27/9/15

Από την Κυριαρχία, στην πολιτική σκηνή, στην Ηγεμονία

ΤΟΥ ΑΛΚΗ ΡΗΓΟΥ

Tony Cragg, άποψη της έκθεσης στο Μουσείο Μπενάκη


Το αποτέλεσμα των εκλογών της προηγούμενης Κυριακής απέδειξε καθαρά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρός του έχουν σταθερά κυριαρχήσει στην πολιτική σκηνή, με την έννοια που δίνει στον όρο ο Νίκος Πουλαντζάς. Δηλαδή ως του «τόπου όπου μπορούμε να επισημάνουμε μια σειρά μεταθέσεων ανάμεσα στα πολιτικά συμφέροντα και την ταξική πολιτική πρακτική από την μια, κι ανάμεσα στα πολιτικά συμφέροντα και τα κόμματα που εκπροσωπούν τις τάξεις από την άλλη». Η γεωγραφική κατανομή των πολιτικών επιλογών των ψηφοφόρων, τόσο στις δυο εκλογικές αναμετρήσεις της χρονιάς όσο και στο δημοψήφισμα, το αποδεικνύει. Τα εργατικά στρώματα των αστικών κέντρων, οι άνεργοι , οι πλειονότητα των νέων συμπολιτών, οι μειονοτικοί συμπολίτες, ευρύτερα οι πολιτισμικά καταπιεσμένες κοινωνικές κατηγορίες, μεγάλο τμήμα της αγροτιάς, αλλά για πρώτη φορά και μεγάλο τμήμα των παλιών και νέων μικροαστικών στρωμάτων, αποτελούν το ταξικό μπλοκ στήριξης του ΣΥΡΙΖΑ.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η παρουσία σ’ αυτό το μπλοκ, των μικροαστικών στρωμάτων, τα οποία η καπιταλιστική οικονομική κρίση οδήγησε σε συνθήκες επαγγελματικής ασφυξίας, ακόμη και ανεργίας, γεγονός που έχει μετατοπίσει μεγάλο τμήμα τους στην υπέρβαση παλιότερων κομματικών εντάξεων, στατικών παραδοσιακών αντιλήψεων, και στη στροφή προς την ελπίδα που γέννησε η ανανεωτική ριζοσπαστική Αριστερά. Πρόκειται για στρώματα μικροβιοτεχνών, μικρεμπόρων, μικροεπιχειρηματιών των μεταφορών, των υπηρεσιών κλπ, που εργάζονται οι ίδιοι ή με τη συμβολή μελών των οικογενειών τους ή λίγων υπαλλήλων, καθώς και του μεγάλου τμήματος της μεσαίας και κατώτερης υπαλληλίας, του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα. Η εργασία τους αποσκοπεί στην κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών, με όχι πάντα ιδιαίτερα καλοπληρωμένες αντιμισθίες.

Αναγκαία διευκρίνιση: οι μικροαστοί δεν είναι μικροί αστοί. Δεν αποσκοπούν στο καπιταλιστικό κέρδος -μας θυμίζει ο Πουλαντζάς- και δεν εκμεταλλεύονται κατά κύριο λόγω την μισθωτή εργασία. Βέβαια, στα αρνητικά χαρακτηριστικά αυτών των στρωμάτων είναι η ροπή σε μια προσωποκεντρική σύλληψη της πολιτικής δράσης ως ατομικού αθλήματος, στην αναζήτηση «χαρισματικών» ηγετών και πελατειακών σχέσεων κοινωνικής ανέλιξης, σ’ ένα ιδιότυπο οικονομικό και πολιτικό συντηρητισμό, και εθνικισμό, κάθε άλλο παρά αυτόβουλο, που δυνάμει μπορεί να οδηγεί στις ακραίες του εκφράσεις σε σοβινιστικές ακροδεξιές πολιτικές επιλογές, όπως εκείνη του ναζιστικού μορφώματος της «Χρυσής Αυγής».
Ο κίνδυνος αυτός είναι πάντα υπαρκτός, στο βαθμό που τα μικροαστικά στρώματα πληθυσμιακά αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα του κοινωνικού συνόλου, και οι τέτοιου είδους αντιλήψεις τους διαχέονται σε μεγάλα τμήματα των άλλων κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων. Οι ιστορικό-κοινωνικοί λόγοι αυτής της ιδεολογικής κυριαρχίας εκφεύγουν αυτού του σημειώματος, ας συγκρατήσουμε όμως ότι δεν είναι άμοιρες ευθυνών γι’ αυτό, η ιδεαλιστική, εθνοκεντρικά προσανατολισμένη Παιδεία μας, η σχέση της με την ελληνοκεντρική ορθόδοξη χριστιανική μας «παράδοση», καθώς σε ένα βαθμό και οι «σοσιαλπατριωτικές» εκφάνσεις τμημάτων της αριστεράς.
Το οργανικό δέσιμο αυτού του κοινωνικού ΣΥΡΙΖΑ με την προοπτική ενός ειρηνικού δημοκρατικού δρόμου πολέμου θέσεων, για τον ανθρωποκεντρικό μετασχηματισμό του κοινωνικού μας σχηματισμού, για την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στο διευρυμένο πεδίο της ταξικής πάλης στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την υπέρβαση υπέρ των καταπιεσμένων τάξεων και στρωμάτων της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής λιτότητας, σε συνθήκες μνημονιακών δεσμεύσεων, απαιτεί πολλαπλά επίπεδα δράσης σε διεθνές και εσωτερικό πεδίο.
Απαιτεί μια νέα ιδέα της προόδου, απαλλαγμένη από στενά οικονομίστικες αναπτυξιακές αντιλήψεις, με οικολογικές και κοινωνικά ευαίσθητες δεσμεύσεις. Απαιτεί την συνέχιση του πολέμου θέσεων, μέσα από μια ουσιαστική και βαθιά πολιτισμική και όχι μόνο πολιτική κατάκτηση της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών, της αντιμετώπισης της επικίνδυνα διευρυνόμενης αποχής, των κοινωνικών και πολιτισμικών οργανισμών, των κινημάτων, των διανοουμένων, όχι προπαγανδιστικά αλλά ουσιαστικά, όπως το είχε πετύχει στην επαναστατική της περίοδο η αστική τάξη.
Απαιτεί δηλαδή μια νέα αριστερή ηγεμονική πρόταση, σε επίπεδο κρατικού οικοδομήματος και κοινωνίας πολιτών, με την γκραμσιανή έννοια των όρων. Απαιτεί ένα κόμμα ανοικτό στο κοινωνικό γίγνεσθαι πολυφωνικό και ταυτόχρονα ιδεολογικό-πολιτικά ομοιογενές, με πραγματική εσωτερική δημοκρατία . Ένα κόμμα το οποίο θα ανταποκρίνεται στη διαλεκτική της πραγματικότητας, αντιπαλεύοντας τις αναπαραγωγές στο εσωτερικό του των αρνητικών μικροαστικών αντιλήψεων, όπως και των ιστορικών παθογενειών της αριστερής του παράδοσης. Ένα κόμμα που σταθερά, σε κάθε πράξη του, ως μηχανισμός, ως Κυβέρνηση, ως μέλη, θα διαχέει στην κοινωνία το ήθος εκείνο που δημιουργεί τους όρους μιας αριστερής ανανεωτικής και ριζοσπαστικής ηγεμονίας, και άρα διευρύνει την συγκατάθεση στην πολιτική του.
Ο ηγεμονικός αυτός Λόγος, λόγος σαφώς ευρύτερος της ιδεολογικής του ταυτότητας, όπως αναλύει ο Γκράμσι, προϋποθέτει την υπέρβαση όχι των στρατηγικών του στόχων –ακριβώς το αντίθετο– αλλά την ικανότητά του να συμβιβάζεται με τις καταστάσεις τού κάθε φορά συσχετισμού δυνάμεων, χωρίς να απεμπολεί τις αρχές του, να διευρύνει και να εκμεταλλεύεται τις ρωγμές ανάμεσα στους αντιπάλους του, τις κοινωνικές και πολιτικές διεθνείς του συμμαχίες, που τόσες ελπίδες έχουν δημιουργήσει σε ευρωπαϊκά συνδικάτα κόμματα και διανοούμενους της γηραιάς μας Ηπείρου και όχι μόνο.

Τα παραπάνω δημιουργούν την ανάγκη να ψαύσουμε νέα και ισχυρά οργανωτικά σχήματα, που να ανταποκρίνονται όχι πια στις παραδοσιακές ιεραρχικές κάθετες δομές οργάνωσης, που αντιστοιχούσαν στις συνθήκες της Α΄ Βιομηχανικής Επανάστασης, αλλά παράλληλα στη δημιουργία οριζόντιων δομών λειτουργικής σχέσης υπέρβασης των αποστάσεων και της αποξένωσης, μεταξύ της βάσης και της ηγεσίας , του κόμματος και της Κυβέρνησής, στις συνθήκες ενός παγκοσμιοποιημένο Διεθνικό Επικοινωνιακού Καπιταλισμού για την δημιουργία μιας αριστερής ηγεμονικής πρότασης του 21ου αιώνα.

1 σχόλιο:

Crisis and Critique είπε...

Ηγεμονία με την γκραμσιανή έννοια του «ιστορικο-κοινωνικού συνασπισμού» προϋποθέτει να αναζωογονηθεί η πολιτική. Να αποκτήσει πραγματικές ικανότητες για δράση και στο επίπεδο όπου «γίνονται τα σημαντικά πράγματα» τώρα: πέραν του εθνικού κράτους.
Αυτό θέτει το ζήτημα της επάρκειας των πολιτικών υποκειμένων.
Οι μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις, οι κορυφώσεις των κάθε είδους κινημάτων που γεννούν οι αγώνες των κοινωνικών τάξεων και άλλες ζυμώσεις στην κοινωνία των πολιτών, είναι από τη φύση τους εκδηλώσεις προσωρινές και βραχύβιες. Συμβαίνουν περιοδικά, συνήθως στις αρχές ή στα προεόρτια των κρίσεων, όταν ο πολιτικός χρόνος συμπυκνώνεται, επιταχύνεται και η ροή του αλλάζει κατεύθυνση. Βραχύβια ήταν π.χ. τα κινήματα Occupy, Ισπανών και λοιπών «Αγανακτισμένων» ή ο αδιέξοδος ελληνικός Δεκέμβρης του 2008, η δε ορμή του οικολογικού κινήματος διατηρήθηκε όσο και ο απόηχος γεγονότων όπως τα πυρηνικά ατυχήματα της Φουκουσίμα και του Τσερνόμπιλ.
Αυτά που μπορούν και οφείλουν να διασφαλίζουν σταθερούς πολιτικούς δεσμούς συνέχειας στο πέρασμα του χρόνου, είναι τα πολιτικά υποκείμενα τα παγιωμένα σε «θεσμούς» της δημοκρατίας: δηλαδή τα κόμματα και άλλοι μηχανισμοί της κοινωνίας που ασκούν πολιτικές επιδράσεις, όπως λόγου χάρη συνδικάτα ή μέσα ενημέρωσης.

Πολλή πολιτική αλλά χωρίς περιεχόμενο,
δημοκρατία μακριά από τον «δήμο»
http://aftercrisisblog.blogspot.gr/2015/09/blog-post_6.html