ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Xiang Shi, L elephant de Xiang (δίπτυχο), 2012, λάδι σε καμβά, 260x195cm |
SPURIDAKIS, MANOS, The Liminal Worker, Surrey, Ashgate, 2013, σελ. 261
Όλοι, σχεδόν, μάθαμε ότι η
ανθρωπότητα διανύει τα στάδια: Αγριότητα-Βαρβαρότητα-Πολιτισμός. Στο στάδιο του
Πολιτισμού βρίσκεται η Δύση, στη Βαρβαρότητα ανήκουν οι παλαιότερες
αυτοκρατορίες και οι μεγάλοι κοινωνικοί σχηματισμοί της Ασίας, ενώ οι απλές
κοινωνίες και οι λεγόμενοι «πρωτόγονοι» ανήκουν στην Αγριότητα. Το σχήμα αυτό
της ιστορίας διατυπώθηκε τον 18ο αιώνα από τον Σκωτσέζο ιστορικό
Φέργκιουσον και καθιερώθηκε από τον κυρίαρχο ρόλο της Δύσης. Πολύ
λίγοι, όμως, γνωρίζουν ότι το σχήμα αυτό της ιστορίας, σύμφωνα με το οποίο η
Δύση έχει την αποστολή να μεταδώσει τον πολιτισμό και στον υπόλοιπο κόσμο μέσω
της αποικιοκρατίας, είναι εντελώς άκυρο. Κάθε κουλτούρα, όπως έδειξε η
ανθρωπολογία, πιστεύει ότι είναι ανώτερη και ότι οι άλλες είναι βάρβαρες. Το
ίδιο πίστεψε και η Δυτική κουλτούρα, και είναι καιρός να επισημάνουμε και τις
διάφορες άλλες προκαταλήψεις της –ρατσισμός, σωβινισμός, ανδροκρατία κ.ά,- που
της δημιουργούν προβλήματα. μΣτη
δεκαετία του ’60 σημειώθηκε μια μεγάλη μια μεγάλη ανατροπή. Από τις έρευνες της
ανθρωπολογίας διαπιστώθηκε ότι οι απλές κοινωνίες των τροφοσυλλεκτών αγνοούν
τον πόλεμο και διατηρούν σχέσεις ισονομίας. Η αποκάλυψη αυτή κατέρριπτε την
άποψη ότι πρώτη φάση της ανθρωπότητας ήταν η Αγριότητα. Σ’ αυτό συνέβαλε και η
αποκάλυψη της αρχαιολογίας ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις πολέμου πριν τον αιώνα
του Χαλκού, δηλαδή πριν το 2.000 π.Χ. Αν σ’ αυτά προσθέσουμε και το γεγονός ότι
στην περίοδο του πολιτισμού οι νεκροί από πολέμους υπερβαίνουν κατά πολύ τους
νεκρούς από πολέμους των άλλων περιόδων, είναι φανερό ότι το σχήμα
Αγριότητα-Βαρβαρότητα-Πολιτισμός είναι εντελώς αθεμελίωτο.
Μετά τις παραπάνω διαπιστώσεις,
μπαίνει το ερώτημα για το πόσο «πολιτισμένος» είναι ο πολιτισμός της Δύσης.
Είναι τεράστιο ερώτημα και το αφήνουμε για άλλες συζητήσεις. Παραμένει,
εντούτοις, ακέραιο το ζήτημα της κριτικής της κουλτούρας μας. Παραβλέποντας
παλαιότερες επικρίσεις για τον Δυτικό πολιτισμό, π.χ. από τους Α. Tocqueville, O.
Spengler, J. Papini κ.ά., από τη δεκαετία του ’70 άρχισαν να πληθαίνουν, κυρίως στη
Γαλλία, απόψεις ότι η Δύση έχει εισέλθει στη φάση της βαρβαρότητας –σ’ αυτές
εγγράφονται και οι θέσεις του M. Foucault για την βιοηθική και τη βιοεξουσία.
Εκείνο
που προκύπτει είναι ότι εφόσον οι μετά το 2.000 π.Χ. κοινωνίες είναι στη μεγάλη
τους πλειοψηφία κοινωνίες της ανισότητας, δεν μπορούμε να μιλάμε για ανώτερο
πολιτισμό. Η βιομηχανική κοινωνία παρουσιάζει ορισμένες θετικές πλευρές, π.χ.
αύξηση της τεχνολογίας, του επιπέδου υλικής ζωής, του ορίου ηλικίας κ.ά., αλλά παράλληλα
χαρακτηρίζεται από στοιχεία βαρβαρότητας που είναι ανύπαρκτα στις προηγούμενες
κοινωνίες. Για παράδειγμα, ενώ δίνει έμφαση στην ανάπτυξη της ατομικής
πρωτοβουλίας, ταυτόχρονα επιβάλλει το μεγαλύτερο από κάθε άλλη κουλτούρα έλεγχο
στο άτομο. Πιο σημαντική είναι η έλλειψη ομοιοστασίας, γι’ αυτό, αντίθετα από
τις άλλες κουλτούρες, παρουσιάζει φτώχεια, ανεργία και άστεγους. Στην περίοδο
της αποδόμησης που διέρχεται, τα συμπτώματα αυτά διογκώνονται και, σε σύνδεση
με τη βία που τα συνοδεύει, αποτελούν την επέλαση της βαρβαρότητας.
Σε
πρόσφατο του βιβλίο ο Z. Bauman
καταγράφει τις «Παράπλευρες απώλειες» που προκαλεί η αποδόμηση του συστήματος:
αβεβαιότητα, ανασφάλεια, φοβία, εχθρότητα, συρρίκνωση της δημοκρατίας και που
αποτελούν μορφές της βαρβαρότητας. Στο τελευταίο του βιβλίο, που εκδόθηκε στα
αγγλικά, ο Μάνος Σπυριδάκης αναλύει μια άλλη, εξίσου σοβαρή πλευρά της
βαρβαρότητας, αυτήν που προέρχεται από την ραγδαία αύξηση της ανεργίας. Ποια
μπορεί να είναι η σχέση της ανεργίας με τη βαρβαρότητα;
Ας
το δούμε πιο συγκεκριμένα. Σύμφωνα με τον κυρίαρχο ιδεαλισμό, πιστεύαμε ότι
στην πορεία της εξέλιξης οι πρόγονοί μας έγιναν άνθρωποι από τη στιγμή που απέκτησαν
τη γλώσσα και ότι η απόκτηση της γλώσσας ήταν προϊόν της βιολογικής εξέλιξης.
Το 1876 ο F. Engels διατύπωσε την τολμηρή
για τότε θέση ότι η γλώσσα υπήρξε το προϊόν της δράσης του ανθρώπου στη φύση
μέσω της εργασίας. Η θέση του δικαιώθηκε μετά από έναν αιώνα, όταν
επιβεβαιώθηκε από την προϊστορική αρχαιολογία ότι, αφότου εμφανίζεται ο
άνθρωπος πριν 2.9 εκατπμμύρια χρόνια, με κριτήριο την κατασκευή εργαλείου από
άλλο εργαλείο, χρειάστηκαν 1,5 εκατομμύριο χρόνια συνεχούς δράσης στον πλανήτη
μας μέχρι να κατακτήσει τη γλώσσα.
Η
εμφάνιση του ανθρώπου αποτελεί βαθιά τομή στη φυσική εξέλιξη. Η επιβίωσή του
δεν εξασφαλίζεται από το γενετικό κώδικα και τα λεγόμενα ένστικτα, όπως
συμβαίνει με όλους τους ζωντανούς οργανισμούς, αλλά με την επίκτητη μάθηση και
τη δράση του στο μετασχηματισμό της φύσης διαμέσου της κοινωνικής συγκρότησης. Η
διαφορετική αυτή σχέση που συνάπτει με τη φύση, σχέση επέμβασης σ’ αυτήν και
μετασχηματισμού της, είναι η σχέση εργασίας. Με τη σχέση εργασίας ο άνθρωπος
μεταμορφώνει το περιβάλλον και το χρησιμοποιεί με βάση τις ανάγκες του – παράγει
τη φωτιά, δαμάζει τα ζώα, κατασκευάζει καταυλισμούς, αξιοποιεί τη δύναμη του
ανέμου και του νερού, επεμβαίνει στην ίδια τη δομή της ύλης με την ατομική ενέργεια.
Χάρη στη σχέση εργασίας, αποκτά την ικανότητα να επιβιώνει σε οποιοδήποτε
περιβάλλον του πλανήτη μας χωρίς να αλλάζει είδος, ικανότητα που δεν την
διαθέτει κανείς άλλος ζωντανός οργανισμός. Χάρη στην εργασία, τέλος, αναπτύσσει
τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του που τον ξεχωρίζουν από τη βιόσφαιρα:
δημιουργικότητα, επινοητικότητα, προσωπικότητα. Μέσα από τις σχέσεις εργασίας
προσδιορίζεται η ηθική του υπόσταση.
Σύμφωνα
με τα παραπάνω, που είναι σε όλους γνωστά αλλά αποσιωπούνται σκόπιμα, η αφαίρεση της εργασίας, η ανεργία,
αποτελεί, μαζί με τις επιθέσεις κατά της υγείας και της παιδείας, μια από τις
σοβαρότερες μορφές της επερχόμενης βαρβαρότητας. Δεν αποτελεί, απλά, οικονομικό
μέγεθος ή όρο της παραγωγής. Καταλύει την προσωπικότητα και την ηθική υπόσταση
του ατόμου. Τις επιπτώσεις αυτής της βαρβαρότητας, που αποτελεί κοινωνικό
πλήγμα, εξετάζει στο βιβλίο του, ο Μάνος Σπυριδάκης. Δεν περιορίζει το
φαινόμενο μόνο στους ανέργους αλλά το επεκτείνει και σε όλους όσοι έχουν
ανασφάλεια εργασίας οι οποίοι, δεδομένης της κατάργησης των συλλογικών
συμβάσεων και του ελέγχου που ασκείται στους μονίμους υπαλλήλους, αφορούν το
σύνολο του πληθυσμού.
Η
έρευνά του αφορά τους απολυμένους της καπνοβιομηχανίας, τους εργαζόμενους στη
Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη στο Πέραμα και στους τραπεζικούς υπαλλήλους. Το
γενικό γνώρισμα όλων αυτών, πιο έντονο στους ανέργους, είναι η ανασφάλεια της
εργασίας. Διάγουν σε κατάσταση «κατωφλιού», δηλαδή σε συνθήκες εκκρεμότητας ή
περιθωριοποίησης. Από τη μια πλευρά διαπιστώνει ότι η αύξηση της ανασφάλειας
συνδέεται με αύξηση της ανισότητας και μείωση της παραγωγικότητας, σε αντίθεση
με τις εξαγγελίες των «ειδικών». Από την άλλη, η ανασφάλεια της εργασίας
προκαλεί στους εργαζόμενους ασάφεια ηθικής. Οι περισσότεροι στιγματίζονται,
είτε εξωτερικά είτε εσωτερικά. Θεωρούν ότι η κατάστασή τους οφείλεται σε
προσωπική τους αποτυχία, πράγμα που τους προκαλεί ψυχολογικά προβλήματα.
Μειώνουν τις κοινωνικές επαφές τους και τη δραστηριότητά τους, μειώνουν την κοινωνική
δράση τους, γίνονται απαθείς και αποδομούν το χρόνο τους ή οδηγούνται στην
αυτοκτονία. Για να βρουν νέα δουλειά ή για να εξασφαλίσουν αυτήν που έχουν
υποβάλλονται σε χειρότερες μορφές συναίνεσης και σε έκπτωση της αξιοπρέπειας. Η
απώλεια της ένταξής τους στο κοινωνικο-πολιτισμικό σύστημα, που προκύπτει από
την απώλεια ή την ανασφάλεια της εργασίας, επιφέρει κλονισμό της σωματικής και
της ψυχικής τους υγείας.
Είναι
προφανείς οι επιπτώσεις που προκαλούνται από την ανασφάλεια εργασίας σε όλη την
οικογένεια του εργαζόμενου, ώστε δεν χρειάζεται να επεκταθούμε σ’ αυτό. Το
σημείο στο οποίο επιμένει ο Μ. Σπυριδάκης είναι η πλήρης ανατροπή της θεωρίας
του νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή «η επιλογή του ατόμου για αύξηση του κέρδους με
το ελάχιστο κόστος». Για τη μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού αυτό δεν ισχύει,
γιατί οι εργαζόμενοι δεν έχουν επιλογές και γιατί αν έχουν κάποια επιλογή αυτή
αφορά τη μόνιμη εργασία και όχι το κέρδος. Το πιο σοβαρό είναι ότι, επειδή η
ανεργία, μαζί με την αποδόμηση του βιομηχανικού μοντέλου, διογκώνονται συνεχώς,
ομοίως διογκώνεται και το φάσμα της βαρβαρότητας.
Βιβλιογραφία
Bauman, Z. “Collateral damages”,
Cambridge/Malden, Polity, 2011.
Engels, F., The Part Played by
Labour in the Transition from Ape to Man, Moscow,
Progress, 1974 [1876]
Ο Σωτήρης Δημητρίου είναι
ανθρωπολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου