ΤΗΣ ΛΟΥΤΣΙΑΝΑ ΚΑΣΤΕΛΙΝΑ
Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ, ΓΙΑΝΝΗΣ
ΜΠΑΛΑΜΠΑΝΙΔΗΣ (επιμέλεια), Κώστας
Φιλίνης, ένας διανοούμενος της δράσης, έκδοση Θεμέλιο, ΑΚΣΙ, Ινστ. Ν.
Πουλαντζάς, σελ. 315
Γράφοντας για τον Κώστα Φιλίνη μετά το θάνατό του, στην εφημερίδα μου,
το Μανιφέστο, για να κάνω κατανοητό
ποιος ήταν σ’ αυτούς που δεν τον είχαν γνωρίσει, αφηγήθηκα τη ζωή του, μια τόσο
εξαιρετική ζωή, που οι σημερινοί νέοι αναγνώστες δυσκολεύονται να την
πιστέψουν.
Ο Κώστας Φιλίνης ήταν κομμουνιστής, ήδη από το Πανεπιστήμιο, στην
παρανομία, και αγωνιζόταν ενάντια σε έναν δικτάτορα, τον Μεταξά, που δέχτηκε
την επίθεση του δικού μας δικτάτορα, του Μουσολίνι.
Μέσα και έξω από τη φυλακή, ποτέ δεν είπε: «Φθάνει, αρκετά, θα
αναζητήσω την ασφάλειά μου».
Τον γνώρισα πριν πολλά χρόνια και είχα την τιμή και τη χαρά να τον έχω
σύντροφο στην προσπάθειά μας, στην κομμουνιστική ομάδα της Ευρωβουλής, μια
ξεχωριστή ομάδα, γιατί, παρόλο που ήμασταν όλοι κομμουνιστές, ήμασταν
χωρισμένοι σε ευρωπαϊστές και μη, και επομένως χωρισμένοι και ως χώρες, αλλά
χωρισμένοι και στο εσωτερικό της χώρας μας.
Ακριβώς λόγω αυτού του κοινού παρελθόντος είναι φυσικό να αναρωτιέται
κανείς, όταν βρίσκεται μπροστά σε μια δύσκολη φάση της ιστορίας, με ποιον τρόπο
θα την αντιμετώπιζαν οι μεγάλοι ηλικιωμένοι που δεν είναι πια μαζί μας.
Σήμερα, που η Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίσει τα ιδιαίτερα σκληρά και
άδικα μέτρα που της επέβαλε μια τυφλή και αλαζονική Ευρώπη, τη στιγμή που
άνοιξε και στο εσωτερικό του Σύριζα μια παθιασμένη συζήτηση για τις επιλογές
(πράγμα λογικό, γιατί πράγματι ήταν επιλογές πολύ δύσκολες και επώδυνες) μου
ήρθε στο μυαλό η σκέψη, όπως ίσως και σε πολλούς από σας, τι θα έλεγε ή θα
έκανε ο Κώστας Φιλίνης;
Δεν μπορώ βέβαια να έχω το δικαίωμα να αποδώσω μια άποψη στον Κώστα
Φιλίνη, μπορώ όμως να θυμίσω τα χαρακτηριστικά της σκέψης του Κώστα: Τον ήρεμο
και ταυτόχρονα αποφασιστικό τρόπο που έκανε πολιτική, την επίγνωση ότι το να
είναι κανείς αριστερός δεν μετριέται με την παλικαριά, με την αποκοτιά, με το
να χτυπάμε το κεφάλι μας στον τοίχο, χωρίς να υπολογίζουμε αν θα σπάσει ο
τοίχος ή το κεφάλι μας, και, τέλος, αφού σπάσουμε το κεφάλι μας, να στήνουμε
μνημεία στους μάρτυρες.
Λαμβάνοντας υπόψη μου αυτά τα σημεία της σκέψης του Φιλίνη, οδηγούμαι
στο συμπέρασμα ότι δεν θα επέλεγε κανένα δρόμο χωρίς να θέσει με ορθολογισμό το
πρόβλημα των συσχετισμών δυνάμεων.
Ο Κώστας είχε διαβάσει και μελετήσει τον Γκράμσι –μιλήσαμε συχνά κατά
τις μακρές και ανιαρές μέρες στο Κοινοβούλιο του Στρασβούργου- και ήταν
ξεκάθαρο για κείνον ότι η θεμελιώδης σκέψη του μεγάλου αυτού Ιταλού στοχαστή
έγκειται στο ότι είχε κατανοήσει πως
στις δικές μας ευρωπαϊκές κοινωνίες δεν αποκτά κανείς την εξουσία με την
κατάκτηση των Χειμερινών Ανακτόρων, ούτε όμως και με μια κοινοβουλευτική νίκη,
αλλά με μια μακρόχρονη και κοπιαστική διαδικασία μετασχηματισμού της κοινωνίας,
που είναι σε θέση να κατακτήσει πραγματική ηγεμονία.
Όχι επομένως με απότομες και απερίσκεπτες ρήξεις, όχι με επιλογές
ελαφρά τη καρδία, χωρίς να έχουμε υπολογίσει το εύρος των συνεπειών της
επιλογής μας. Το να είναι δηλαδή κανείς αριστερός δεν σημαίνει να υψώνει τη
φωνή του, αλλά να χρησιμοποιεί το μυαλό του και να έχει μεγάλη υπομονή. Γι’
αυτό σκέφτηκα ότι ο Κώστας θα ήταν με τον Αλέξη, με τον Σύριζα, ή μάλλον,
νομίζω ότι ο Αλέξης έμαθε πολλά από τον Κώστα: Τη σοφία, τη σύνεση, μαζί όμως
με την αποφασιστικότητα και το θάρρος.
Εμείς οι Ιταλοί είχαμε πολλές σχέσεις με τον Κώστα Φιλίνη, παρόλο που
περιορίζονταν στα χρόνια που ήταν ελεύθερος, που δεν ήταν στη φυλακή (και
ξέρουμε όλοι πόσο λίγα ήταν). Όμως ο Κώστας ήταν περίεργος για την εσωτερική
μας συζήτηση στην ευτυχισμένη φάση κατά την οποία ο ιταλικός κομμουνισμός
υπήρξε σημαντικός. Μιλήσαμε πρώτη φορά γι’ αυτό στο διάστημα της πρώτης του
αποφυλάκισης, όταν το 1966, έπειτα από 11 χρόνια φυλακής, επιτέλους
απελευθερώθηκε. Εγώ τον συνάντησα τότε, γιατί από τις αρχές της δεκαετίας του
’60 ήμουν στην Ελλάδα σαν στο σπίτι μου, επειδή παρακολουθούσα τη χώρα σας ως
δημοσιογράφος της Paese- Sera, αλλά
και για λογαριασμό του τμήματος Εξωτερικής Πολιτικής του ΙΚΚ.
Ήταν η εποχή κατά την οποία στην Ιταλία είχε ξεκινήσει μια μεγάλη
συζήτηση για τις θέσεις του Πιέτρο Ινγκράο (που χάθηκε πριν από ένα μήνα, στα
100 του χρόνια) και επί τη ευκαιρία ευχαριστώ το Ίδρυμα Πουλαντζά που
συμμετείχε με τον Χάρη Γολέμη στην κηδεία του). Ο Ινγκράο είχε σπουδαίο ρόλο
στην εμβάθυνση της έννοιας της δημοκρατίας. Η δημοκρατία δεν είναι μια ψήφος,
έλεγε, είναι η συμμετοχή των μαζών, η πολιτικοποίησή τους, δεν είναι μόνο μια
εγγύηση ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, αλλά κατάκτηση ενός χώρου
αποφάσεων, εντός του οποίου να μπορεί να συμπυκνωθεί μια συλλογική βούληση, ένα
υποκείμενο ικανό να προβλέψει και να σχεδιάσει την εναλλακτική λύση. Ήταν μια
ιδέα του Γκράμσι, για το κόμμα όχι σαν ξεχωριστή πρωτοπορία, αλλά ούτε και ως
ακαθόριστη κοινή γνώμη στην οποία θα πρέπει να απευθυνόμαστε για να πει ναι ή
όχι.
Εγώ δεν μπόρεσα να διαβάσω το βιβλίο του Φιλίνη που εσείς παρουσιάζετε
σήμερα, αλλά ελπίζω ότι θα είναι εφικτή μια ιταλική μετάφραση. Είμαι όμως
βέβαιη ότι περιέχει γραπτά του (βλέποντας του τίτλους που η Άννα Φιλίνη μου
μετέφρασε καθώς ερχόμασταν από το αεροδρόμιο) που ανακινούν αυτή μας τη
συζήτηση, γιατί, παρά την απομόνωση στην οποία τον είχε υποχρεώσει η φυλακή, με
τον Κώστα ήδη τότε, το ’66, καθώς και μετά τη δικτατορία και τα άλλα 6 χρόνια
φυλακής, είχαμε μιλήσει γι’ αυτά πολλές φορές.
Παρά τις μεγάλες διαφορές μεταξύ της ελληνικής και της ιταλικής
κατάστασης, ο Κώστας ένιωθε δεμένος με τον δικό μας κομμουνισμό και δεν είναι
τυχαίο ότι εκείνος υπήρξε ένας από τους ιδρυτές (έστω και μέσω ενός μηνύματος
από το κελί του) του ΚΚΕ εσωτερικού, το οποίο είχε αμέσως πολλά κοινά στοιχεία
με το ιταλικό ΚΚ, αρχή κάνοντας από το κοινό μας σύνθημα (του Τολιάτι, που
πολλοί τον αποκαλούσαν αιρετικό) που το χαρακτήριζε: «Ιταλικός δρόμος προς τον
σοσιαλισμό», δηλαδή όχι εισαγωγή ενός ξένου μοντέλου και ακόμη περισσότερο, όχι
σε μια γραμμή επεξεργασμένη στη Μόσχα.
Όταν ο Κώστας βγήκε από τη φυλακή, τη στιγμή της εξέγερσης του
Πολυτεχνείου, του οποίου υπήρξε φοιτητής πριν βγει για πρώτη φορά στην
παρανομία, τον καιρό της δικτατορίας του Μεταξά, δεν μπόρεσα να τον συναντήσω
αμέσως. Με είχαν απελάσει από την Ελλάδα και δεν κατάφερα να επιστρέψω, παρά
πολλούς μήνες μετά την πτώση των συνταγματαρχών.
Πολλά πράγματα είχαν αλλάξει στο μεταξύ, στην Ελλάδα και στην Ιταλία.
Υπήρχε πλέον το ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσωτερικού. Στην Ιταλία, ένα τμήμα του χώρου του
Ινγκράο είχε διαγραφεί από το ΙΚΚ και είχε ιδρύσει το Μανιφέστο, λόγω διαφωνίας
σε δύο ζητήματα:
1) Το γεγονός ότι το ΙΚΚ δεν κατάλαβε, έδειξε
δυσπιστία απέναντι στα νέα κινήματα που είχαν γεννηθεί στην Ιταλία από το 1968,
τα οποία διήρκεσαν πάνω από μια δεκαετία, σε αντίθεση με άλλες χώρες.
2) Η άποψή μας για την ΕΣΣΔ ήταν πολύ αυστηρή, πολύ
πιο αυστηρή από του ΙΚΚ, που μολαταύτα ήταν πιο αυστηρή από άλλων
κομμουνιστικών κομμάτων.
Εμείς πιστεύαμε ότι μια ρήξη ήταν πλέον αναπόφευκτη και ότι η εισβολή
στην Πράγα δεν ήταν ένα απλό λάθος. Γι’ αυτά τα πράγματα μιλήσαμε πολύ με τον
Κώστα τις αμέτρητες φορές που ήρθα στην Αθήνα για τα συνέδρια του ΚΚΕ
εσωτερικού.
Ερχόμουν γιατί κατά κάποιον τρόπο είχαμε γίνει συγγενείς. Το ΚΚΕ
εσωτερικού είχε έρθει σε ρήξη με τη Μόσχα καθώς και εμείς, η ομάδα
Μανιφέστο, και δεν ήμασταν πια
νομιμοποιημένο κομμάτι της μοσχοβίτικης διεθνούς κομμουνιστικής οικογένειας.
Το ιταλικό ΚΚ ήρθε επίσημα σε ρήξη με τη Μόσχα 10 χρόνια αργότερα,
όταν ο Μπερλινγκουέρ είπε: «Η προωθητική δύναμη της Οκτωβριανής Επανάστασης εξαντλήθηκε». Προσοχή:
Δεν είπε, όπως λένε δυστυχώς μερικά στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος, ότι θα
ήταν καλύτερα η Οκτωβριανή Επανάσταση να μην είχε υπάρξει ποτέ, αλλά ότι η
προωθητική της δύναμη εξαντλήθηκε, κάτι πολύ διαφορετικό.
Αυτή η καθυστέρηση κόστισε πολύ ακριβά στο ΙΚΚ, το οποίο, το 1989
αναγκάστηκε να υπερασπίσει τον εαυτό του από την κατηγορία ότι πήρε μέρος στην
άσχημη σοβιετική ιστορία, μέχρι να φθάσει τελικά στο σημείο να αρνηθεί το
παρελθόν, λες και ο 20ός αιώνας υπήρξε μόνο ένας αιώνας φρίκης και
λαθών.
Εν ολίγοις, δεν υπήρξε κανένας κριτικός στοχασμός για την
κομμουνιστική υπόθεση, αλλά μια ξαφνική απόρριψη, που οδήγησε, όπως γνωρίζετε,
στη διάλυση του ΙΚΚ. Μπορώ να σας πω ότι έσπασε τη σπονδυλική στήλη
εκατομμυρίων μελών. Μέσα σε λίγους μήνες εγκατέλειψαν το κόμμα 800 χιλιάδες
μέλη, χωρίς να μπουν στη μικρή Κομμουνιστική Επανίδρυση που είχε δημιουργηθεί
στο μεταξύ.
Αυτή η υπόθεση μας βαραίνει ακόμη. Αν σήμερα στην Ιταλία είναι δύσκολο
να αναγεννηθεί ένα πραγματικό αριστερό κόμμα, είναι επειδή σημειώθηκε ένα ρήγμα
μεταξύ των γενεών, όπως ποτέ άλλοτε στην ιστορία. Οι ηλικιωμένοι, σπρωγμένοι
από το βιαστικό θάψιμο του κομμουνισμού είναι βουβοί, απογοητευμένοι, σιωπηλοί,
ανίκανοι να μιλήσουν στους νέους. Οι νέοι έχουν μείνει χωρίς ιστορία και χωρίς
ηλικιωμένους να τους την θυμίζουν.
Γι’ αυτό υπάρχει τόση αποστροφή για την πολιτική και τόση σύγχυση που
ώθησε πολλούς από αυτούς που ήθελαν να διαμαρτυρηθούν στον αμφιλεγόμενο,
νεφελώδη χώρο του Κινήματος 5 Αστέρων.
Νομίζω ότι τα γραπτά του Κώστα για την περίοδο από το ’42 έως σήμερα,
με νίκες και ήττες, για την Πράγα, για τον υπαρκτό σοσιαλισμό, ενώ
εξακολουθούσε να είναι κομμουνιστής ακριβώς επειδή εγκαίρως έθεσε σε κριτική
τον εκφυλισμό του υπαρκτού, είναι πολύτιμα.
Και θέλω να προσθέσω πόσο εκτιμώ το Ίδρυμα Πουλαντζά για την προσοχή
που αφιερώνει στην ανάμνηση των παλιών συντρόφων. Η μνήμη είναι πολύτιμη για να
προχωρήσουμε.
Αν δεν έχουμε συνείδηση του παρελθόντος, δεν μπορούμε να φανταστούμε
το μέλλον. Παραμένουμε εγκλωβισμένοι στο παρόν, σαν να μην υπήρξε ποτέ κάτι
άλλο.
Ένας σπουδαίος φιλόσοφος, ο Αγκάμπεν, που τον γνωρίζετε και στην
Ελλάδα, έγραψε μια φράση που μου αρέσει: «Αν θέλεις να γνωρίσεις το μέλλον,
πρέπει πρώτα να γίνεις αρχαιολόγος».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου