H βιβλιοκριτική που
παραθέτουμε δημοσιεύτηκε στις «Αναγνώσεις» το Πάσχα του 2014 και του άρεσε
ιδιαίτερα του Γιάννη. Την αναδημοσιεύουμε στη μνήμη του φίλου που «έφυγε»,
μικρό, ανεπίδοτο δυστυχώς αντίδωρο, σε όσα με το πενάκι του, τον λόγο του και
την πράξη μιας άδολης φιλίας, ευαισθησίας και ήθους μας έδωσε για χρόνια. Σε
όσα, με εκείνο το ανεπανάληπτο και πεισματάρικο γέλιο του, γέμιζε ώρες και ώρες
συζητήσεων επί παντός του επιστητού, με μια πάντα εκπλήσσουσα ευρύτητα γνώσεων,
διεισδυτικότητα και οξεία κριτική διάθεση, ανειρήνευτου Αριστερού Πολίτη.
Κριτική που αναδεικνύεται έντονα και στην τελευταία του γραπτή προσφορά, με την
επιλογή που έκανε κειμένων του Εμμανουήλ Ροΐδη, αυτού του ανεπανάληπτου της
λογοτεχνίας μας αλλά και διεισδυτικού στοχαστή, τον πρόλογο της οποίας
περιλαμβάνουμε σε αυτή τη μικρή αφιέρωση. Κριτική η οποία ενέτασσε τον Γιάννη
οργανικά σ’ ένα δυσκολοταξινόμητο ρεύμα ενός αριστερού ελευθεριακού
ριζοσπαστισμού, μιας αδογμάτιστης μα πάντα ταξικά προσγειωμένης αναλυτικής
σκέψης, και το κυριότερο γειωμένης στην καθημερινότητα της προσωπικής του
πράξης . Νοιώθω ότι σε μια τέτοιου είδους προσπάθεια οριοθέτησης των αντιλήψεών
του θα σου ’κοβε τον λόγο, με εκείνο το πάντα καλοσυνάτα ειρωνικό του ύφος∙ το
μόνο που θα κρατούσε θα ήταν η λέξη Αριστερός με όλη την βαθιά της σημαντική∙
θα σήκωνε το ποτήρι στην «υγεία σου» και σε δυο λεπτά θα σου φτιάχνε το σκίτσο
σου. Δυστυχώς όμως αυτό δεν μπορεί να ξανασυμβεί, και είναι άδικο, φίλοι με
τέτοιο πάθος για ζωή που έφτιαξαν οι δρόμοι των διαδηλώσεων της δεκαετίας του
’60 , να φεύγουν και εσύ ως αποχαιρετισμό να τους ξεπροβοδίζεις με τον στίχο
του Καβάφη:
Τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή
μακραίνει
Τι γρήγορα που τα σβηστά κεριά πληθαίνουν…
Άλκ. Ρ.
Το αμάρτημα μιας αιρετικής ανάγνωσης
ΤΟΥ ΑΛΚΗ ΡΗΓΟΥ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΑΪΤΖΗΣ, Υπάρχει
ζωή μετά τα αφεντικά; εκδόσεις Στιγμή, σελ. 158
Δύσκολη η
κριτική παρουσίαση τούτου του μικρού βιβλίου, όπου ο γνωστός γελοιογράφος
Γιάννης Καλαϊτζής συγκεντρώνει 53 τον αριθμό, μικρά του κείμενα σταχυολογημένα
από τις γραπτές παρεμβάσεις του –editorials τα
ονοματίζει ο ίδιος– στην Γαλέρα, την παλιά Ελευθεροτυπία και την Εφημερίδα
των Συντακτών, από τον Οκτώβριο του 2005 μέχρι τον Νοέμβριο του 2013.
Κείμενα αφαιρετικά και ταυτόχρονα ανατρεπτικά, με ένα
καταλυτικό πικρόγλυκο χιούμορ, μέσα από το οποίο αναδύεται μια μεγάλη κουλτούρα
που κρύβεται, επιμελώς, σε μια φαινομενική παραδοξολογία. Κείμενα βαθιά
πολιτικά, ελευθεριακά και αντικληρικαλιστικά, τα οποία απαιτούν πολλές φορές
ένα δεύτερο προσεκτικότερο διάβασμα, με εστιασμό στις μικρολεπτομέρειες για να
ανακαλύψεις την υποκρυπτόμενη ουσία τους. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις
γελοιογραφίες του… Άλλωστε και οι γελοιογραφίες του μικρά κείμενα πολιτικής
παρέμβασης και σχολιασμού είναι, που αν δεν προσέξεις την μικρολεπτομέρεια
χάνεις το βαθύτερό τους νόημα. Όπως συμβαίνει και με το ερωτηματικό του τίτλου,
που δένει ανατρεπτικά με το σκίτσο του, το οποίο πλαισιώνει το εξώφυλλο, όπως
κι εκείνο του οπισθόφυλλου με την καταφατική απάντηση ‘ΥΠΑΡΧΕΙ !’
Άλλωστε «Όλα έχουν γραφεί αφού εξαντλήθηκαν οι
δυνατότητες, τα περιθώρια προσαρμογής, αλλαγής, μάθησης ή βελτίωσης του
συντάκτη… Αναπόφευκτο συμβάν η εξάντληση, αφού κατά την μακρότατη περίοδο της
μη συγγραφικής μου καριέρας πέρασα από την μεγαλογράμματη γραφή (ΑΒΓ κεφαλαία)
στα πεζά. Ό,τι δηλαδή συνέβη στην ελληνική κατά την διάρκεια πέντε χιλιάδων
ετών, ο συντάκτης του παρόντος το υπέστη εντός ενός εργάσιμου βίου. Ταυτίζομαι
λοιπόν με τις περιπέτειες των ελληνικών» , όπως καταθέτει ο ίδιος στον
προλογικό του σημείωμα που το τιτλοφορεί «Θυρωρείο». Περιπέτειες που ήρθε να
ολοκληρώσει, με τη γνωστή του εμμονή στο ζήτημα των τόνων ο -φίλος χρόνων
παλιών- εκδότης Αιμίλιος Καλιακάτσος, ως άλλος αλεξανδρινός μεταγραφέας, με το
πολυτονικό σύστημα.
Πάντως, είτε με τόνους,
δασείες και περισπωμένες είτε με κεφαλαία, τα κείμενα του Καλαϊτζή παραμένουν
μικρές πραγματείες με πολυσήμαντα νοήματα. Ενδεικτικά: «Στην Ελλάδα, όπου
δυο λόφοι, ένας χείμαρρος και μια παραλία, σχηματίζουν ένα κράτος, το εγώ είναι
ένας δυνάστης που ιδιωτικοποιεί και τον Θεό. Αυτά τα πανέμορφα ξωκκλήσια της
πατρίδας μας τα χτίσε ο ατομισμός. Θέλω μια Παναγιά για μένα και την παρέα μου»!
Ο πειρασμός να συνεχίσεις με δεκάδες παραθέματα,
εμπλουτισμένα με πλήθος λειτουργικά δεμένες με την πολιτική συγκυρία –μακριά από
κάθε εθνικιστικό κρωγμό- αναφορές στην ελληνική μυθολογία είναι πολύ μεγάλος.
Όπως και να φανείς βλάσφημος Μεγαλοβδομαδιάτικα που γράφεις αυτή την κριτική,
αναφερόμενος σε άλλα παραθέματα που αναφέρονται στη «θρησκεία του Παύλου»
και τον θεό της, ο οποίος «για χιλιάδες χρόνια παραμένει ανώνυμος, λες και
πρόκειται για μέλος μυστικής υπηρεσίας ή παράνομης οργάνωσης για την σωτηρία
του ανθρώπινου γένους, οδηγεί στο μαρτύριο τον γιό του, αντί να σπεύσει με
αυτοθυσία αυτός ο ίδιος». «Καταδικάζει την Εύα να γεννάει με φρικτούς πόνους τα
παιδιά της…» ενώ ακόμη και «Ο Καλός Ιησούς ψελλίζει τη φράση ‘άφετε τα
παιδία’ αντί να πάει αυτός πρώτος να χαϊδέψει την αθωότητα».
Το μόνο
που μας σώζει με τέτοιες αναφορές, και μάλιστα τέτοιες μέρες, είναι ότι
παρασυρθήκαμε και, ομολογώντας το με ειλικρινή μετάνοια, το κρίμα θα πέσει στο
κεφάλι το δικό του, και όχι στο δικό μας. Το ίδιο θα συμβεί και με όσους
αποφασίσουν να διαβάσουν αυτό το ανατρεπτικό, αιρετικό από κάθε άποψη βιβλίο.
Άρα ελεύθερα μπορείτε να το απολαύσετε όλοι!
150 χρόνια στὴ στιγμή
ΤΟΥ
ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΛΑΪΤΖΗ
Σύμφωνα μὲ τὸ ἄγραφο ἐγχειρίδιο
τῆς δενδροκομίας, γιὰ τὴν ἀναζωογόνηση τῆς ἐλιᾶς ἀναθέτουμε τὸ κλάδεμα τοῦ φυτοῦ
στὴν ἐλεύθερη βούληση ἑνὸς ξένου. Ἡ ἀπουσία κάθε συναισθηματικοῦ δεσμοῦ μὲ τὸ
δέντρο ἐπιτρέπει τὴ δραστικὴ ἐπέμβαση στοὺς βλαστούς. Καὶ ἐὰν ἡ ἐπιτυχία τῆς ὡς
ἄνω ὁδηγίας θεωρεῖται βέβαιη, στὴν περίπτωσή μας -ἐπιλογὴ τῶν ζωηρότερων καὶ ἀντιπροσωπευτικῶν
ἐκφράσεων τοῦ Ροΐδη- ἀναμένεται θριαμβευτική, ἀφοῦ ὁ κλαδευτὴς εἶναι ὄχι μόνο
ξένος ὡς πρὸς τὴ λογοτεχνία ἀλλὰ ἄπειρος καὶ απαίδευτος σχετικὰ μὲ ὁποιοδήποτε
φιλολογικὸ ἔργο.
Ἀλλὰ τὸ παράδειγμα
καλλιέργειας, ποὺ ἀναφέραμε, μᾶς εἶναι χρήσιμο ἕως ἐδῶ ἀφοῦ δὲν πρόκειται -ἢ ἔτσι
ἐλπίζουμε- νὰ καταστρέψουμε τὰ κλαδέματα. Τουναντίον, τὰ ἐπιλέξαμε ἀπὸ τὰ Ἅπαντα τοῦ Ἐμμ.Ροΐδη γιὰ τὴ δημοσίευσή
τους στὶς σελίδες ποὺ ἀκολουθοῦν. Καὶ ἐὰν ὁ ἀναγνώστης μᾶς θέσει τὸ ἐρώτημα: Μὲ
ποιό κριτήριο προτιμήσαμε τὶς δημοσιευόμενες προτάσεις ἢ παραγράφους, ἀπαντᾶμε ἀντιγράφοντας
τὸν συγγραφέα τῆς Παπίσσης: Οἱ εὐφυέστατοι
ἀφορισμοί, στὴν παρούσα ἔκδοση τῆς «Στιγμῆς», σὲ ἐλάχιστο ὄγκο περιέχουν πολλὴ
οὐσία, ὅπως τὰ χωρία τῆς Γραφῆς ἢ τὰ φιλέτα. Ὡς μέθοδο ἐργασίας ὅμως ἀκολουθήσαμε
τὰ βήματα ἐκείνου τοῦ θεατῆ, ποὺ εἰσβάλλει στὸν κινηματογράφο μὲ τὴν ἀγωνία νὰ ἐξασφαλίσει
μιὰ καλὴ θέση γιὰ νὰ ἀπολαύσει τὸ φίλμ, ἀλλὰ διαπιστώνει πὼς ὅλα τὰ καθίσματα εἶναι
στὴ διάθεσή του ἀφοῦ κατέφτασε πρῶτος στὴν αἴθουσα. Καὶ ἐὰν ὑφίστανται δύο εἴδη
προσφορᾶς, ἡ ἐλάχιστη ἀφ’ ἑνὸς καὶ ἡ ἀπεριόριστη ἀφ’ ἑτέρου, στὴ δεύτερη ἐκδοχὴ
ἡ ἐπιλογὴ εἶναι δυσκολότερη.
Αὐτὸς ὁ πλοῦτος σαρκαστικῶν
ἀφορισμῶν ἐπέτρεψε στοὺς ἀνταγωνιστὲς τοῦ Ροΐδη νὰ τὸν ὀνομάσουν «καρυκευτὴ εὐφυολογιῶν»,
ἀποσιωπώντας ἐντέχνως τὸ ὑψηλὸ πνευματικό του κύρος.
Ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας ἑρμηνεύει
τὴν παρουσία τόσων μυκτηρισμῶν στὰ γραπτά του, μὲ μία ἀναφορὰ στὸν δημιουργὸ τοῦ
Γκιούλιβερ: «Κατὰ τὸν Ἄγγλον Swift, οἱ
κάτοικοι νήσου τινὸς εἶναι οὕτως ἀπαθεῖς καὶ ἀπρόσεκτοι, ὥστε ὁ ἀποτεινόμενος
πρὸς αὐτοὺς ἀναγκάζεται νὰ πλήττῃ ἐκ διαλειμμάτων τὴν κεφαλήν των διὰ ξηρᾶς κολοκύνθης,
ἵνα μὴ ἀποκοιμῶνται ἐνῶ ὁμιλεῖ. Τοιοῦτόν τι ἀνθυπνωτικὸν φάρμακον ἐσκέφθην νὰ
μεταχειρισθῶ κατὰ τῆς ἀπαθείας τοῦ Ἕλληνος ἀναγνώστου, καταφεύγων ἀνὰ πᾶσαν
σελίδα, ἐν ἐλλείψει κολοκύνθης, εἰς αἰφνιδίας παρεκβάσεις, ἀπροσδοκήτους
παρομοιώσεις καὶ ἰδιοτρόπους λέξεων καὶ ἰδεῶν συγκρούσεις».
Ἐν τούτοις, οἱ
μεγαλόσχημοι ρασοφόροι, χασμώμενοι ἢ ὄχι, θὰ χαροῦν καὶ θὰ ἀγαλλιάσουν μὲ τὴν ἐπικαιρότητα
τῆς παρούσας ἔκδοσης, ἀφοῦ θὰ διαπιστώσουν ὅτι 150 χρόνια μετὰ τὴ συγγραφὴ τῆς Ἰωάννας ἡ μόνη προσαρμογὴ ποὺ ὑπέστη ἡ ὀρθοδοξία
εἶναι ὁ διαχωρισμὸς κράτους καὶ ἐκκλησίας στὶς ἐφορίες. Πράγματι, ἂν καὶ ἡ
χριστιανικὴ παράδοση βρίθει οἰκονομικῶν ὅρων (Ἁγία ΤΡΑΠΕΖΑ, Παλαιὰ ΔΙΑΘΗΚΗ,
θεία ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, θεία ΔΩΡΕΑ κ.λπ.), τὸ ταμεῖο τοῦ ἱερατείου οὐδέποτε ἀπασχόλησε
τοὺς ἐφοριακοὺς ἢ τὸ ΣΔΟΕ. Παραταῦτα, οἱ λειτουργοὶ τοῦ Ὑψίστου κυκλοφοροῦν
μεταμφιεσμένοι καὶ ψευδώνυμοι ὅπως οἱ φυγόδικοι, οἱ παράνομοι καὶ οἱ ὕποπτοι γιὰ
τὴν τέλεση παντὸς ἀδικήματος.
Καὶ ὅσον ἀφορᾶ στὸν Ἐμμανουὴλ
Ροΐδη, ὅπως ὅλοι οἱ κορυφαῖοι χιουμορίστες βρίσκεται κι αὐτὸς στὴν κόλαση, ὅπου
οἱ δαίμονες μεταφράζουν τὸ ἔργο του στὰ ἑλληνικὰ τοῦ παρόντος, τὰ δοκίμιά του ἀνεβάζονται
στὸ θέατρο ἀπὸ θιάσους τοῦ ἑνὸς καὶ τὰ βιβλία του παρουσιάζονται στὸ κοινὸ ἀπὸ ἕνα
πάνελ ὁμιλητῶν στὸ ὁποῖο συμμετέχουν ἱστορικὰ στελέχη τῆς Ἀριστερᾶς, μουσικοί,
μάγειροι, τὸπ-μόντελς, ὁ κ. Λάκης Λαζόπουλος καὶ διαπρεπεῖς καθηγητὲς
πανεπιστημίου.
Καλὴ
ἀνάγνωση καὶ προσοχὴ στὴν κολοκυνθοπληγία.
Ὀκτώβριος 2015
[Από το βιβλίο: ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΗ, Στοχασμοί. Επιλογή από το έργο του,
πρόλογος, επιλογή Γιάννη Καλαϊτζή, εκδόσεις Στιγμή, Αθήνα 2015]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου