4/1/15

Η περιπλάνηση ως στάση ζωής

ΤΗΣ ΜΑΓΙΑΣ ΣΤΑΓΚΑΛΗ

Μαρίνος Τσαγκαράκης

ΡΟΜΠΕΡΤ ΒΑΛΖΕΡ, Τα αδέλφια Τάννερ, μτφρ. Βασίλης Πατέρας, εκδόσεις Ροές, σελ. 317

Δεν θέλω να έχω μέλλον
                                                                                           θέλω να έχω παρόν
                                                                                                 (από το βιβλίο)

Οι εκδόσεις Ροές μετά την έκδοση του Γιάκομπ φον Γκούντεν μας δίνουν το πρώτο μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Βάλζερ, Τα αδέλφια Τάννερ, γραμμένο το 1906 στο Βερολίνο, όταν ο ίδιος ήταν είκοσι επτά ετών.
Γνωρίσαμε τον Βάλζερ με τις «περιπέτειες» του οικότροφου Γιάκομπ φον Γκούντεν στο αλλόκοτο ινστιτούτο Μπενζαμέντα, τώρα με αφορμή την έκδοση των Αδελφών Τάννερ μπορούμε να ξαναθυμηθούμε μερικά στοιχεία για τον συγγραφέα.
Γεννιέται το 1878 στην Ελβετία, ακολουθεί τραπεζικές σπουδές τις οποίες εγκαταλείπει πρόωρα για να εργαστεί, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, σε διάφορες υπαλληλικές θέσεις. Παρακολουθεί μαθήματα υποκριτικής με πολύ απογοητευτικά αποτελέσματα. Το 1898 δημοσιεύονται για πρώτη φορά ποιήματά του στην εφημερίδα Bund της Βέρνης. Στις αρχές της δεκαετίας του ΄20 εκδηλώνεται η ψυχική διαταραχή που θα έχει ως συνέπεια τον   εγκλεισμό του σε ψυχιατρικές κλινικές από το 1929 έως το τέλος της ζωής του, αρχικά οικειοθελώς και στη συνέχεια παρά τη θέληση του. Το 1933 θα σταματήσει οριστικά κάθε λογοτεχνική δραστηριότητα. Το υπόλοιπο της ζωής του θα περάσει στην κλινική, με μακρινούς περιπάτους και συζητήσεις με το φίλο του Καρλ Ζέλινγκ ο οποίος θα αναλάβει την κηδεμονία του και την επιμέλεια του έργου του. Πεθαίνει στις 25 Δεκεμβρίου του 1956.Θα βρεθεί νεκρός, πεσμένος στο χιόνι στην περιοχή κοντά στην κλινική που νοσηλευόταν. Πολλά χρόνια πριν, γράφει σε μια από τις μικρές ιστορίες του με τίτλο Χιονίζει: Το πρόσωπο του, το χέρι του, το φτωχό του κορμί με τη ματωμένη πληγή, η γενναία επιμονή, η αντρική αποφασιστικότητα, η ευγενική, ανδρεία ψυχή του σκεπάστηκε από το ασταμάτητο χιόνι. Κάποιος μπορεί να περάσει πάνω από τον τάφο δίχως να καταλάβει κάτι, όμως αυτός που κείτεται κάτω από το χιόνι είναι καλά, έχει ησυχία, έχει γαλήνη και βρίσκεται στο σπίτι του.

Ο Βάλζερ πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του μετακινούμενος, αλλάζοντας δωμάτια ξενοδοχείων, επαγγέλματα και πόλεις. Ένας πλάνης ο ίδιος λοιπόν, καταγράφει στα Αδέλφια Τάννερ,  την περιπλάνηση ως στάση ζωής. Κεντρική μορφή του έργου – και καθόλου ήρωας – ο νεαρός Σίμον, ένα απροσάρμοστο αριστοκρατικό αλάνι, λογοτεχνική εκδοχή του ίδιου του Βάλζερ. Άλλα πρόσωπα του μυθιστορήματος είναι τα αδέλφια  του νεαρού πρωταγωνιστή, ο ζωγράφος  Κάσπαρ Ταννερ, περσόνα του ζωγράφου Κάρλ Βάλζερ αδελφού του συγγραφέα, η Χέντβινγκ και ο Κλάους, αναφέρεται επίσης δίχως να εμφανίζεται ο Εμίλ, ο οποίος νοσηλεύεται σε ψυχιατρείο. Το κείμενο περιέχει, χωρίς να τα αποδίδει με ακρίβεια, πολλά  αυτοβιογραφικά στοιχεία καθώς αποτυπώνει τη δημιουργική σχέση μεταξύ συγγραφής και βιώματος που χαρακτηρίζει το σύνολο του  Βαλζερικού έργου.
Αναφέρεται συχνά η εκτίμηση του Κάφκα στον Βάλζερ, άγνωστος ο δεύτερος μέχρι πρότινος στην Ελλάδα, η συμπάθεια του Κάφκα για αυτόν λειτουργεί ως στοιχείο αναγνώρισης για το μέγεθος και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του έργου του. Σημείο επαφής, ίσως, ανάμεσα στους δυο συγγραφείς η σχέση τους με το παράλογο της  δομημένης  πραγματικότητας. Αν όμως στον Κάφκα ο άνθρωπος ως υποτελής συνθλίβεται προσπαθώντας μάταια να κατανοήσει  τον παραλογισμό και το απροσπέλαστο  της εξουσίας, στον Βάλζερ, βγάζει τη γλώσσα του στην εξουσία και ειρωνεύεται τη σοβαροφάνειά  της. Στα Αδέλφια Τάννερ ο Σίμον βρίσκεται συχνά σε θέση υποτελούς, διατηρεί όμως την εσωτερική του ελευθερία και μπαινοβγαίνει ανέμελα στον κόσμο γιατί δεν εσωτερικεύει την κατάσταση υποταγής στην οποία βρίσκεται κάθε φορά, και δεν αποζητά την αναγνώριση της εξουσίας μέσω της κοινωνικής αναβάθμισης: ..δεν επιθυμώ να προκόψω στη ζωή μου, θέλω μόνο να ζήσω, να ζήσω μια ζωή που να έχει λίγο ενδιαφέρον. (σελ96)      
Τα Αδέλφια Τάννερ είναι ένα μυθιστόρημα μαθητείας δρόμου στο οποίο η κεντρική φιγούρα δίνει την εντύπωση ότι αν και κινείται διαρκώς, μένει στο ίδιο σημείο καθώς περιφέρεται άσκοπα αλλάζοντας δουλειές και τόπους κατοικίας. Δεν μπορεί να μείνει πουθενά για πολύ καιρό και φεύγει από καθαρή αγάπη για την αποχώρηση.(σελ9)
Τον παρακολουθούμε να ζητάει εργασία, να προσλαμβάνεται και να παραιτείται από διάφορες θέσεις, να γνωρίζεται με ανθρώπους να συνδέεται φευγαλέα μαζί τους, αφήνοντας  ερωτηματικά για την ειλικρινή του αφοσίωση χωρίς δέσμευση. Ο χρόνος του Σίμον είναι ένα διαρκές παρόν όπως ο χρόνος των παιδιών, μέσα στο οποίο ανιχνεύει την εμπειρία και βιώνει την καθημερινότητα ως φωτεινό ή σκοτεινό θαύμα. Το  κάθε τι, οι άνθρωποι που περπατούν βιαστικά στο δρόμο, ο ήλιος, τα μαύρα δάση, το φαγητό στο πιάτο του, η δυστυχία, όλα, είναι δόνηση ζωής.
Ο Σίμον είναι μια μορφή γεμάτη φως που έρχεται από την ομίχλη των παραμυθιών, ένα ξωτικό που κάνει αιτήσεις εργασίας και αμφισβητεί τον οργανωμένο κόσμο με τον ..περίπατο και την ειρωνεία. Μια τράπεζα είναι ένα εντελώς ανόητο πράγμα την άνοιξη. Τι εντύπωση θα έδινε μια τράπεζα μέσα σε ένα καταπράσινο ανθισμένο λιβάδι; (σελ36) Ένας χαμογελαστός παρίας είναι ο Σίμον γεμάτος καλές προθέσεις που αντιλαμβάνεται τη ματαιότητα, και παρά την επιθυμία του να ανήκει κάπου παραμένει ξένος σε έναν κόσμο που έχει σαφή περιγράμματα και απαιτήσεις ακρίβειας. Τα μόνα πράγματα που παίρνει στα σοβαρά είναι ο περίπατος και η φύση. Στο έργο του Βάλζερ δεν έχουμε ειδυλλιακές περιγραφές του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά μία σχέση μύησης και βαθιάς συγκίνησης με το σχεδόν αδιανόητο μυστήριο που τον περιβάλει. Ο αλήτης του Βάλζερ δεν θαυμάζει τις «ομορφιές της φύσης», γίνεται ο ίδιος άνοιξη και χιόνι και μακρινός ορίζοντας.
Το κείμενο διέπεται από μια αίσθηση αρχής, φθάνεις στο τέλος του βιβλίου και βρίσκεσαι ακόμη στην αρχή του. Ποιο είναι το δίδαγμα; απολύτως κανένα, και τι κάνει ακριβώς ο Σίμον-Βάλζερ μέσα στις 317 σελίδες του βιβλίου πηγαίνοντας πέρα-δώθε; πιάνει τον τόνο της ζωής, τίποτε άλλο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: