ΛΕΩΝ ΤΟΛΣΤΟΪ, Η Ανάσταση,
μτφρ. Ελένη Μπακοπούλου, εκδόσεις Κέδρος, σελ. 632
Μαρία Γεωργούλα, Pom pom, 2015, χάντρες από κάλυμμα καθίσματος |
Είναι ευχάριστο που τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερες σύγχρονες
μεταφράσεις μυθιστορημάτων του Τολστόι βλέπουν το φως της Ελληνικής
δημοσιότητας. Ευχάριστο γιατί, τα κατά καιρούς γλωσσικά δόγματα που έχουν
βασανίσει κι ίσως βασανίζουν ακόμη την πεζογραφία μας δεν επέτρεψαν σε παλαιούς
εξαιρετικούς μεταφραστές να αφήσουν διαχρονικές μεταφράσεις. Με εξαιρέσεις
φυσικά, όπως εκείνη του Παύλου Ζάννα στο «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο». Η
Ελένη Μπακοπούλου, παρ’ ότι δεν αναφέρεται από ποια γλώσσα έκανε τη μετάφραση,
κατόρθωσε να αποδώσει το μυθιστόρημα σε μια σύγχρονη, ρέουσα, απλή γλώσσα, με
τον τρόπο δηλαδή που έγραφε κι αντιλαμβανόταν την λογοτεχνία ο Τολστόι.
Στην Ανάσταση, το τελευταίο μεγάλο, τουλάχιστον από πλευράς όγκου,
μυθιστόρημα του Ρώσου συγγραφέα, θέματα που επιμόνως τον απασχόλησαν, κοινωνική
δικαιοσύνη, ανακατανομή γης, εξυγίανσης
του Τσαρικού δημόσιου τομέα και του δικαστικού συστήματος, αναδύονται μέσα από
μια μυθοπλασία αναμφίβολα επηρεασμένη από τον «τρίτο» Ντοστογιέφσκι, ο οποίος
είχε ήδη πεθάνει. Κι η αλήθεια είναι ότι παρ’ ότι στην εποχή του ο
Ντοστογιέφσκι θεωρούνταν κατώτερος όχι μόνο από τον Τολστόι αλλά και τον
Τουργκένιεφ, ο μοντερνισμός που είχε αρχίσει να αναφύεται από τα μυθιστορήματά
του επηρέαζε την λογοτεχνία ποικιλοτρόπως. Όπως λοιπόν στο «Έγκλημα και
Τιμωρία», η εξορία κι η προσέγγιση με το Θείο βοηθάει τον πρωταγωνιστή να έλθει
σε επαφή με τον εαυτό του και να οδηγηθεί σε αυτοανάλυση κι αυτοπραγμάτωση. Όμως
εδώ το έγκλημα είναι ανύπαρκτο ή, μάλλον, η δευτεραγωνίστρια, Κατερίνα Μάσλοβα,
είναι αθώα. Όμως από αμέλεια των ενόρκων καταδικάζεται και τότε αρχίζει η
Οδύσσεια, τόσο η δικιά της, όσο και του ανθρώπου που αυτόβουλα αποφασίζει να
την προστατεύσει επειδή θεωρεί ότι εκείνος την έσπρωξε στον βούρκο: του
πραγματικού πρωταγωνιστή, Ντιμίτρι Νεχλιούντοφ. Μέσα από μια μαρτυρική πορεία,
ο αριστοκράτης θα ταπεινώσει τον εαυτό του, θα έλθει αντιμέτωπος με την
πραγματικότητα και θα εξιλεωθεί.
Το μυθιστόρημα έχει όλα τα στοιχεία που έκαναν τον Τολστόι να θεωρηθεί
ο μεγαλύτερος συγγραφέας παγκοσμίως τον 19ο αιώνα και στη συνέχεια
να αποκαθηλωθεί. Η μοντέρνα λογοτεχνία, που ξεκίνησε με τον Ντοστογιέφσκι,
προτιμά να υπονοεί παρά να δηλώνει, να
αφήνει συμπεράσματα στον αναγνώστη παρά να τα εξάγει και να αποφεύγει, ακόμα
και στις δοκιμιακές παρεκβάσεις, τον διδακτισμό. Υπό αυτήν την οπτική, ο
Τολστόι, ο οποίος διαρκώς διδάσκει, διαρκώς φωτίζει ακόμη και τη μικρότερη
λεπτομέρεια, εισβάλλει ως παντογνώστης αφηγητής στις ψυχές και θεωρεί ότι
μπορεί να τις καταλάβει, φαίνεται πια παρωχημένος. Ωστόσο η ζωντανή και γρήγορη
γλώσσα, οι αληθινοί χαρακτήρες, οι εξαίρετες περιγραφές, η χαρισματική του
ικανότητα να δημιουργεί δραματικές κορυφώσεις, κάνουν το βιβλίο να διαβάζεται
ως σύγχρονο ανάγνωσμα, καθώς άλλωστε η ιστορία (της λογοτεχνίας) μοιάζει να
κάνει κύκλους και τα σημερινά εν Ελλάδι ευπώλητα μυθιστορήματα δεν έχουν
απομακρυνθεί από την πεζογραφική παράδοση του Τολστόι, χωρίς, φυσικά, οι συγγραφείς
τους να είναι Τολστόι.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου