2/10/16

Η κατάρα

ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΗΣ ΝΤΑΤΣΗ

Ο ανυπότακτος υμίν έστω αφορισμένος,
Άλυτος μετά θάνατον και τρισκατάρατος[1]

Μητροπολίτης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, Αμβρόσιος: «Ενώπιόν σας παρακαλώ τον Εσταυρωμένο να σαπίσει το χέρι του Φίλη αν υπογράψει τέτοια διατάγματα αθεΐας»[2]. Ο Βιβλικός Θεός στον πρωτόπλαστο Αδάμ: «Ιδού εγώ βάλλω σήμερον έμπροσθέν σας ευλογίαν και κατάραν∙ την ευλογίαν εάν υπακούετε εις τας εντολάς Κυρίου του Θεού σας τας οποίας εγώ προστάζω εις εσάς σήμερον, και την κατάραν εάν δεν υπακούετε εις τας εντολάς Κυρίου του Θεού σας...». Η ιστορία γνωστή: «Κατηραμένη να είναι η γη εξ αιτίας σου».
Η κατάρα συνιστά ένα αρχέγονο και οικουμενικό πολιτισμικό κεφάλαιο συναρτημένο άμεσα με τον μαγικό τρόπο σκέψης. Στον γενετικό πυρήνα της βρίσκεται το θάμβος του πρωτόγονου ανθρώπου στο αντίκρισμα του περιβάλλοντος κόσμου (εικόνα), η ανταπόκριση και η κίνηση προς αυτόν (δείξη) και η συνακόλουθη εναπόθεση νοήματος στις επί μέρους οντότητες (σύμβολο), με φωνήματα και συνδυασμούς φωνημάτων, δηλαδή με λέξεις και έναρθρο λόγο∙ εναλλακτική μορφή αυτής της νοητικής διαδικασίας συνιστά η εικαστική απεικόνιση.
Οι δύο πρώτοι όροι: εικόνα, δείξη, συνδέονται άμεσα και ακατάλυτα με τη διαδραστική θέρμη της βιωματικής εμπειρίας∙ ο τρίτος, η συμβολική εννοιολόγηση της πραγματικότητας, που συνιστά μια αφαιρετική και γενικευτική διαδικασία, έχει αυθαίρετο χαρακτήρα, καθώς δεν εμπλέκεται με τη βιωματική εμπειρία.[3] Η συγκεκριμένη νοητική διεργασία συνιστά μια πρωτογενή συμβολοποίηση της πραγματικότητας συναρτημένη με τον προφορικό-ακουστικό τρόπο επικοινωνίας. Η γραφή, ως δευτεροβάθμια και επαναστατική διαδικασία συμβολοποίησης, υπηρέτησε με συνέπεια την μαγική αντίληψη του κόσμου, παρά το γεγονός ότι διεύρυνε τα όρια της σκέψης προς την ορθολογική ανάγνωση και κατανόηση του κόσμου (φιλοσοφία, επιστήμες, προσωπική δημιουργία κλπ.).

Στο πρωτογενές ζεύγμα που συγκροτούν η άμεση, βιωματική αίσθηση του πόνου, και έμμεση, συμβολική, η λέξη πόνος, εδράζεται η μαγική αντίληψη του κόσμου, καθώς «η γλώσσα –δημιουργός της εικόνας που έχουμε για την πραγματικότητα– «ξαναγίνεται» δύναμη που δρα πάνω στη πραγματικότητα, για να τη μετασχηματίσει. Η θέρμη που γέννησε τη γλωσσική σήμανση αναβιώνει μέσα στην ατομική ή συλλογική επιθυμία, που εξαπολύει γλωσσικά βλήματα για να επιδράσει πάνω στα πράγματα. Αυτή είναι η αποκαλυπτική οριακότητα της μαγικής χρήσης της γλώσσας».[4]
Ο εύστοχος ορισμός του γλωσσολόγου Α. Φ. Χριστιδη: γλωσσικά βλήματα, αποτυπώνει την αρχέγονη πίστη στην ενότητα λέξης και πράγματος, πίστη οικουμενική και διαχρονική, που αποδίδει στα λεκτικά φωνήματα τη δυναμική των πραγμάτων και των καταστάσεων που κατονομάζουν. Πρόκειται για λεκτικές μονάδες που λειτουργούν ως υποκατάστατα της αυτουργίας. Η μαγική χρήση της γλώσσας, αυτό το πολιτισμικό βλαστοκύτταρο της πρωτόγονης σκέψης, με τις κρυπτικές και ασαφείς διατυπώσεις του, αποδέσμευσε διαχρονικά τη μαγική, τη μαντική και την ποιητική χρήση της γλώσσας∙ τις δύο πρώτες μορφές σκέψης, τη μαγική και τη μαντική, τις διαχειρίστηκε με διαφορετικές προδιαγραφές το παράταιρο ζεύγμα εξουσιαστικών σχέσεων: αφενός η υποτελής πληθυσμιακή πλειοψηφία των αναλφάβητων στρωμάτων, και αφετέρου η ηγεμονεύουσα πληθυσμιακή μειοψηφία της εγγράμματης elite των γραφογνωστικών θρησκειών.
***
Τα εκφωνήματα που ανοίγουν το παρόν κείμενο ανήκουν σε μια ειδική κατηγορία του μαγικού λόγου: στις αρές-κατάρες. Πρόκειται για είδος λόγου με ευρύτατο και πανάρχαιο κύκλο εφαρμογών, που κλιμακώνεται από την δικαιοδοτική πρακτική της καθημερινότητας έως την καθοριστική παρουσία τους στην προσωπική ποιητική δημιουργία. Διακεκριμένα παραδείγματα: η τραγική ποίηση (κατεξοχήν η πατρική κατάρα λ.χ. του Οιδίποδα, κλπ.) και η ποιητική προφορική παράδοση. Εμβληματικά δημοτικά τραγούδια, όπως Το γεφύρι της Άρτας, Του νεκρού αδερφού και σειρά άλλων έχουν ως προωθητική ποιητική ιδέα την κατάρα, με δυναμικότερες εφαρμογές τη μητρική ή αυτή του προδομένου έρωτα. Ο καταρώμενος είτε φορτίζει το εκφώνημα της κατάρας με τη δική του εκδικητική δύναμη είτε υφίσταται ως θύμα τις συνέπειές της.
Υπάρχει όμως και η πραγματικότητα, όπου ο καταρικός, ως μαγικός λόγος, δεν διεκπεραιώνει αισθητικές λειτουργίες ούτε εκτονώνει κοινωνικές εντάσεις ατομικού ή συλλογικού χαρακτήρα αλλά υπηρετεί και υπερασπίζεται παντοιοτρόπως την ηγεμονία μιας κοσμοθεωρίας. Ενδεικτικό το, εν ονόματι του Θεού της Βίβλου, παράδειγμα της χριστιανικής δικαιοδοσίας. Το τόξο των βιβλικών καταρών, με τον άτεγκτο τιμωρητικό λόγο τους, καλύπτει ένα εκπληκτικά ευρηματικό και σκληρό ποινολόγιο, που εξειδικεύεται καλύπτοντας όλο το φάσμα της επιβίωσης και της ιστορικής παρουσίας των Εβραίων.
Στο Δευτερονόμιο λ.χ., κωδικοποιείται ένα σύστημα αγωγής του περιούσιου λαού με ευλογίες [28, 1-14] αν τηρεί τις εντολές του Κυρίου, και με πολλαπλάσιες κατάρες [28, 15-68] αν τις αγνοεί και δεν τις τηρεί. Συναντούμε καταρχήν κατάρες γενικές, όπως: καταραμένος θα είσαι στην πόλη και καταραμένος θα είσαι στο χωράφι [160]. Καταραμένος ο καρπός της κοιλίας σου, και τα γεννήματα της γης σου, οι αγέλες των βοδιών σου, και τα κοπάδια των προβάτων σου [18].
Αλλά και εξειδικευμένες. Από αυτές, άλλες αφορούν στην υγεία, όπως: Τότε ο Κύριος θα κάνει τις πληγές σου τρομερές, και τις πληγές του σπέρματός σου μεγάλες και ασταμάτητες και νόσους κακές και ασταμάτητες [59]. Άλλες στοχεύουν στην κοινωνική ζωή του περιούσιου λαού: Θα αρραβωνιαστείς γυναίκα και άλλος άνδρας θα κοιμηθεί μαζί της· θα χτίσεις σπίτι και δεν θα κατοικήσεις σε αυτό∙ θα φυτέψεις αμπελώνα και δεν θα τον τρυγήσεις [30]. Και πλήθος άλλων.
Το κληροδότημα των καταρών του Θεού της Βίβλου όχι μόνο κληροδοτήθηκε ανέπαφο στον χριστιανισμό, αλλά στα πλαίσια της ιεροποίησης των θεσμών, ενορχηστρώθηκε δυναμικά στους μηχανισμούς εδραίωσης και υπεράσπισης με κάθε μέσον της χριστιανικής κοσμοθεωρίας. Με νομιμοποιητικό έρεισμα τις αποφάσεις των Συνόδων
 Έχων κατάρας και αράς πάντων των θεοφόρων
των εν Νικαία και λοιπών αγίων των Συνόδων[5]
η μαγική δύναμη της κατάρας ενσωματώθηκε στην κατεξοχήν δικαιοδοτική πρακτική της χριστιανικής Εκκλησίας, που ήταν ο αφορισμός. Σημειώνει ο Π. Δ. Μιχαηλάρης: «Ένα ακόμη από τα χαρακτηριστικά του τυπολογικού μέρους της ποινής είναι οι περιώνυμες κατάρες που τη συνοδεύουν. Προκειμένου δηλαδή να προσλάβει μεγαλύτερη ένταση το στοιχείο του φόβου, η απειλή επιβολής διανθίζεται με βαρύτατες κατάρες που επιζητούν να αφανίσουν κάθε στοιχείο της κοινωνικής δραστηριότητας του αφορισμένου, φθάνοντας έως και το ακραίο σημείο της απειλής εναντίον της ζωής του».[6]
Πρόκειται για την εκτεταμενη και άτεγκτη πολιτισμική βία που άσκησε ο χριστιανισμός μετά τον 4ο αιώνα. Για το εκκλησιαστικό δίκαιο, οι κατάρες λειτούργησαν διαχρονικά ως υποκατάστατο του νομικού ορθολογισμού, υποστηρίζοντας με τη μαγική δυναμική τους το ρεαλιστικό ποινολόγιο της Εκκλησίας, όπως λ.χ. ήταν η αποβολή από το σώμα της Εκκλησίας και συνακόλουθα η κοινωνική και οικονομική εξόντωση των αφορισμένων.
Και φυσικά, όταν η ανάγκη το καλούσε, η συνεργασία Πολιτείας και Εκκλησίας λειτουργούσε στο ακέραιο, στο όνομα του επίσημου αναθέματος.[7] Αυτή η συνεργασία είχε ήδη εμπεδωθεί εδώ και αιώνες: «Στα τέλη του πολυτάραχου τέταρτου αιώνα είχε γίνει πια αντιληπτό ότι μόνο η ελεγχόμενη από το κράτος κυρίαρχη (ορθόδοξη) εκκλησία είχε το δικαίωμα να καθορίζει τις συνειδήσεις του κόσμου. Σε αυτή την κατεύθυνση προσπαθούσε να στρέψει τα πράγματα και η νομοθεσία»[8].
Την επικράτεια αυτού του κεκτημένου δικαιώματος υπερασπίζεται και σήμερα η Εκκλησία. Αν μπορούσε, δεν θα ήταν εκτός θεϊκού δικαίου να αυτοδικήσει, ενεργοποιώντας εδίκτους όπως: «επιθυμούμε να κλείσουν όλοι οι ναοί σε όλες τις πόλεις και σε όλους τους τόπους της οικουμένης, καθώς και να απαγορευτεί η είσοδος σε αυτούς για μη διαπραχθεί αμάρτημα. Θέλουμε επίσης να απέχουν όλοι από τις θυσίες γιατί αν κάποιος με κάποια δύναμη παραβεί [αυτόν το νόμο] θα τιμωρηθεί με αποκεφαλισμό».
Η κατάρα «να σαπίσει το χέρι του Φίλη» που εκστόμισε ο μητροπολίτης Καλαβρύτων, και η σιωπηρή επίνευση του αρχιεπισκόπου, διακηρύττουν, έστω με τη μαγική χρήση της γλώσσας, την αλήθεια της Σάλπιγγος της αληθείας:
 Ο ανυπότακτος ημίν έστω αφορισμένος
Άλυτος μετά θάνατον και τρισκαταραμένος

[1] « Σάλπιγξ της Αληθείας, 1792» . Βλ. Π.Δ. Μιχαηλάρης, Αφορισμός. Η προσαρμογή μιας ποινής στις αναγκαιότητες της Τουρκοκρατίας, ...., Ε.Ι.Ε. Αθήνα 1997, σ. 216.
[2] Βλ. video του κηρύγματος της Μ. Παρασκευής [Πάσχα 2016].
[3] Α.Φ. Χρηστίδης -Μ. Θεοδωροπούλου, Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα, Θεσσαλονίκη, Κέντρο Ελληνικής Γλωσσας, 2001, σ. 21-23, όπου διαβαζουμε «...το άλμα από την πρωτογενή σήμανση της εμπειρίας –από τον δείκτη στο σύμβολο– ισοδυναμεί με το «άλμα» από την άμεση, αδιαμεσολάβητη σήμανση της εμπειρίας, στην έμμεση, διαμεσολαβημένη σήμανση. Αυτή ακριβώς η διαφορά μας επιτρέπει να χρησιμοποιούμε τη λέξη πόνος και χωρίς το αίσθημα του πόνου».
[4] Α.Φ. Χρηστίδης «Η μαγική χρήση της γλώσσας», στον τόμο: Γλώσσα και μαγεία. Κείμενα από την αρχαιότητα, Ιστός, Αθήνα 2009, σ. 52.
[5] Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης, Αφορισμός. Η προσαρμογή μιας ποινής στις αναγκαιότητες της Τουρκοκρατίας, « Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών» Αθήνα 1997, σ. 216
[6] Βλ. τη διεξοδική ανάλυση του αφορισμού και τους τομείς αναφοράς του στο Π.Δ. Μιχαηλάρης, Αφορισμός, ο.π., ιδιαίτερα το δ΄ κεφ. με τίτλο Τα μορφολογικά στοιχεία του αφοριστικού τυπικού σ. 205 κ.ε.
[7] Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης, Αφορισμός κλπ., ό.π., σ. 209.
[8] Η Αντιπαγανιστική νομοθεσία της Ύστερης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας .Εισαγωγή-μετάφραση Αφροδίτη Καμάρα, «Κατάρτι», Αθήνα 2003, σ. 35.


Δεν υπάρχουν σχόλια: