15/11/14

Ένα ουρλιαχτό διασχίζει τον ουρανό

ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΜΗΝΑ

ΤΟΜΑΣ ΠΙΝΤΣΟΝ, Υπεραιχμή, μτφρ. Γιώργος Κυριαζής, εκδόσεις Ψυχογιός, 2014

Αν, όπως το έθεσε ο Χέρμαν Μέλβιλ, το σπουδαίο θέμα είναι το πρωταρχικό ζητούμενο της λογοτεχνίας, τότε ο Τόμας Πίντσον έκανε διάνα με το κεντρικό θέμα που επέλεξε στο τελευταίο του βιβλίο: στην Υπεραιχμή ο μεγάλος αποσυνάγωγος της αμερικανικής λογοτεχνίας ασχολείται με το καίριο ζήτημα του μετασχηματισμού της βάσης και του εποικοδομήματος ύστερα από την επανάσταση της υψηλής τεχνολογίας. Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, ασχολείται με τον γενέθλιο τόπο του, τη Νέα Υόρκη, με το λίγο πριν και το λίγο μετά την 11η Σεπτεμβρίου, με τις αλλαγές που επέφερε αυτή στον ψυχισμό και τις συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων αλλά και με τις αλλαγές στην ανθρωπογεωγραφία και την όψη της ίδιας της πόλης. Εδώ ο Πίντσον περνά γενεές δεκατέσσερις την πολιτική του τότε δημάρχου Τζουλιάνι.
Όπως και το προηγούμενο βιβλίο του Πίντσον (Έμφυτο ελάττωμα, InherentVice, 2009), το όγδοο μυθιστόρημα του 77χρονου συγγραφέα ακολουθεί τη φόρμα του λεγόμενου detectivestory (σκόπιμα αποφεύγω τον όρο αστυνομική ιστορία). Ο ντετέκτιβ γίνεται ένα εργαλείο εξερεύνησης. Καθόλου τυχαία, το μότο του βιβλίου προέρχεται από τις αντίστοιχες ιστορίες του Ντόναλντ Ε.  Γουέστλεϊκ: « Η Νέα Υόρκη ως χαρακτήρας σε ιστορία μυστηρίου δεν θα ήταν ο ντετέκτιβ, ούτε ο δολοφόνος. Θα ήταν ο αινιγματικός ύποπτος που γνωρίζει τα πραγματικά γεγονότα αλλά δεν πρόκειται να τα αφηγηθεί».
Κεντρική ηρωίδα του μυθιστορήματος είναι η Μαξίν Τάρνοου, διαπιστευμένη ερευνήτρια εξιχνίασης υποθέσεων οικονομικής απάτης. Οι αφοσιωμένοι αναγνώστες των βιβλίων του Πίντσον ίσως αναγνωρίσουν στον χαρακτήρα της μια μακρινή, σύγχρονη προβολή της OedipaMass, ηρωίδας της καταπληκτικής νουβέλας The Crying of Lot 49  (1966).Η Μαξίν προσλαμβάνεται για να ερευνήσει τον ύποπτο κύκλο εργασιών της εταιρείας ασφάλειας λογισμικού Hashlingrz του πολυεκατομμυριούχου Γκάμπριελ Άις, η οποία φέρεται να κατέγραψε εντυπωσιακή αύξηση κερδών την περίοδο της κατάρρευσης των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Οι έρευνες της ντετέκτιβ θα την φέρουν αντιμέτωπη με ένα χαοτικό σύμπλεγμα διασυνδέσεων μέσω του κυβερνοχώρου που, ενδεχομένως σχετίζονται με την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους (το ερώτημα παραμένει αναπάντητο στο φινάλε του βιβλίου, καθώς ο Πίντσον αρέσκεται στο ν’ αφήνει τους ήρωές  του στην αυτοτέλειά τους, απορρίπτοντας τον ρόλο του πανόπτη-συγγραφέα). Το αφεντικό της εταιρείας, ο μυστηριώδης Γκάμπριελ Άις, ο οποίος δεν εμφανίζεται παρά μόνο στις τελευταίες σελίδες, παρουσιάζεται ως ένα αντεστραμμένο κοσμοείδωλο του κεντρικού ήρωα του πιο διάσημου μυθιστορήματος του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ: ένας Μεγάλος Γκάτσμπυ της εποχής του κυβερνοχώρου. Τις εκλεκτικές συγγένειες ανάμεσα στα δύο μυθιστορήματα υπογραμμίζει το φαραωνικό μέγαρο αναψυχής που κατασκευάζει για τον εαυτό του και την αυλή του ο μεγιστάνας του πλούτου και της πληροφορίας.

Σε ορισμένα σημεία, ειδικά εκεί όπου αναφέρεται στα γεγονότα της 11ς Σεπτεμβρίου, η πρόζα του Πίντσον απηχεί εκείνες τις ανατριχιαστικές πρώτες σειρές από το πιο εμβληματικό έργο του,  Το ουράνιο τόξο της βαρύτητας (1973): «Ένα ουρλιαχτό διασχίζει τον ουρανό.  Έχει ξανασυμβεί αλλά τώρα δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτε». Στα σημεία αυτά η πρόζα του Πίντσον ατσαλώνει.
Εντούτοις, ο συγγραφέας δείχνει να διασκεδάζει αφάνταστα στους διαλόγους με τις θεωρίες συνομωσίας που επινοήθηκαν (επί τούτου ή αυθόρμητα) την επαύριον της επίθεσης. Τις ενσωματώνει στην αφήγησή του μόνο και μόνο για να τις αποδομήσει, δηλαδή για να τις υποβάλλει σε μια «έλογη πειθαρχημένη υπονόμευση των θεμελιωδών διακρίσεων που οργανώνουν τη σκέψη μας», όπως έγραφε τις προάλλες ο Αριστείδης Μπαλτάς για τον Ντεριντά.  Όταν ολοκληρώνει την αποδομητική επεξεργασία του, ο συγγραφέας σημειώνει: «Αυτοί οι γαμημένοι ναζήδες στην Ουάσινγκτον χρειάζονταν μια πρόφαση για να κάνουν πραξικόπημα, και τώρα την απέκτησαν. Αυτή η χώρα οδεύει στα σκατά, και αυτό που θα πρέπει να μας κάνει να ανησυχούμε δεν είναι οι μελαψοί, αλλά ο Μπους και η συμμορία του […] Αν διαβάζει κανείς μόνο την Έγκυρη Εφημερίδα, ίσως πιστέψει ότι η Νέα Υόρκη, ή μάλλον ολόκληρο το έθνος,  ενωμένο από τη θλίψη και το σοκ, έχει ορθώσει ανάστημα ενάντια στον παγκόσμιο τζιχαντισμό και συμμετέχει στην ιερή σταυροφορία που οι άνθρωποι του Μπους αποκαλούν «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Αν ψάξει κανείς σε άλλες πηγές ―στο διαδίκτυο, για παράδειγμα― θα αντικρίσει μια διαφορετική εικόνα. Μέσα στον απέραντο και ακαθόριστο αναρχισμό του κυβερνοχώρου, ανάμεσα στις δισεκατομμύρια αυτεπαγωγικές φαντασιώσεις, αρχίζουν να διαφαίνονται κάποιες σκοτεινές πιθανότητες». Αν μη τι άλλο, ο Πίντσον παραμένει ένας εκπρόσωπος του εξεγερσιακού πνεύματος της Αντικουλτούρας του 60 και ένας πολέμιος της (κάθε μορφής) εξουσίας. 
Όπως συνηθίζει ο ο Πίντσον, στις σελίδες του βιβλίου απαντούν ουκ ολίγοι εξεζητημένοι χαρακτήρες, που συμπεριφέρονται σαν καρτούν. Η  κεντρική ηρωίδα στη διάρκεια των ερευνών της συνδιαλέγεται με έναν ιδιοφυή  ποδοφετιχιστή χάκερ, έναν κυνηγό οσμών (παρωδία του ήρωα του Ζίσκιντ) που μελετά την ιστορία του ναζισμού, έναν ζεν-βουδιστή σέρφερ, με έναν τρομακτικά αστείο Ρώσο μαφιόζο ονόματι Ιγκόρ, έναν  αδίστακτο εκτελεστή της CIA, μια σαλταρισμένη αλλά και φλογερά μαχητική αριστερή μπλόγκερ και με πολυάριθμους nerdsτου κυβερνοχώρου. Τα ντικενσιανά ονόματα που επιλέγει ο συγγραφέας για τους παραπάνω, απλώς υπερτονίζουν πόσο απίθανοι και εξωπραγματικοί είναι αυτοί οι τύποι, υπερτονίζουν δηλαδή τον μύθο. Εξάλλου ο μύθος, ως αντίπαλο δέος του ρεαλισμού, είναι ένα κύριο χαρακτηριστικό στοιχείο του μεταμοντερνισμού, ή έστω, εκείνου του γόνιμου μεταμοντερνισμού που πρεσβεύουν οι πιο ταλαντούχοι (ανάμεσα σε δεκάδες ήσσονος σημασίας) συγγραφείς αυτού του λογοτεχνικού ρεύματος.
Η Υπεραιχμή είναι ένα πανέξυπνο σατιρικό ολογράφημα με μυθιστορηματική μορφή, μια αξονική τομογραφία της εποχής του διαδικτύου. Ο Πίντσον επιχειρεί να απομαγεύσει τον χαοτικό κόσμο του ίντερνετ διεισδύοντας στα πιο απύθμενα βάθη του. Γεμάτο αναφορές και καυστικά σχόλια πάνω στα σημεία αναφοράς της σύγχρονης μαζικής κουλτούρας (popidols, karaoke, actionmovies, videogames, προγράμματα και λογισμικές εφαρμογές), δομημένο σε συστοιχίες ξεκαρδιστικών διαλόγων που πάλλονται από ζωντάνια, και με μια πρόζα που σε σημεία αιχμαλωτίζει με την ποιητικότητα και τη λεπτή επεξεργασία της, το βιβλίο του Πίντσον εξελίσσεται από σελίδα σε σελίδα σε ένα καταιγιστικό, αγωνιώδες μυθιστόρημα που μπαίνει στην ουσία πολύ σημαντικών ζητημάτων: τη διαχείριση της μνήμης και τη σχέση της με την Ιστορία, το έλλειμμα ιδιωτικότητας στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των μαζικών παρακολουθήσεων, τους αθέατους μηχανισμούς που επηρεάζουν τη σκέψη, την ποιότητα της σημερινής δημοκρατίας, την ηθική σε σχέση με τα όρια της ανθρώπινης γνώσης.
Με τον τρόπο του, ο πολυμήχανος Αμερικανός συγγραφέας περιγελά αυτούς που βιάστηκαν να διακηρύξουν «το τέλος της Ιστορίας». Πόσο μάλλον όταν «βρισκόμαστε απέναντι σε μια ταχύτατη και ασταμάτητη τεχνολογική μετάλλαξη», όπως υπογραμμίζει ο Λουτσιάνο Κάνφορα.  Η Ιστορία ξεδιπλώνει για άλλη μια φορά τις σπείρες της και σαρώνει τις βεβαιότητες.

Ο Θανάσης Μήνας είναι δημοσιογράφος-ραδιοφωνικός παραγωγός

Δεν υπάρχουν σχόλια: