Το μέτωπο του πολέμου ως πολιτική
εμπειρία
ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ
Η διάρθρωση του [ελληνικού] στρατού
συγκροτούσε έναν επιπλέον χώρο ανάδειξης του συλλογικού. Η επιστράτευση γινόταν
σε τοπική γεωγραφική βάση
και οι μονάδες που έφθαναν στο μέτωπο ήταν συνήθως συγκροτημένες από άνδρες που κατάγονταν από την
ίδια γεωγραφική περιοχή.
Αυτό ίσχυε ειδικά για τις στρατιωτικές εκείνες μονάδες που στρατολογούνταν στην επαρχία, αν και -με την
εξαίρεση της Αθήνας- οι πόλεις ήσαν αρκετά μικρές, ώστε στη μάχιμη εκπροσώπησή
τους να μην υπάρχουν άγνωστοι μεταξύ άγνωστων: θα
ήταν απίθανη περίπτωση να
μη συναντηθούν συμπατριώτες ή γνωστοί, στη δύναμη ενός λόχου, τάγματος ή συντάγματος. Σε πολλές
περιπτώσεις, η συνεύρεση στο στρατιωτικό
πεδίο θύμιζε την αντίστοιχη κοινωνική των ειρηνικών χρόνων. Μια μικρή στρατιωτική μονάδα
αποτελούσε συχνά μικρογραφία
του χωριού, της επαρχίας, της κωμόπολης ή της επαρχιακής ζώνης από την οποία προέρχονταν τα μέλη και τα
στελέχη της. Για απόσπασμα
της όποιας τοπικής κοινωνίας επρόκειτο, για μια μορφή συνέχισης δεσμών και
σχέσεων που προϋπήρχαν στην περίοδο της ειρήνης.
Αυτές οι σχέσεις και αυτοί οι δεσμοί
ενισχύονταν μέσα από τις νέες
εμπειρίες: η σκληρή, συλλογική πολεμική περιπέτεια έδινε νέα ποιοτική διάσταση στις προπολεμικές σχέσεις.
Ήταν μια διαδικασία ενοποίησης
των ανθρώπων, της οποίας τα χαρακτηριστικά κάθε άλλο παρά αδιάφορα λειτουργούσαν για την ποιότητα των
κοινωνικών δεσμών στον τόπο καταγωγής και
προέλευσης των πολεμιστών - ο αντίκτυπος
στη μη μαχόμενη κοινωνία ήταν άμεσος. Στο μέτωπο, όπως και στα μετόπισθεν, η ελληνική κοινωνία περνούσε μέσα
από έντονες διεργασίες ενοποίησης.
Κοινοί κίνδυνοι, κοινή αντιμετώπισή τους,
σπάσιμο του καθημερινού,
των ασχολιών του καιρού της ειρήνης, έξοδος σε δραστηριότητες καινοφανείς, εμπειρίες στην επιβίωση, στον
πόλεμο, στα όπλα: ένα πολύμορφο κοινωνικό εργαστήριο, προπαρασκευαστικό για την
πολυκύμαντη συνέχεια.
Όλες αυτές οι εμπειρίες μάθαιναν στους
ανθρώπους να υποδέχονται το
καινούργιο, την αλλαγή, το απρόβλεπτο, και να εφευρίσκουν, όταν αυτό κρινόταν αναγκαίο. Πόσοι
προπολεμικοί δεσμοί,
ιεραρχίες, ανάγκες, προτεραιότητες δεν έσπασαν μέσα σε αυτό το ολοένα πιο επικίνδυνο περιβάλλον!
Πολύμορφοι φόβοι, ανησυχίες, ενθουσιασμοί
και ελπίδες συνέπαιρναν τους ανθρώπους, δίνοντας διαστάσεις ξένες ως τότε στη ζωή τους. Στη
διάρκεια αυτών των έξι πολεμικών
μηνών της Αλβανίας άρχισε να κτίζεται η διαθεσιμότητα των πολλών για συμμετοχή στο ιστορικό γίγνεσθαι.
Για την ενεργή συμμετοχή
τους σε όσα συνέβαιναν γύρω τους, στον κόσμο, όπως η συγκυρία τον διαμόρφωνε, σε μια κατάσταση ρευστή
που, όμως, ήταν τόσο ενοποιητικά
και ριζοσπαστικά ιστορική! Αν θέλαμε να συνοψίσουμε, θα λέγαμε, χωρίς δισταγμό, ότι το πιο
σημαντικό μάθημα αυτού του σχολείου
των εμπειριών θα μπορούσε να περιγραφεί ως ο θάνατος, το τέλος του καθημερινού, του προβλέψιμου, του
επαναλαμβανόμενου στην κλίμακα
της ανθρώπινης ζωής. Για τον λόγο αυτό, οι μνήμες των παλιών, όσων έζησαν αυτές τις διεργασίες,
κυριαρχούνται τόσο έντονα από αυτές τις εμπειρίες.
Η
γεωμορφολογία των βουνών της Ηπείρου και της Αλβανίας βάθαινε αυτές τις διεργασίες και τους πρόσθετε
νέα χαρακτηριστικά. Ο χώρος
είχε εδώ τον πρώτο λόγο. Οι λεκάνες, οι στενές κοιλάδες που σχηματίζονται ανάμεσα στους θεόρατους
ορεινούς όγκους, αποτελούσαν,
σε συνδυασμό με το βάθος και την έκταση των ορεινών συγκροτημάτων, μικρογραφίες ολόκληρων κόσμων, που
η ανθρώπινη πολεμική
δραστηριότητα τις γέμιζε ασφυκτικά. Ταυτόχρονα, οι κλίσεις του εδάφους έκαναν την κίνηση σύνθετη, γεμάτη
μαιάνδρους και πισωγυρίσματα, και μάκραιναν τις αποστάσεις, ενισχύοντας την
αίσθηση του αποπροσανατολισμού και της
απομόνωσης. Οι γύρω ορίζοντες, στενοί, κυριαρχούσαν από ψηλά στους χώρους, τους έθαβαν μέσα
τους. Το μάτι αμήχανο, συγκέντρωνε την
προσοχή του στις προσιτές σταθερές, και άθελά του μεγέθυνε τα όσα προβάλλονταν στην οθόνη της
απέναντι πλαγιάς. Τίποτε πιο πέρα.
Οι
λόχοι των 150-200 ανθρώπων, και των ανάλογων και απαραίτητων ζώων, μπορούσαν σε αυτές τις
συνθήκες να κάνουν την ίδια εντύπωση
που, σε άλλες συνθήκες, θα έκαναν συντάγματα και μεγάλοι σχηματισμοί στρατιωτών. Οι μικρές
ομάδες μπορούσαν εδώ να απλωθούν σε
κάθε πτυχή και γωνιά του ορατού περίγυρου και να γεμίσουν ασφυκτικά τον στενό μικρόκοσμο του
κάθε περάσματος, κάθε κοιλάδας, κάθε χωριού ή
πλατώματος. Εκεί όπου ολόκληρος
στρατός πολεμούσε, τα δικαιώματα του στενού ανθρώπινου κύκλου, στα όρια της παρέας, της συντροφιάς,
της παλιάς συμμορίας, αναδεικνύονταν
με τον πιο ισχυρό τρόπο. Με άλλα λόγια, ο πόλεμος στα βουνά της Αλβανίας δεν έγινε ποτέ μια
απρόσωπη, αποξενωτική δραστηριότητα.
Ο
πόλεμος της Αλβανίας
θα ήταν τελικά πόλεμος των μικρών ομάδων∙ η κατάτμηση του στρατού έφθασε τα έσχατα όρια, πέρα από τα
οποία θα κινδύνευε να ακυρώσει
τον εαυτό του. Οι μικρότερες των στρατιωτικών μονάδων ανέλαβαν περίπου αυτοτελώς να λειτουργήσουν
ετούτο το πολεμικό σχήμα: στοιχεία και ομάδες μάχης, αποσπάσματα, διμοιρίες,
λόχοι, διλοχίες, σπανιότερα τάγματα,
πρωταγωνίστησαν σε αυτό το σκηνικό. Το πυροβολικό κατατμήθηκε και αυτό στο ελάχιστο. Ουλαμοί των
δύο πυροβόλων σκαρφάλωναν στις δυσπρόσιτες θέσεις βολής∙ πολύ σπάνια οι ορειβατικές πυροβολαρχίες βρέθηκαν να
λειτουργούν συγκεντρωμένες. Κάτω
από αυτές τις συνθήκες, λίγες ήσαν οι μάχες -στην πρώτη φάση του πολέμου
ιδιαίτερα- που έγιναν με βάση τα όσα τα εγχειρίδια των στρατιωτικών προέβλεπαν. Η χειροβομβίδα και η λόγχη έδιναν συχνά τις λύσεις σε τούτες τις αψιμαχίες∙ δεν ήταν
σπάνιο οι στρατιώτες να «έρθουν
στα χέρια», στα αλληλοδιαχόμενα το ένα το άλλο εγχειρήματα. Οι στρατιώτες μάθαιναν έτσι τον πόλεμο
στη μικρή διάστασή του, τέτοια
που να μη διαφέρει από την περίπου προσωπική αναμέτρηση.
Τα θέατρα αυτού του πολέμου δεν ήσαν ενιαία
και ο πολλαπλασιασμός των μαχητών δεν σήμαινε παρά τον πολλαπλασιασμό των μικρών αυτόνομων εστιών της γενικής
αναμέτρησης. Η κρίσιμη λεπτομέρεια, αυτή που έκρινε την πορεία των πραγμάτων,
ήταν υπόθεση λίγων.
Το αλβανικό μέτωπο ήταν το άθροισμα αυτών των αναρίθμητων μικρών συγκρούσεων, ένα κατακερματισμένο
πεδίο μάχης, ευθέως όμοιο του
τρόπου με τον οποίο η μορφολογία του εδάφους τεμάχιζε τον χώρο σε πλήθος
μικρές ενότητες. Σε αυτές, η κάθε ομάδα, η κάθε διμοιρία, ο κάθε λόχος καλούνταν να δώσει τη δική
του μάχη. Ο καθένας και ο δικός του
πόλεμος, θα μπορούσε να είναι το πρόταγμα στον
πόλεμο της Αλβανίας.
Επιπλέον,
η πολεμική εμπειρία σε ετούτο το μέτωπο έμοιαζε περισσότερο με περιπέτεια, παρά με την
κλασσική εικόνα του πολέμου. Με
την εξαίρεση των πρώτων εβδομάδων, ο πόλεμος ήταν στατικός, οι θέσεις που κατείχαν οι εμπόλεμοι έμειναν
σταθερές, ανάλογα με τη ζώνη
των επιχειρήσεων, για τρεις ή τέσσερις ολόκληρους μήνες. Με την εξαίρεση των θερμών σημείων, κυρίως γύρω
από το πέρασμα από την
Κλεισούρα στο Τεπελένι, η ένταση των μαχών προοδευτικά κόπασε και η εκστρατεία μετεξελίχθηκε σε έναν
πόλεμο φθοράς, όπου ο κύριος
εχθρός ήταν η αναμέτρηση με τις σκληρές συνθήκες της Φύσης. Εκεί, τις απώλειες, τις επώδυνες κακουχίες,
τις προκαλούσε μάλλον η Φύση
παρά ο εχθρός.
Για τα δύσκολα χρόνια που θα ακολουθούσαν,
ετούτη η εξάμηνη εμπειρία
είχε τη δική της άξια. Εκείνοι, που γνώρισαν αυτές τις εμπειρίες, άλλαξαν. Απέκτησαν την πεποίθηση ότι
μπορούσαν να κινηθούν ανεξάρτητα,
σε ένα επικίνδυνο και πολύπλοκο περιβάλλον, να το διαχειριστούν με τις δικές τους ικανότητες και
δυνάμεις, και να δώσουν λύσεις,
νικηφόρες, στα πλέον αντίξοα αδιέξοδα. Η αυτοπεποίθηση ήταν μια ιδιότητα που δεν θα τους εγκατέλειπε στα
επόμενα χρόνια, όταν θα
ξεκινούσαν πρωτοβουλίες υπέρμετρα μεγάλες, υπέρμετρα φιλόδοξες. Αυτοί οι ίδιοι, και ο μικρός κύκλος της
συλλογικότητάς τους, οι γνωστοί
και συντοπίτες τους, το γνώριζαν πλέον, ήταν οι πρωταγωνιστές, οι υπεύθυνοι της ίδιας της ιστορίας τους. Δεν έγιναν, αυτοί οι
μαχητές τής Αλβανίας, περισσότερο
θαρραλέοι ή ανδρείοι, καθώς οι λέξεις αυτές, όντας ρητορικές, σημαίνουν
ελάχιστα έως τίποτα. Έμαθαν όμως να
παίρνουν πρωτοβουλίες, να μετέχουν ενεργά σε όσα τους αφορούν άμεσα, να αυτοσχεδιάζουν, να σκέπτονται πολιτικά,
να ενεργούν. Να κρίνουν, με άλλα λόγια. Ο μικρός τους πόλεμος, πέρα από
πλούσιες αναμνήσεις, τους άφησε και
ιδιόμορφα εφόδια για τη συνέχεια.
[Απόσπασμα
από το βιβλίο Προαναγγελία θυελλωδών
ανέμων. Ο πόλεμος της Αλβανίας και τα πρώτα χρόνια της Κατοχής, εκδόσεις
Βιβλιόραμα]
Ο
Γιώργος Μαργαρίτης είναι ιστορικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου