναβάτος. Η πάλη ανάμεσα στην κραυγή και τη γραφή, ως
Αγία Γραφή, γίνεται σε μια συνάντηση τεχνών και εποχών. Πιο κάτω θα γράψει: Κι ας είναι οι χρόνοι άλαλοι / και οι γραφές
για λίγους.
Η γλώσσα, με
χρονικές αποχρώσεις, οδηγεί σε κορύφωση του παρελθόντος στην τωρινή στιγμή. Και
ενώ οι τόποι συγκρούονται, οι χρόνοι συναντιούνται. Η ποίηση του Αντώνη Σκιαθά
είναι ένα πλούσιο, σε κραυγές και χρώματα, υφαντό τέχνης και ζωής. Και αυτό
γιατί ο ποιητής […] / Δωρίζει στη σιωπή /
τίτλους ιδιοκτησίας.
Η Ζωή
Σαμαρά είναι ομότιμη καθηγήτρια του ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου