Μια ενδεχόμενη ανάγνωση
. Θεόδωρος Γιαννάκης, Nightly built I, 2014, ελαφροσκυρόδεμα, χυτευμένο αλουμίνιο, πλαστικό |
ΤΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΩΡΑΙΟΠΟΥΛΟΥ
Παρυφές και μεθόριοι / Symptom Projects 06,
Επιμέλεια: Ευαγγελία Λεδάκη, Παλαιό
Νοσοκομείο Άμφισσας και Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών, 10 - 25 Οκτωβρίου 2015
Σε αυτό το κείμενο θα
προσπαθήσω να κάνω μια από τις δυνατές αναγνώσεις της επιμέλειας που
πραγματοποίησε η Ευαγγελία Λεδάκη στην έκθεση. Ο Στόχος είναι να μην είναι
ερμηνευτική αλλά ποιητική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η τελευταία δεν
προϋποθέτει την πρώτη. (Εξηγούμαι από την αρχή για το είδος της προσέγγισής μου,
για να έχω τη δική σας κατανόηση).
Από αυτή την άποψη, θα
έλεγα ότι δεν θα μιλήσω για την έκθεση καθεαυτή, αλλά για το είδος της
επιμέλειας. Αυτό σημαίνει ότι από την σύλληψή της η επιμέλεια βασίστηκε σε μια
παραγωγική (ποιητική) διαδικασία για την κατασκευή ή την συλλογή εικαστικών
έργων, συνιστώντας ένα ενδεχόμενο και δυνατό παράδειγμα. Το επιμελητικό κείμενο
(σπάνιο σε ευκρινή πολυπλοκότητα) φαίνεται να συγκροτεί ένα είδος παραγωγικής
σκηνής. Πρόκειται, δηλαδή για ένα επιτελεστικό κείμενο (στο πλαίσιο μιας
διανοητικής τελετουργίας), όπου κυριαρχεί το θεατρικό μοντέλο, ως διανοητικός
ορίζοντας παραγωγής έργων τέχνης. Από αυτή την άποψη, η διεισδυτική διεπιστημονική
προσέγγιση (θεωρία της τέχνης, της λογοτεχνίας, της ψυχολογίας, της
ψυχανάλυσης, της ανθρωπολογίας, της πολιτικής), δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να
στήνει μια διανοητική ποιητική σκηνή για την άπειρη ενδεχομενικότητα έργων
τέχνης, αλλά και σκέψης, που μπορούν να προκύψουν.
Με έναν σαφή και
επινοητικό τρόπο, η Ευαγγελία Λεδάκη στήνει αυτή την ποιητική μηχανή γύρω από
την γενική έννοια του ορίου, που το ίδιο το αντικείμενο της έκθεσης θέτει, σε
ποιητική παραγωγική επεξεργασία, δηλαδή στα σύνορα (όχι στα frontiers - αυτά
είναι υπό κρίση), για την ακρίβεια στην παραμεθόριο, και ακριβέστερα στον
αβέβαιο, ενδιάμεσο και συνεχώς υπό διαπραγμάτευση διανοητικό χώρο, όπου
συναντιέται η σκέψη με την ποιητική παραγωγή έργων τέχνης. Στην μεθόριο,
λοιπόν, συγκροτείται μία από τις λειτουργίες της εδαφικότητας, ένας τοπολογικός
τύπος, όπου λαμβάνει χώρα η ποιητική μεταφορά. Μπορούμε αμέσως να κατανοήσουμε
την δημιουργική ένταση αυτού του διανοητικού χώρου, γιατί ασφαλώς πρόκειται για
το πιο αγεφύρωτο χάσμα, για το πιο δημιουργικό κενό μέσα στο οποίο επισυμβαίνει
αυτό που η σύγχρονη θεωρησιακή σκέψη συγκροτεί ως έννοια του συμβάντος, δηλαδή τον
ποιητικό χώρο της ανατροπής των κανονικοτήτων.
Πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι
δεν πρόκειται για μια μεταφυσική εκδοχή στη σχέση σκέψης και γραφής (της εν
γένει γραφής, άρα και του έργου τέχνης), δηλαδή μια σχέση της σκέψης με την
υλικότητα (αν και η εννοιολογική εκδοχή της ακουμπά τον υπερβατικό χώρο), αλλά
πρόκειται για τον πιο αβέβαιο και απροσδιόριστο ενδιάμεσο χώρο, όπου συμβαίνουν
οι ποιητικές διαδικασίες (τελεστικές). Είναι εκεί όπου η ύλη (για την ακρίβεια
η υλικότητα) μπορεί να πάρει άπειρες ενδεχόμενες σημασίες, και έτσι να εισαχθεί
συμβολικά ή μη στον κόσμο του πραγματικού (θα έλεγα του ρεαλισμού), που συνήθως
ονομάζουμε περιοριστικά πολιτισμό.
Από αυτή την άποψη δηλαδή,
του ποιητικού μηχανισμού που με σύγχρονους όρους θα ονόμαζα νεοΠοιητική -χωρίς
να υπονοώ το νέο, αλλά τον στοχασμό πάνω στην παράδοσή του-, θα διέκρινα ότι στο
επιτελεστικό σύνολο που κατασκεύασε η Ευαγγελία Λεδάκη (επιμελητικό κείμενο,
σκηνική εγκατάσταση των έργων τέχνης στο φουαγιέ του Μουσείου των Δελφών και
στο παλαιό νοσοκομείο της Άμφισσας, συζήτηση ως επίλογο), εν έκανε τίποτα άλλο
παρά να επιδιώκει έναν ανοιχτό ορίζοντα μεθοριακό κυριολεκτικό και συγχρόνως
μεταφορικό. Σε αυτή την προθεσιακή εκδοχή οι καλλιτέχνες έφεραν το βάρος της
ενσάρκωσης των προσωπικών και ιδιοσυγκρασιακών εκδοχών διά των έργων τους, ως
παραδειγματικές εκδοχές του είδους της επιμέλειας. Είναι σίγουρο ότι το ένα δεν
μπορούσε να κάνει χωρίς το άλλο.
Από την άλλη, έργα και
επιμελητικό κείμενο κρατούσαν την αυτονομία τους, ωστόσο νομίζω η μεθοριακή
συνάντησή τους (υπερβατική και μαζί υλική) είναι αυτή που εξατομικεύει και
καθιστά κείμενο και έργα συγχρονικά (απόλυτα επίκαιρα στην μεταναστευτική τους
εκδοχή και στον επαναστοχασμό του νέου είδους θανάτου, εν τέλει του νέου τρόπου
ζωής). Ακριβώς σε αυτό το σημείο όμως τίθεται συγχρόνως και η ανάγκη για έναν
επαναστοχασμό για τον ίδιο τον ποιητικό μηχανισμό, για τη συγκρότησή του. Εδώ,
λοιπόν, μπορούν να τεθούν τα ανοιχτά θέματα της συνάντησης των διαφορετικών
κοινοτήτων (παντός είδους, στην προκείμενη περίπτωση σχηματικά, κοινότητα
καλλιτεχνών - κοινότητα της Άμφισσας), με όρους απόλυτους και σχετικούς. Πάντα
στη ροή της ανατροπής των κανονικοτήτων, που ήδη τρέχουν.
Δεν θα ήθελα να ακουμπήσω
το προφανές και σκληρό θέμα που ζει η χώρα μας (ως μεθόριος) και μάλιστα στην
οικουμενική εκδοχή του νεοΦιλελεύθερου μοντέλου. Στην περίπτωση της Άμφισσας,
οι μικρές κλίμακες έχουν ιδιαίτερο παραδειγματικό βάρος (ως ένα είδος case study)
και είναι το ίδιο σημαντικές καθώς διατρέχονται από ακραίο και σκληρό
νεοΡεαλισμό (βία σωματική και μεταφορική), που μπορεί να δοκιμάσει τις αντοχές
του είδους της καθημερινής ζωής όπως βιώνεται τώρα. Οι δοκιμές αυτές έχουν να
κάνουν με το είδος της συνάντησης των πολλαπλών ιχνών διαφοράς.
Στην προκείμενη περίπτωση,
θα ήθελα να θέσω τις μορφές (τυπικές ή άτυπες, θεσμισμένες ή μη, περιθωριακές ή
επίσημες, ιεραρχημένες ή μη) στη βάση των οποίων αυτές οι συναντήσεις σήμερα
τίθενται σε λογικές κρίσης. Ποιο είναι λοιπόν το είδος, ή καλύτερα τα είδη των
ιχνών συνάντησης στη βάση των διαφορετικών ιχνών, στην Άμφισσα, στην κάθε
Άμφισσα; Θα θέσω στην προκείμενη τοπικότητα δύο, σχετικά ακραίας διαφοράς, ετεροτοπίες
που είναι εγκατεστημένες στον Τόπο της. Τους Δελφούς και τις γνωστές φυλακές της
Άμφισσας, για τις οποίες μου μίλησε ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος
επισκεπτόμενές τις με την ρεμπέτικη ακομπανία του, για να δώσει μικρές και
αποκλειστικές συναυλίες. Σε αυτό το ετεροτοπικό δίπολο, με ακραίες ιεραρχήσεις
ιχνών διαφοράς, θα πρόσθετα την απόπειρα μιας σύγχρονης θεατρικής γενεαλογίας,
που αφορά το είδος θεατρικού μοντέλου που πρότεινε το ζεύγος Σικελιανού (η
τραγωδία ως συμμετοχική τελεστική δραματουργία).
Οι ποιητικές δομές (κάτι
που ενδιαφέρει και διατρέχει την ποιητική επιμέλεια της Ευαγγελίας Λεδάκη)
αυτών των ετεροτοπικών μοντέλων, νομίζω ότι αξίζουν σήμερα έναν νεοΠοιητικό
επαναστοχασμό, διεκδικώντας επινοήσεις (με την έννοια του ενεργού
πολίτη-καλλιτέχνη) καθημερινών πρακτικών που ανατρέπουν θεσμισμένους ή μη
τρόπους ζωής, απαιτώντας ανατροπές στη βάση της καθημερινής ζωής, που αγγίζουν σκληρούς
πυρήνες της (την εργασία, τον έρωτα και τον θάνατο). Είναι φανερό ότι αυτό
σημαίνει μια πολιτική πράξη που ακόμα δεν έχει όνομα.
Το σύνολο: επιμελητικό
κείμενο και εικαστικά έργα (ως ένα είδος έργου τέχνης χωρίς κατ’ ανάγκη όνομα) της
έκθεσης Παρυφές και μεθόριοι που
παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του The symptom
projects στην Άμφισσα, ακουμπά αυτές τις ακραίες εκδοχές για να θίξει άκρως
εκλεπτυσμένες σημασιολογικές και υλικές πτυχές του βίου, αφήνοντας, συγχρόνως,
ανοιχτό το νεοΠοιητικό πεδίο για άπειρες ενδεχομενικές συνέχειες (αυτό το
τελευταίο ενδιέφερε έναν άλλο ποιητή στις περιόδους των ακραίων ασυνεχειών που
ο ίδιος έζησε, τον Μανώλη Αναγνωστάκη).
Ο Φίλιππος Ωραιόπουλος
είναι ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου