12/3/16

Συναίνεση ή Ανυπακοή;

ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΟΙΡΑ

Στέφανος Ρόκος, Το κέντημα Ι: Le merveilleux tableau d’Edvard Munch à Paris/ Embroidery I: Le merveilleux tableau d’Edvard Munch à Paris, 2012-2015, χειροποίητο κέντημα: χρωματιστές κλωστές και οργάντζα σε ύφασμα, 146 Χ 110 εκ.



ΑΡΗΣ ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ, Τα δεδομένα της ζωής μας, εκδόσεις Τόπος, σελ. 177

Ο Άρης Μαραγκόπουλος το 2000, όταν η χώρα με παροιμιώδη απάθεια βουτηγμένη στη σήψη, την παρακμή και την παραίτηση περίμενε την έλευση του νέου αιώνα με μεταρσιωτική έξαψη, γράφει το παρόν βιβλίο. Δύο χρόνια αργότερα και ενώ το πατριωτικό ρίγος της ανάληψης των Ολυμπιακών Αγώνων συντάρασσε το πανελλήνιο, εμφανίζεται με μια παράταιρη για τον ενθουσιώδη εφησυχασμό των ημερών έκδοση, που υποδείκνυε χωρίς συγκαλύψεις τη γενικευμένη διαπλοκή και στηλίτευε χωρίς περιστροφές την φαυλότητα των ολίγων και την παθητικότητα των πολλών.
Σήμερα δεκαπέντε σχεδόν χρόνια μετά, που το βιβλίο επανεκδίδεται με ένα επίκαιρο επίμετρο απολογιστικού χαρακτήρα του συγγραφέα, η δραματική οικονομική κρίση η οποία διαδέχτηκε τις ημέρες της αμεριμνησίας, σάρωσε μεμιάς «τα δεδομένα της ζωής μας» και φώτισε με διαφορετικό τρόπο τους ήρωες του αφηγήματος και την απεγνωσμένη αντίστασή τους. Ο χρόνος δικαίωσε αυτούς τους υπεράνω πάσης υποψίας συνταξιούχους με τον δονκιχωτικό οίστρο, που στην αυγή του 21ου αιώνα αναλαμβάνουν δράση γράφοντας μια σειρά εκφοβιστικών επιστολών σε ανυπόληπτα πρόσωπα του περιβάλλοντός τους. Τους αντιρρησίες συνείδησης που ξιφουλκούν με ασίγαστο μένος και νεανικό σφρίγος ενάντια στην αναξιοπρέπεια και το ψεύδος, την υποκρισία και την εθελοδουλία, την συμφεροντολογική απάθεια και τον χρηματισμό, τη συναίνεση και την άνευ όρων υποταγή σε ένα όραμα άκοπου πλουτισμού και επίπλαστης ευφορίας. Τους παλαίμαχους επαναστάτες επιστολογράφους που αντιστέκονται στις καλλίπυγες σειρήνες του lifestyle και τους ιδιοτελείς φαντασιοκόπους κήρυκες της ευζωίας, τους κυνικούς εγκάθετους της εξουσίας και τους φαύλους δημόσιους λειτουργούς, που λυμαίνονται ανενδοίαστα τα δημόσια πράγματα.

Ο συγγραφέας με μια σειρά επιστολών αφηγείται την ιστορία αυτής της παρέας των απλών ανθρώπων, κάποιας ηλικίας με την αυξημένη αίσθηση καθήκοντος, το πάθος και την πολιτική οξυδέρκεια που αρνούνται να υποταγούν και να συναινέσουν στα μικρά εγκλήματα που διαπράττονται καθημερινά χωρίς αιδώ. Όσα γράφουν με χιούμορ και παρρησία στους γείτονες και περίοικους, που αυθαιρετούν και κερδοσκοπούν, απειλώντας τους με διαπόμπευση και ζητώντας επανόρθωση και όσα αφηγούνται στους συντρόφους τους επικοινωνώντας πάντα με τον παλιομοδίτικο αργόσυρτο τρόπο της ταχυδρομικής οδού, βοηθούν τον αναγνώστη να παρακολουθήσει την εξέλιξη της πλοκής  και να σχηματίσει μια εικόνα για την ιδιοσυγκρασία και τον ψυχισμό των ηρώων.
Οι  επιστολογράφοι του αφηγήματος δεν διψούν για αίμα αλλά για κοινωνική δικαιοσύνη. Δεν είναι απολογητές της βίας αλλά της ισότητας και της ευνομίας. Δεν αποζητούν ναρκισσιστικά κανενός είδους αναγνώριση, απολαβή  ή δημοσιότητα, καθώς η δράση τους είναι μυστική. Επαναφέρουν απλά στην τάξη τους επίορκους γιατρούς και τους ανηλεείς εφοριακούς, τους φιλοτομαριστές βουλευτές και τους ανάξιους δημοσιογράφους υποχρεώνοντας τους να αποκαταστήσουν την αδικία και τον εξευτελισμό επιστρέφοντας στα θύματά τους όσα έκλεψαν και υπεξαίρεσαν. Επανεισάγουν δηλαδή στο δημόσιο βίο με τις «έκνομες» πράξεις τους το λησμονημένο αίσθημα της προσωπικής ευθύνης και της φιλαλληλίας.
 Αν σήμερα μια τέτοια συγγραφική προσέγγιση, υπό το φως των τραγικών εξελίξεων που διέλυσαν τον κοινωνικό ιστό και έστειλαν μια γενιά νέων ανθρώπων στα αζήτητα, μοιάζει αναμενόμενη και εντέλει αυτονόητη, καθώς η χωρίς περιφράσεις φόρμα ταιριάζει απόλυτα στο διάχυτο κλίμα εγρήγορσης και στράτευσης που αφυπνίζει την πλειονότητα των πολιτών, τότε λειτούργησε σαν κεραυνός εν αιθρία. Μια παραφωνία που διατάραξε την λογοτεχνική ομφαλοσκοπική μακαριότητα και τις υψιπετείς υπαρξιακές αναζητήσεις των ταγών του πνεύματος, εγείροντας σε μια μερίδα συντηρητικών αναγνωστών και κριτικών αντιρρήσεις για την μονομέρεια της κατάθεσης και την εκκεντρικότητα των προθέσεων. Σήμερα όμως, που η οικονομική κρίση ισοπέδωσε τα ακατάλυτα πολιτικά φέουδα και παραβίασε τους ιδιωτικούς ασφαλείς μικρόκοσμους και η παραίτηση, ο εφησυχασμός και η αδιαφορία για την έκπτωση των αξιών και τα δεινά των άλλων μοιάζει ανάρμοστη και αδιέξοδη, στο μυαλό του αναγνώστη σχηματίζεται το εξής ερώτημα: Οι απειθάρχητοι ήρωες του συγγραφέα, χορτασμένοι από δεξιά και αριστερά στερεότυπα και καθησυχαστικές αφηγήσεις, ακολούθησαν το δρόμο της εξέγερσης της αντίστασης και της ανυπακοής. Της ενεργού συμμετοχής στα κοινά και της αλληλεγγύης. Εμείς;

Η Μαρία Μοίρα είναι αρχιτέκτονας και διδάσκει στο ΤΕΙ της Αθήνας

Δεν υπάρχουν σχόλια: