10/1/16

Πολιτισμός: civilisation, culture - kultur

Έννοιες ετεροκαθορισμένες
βαθύχρονες και ετεροβαρείς

Κωστής Βελώνης, Spider's Habitat (Whistle While you Work Series), 2014, ξύλο, τσιμέντο, χώμα, αποξηραμένο γρασίδι, σπόροι, φωλιές εντόμων, 110 x 111 x 10 εκ.


ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΗΣ ΝΤΑΤΣΗ

Civilisation culture, δύο νεοτερικοί όροι πολιτογραφημένοι στη χώρα μας ως πολιτισμός και ως κουλτούρα∙ όροι συναρτημένοι με αξίες τεχνικού χαρακτήρα, όπως: η Προμηθεϊκή έντεχνος σοφία συν πυρί, δηλαδή: η τεχνογνωσία και οι εφαρμογές της σε όλη την παραγωγική κλίμακα∙ αλλά και θεσμικού όπως: η αιδώς και η δίκη αξίες με τις οποίες ο Δίας εξασφάλισε την εύρρυθμη λειτουργία των ανθρώπινων κοινωνιών∙ εδώ συγκαταλέγονται: η θρησκεία και οι λατρευτικές πρακτικές, η πολιτική οργάνωση, το δίκαιο. Στις παραπάνω, θα πρέπει να συνυπολογίζονται και αξίες εξατομικευμένου χαρακτήρα όπως η προσωπική δημιουργία, τα επιστημονικά επιτεύγματα, οι μνημειακές κατασκευές. Σε αυτή την κατηγορία αξιών τον λόγο έχει ο όρος παιδεία. Πρόκειται για αξίες οι οποίες, αν και διαλέγονται οργανικά με τη συλλογικότητα μιας δεδομένης ιστορικής συγκυρίας, συμβάλλουν με τη μοναδικότητά τους στη διαμόρφωση του ολοκληρώματος που γενικά αποκαλούμε πολιτισμό. Λ.χ. δεν μπορεί να νοηθεί ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός χωρίς τον Όμηρο ή τον Παρθενώνα και ο αγγλικός χωρίς τον Σαίξπηρ. Τα παραπάνω ορίζουν την περιγραφική παράμετρο της γενικής έννοιας του πολιτισμού.
Υπάρχει ωστόσο και η αξιολογική παράμετρος, συναρτημένη καταρχήν με τα κίνητρα που ώθησαν τις elite των ιστορικών λαών σε συγκεκριμένο χωροχρόνο να αυτοπροσδιοριστούν με κριτήριο τη στάθμη των υλικών, θεσμικών και πνευματικών συνθηκών της ζωής τους∙ και κυρίως συναρτημένη με την περαιτέρω χρήση και κατάχρηση αυτών των δίδυμων αλλά διζυγωτικών εννοιών. Με δεδομένο ότι οι δύο έννοιες με τις πλούσιες και αντιφατικές συνδηλώσεις τους, απελευθέρωσαν στη διάρκεια των αιώνων και νομιμοποίησαν χρήσεις και άλλοθι όχι μόνο κοινωνικής, οικονομικής και γενικά πολιτισμικής ηγεμονίας και κυριαρχίας των πολιτισμένων επί των απολίτιστων αλλά και την θεωρητικά τεκμηριωμένη και μεθοδικά υλοποιημένη μορφή βίας που γνώρισε η πολιτισμένη ανθρωπότητα των καιρών μας, αυτή του γερμανικού ναζισμού.

Αυτοί λοιπόν οι διζυγωτικοί, ρωμαϊκής αναγωγής όροι, χαρακτηρίζονται από μια ρηγματική διαφορά. Η civilisation-civilization έχει ως γενετική μήτρα το λατινικό civitas∙ λέξη που συστοιχεί με την ελληνική πολιτεία και εξυπακούεται τα παράγωγά της: πόλις, πολίτης, πολιτική αλλά και polite, policy, politic κλπ. Ο Κικέρων όρισε τη civitas, ως : «concilium coetusque hominum jure sociati» ( Somnium Scipionis, c 3 ), μια πολιτειακή οντότητα της οποίας τα κοινωνικά υποκείμενα συνδέονται κυρίως με νόμους που συνεπάγονται υποχρεώσεις και δικαιώματα∙ ο όρος civitas υποδεικνύει κοινωνίες με εξειδικευμένη παραγωγή υλικών αγαθών και κεντρική εξουσία, με δικαιικό σύστημα και νομολογία και γενικά με γραπτή παράδοση και προνομιακή παιδεία, δηλαδή παιδεία που αφορά στους ολίγους∙ πρόκειται για ιστορικές κοινωνίες των οποίων η οργάνωση και λειτουργία δεν βασίζονται στο εθιμικό δίκαιο και στην ενιαία παιδεία των προφορικών κοινωνιών, αλλά στη θεσμοποιημένη γραπτώς νομολογία της θρησκευτικής και κοσμικής elite∙ και αυτό παρά το γεγονός ότι οι χειρώνακτες, που συνιστούσαν τις πληθυσμιακές πλειονότητες και την παραγωγική δύναμη όλων των πολιτικών σχηματισμών, παρέμειναν αναλφάβητες.
Σημειωτέον ότι η civitas του Κικέρωνα αποτύπωνε την ταυτότητα της ρωμαϊκότητας σε μια εποχή που η Ρωμαϊκή Επικράτεια περιβαλλόταν από φύλα και λαούς που καταγράφονται ως απολίτιστοι και βάρβαροι∙ φυσικά με την υπόμνηση ότι στα ανατολικά της, η Ρώμη είχε να αναμετρηθεί με την Ελληνική πολιτισμική επικράτεια∙ μια επικράτεια πολιτισμού στην οποία η ελληνική γλώσσα σηματοδοτούσε μια, υψηλής στάθμης, πνευματική ζωή και παράδοση, τη διοικητική οργάνωση, το εμπόριο∙ και το σημαντικότερο: οι φορείς αυτής της γλώσσας είχαν επίγνωση της ιστορικής τους συνέχειας[1].
Συναρτημενος με τη civitas είναι ο επίσης κικερώνειας καταγωγής αλλά συνθετότερος και δισδιάκριτων συνδηλώσεων όρος humanitas, όρος που κατά κανόνα μεταφράζεται ως civilization. Η διερεύνηση της ιστορικής υπόστασης του όρου από τον ρωμαϊστή Greg Woolf, οριοθετεί τις κρίσιμες συνδηλώσεις του. Έως τον 1ο π.Χ. αιώνα η humanitas, απουσιάζει από το λατινικό λεξιλόγιο. Κληρονομεί όμως και διαχειρίζεται τις παραδομένες από την Ελληνική αρχαιότητα αξίες της αιδούς και της δίκης (με υπονοούμενες τις αξίες της έντεχνης σοφίας) ως προδιαγραφές της λειτουργίας των κοινωνικών οργανισμών∙ και παράλληλα λειτουργεί ως ιδεολογικός μηχανισμός στο μέτωπο της αναμέτρησης της Ρώμης με την Ελληνική πολιτισμική πραγματικότητα[2].
Ο όρος humanitas που ηχεί ως αγωγή εξανθρωπισμού και εξημέρωσης των ηθών, επινοήθηκε καταρχήν ως όρος αυτοπροσδιορισμού της ρωμαϊκής πολιτικής και πνευματικής elite του 1ου π.Χ. αιώνα. Διέκρινε δηλαδή μια elite «καλλιεργημένη, φωτισμένη, ανθρώπινη και ως εκ τούτου κατάλληλη να κυβερνά και να καθοδηγεί με το παράδειγμά της, ενώ ενσάρκωνε ένα σύνολο ιδανικών απο τα οποία όλοι οι άνθρωποι όφειλαν να εμπνέονται».[3] Η humanitas ως ένα προηγμένο σύστημα ζωής με τα υλικά και τα πνευματικά της αγαθά αλλά και την ηθική της, μπορούσε να εξημερώσει τα άγρια ήθη των βαρβάρων, να τους μεταλλάξει από βάρβαρα στίφη σε ρωμαίους, ειρηνικούς πολίτες. Συνιστούσε με άλλα λόγια το προαπαιτούμενο της Pax Romana, στόχος επιτεύξιμος με τη βαρβαρότητα των επιθετικών πολέμων.
Ωστόσο το ενδιαφέρον εστιάζεται στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται τη humanitas (= civilization = πολιτισμός), αφενός όσοι πιστεύουν ότι τη διαθέτουν και αφετέρου στον τρόπο με τον οποίο όσοι δεν αυτοπροσδιορίζονται ως πολιτισμένοι προσβλέπουν σε αυτή. Ο Τάκιτος με πρόδηλη αποστασιοποίηση, βλέπει με άλλα μάτια τον εκπολιτισμό των Britons (Βρεττανών) από τον πεθερό του Agricola: «Μέσα στην άγνοιά τους» γράφει ο ρωμαίος ιστορικός του 1ουμ.Χ., αιώνα «αυτά τα προσέλαβαν ως πολιτισμό, ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά μέρος της σκλαβιάς τους».[4] Και ποιά ήταν αυτά; Καταρχήν η ενθάρρυνση στην εκμάθηση της λατινικής και στη διαμόρφωση μιας ελεγχόμενης elite με προνόμια όπως η μόρφωση των παιδιών των τοπικών αρχόντων∙ η οργάνωση του δημόσιου χώρου με την ανέγερση ιερών (templum) και αγορών (fora)∙ η ανέγερση μεγαλοπρεπών κατοικιών (Domus), λουτρών, η υιοθέτηση της toga, του επίσημου ρωμαϊκού χιτώνα ως διακριτικό ένδυμα ευγενείας, κλπ., κλπ.
Γενικά η humanitas εκλαμβανόταν, ως ένα συστημα αξιών που μπορούσαν να μεταβιβαστούν∙ μπορούσαν να διδαχτούν και να εφαρμοστούν ως πρόγραμμα κοινωνικής αγωγής από αυτούς που πίστευαν ότι την κατέχουν σε εκείνους, τους κατά κανόνα υποτελείς, που δεν την είχαν. Και ακριβώς η humanitas, ήταν η αξία χρήσης που νομιμοποιούσε την κατακτητική ορμή της Ρώμης, καθώς «οι προηγούμενες δικαιολογίες των κατακτητικών πολέμων βασίζονταν στην ιδέα ότι κάθε πόλεμος ήταν από μόνος του δίκαιος, ένας bellum iustum όμως η έννοια της Ρώμης ως δύναμη εξάπλωσης της humanitas, της έδινε το δικαίωμα για το ολικό εγχείρημα της κατάκτησης του κόσμου».[5] Αυτή η τόσο παλαιά και τόσο αποτελεσματική αντίληψη που εμπεριείχε τη δυναμική της προόδου και της οικουμενικότητας, δικαιώνει έως τις μέρες μας την κατακτητική αγριότητα με πρόσχημα τον εξανθρωπισμό - εκπολιτισμό των βαρβάρων.[6]
Επρόκειτο όντως για ένα διαφορετικό πρόταγμα πολιτικού αυτοπροσδιορισμού μιας υπερεθνικής δύναμης που νομιμοποιούσε την πολεμική βία ως εύνοια και θέλημα των θεών, θεμελιώνοντας ως αξία χρήσης, την προνοιακή αντίληψη της ιστορίας. Ήταν ένα πρόταγμα - αντίποδας στην παρακαταθήκη της Ελληνικής πόλης-κράτους, δηλαδή στο δημοκρατικό πολίτευμα και στις καταστατικές αξίες του (δικαιοσύνη, ισότητα, ελευθερία), όπως αυτές υλοποιήθηκαν στην Αθηναίων Πολιτεία, με όλα τα ξέφωτα, τις σκιές και τα απόσκια τους.
 ****
Από την ίδια ιστορική κοίτη κατάγεται και το διζυγωτικό δίδυμο της civitas, η έννοια culture και στην γερμανική εκδοχή και καταξίωσή της, kultur. H culture κατάγεται από το λατινικό colere (agrum, hortum, arbores colere) που σήμαινε μια αλληλουχία ενεργειών, μια πράξη εν προόδω, με στόχο την απελευθέρωση της παραγωγικής - αναπτυξιακής δυναμικής που περιέκλειε με τη μοναδικότητά του ένα πεδίο εφαρμογής. Η καλλιέργεια της γης και η κτηνοτροφία αποτελούσαν τα βασικά πεδία άσκησης της cultura, που κάλυπταν εξειδικευμένες πρακτικές όπως: οργώνω τη γη, περιποιούμαι τα φυτά και τα ζώα∙ γενικά το αντικείμενο εφαρμογής της cultura απαιτούσε ανάλωση ενέργειας για να τελεσφορήσει κάποια παραγωγική διαδικασία, σχετική με την επιβίωση.
Ο Κικέρων τόλμησε τη μεταφορά: cultura .... animi philosophia estμια μεταφορά που ήρθε να καθιερώσει ως εξατομικευμένη πνευματική και ηθική αγωγή τον ελληνικό όρο παιδεία. Βέβαια, η ελληνική παιδεία, αλλά και η ρωμαϊκή cultura animi απαιτούσαν σοφίαν, δηλαδή κριτική γνώση∙ έναν αιώνα αργότερα αυτό το πολιτισμικό κληροδότημα αντιμετώπισε την επίθεση μιας αλλότριας αλήθειας, αυτής της σοφής μωρίας του χριστιανικού κηρύγματος∙ ο Απόστολος Παύλος προειδοποιεί: « βλέπετε μη σας εξαπατήσει τις δια της φιλοσοφίας και της ματαίας απάτης κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και ουχί κατά Χριστόν»[7]. Η μονολιθική αλήθεια των Ιερών Γραφών στηριγμένη σε σημεία,[8] δηλαδή σε θαυματοποιές πρακτικές, καταπάτησε το κληροδοτημένο από την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα πολιτισμικό τοπίο της Μεσογειακής γειτονιάς.
Το nomen christianum έδωσε νέο περιεχόμενο στην έννοια του citizen∙ η εγκόσμια πόλη διαχωρίστηκε από την ουράνια∙ η λαϊκή αντίληψη της πληρότητας του χρόνου ακυρώθηκε απο τον εσχατολογικό χρόνο και την υπόσχεση της ανάστασης των νεκρών∙ ο καθαγιασμένος με ιερές κατασκευές χώρος άλλαξε φυσιογνωμία καθώς οι αρχαίοι ναοί αφού λεηλατήθηκαν, γκρεμίστηκαν, οι αγορές καταργήθηκαν και τα θέατρα σίγησαν. Καινούργια νομιμοποιητικά έγγραφα έδωσαν πολιτισμικά άλλοθι στις πολεμικές πρακτικές των χριστιανικών αυτοκρατοριών που ακολούθησαν, καθώς η συνεργασία θρησκευτικής και κοσμικής εξουσίας εδραιώθηκε σε νέες μορφές ανταποδοτικού οφέλους: η Εκκλησία αναγνώριζε και αποδεχόταν ως θεϊκή επιλογή την κοσμική εξουσία και αυτή με τη σειρά της « υπερασπιζόταν με τα όπλα τη δική της όσο και τη θέση της Εκκλησίας επιδεικνύοντας την επίγεια ηγεμονία της στην κοινωνία με τόσο πολύ πλούτο όσο και η ίδια η Εκκλησία».[9]
Στην κοίτη αυτής της μακραίωνης συμμαχίας οι όροι humanitas και cultura animi, ως αφηρημένες έννοιες[10], παρακολούθησαν τις τύχες των χειρωνακτών της ζωής και της ιστορίας∙ τις τύχες των ηγεμονικών τάξεων, θριάμβους νικητών και ταπεινώσεις λαών και κοινωνιών, αλλά και την μακρόσυρτη χειραφέτηση της κριτικής σκεψης από την ασφυξία του μαγικού imperium της θρησκευτικής ορθοδοξίας. Σταθμό σε αυτή την πορεία συνιστούν ο Διαφωτισμός και ο γερμανικός Ρομαντισμός. Και τα δύο ρεύματα σκέψης εναπόθεσαν το δικό τους στίγμα στη διζυγωτική σχέση των όρων civilization-culture και kultur, καθώς η εθνική ιδέα που αναδύεται αυτή την εποχή απαιτούσε νέες χρήσεις των πολιτικών και πολιτισμικών αξιών.
Η αντίληψη του εθνικού απέβλεπε στη διαμόρφωση μιας ομοιογενούς κρατικής οντότητας. Αυτή η βασική ιδέα με αξεπέραστεστες έως τις μέρες μας τις εσωτερικές της αντιφάσεις διαμόρφωσε δύο εκδοχές: αυτή του Διαφωτισμού και των αξιών του : ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη και αυτή του γερμανικού Ρομαντισμού και των αξιών του εθνικού πνέυματος (volksgeist = αξίες φυλετικές, θρησκευτικές, ηθικές, κλπ.)∙ και οι δύο «βασίζονται σε μεταφυσικές παραστάσεις: η μία στην στην ιδέα ενός μη προσδιορισμένου κοινωνικά ελεύθερου ατόμου, η άλλη στην εξίσου μη προσδιορισμένη κοινωνικά, υπεριστορική ιδέα ενός εθνικού πνεύματος, ( ή μιας εθνικής ψυχής, ενός εθνικού χαρακτήρα κλπ.)» [11]. Στην πρώτη προσυπογράφεται η έννοια civilization ως γενική έννοια με οικουμενικά χαρακτηριστικά και η culture ως εξειδικευμένη εφαρμογή. Η γερμανική Kultur υπεραμυνόμενη των στοιχείων που ξεχωρίζουν τα έθνη μεταξύ τους συνδέθηκε άρρηκτα με τη σχετικότητα των πολιτισμικών αξιών και με το αξίωμα «που παρέχει σε κάθε ιδιαίτερο εθνικό κράτος, τη νομιμοποίηση, την ηθική δύναμη, και την αυτονομία για την απεριόριστη επίτευξη των κυριαρχικών συμφερόντων του»[12].

[1] Βλ. Greg Woolf, «Becoming Roman, staying Greek», στο Proceedings of the Cambridge Philological Society, 40(1994), σ. 117 κ.ε.
[2] Σημειώνει ο G. Woolf: «...Η ευδοκίμηση της έννοιας humanitas μπορεί να θεωρηθεί ως μέρος της απάντησης της Ρώμης στις πολιτισμικές αγωνίες που προκάλεσε η αναμέτρησή της με τον Ελληνικό πολιτισμό τους δύο τελευταίους, π.Χ. αιώνες. Οι Ρωμαίοι όφειλαν να τιμήσουν τους Έλληνες για τα επιτεύγματα του παρελθόντος, δεν υπήρχαν όμως πια λόγοι να αισθάνονται πολιτισμικά κατώτεροι», Greg Woolf, ό.π.,σ. 58.
[3] Greg Woolf, Becoming Roman: The Οrigins of Provincial Civilization in Caul . Cambridge University Press 2000 (1η) σ.55
[4] G. Woolf, ό.π., σ. 55 .
[5] G. Woolf, ό.π., σ. 57.
[7] Προς Κολοσσαείς, Επιστολή, κεφ. β΄, 8.
[8] « Επειδή και οι Ιουδαίοι σημείον αιτούσιν και οι Έλληνες σοφίαν εμείς δε κηρύττομεν Χριστόν εσταυρωμένον [και αναστημένον], εις μεν τους Ιουδαίους σκάνδαλον εις δεν τους Έλληνας μωρίαν» Αποστόλου Παύλου Η προς Κορινθίους Επιστολή α΄, κεφ. α΄, 22
[9] Hans Schoenmarkers, The Power of Culture. A Short History of Anthropological Theory about Culture and Power. Έκδ. University of Groningen. Globalisation Studies Groningen, σ.9
[10] Βλ. και Raymond Williams Keywords : A Vocabulary of Culture and Society, [1976 1η έκδ. Croom Helm και 2η αναθεωρημένη Fontana 1983] . Τους εννοιολογικούς μετασχηματισμούς αυτών των όρων ο συγγραφέας τους παρακολουθεί ιστορικά, αναδεικνύοντας κατά περίσταση το ειδικό βάρος τους.
[11] Leopoldo Marmora «Οι δύο λειτουργίες της εθνικής ιδεολογίας: εσωτερική συνοχή και οριοθέτηση προς τα έξω», Θέσεις 25(1988), από το βιβλίο του:Nation und internationalismus, Βρέμη, 1983 .
[12] Leopoldo Marmora, ό.π,.

Δεν υπάρχουν σχόλια: