ΤΟΥ
ΓΙΩΡΓΟΥ ΘΕΟΧΑΡΗ
Αντώνιος (Παναγόπουλος), ESPACE DE MEMOIRE- ΛΑΒΑΡΟ, 2016, ακρυλικό σε μουσαμά, μεταλλικό χρώμα, σίδερο, 35 x 57 x 14 εκ. |
ΚΑΡΟΛΙΝΑ
ΜΕΡΜΗΓΚΑ, Ο Έλληνας γιατρός, μυθιστόρημα,
εκδόσεις Μελάνι, 2016
Το
βιβλίο είναι ένα κατορθωμένο κείμενο. Μια κοπιώδης εργασία, όσον αφορά στο
πλήθος του ιστορικού υλικού που είχε να διαχειριστεί η συγγραφέας και στην
επιβεβαίωση των πραγματολογικών στοιχείων, στην τεκμηρίωση και τον
υπομνηματισμό τους. Η φέρουσα δοκός του οικοδομήματος που αρχιτεκτόνησε η
Καρολίνα Μέρμηγκα είναι ο Κωνσταντίνος Μέρμηγκας, ο οποίος υπήρξε πατέρας του
πατέρα της, παππούς της τον οποίο δεν πρόλαβε να γνωρίσει.
Γεννήθηκε στον Κάμπο της Οιτύλου το 1874. Ολοκλήρωσε τη βασική του
εκπαίδευση στην Καλαμάτα. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας όπου και αναγορεύτηκε διδάκτωρ το
1895. Μετά από υποτροφία που κέρδισε σε διαγωνισμό μετέβη στην Γερμανία. Εκεί εξειδικεύτηκε στην χειρουργική και
τη στρατιωτική υγειονομική. Επέστρεψε
στην Αθήνα το 1903 και έγινε χειρουργός στο
Α΄ Στρατιωτικό Νοσοκομείο και διορίστηκε υφηγητής της Χειρουργικής το 1905.
Παραιτήθηκε από την ενεργό στρατιωτική υπηρεσία και διορίστηκε έκτακτος
καθηγητής της Χειρουργικής Κλινικής του Εθνικού Πανεπιστημίου το 1915 και
τακτικός καθηγητής της Εγχειριτικής και Τοπογραφικής Ανατομικής το 1922. Το
1935 έγινε καθηγητής της Χειρουργικής Κλινικής.
Ασχολήθηκε με την
πολιτική και έγινε βουλευτής Λακωνίας το 1911, γερουσιαστής εκ μέρους του
Πανεπιστημίου, της Ακαδημίας και
των ανωτάτων σχολών το 1932. Εκλέχτηκε μέλος της Γερμανικής Ακαδημίας του Μονάχου το 1936 και πρόεδρος της Ιατρικής
Εταιρείας Αθηνών (1923 - 1935). Διετέλεσε διορισμένος από τους Γερμανούς δήμαρχος Αθηναίων από τον Ιούνιο έως την 1η Αυγούστου
1941. Παραιτήθηκε όταν
αντιλήφθηκε πως ήταν ανέφικτη η σωστή δράση του ως δήμαρχος.
Συνέγραψε αρκετές
επιστημονικές εργασίες σχετικά με την χειρουργική.
Μετέφρασε, για πρώτη φορά ολόκληρο, το έργο «Φάουστ» του Γκαίτε.
Μετέφρασε, για πρώτη φορά ολόκληρο, το έργο «Φάουστ» του Γκαίτε.
Απεβίωσε στην Αθήνα
το 1941
Το έργο χτίζεται κι
αρμολογείται πάνω στο πλέγμα της ιστορικής διαδρομής του ελληνικού κράτους από
το 1870 μέχρι το 1941. Ωστόσο ούτε η στιβαρή προσωπικότητα του Κωνσταντίνου
Μέρμηγκα ούτε η πολυτάραχη ιστορική περίοδος της Ελλάδας, αποτελούν τους
πρωταγωνιστικούς παράγοντες του βιβλίου. Αντίθετα, γύρω από αυτές τις δύο
καθοριστικές σταθερές, υφαίνεται ένα μυθιστόρημα χαρακτήρων, ύφους,
συναισθημάτων, γλώσσας, αφηγηματικής δεξιοτεχνίας κι εκπληκτικής αρχιτεκτονικής
της γραφής.
Το
μυθιστόρημα διαρθρώνεται σε τέσσερα μέρη με βάση τον ημερολογιακό χρόνο: Πρώτο
μέρος (1874 -1899), Δεύτερο μέρος (1904 – 1914), Τρίτο μέρος (1915 – 1922),
Τέταρτο μέρος (1935 – 1941), όμως η συγγραφέας χτίζει την αφήγηση με έναν τρόπο
που χαρίζει ανάσες στον αναγνώστη κι υποχρεώνει εκείνη να ασκηθεί στην
αυτονομία της μικρής φόρμας λες και το μυθιστόρημα αποτελείται από συναγωγή
δεκάδων –μη και εκατοντάδων- διηγημάτων. Θέλω να πω ότι τιτλοφορώντας
ημερολογιακά την διάρθρωση καθ’ ενός από τα τέσσερα μέρη αφηγείται με
ολιγοσέλιδο βηματισμό έτσι που αλλεπάλληλα χαίρεσαι τις εισαγωγικές περιόδους
κάθε μικρού κειμένου, την αυτονομία τους και το κλείσιμό τους.
Το
μυθιστόρημα αποτελεί μιαν εξαιρετικά πειστική αποτύπωση των χαρακτηριστικών της
κοινωνικής διαστρωμάτωσης της ελληνικής κοινωνίας στο τελευταίο τέταρτο του 19ου
αιώνα και στο πρώτο μισό του 20ου.
Οι
σταθμοί της ιστορικής διαδρομής που ενυπάρχουν στο μυθιστόρημα αφορούν: στην
αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896, στα Λαυρεωτικά, στον «ατυχή»
ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, την οικονομική κρίση του 1893 («δυστυχώς
επτωχεύσαμεν» -Τρικούπης), τους Βαλκανικούς πολέμους, το Κίνημα του 1909, τον
Α’ Παγκόσμιο πόλεμο και τον Εθνικό Διχασμό, την Εκστρατεία στην Μικρά Ασία και
την καταστροφή, την Δίκη των Εξ, τα Κινήματα της δεκαετίας του 1920, η
Δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936, Η επίθεση της Ιταλίας στην Ελλάδα
και η απόκρουση του εισβολέα, Η Γερμανική επίθεση και η είσοδος των χιτλερικών
στρατευμάτων στην Αθήνα την Άνοιξη του 1941.
Επίσης
διατρέχουν την αφήγηση πρόσωπα που άφησαν το αποτύπωμά τους ανεξίτηλο στους
χρόνους τους, όπως: η Πηνελόπη Δέλτα, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Κωνσταντίνος
Χρηστομάνος, ο Παύλος Νιρβάνας, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο αρχαιολόγος
Χρήστος Τσούντας, η πρώτη γυναίκα απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής Αγγελική
Παναγιωτάτου, ο Κωστής Παλαμάς, ο Γιώργος Σαραντάρης, η Μαρίκα Κοτοπούλη, η
Άννα μελά – Παπαδοπούλου, που έμεινε γνωστή ως Μάνα του Στρατιώτου, ο
Αμερικανός μεθοδιστής πάστορας Έϊζα Τζένινγκς που μεσολάβησε στον ίδιο τον
Κεμάλ και έσωσε χιλιάδες έλληνες στην Καταστροφή της Σμύρνης, ο Μαρδοχαίος
Φριζής, ο έλληνας εβραίος αξιωματικός που πολέμησε και έπεσε στην Αλβανία, και
ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος, κατοχικός πρωθυπουργός διορισμένος από τους
Γερμανούς, αλλά και ο Κωνσταντίνος Τσάτσος που εξεφώνησε στις 27/10/1941 την
μνημειώδη ομιλία στο Πανεπιστήμιο και προέτρεψε τους φοιτητές που στεφάνωσαν το
άγαλμα του Σολωμού στον Εθνικό Κήπο..
Κι
ακόμη οι αυτοκτόνοι Γιώργος Μιμήκος και η Μαίρη Βέμπερ, ο έμπορος όπλων
Ζαχάρωφ, μα και οι βασιλείς: Γεώργιος ο Α’, Κωνσταντίνος ο Α’, Αλέξανδρος και η
σύζυγός του Ασπασία Μάνου.
Πολλά
από αυτά τα υπαρκτά πρόσωπα έχουν ρόλους στο μυθιστόρημα, παίρνουν το λόγο,
εκφράζονται, συνομιλούν. Εδώ η συγγραφέας αποδεικνύει την δεξιοτεχνία της, αφού
για να δώσει το λόγο σε πρόσωπα της πολιτικής, στρατιωτικής και πολιτιστικής
ιστορίας του τόπου ήταν απαραίτητο να εντρυφήσει στα κείμενά τους, στα βιβλία,
στις διαλέξεις, στις δημόσιες αγορεύσεις τους, ώστε τα λόγια που θα τους βάλει
να πουν στο μυθιστόρημα να είναι όντως ειπωμένα ή εν πάση περιπτώσει να
προσιδιάζουν στον χαρακτήρα και στην όντως ζωή τους που είναι γνωστή από πολλές
πηγές. Και το κατάφερε η Καρολίνα Μέρμηγκα, αυτό που θα μπορούσε ν’ αποτελέσει
πεπονόφλουδα και να γλιστρήσει σε ακυριολεξίες και σε δημιουργία ηρώων –
καρικατούρες.
Από
την άλλη, η συγγραφέας, αξιοποιώντας την ασφαλή ενδοοικογενειακή πληροφόρησή
της για το χαρακτηριστικό χιούμορ που διέκρινε τον Κωνσταντίνο Μέρμηγκα, το
οποίο άγγιζε και διαπερνούσε τις διεπιφάνειες του σαρκασμού, του αυτοσαρκασμού
και της λεπτής ειρωνείας, διαμορφώνει, όπου χρειάζεται, ακόμη πιο χιουμοριστικό
τον λόγο τού ήρωά της Κωνσταντίνου Μ.
Έχουμε,
συνεπώς, ένα υπαρκτό πρόσωπο που η συγγραφέας, προεκτείνοντας τα αφηγημένα σ’
εκείνην χαρακτηριστικά του, τον μετατρέπει σε εξόχως ενδιαφέροντα
μυθιστορηματικό χαρακτήρα.
Πάνω
από 60 είναι οι βιβλιογραφικές παραθέσεις στο τέλος του βιβλίου. Βιβλία στο
περιεχόμενο των οποίων προσέτρεξε η Καρολίνα Μέρμηγκα προκειμένου να
τεκμηριώσει καταστάσεις και γεγονότα της εποχής και μάλιστα, σε πολλές
περιπτώσεις, να πάρει από εκείνες τις πηγές αυτούσιο το λόγο κάποιων και να τον
χρησιμοποιήσει στο μυθιστόρημά της, δίνοντας και στους ίδιους δευτερεύοντες
ρόλους στην πλοκή.
Υπάρχουν
στο βιβλίο 408 υποσημειώσεις οι οποίες αποτελούν βάθρο τεκμηρίωσης και
πληροφόρησης, ενώ κάθε ημερολογιακό έτος της αφήγησης κλείνει με παράθεση
ιστορικής επισκόπησης, ώστε ο αναγνώστης να βοηθείται τοποθετώντας τα γεγονότα
της αφηγηματικής δράσης στο ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο
επισυμβαίνουν.
Ο
τίτλος του βιβλίου προέρχεται από μια φράση του νεαρού βασιλιά Αλέξανδρου, την
ώρα που η σηψαιμία, από το δάγκωμα της μαϊμούς, είχε προχωρήσει σε ζωτικά
όργανα και ουσιαστικά έπνεε τα λοίσθια, που απηύθυνε στην σύζυγό του Ασπασία
Μάνου, όταν εκείνη τον πληροφόρησε πως έχουν έρθει δύο Γάλλοι σπουδαίοι γιατροί
να τον δουν. Της είπε, λοιπόν, No
more! Just the Greek doctor! Όχι άλλον! Μόνο τον Έλληνα γιατρό!
Κι
αληθινά αυτό πρέπει να υπήρξε ο Κωνσταντίνος Μέρμηγκας, πέρα και πάνω από κάθε
τι άλλο: Έλληνας και γιατρός. Ο μεταφραστής του «Φάουστ» δεν πούλησε την ψυχή
του στον Μεφιστοφελή, όσες μορφές κι αν άλλαξε αυτός στη διάρκεια των χρόνων
του. Το μόνο που συνέβη, στο μυθιστόρημα ωστόσο μονάχα, ήταν να αγαπήσει κι
εκείνος όπως ο Δρ. Φάουστ μια Μαργαρίτα.
Ο
Γιώργος Χ. Θεοχάρης είναι ποιητής και εκδότης του περιοδικού Εμβόλιμον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου