18/10/15

Οι δύσκολες μέρες ενός χαρμόσυνου φθινοπώρου

Γιάννης Θεοδωρόπουλος, Ο Παρνασσός από την ταράτσα της θείας Σωτηρίας στη Λειβαδιά, άποψη από την έκθεση στο Μουσείο Δελφικών Εορτών


Ο ερημίτης κατέβηκε στην πόλη εκείνη την νύχτα της 20ης του Σεπτέμβρη και κατηφόρισε προς τα εκεί που γινόταν η μεγάλη σύναξη. Της σοφής ελπίδας του λαού. Που μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο τρεις φορές επικύρωσε την απόφασή του να αφήσει πίσω του το παλαιό ένδυμα. Αυτό τον είχε κουράσει και τον άφησε γυμνό, γυμνό από ελπίδα, γυμνό και ανέστιο. Σήκωσε το βλέμμα του και είδε το πρόσωπο της ημέρας. Τον νεαρότερο πρωθυπουργό που είχε ποτέ η χώρα, τον ηγέτη της Αριστεράς.
Το χαμογελαστό πρόσωπο δεν ξεγέλασε τον ερημίτη. Έβλεπε πέρα απ’ αυτό, έβλεπε μια σκιά σε τούτη την χαρά. Η σκιά του μέλλοντος. Και το πείσμα. "Να περάσουμε τούτον τον κάβο και μετά θα στρώσουν τα πράγματα". Αυτό ήταν το νόημα των όσων έλεγε. Η σκιά και η ελπίδα ανακατωμένες. Αυτό που οι χριστιανοί ονομάζουν χαρμολύπη. Να ‘ναι άραγε ο λαός πιο μπροστά από το κόμμα; Αυτήν την κουβέντα άκουγε ο ερημίτης από κάποιους παλαιούς του κόμματος. Να μην είναι πρωτοπορία το κόμμα; Τι μεγάλη ανατροπή σε όλα είχαν μάθει, σκέφτηκε ο ερημίτης. «Να κάνουμε κόμμα νέου τύπου». Πώς, άραγε, ποιο είναι το νέο;

Αίφνης, άρχισε πάλι να αναγνωρίζει τα παλιά σημάδια. Με παλιά υλικά θα φτιάξουμε το νέο, αναρωτήθηκε; Μα το νέο κρασί, αν το βάλεις σε παλιά ασκιά, θα σπάσουν τα ασκιά και θα χυθεί το κρασί. Ναι, αλλά τα νέα ασκιά ακόμη δεν τα φτιάξαμε και το κρασί είναι σχεδόν έτοιμο. Άκουγε κι άλλες συζητήσεις, αυτές που γίνονται στις Κεντρικές Επιτροπές, από τότε που το κόμμα μεγάλωσε αλλά έμεινε το ίδιο. Να ανοίξουμε; Ναι, αλλά πόσο, και πώς; Να μην φοβόμαστε. Ναι, αλλά αν δεν φοβόμαστε καθόλου, τότε πείτε μας, δεν θα ’χουμε ούτε ένα φίλτρο; Τέτοιες συζητήσεις γίνονται τώρα.
Είναι παράξενο αυτό το φθινόπωρο, πιο παράξενο από το τραυματικό καλοκαίρι. Ο ερημίτης είναι δίβουλος. Έχει ξεπεράσει τους δισταγμούς τού Γενάρη και ξαναγυρίζει στον κόσμο, έχει βρει αυτό το κάτι, που τον συγκινεί. Το νιώθει μέσα του, αλλά ακόμη όχι εκρηκτικό, όχι σαν πάθος, αλλά σαν μια σοφή ερωτική πράξη.
Ανέβηκε κατά την Πνύκα, πίσω από τα αιώνια δέντρα. «Σ' αγαπώ, εσένα με τα παράξενα ρούχα», άκουσε μια φωνή πίσω του. Μια λεπτή γυναίκα με μελί βλέμμα του χαμογελούσε. «Κι εγώ την ίδια απορία έχω μ' εσένα», πρόσθεσε. Ο ερημίτης γέλασε. «Δεν θέλω να πιστέψω», της είπε, «ότι αγωνιάς για το κόμμα νέου τύπου...» «Όχι, αυτό δεν θα γίνει ποτέ. Ο άνθρωπος θα γίνει νέου τύπου. Αλλά δεν ξέρουμε τι θα είναι αυτό το νέο. Ό,τι είναι νέο δεν είναι πάντα ωραίο, ούτε αισθητικά, ούτε υπαρξιακά. Το καθήκον που έχουμε, αγαπημένε με τα παράξενα ρούχα, είναι να φτιάξουμε το δικό μας νέο».
Πιάστηκαν από το χέρι και κατέβηκαν στους Αέρηδες. Το πλήθος τραγουδούσε τη Διεθνή. «Να ένα παλιό τραγούδι που είναι πάντα νέο», είπε χαμογελώντας η γυναίκα.

ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΙΩΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια: