8/11/15

OCCUPY

Σκέψεις πάνω στην ταξική πάλη, στην επανάσταση και στην αλληλεγγύη

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

. Ειρήνη Μπαχλιτζανάκη, Χωρίς τίτλο (Αλάτι Ιμαλάϊων), 2015, γύψος και προσαρμοσμένη βάση ντέξιον, 144 x 74 x 22 εκ


ΤΟΥ NOAM  CHOMSKY

Αυτό που συμβαίνει τα τελευταία τριάντα χρόνια είναι πραγματικά ένας εφιάλτης τον οποίο οι κλασικοί οικονομολόγοι είχαν προβλέψει. Ο Άνταμ Σμιθ είχε εξετάσει ήδη από τότε την πιθανότητα να μεταφέρουν οι έμποροι και οι βιομήχανοι της Αγγλίας τις δραστηριότητές τους στο εξωτερικό – να κάνουν επενδύσεις στο εξωτερικό και να εισάγουν από το εξωτερικό. Υποστήριζε ότι οι ίδιοι θα είχαν κέρδος, η Αγγλία όμως θα ζημιωνόταν. Ωστόσο, στη συνέχεια αποφαινόταν ότι οι έμποροι και οι βιομήχανοι θα προτιμούσαν να συνεχίσουν να δραστηριοποιούνται στη χώρα τους – φαινόμενο που είναι γνωστό με τον όρο «σφάλμα εντοπιότητας» (home bias). Δηλαδή, μία «αόρατη χειρ», ας πούμε, θα γλίτωνε την Αγγλία από τον όλεθρο αυτής που αποκαλούμε σήμερα νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Το απόσπασμα αυτό είναι πολύ σημαντικό για να περάσει απαρατήρητο. Είναι η μόνη αναφορά που γίνεται στην «αόρατη χείρα» στο κλασικό του έργο Wealth of Nations (Ο πλούτος των εθνών). Ίσως κάποια «αόρατη χειρ» να έσωζε όντως την Αγγλία από τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Ο άλλος μεγάλος κλασικός οικονομολόγος, ο Ντέιβιντ Ρικάρντο, είχε επισημάνει κι αυτός το ίδιο, αν και είχε την ελπίδα πως δεν θα συμβεί –μια μάλλον συναισθηματική προσέγγιση–, και πράγματι για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα δεν συνέβη. Συμβαίνει όμως τώρα. Αυτή ακριβώς η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία τριάντα χρόνια.

Για τον πολύ κόσμο, δηλαδή για το 99% του πληθυσμού όπως υποστηρίζει το κίνημα Occupy, τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα. Και θα μπορούσαν να γίνουν χειρότερα. Μπορεί κάλλιστα να διανύουμε μια περίοδο μη αναστρέψιμης υποχώρησης του βιοτικού επιπέδου. Για το 1%, ή και για ακόμα μικρότερο ποσοστό – για το ένα δέκατο του 1% –, τα πράγματα είναι μια χαρά. Οι άνθρωποι αυτοί είναι πιο πλούσιοι από ποτέ, πιο ισχυροί από ποτέ· ελέγχουν το πολιτικό σύστημα αδιαφορώντας για τον λαό. Και, από την πλευρά τους, γιατί να μη θέλουν να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση; Γι’ αυτό ακριβώς μας είχαν προειδοποιήσει ο Άνταμ Σμιθ και ο Ντέιβιντ Ρικάρντο.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τη Citigroup. Επί δεκαετίες η Citigroup αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους και πιο διεφθαρμένους οργανισμούς επενδυτικής τραπεζικής, ο οποίος έχει διασωθεί επανειλημμένως με χρήματα των φορολογουμένων, αρχής γενομένης από τα πρώτα χρόνια της προεδρίας Ρέιγκαν και φτάνοντας μέχρι τις μέρες μας. Δεν πρόκειται να μπω σε λεπτομέρειες όσον αφορά τη διαφθορά –πιθανότατα γνωρίζετε ήδη γι’ αυτό το ζήτημα–, τα γεγονότα αυτά όμως είναι αρκετά εντυπωσιακά. Το 2005 η Citigroup κυκλοφόρησε ένα έντυπο για τους επενδυτές με τίτλο «Πλουτονομία: Αγοράζοντας μετοχές πολυτελείας, αναλύοντας τις παγκόσμιες ανισότητες». Το προσπέκτους τούς παρότρυνε να επενδύσουν χρήματα σε έναν «δείκτη πλουτονομίας». Το περιληπτικό σημείωμα λέει ότι «ο Κόσμος χωρίζεται σε δύο μπλοκ – την Πλουτονομία και τους υπόλοιπους».
Ο όρος «πλουτονομία» αναφέρεται στους εύπορους, σε εκείνους που αγοράζουν αγαθά πολυτελείας κ.λπ., οι οποίοι ελέγχουν το παιχνίδι. Υποστήριζε, λοιπόν, η Citigroup ότι ο συγκεκριμένος δείκτης πλουτονομίας ξεπερνούσε κατά πολύ σε απόδοση το χρηματιστήριο και ότι εκεί έπρεπε να επενδύσει κανείς τα χρήματά του. Όσο για τους υπόλοιπους, ας πάνε να πνιγούν. Δεν μας νοιάζει καθόλου. Στην πραγματικότητα, δεν τους χρειαζόμαστε. Είναι βέβαια απαραίτητοι αν θέλουμε να έχουμε πάντα ένα ισχυρό κράτος που θα μας προστατεύει και θα μας βγάζει από τη δύσκολη θέση, όμως δεν έχουν καμία άλλη χρησιμότητα. Αυτή την περίοδο αποκαλούνται συχνά «πρεκαριάτο» – οι άνθρωποι που ζουν σε επισφαλείς συνθήκες στις παρυφές της κοινωνίας. Δεν αποτελούν όμως πλέον τις παρυφές. Αρχίζουν σιγά σιγά να αναδεικνύονται σε ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως και αλλού. Και αυτό θεωρείται καλό.
Έτσι, για παράδειγμα, ο Άλαν Γκρίνσπαν, όταν ήταν ακόμη ο «Άγιος Άλαν» –και όλοι οι ειδικοί στον τομέα της οικονομίας τον θεωρούσαν έναν από τους σπουδαιότερους οικονομολόγους όλων των εποχών (πριν από την πρόσφατη οικονομική κατάρρευση, για την οποία ήταν ο βασικός υπεύθυνος)–, είχε καταθέσει ενώπιον του Κογκρέσου, την περίοδο της προεδρίας Κλίντον. Περιγράφοντας τα θαύματα της ακμάζουσας οικονομίας της οποίας είχε την εποπτεία, είχε δηλώσει ότι κατά ένα μεγάλο ποσοστό η επιτυχία οφειλόταν, εν πολλοίς, σε αυτό που ο ίδιος αποκαλούσε «αυξανόμενη εργασιακή ανασφάλεια». Αν οι εργαζόμενοι νιώθουν ανασφάλεια, αν αποτελούν μέρος αυτού που τώρα ονομάζουμε «πρεκαριάτο», ζώντας σε επισφαλείς συνθήκες, τότε δεν πρόκειται να αρχίσουν τις διεκδικήσεις, δεν πρόκειται να αγωνιστούν για να εξασφαλίσουν έναν καλό μισθό ή επιδόματα. Μπορούμε να τους διώξουμε κλοτσηδόν αν δεν τους χρειαζόμαστε. Και αυτό ακριβώς σημαίνει, με τεχνικούς όρους, «υγιής» οικονομία. Και γι’ αυτή του την τοποθέτηση ο Γκρίνσπαν έγινε αποδέκτης ιδιαιτέρως εγκωμιαστικών σχολίων και θαυμασμού.
Έτσι, τώρα ο κόσμος χωρίζεται πράγματι στα δύο, στην πλουτονομία από τη μια και στο πρεκαριάτο από την άλλη – ή, σύμφωνα με την ορολογία του κινήματος Occupy, στο 1% και στο 99%. Δεν πρόκειται για απλά νούμερα, αλλά για την πραγματική εικόνα. Τώρα πλέον στο παιχνίδι έχει μείνει μόνο η πλουτονομία. Θα μπορούσε, λοιπόν, να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση. Αν όντως συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, η ιστορική ανατροπή που άρχισε τη δεκαετία του 1970 ενδέχεται να καταστεί μη αναστρέψιμη. Προς τα κει οδεύουμε. Και το κίνημα Occupy είναι η πρώτη πραγματική, μαζική λαϊκή αντίδραση, που θα μπορούσε να ανακόψει αυτή την πορεία. Όμως, όπως είπα, είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσουμε ότι θα είναι ένας μακρόχρονος, σκληρός αγώνας. Οι νίκες δεν κατακτώνται από τη μια μέρα στην άλλη. Πρέπει να επιμείνει κανείς, να διαμορφώσει δομές βιώσιμες, που θα αντέξουν στα δύσκολα και με τις οποίες θα καταφέρεις να εξασφαλίσεις σημαντικές νίκες. Και είναι πολλά αυτά που μπορούν να γίνουν.

Το βιβλίο του Νόαμ Τσόμσκυ κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Κέδρος

Δεν υπάρχουν σχόλια: