Η έκθεση Quiet Life, στην γκαλερί Elika, είναι η τρίτη
ατομική έκθεση του Νίκου Καναρέλη και συμπίπτει με τα 10 χρόνια της παρουσίας
του στον εικαστικό χώρο
ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΠΑΠΑΗΛΙΑΚΗ
Τηλέφωνο, 2014, μολύβι σε χαρτί, 32 x 40 εκ. |
Η εργασία τού Καναρέλη αναπτύσσεται σε επάλληλα
πεδία, τόσο ως προς τα εκφραστικά του μέσα, αλλά και ως προς το πνευματικό της
περιεχόμενο, το νόημα του καλλιτεχνικού του έργου.
Η έρευνα και η μελέτη της ιστορίας της τέχνης
είναι, από την αφετηρία του καλλιτεχνικού του έργου, ένα από τα δομικά χαρακτηριστικά
του. Η χρονική περίοδος 1600-1940 δηλαδή η μετάβαση από το μπαρόκ στo νεοκλασικισμό,
το ξέσπασμα του ρομαντισμού και η ορμητική προέλαση του μοντέρνου με τις
εκάστοτε εκφορές του, οι ρήξεις και οι καινοτόμες προσπάθειες για τη
χειραφέτηση της καλλιτεχνικής γλώσσας είναι μερικά από τα ζητήματα που ο Νίκος
Καναρέλης θέτει στη συνάντησή του με το Corpus της τέχνης και της ιστορίας της.
Ειδικότερα, το μεγάλο κεφάλαιο του μοντέρνου και
η άμεση σχέση του με ένα άλλο κεφάλαιο που εκδόθηκε το 1867, θα έλεγε κανείς
πως είναι η γενέθλια ρίζα στο έργο του καλλιτέχνη. Η ουτοπία που διαφαίνεται
στον ορίζοντα και στο βάθος των αρχών του
20ου αιώνα, ο άνωθεν αποφασισμένος μετασχηματισμός του
ονείρου σε ρεαλισμό, αλλά και η ρευστοποίηση σε χρηματιστηριακές τιμές, ό,τι
διεσώθη των αισθημάτων των έργων και των ιδεών, απασχολούν συστηματικά το έργο
και τα έργα του.
H εργασία του εννοεί το έργο τέχνης σαν μία ακόμη
εκδοχή του κοινωνικού μετασχηματισμού και των εξελίξεων στην οικονομία, στην
πολιτική, στον πολιτισμό. Η εμμονή του στην αναπαραγωγή των εικόνων με νεκρές
φύσεις αποτελεί ένα πρώτης τάξης αναστοχασμό για την υλικότητα και την
ιδιοκτησία αλλά και για τους μηχανισμούς που δημιουργούν την υπεραξία ή την
απαξία.
Tα κατεξοχήν υλικά του είναι το μολύβι και το χαρτί.
Ή αλλιώς, έργα με μολύβι σε χαρτί, χωρίς απαραίτητα να πρόκειται για σχέδια. Στην
παρούσα έκθεση παρουσιάζει δώδεκα έργα όμοιας διάστασης (30x40εκ.) ζωγραφισμένα με μολύβι σε χαρτί.
Η πρώτη εντύπωση είναι πως ο καλλιτέχνης κοιτάζει
με νηφαλιότητα. Ή, για να το διατυπώσουμε σωστότερα, ο καλλιτέχνης κοιτάζει με
ψυχραιμία μερικές λεπτομέρειες που συνάντησε χωρίς να τον απασχολεί αν
πρόκειται για δικά του ή ξένα δημιουργήματα. Τα θέματά του δεν του ανήκουν a priori. Τα περιεργάζεται και
με τον τρόπο του αναζητά μια αλλιώτικη ρητορική. Ο τίτλος quiet life, δηλώνει πως σχεδόν
τίποτα δεν πρόκειται να συμβεί. Το επίθετο είναι καθησυχαστικό, σχεδόν
κατασταλτικό. Ό,τι πρόκειται να συμβεί θα οφείλεται για ακόμα μία φορά στο
ουσιαστικό. Τα έργα:
Frame (η κορνίζα). Η κάτω αριστερή γωνία μίας
ανάγλυφος κορνίζας. Δέχεται φως από τα δεξιά και δημιουργεί έντονες σκιές στο
αριστερό μέρος του τοίχου. Τα ανάγλυφα σχέδια αποδίδονται με ακρίβεια, ενώ
έχουμε ελάχιστες πληροφορίες για το εσωτερικό της κορνίζα (πίνακας, καθρέφτης;).
Σχεδόν μονοδιάστατη σύνθεση, μιας και ο πραγματικός λόγος που η ανάγλυφη
κορνίζα βρήκε τη θέση της και τις σκιές της στον τοίχο, είναι ασυζητητί παρόν.
Lamps (λάμπες). Ένα σκοτεινό περιβάλλον και οι
λεπτομέρειές του είναι ο χώρος που δημιουργούν τα δύο αναμμένα φωτιστικά.
Σκιές, λάμψεις και σχήματα με φως επιτείνουν το ρηχό βάθος της σύνθεσης. Εδώ ο
τόπος είναι οι τύποι.
Medusa (μέδουσα). Γλυπτό που αναπαριστά το κεφάλι του
μυθικού τέρατος. Μαρμάρινο ή πέτρινο δέχεται φως στα δεξιά και παρουσιάζεται με
έντονες σκιές. Ζωγραφισμένο με μαεστρία, αιώνιο σύμβολο των απαντήσεων και της
τιμωρίας. Βρίσκει τον ρόλο και τη θέση του στη σειρά των έργων της έκθεσης
γιατί το βλέμμα της μέδουσας στην σκιερή
της πλευρά, αποκλείνει από το δικό μας. Κοιτάζουμε εκείνο που δεν μας κοιτάζει.
Κατά το ήμισυ.
The flight (η πτήση). Σύνθεση
με επίπεδα που ακουμπούν σε άλλα επίπεδα και ένα παιχνίδι, μοντέλου αεροπλάνου.
Ολόφωτες επιφάνειες που καταλήγουν σε σκιές, υλικότητα των αντικειμένων,
διαφορετικές κλίμακες στην ανάπτυξη των επί μέρους στοιχείων. Μια θεωρία
προσδοκά την ανάταση. Ενώ γνωρίζει πως κάθε πράξη σημαίνει απώλεια.
The quest (αναζήτηση). Χαμηλόφωνη
και εσωστρεφής σύνθεση με αντικείμενα που όλοι λίγο έως πολύ μεταχειριζόμαστε
καθημερινά. Η σκηνή με τον Σάντσο Πάντσο και τον Δον Κιχώτη διακοσμεί ένα
φλιτζάνι καφέ. Το σημειωματάριο, ο χώρος της σύνθεσης και το φως που σχεδόν
τυπικά σκιάζει τα αντικείμενα δεν διεκδικούν τον ενθουσιασμό μας. Κάτι σαν
σκληρό χαρτόνι ακουμπάει στο τραπέζι και στηρίζεται στον τοίχο. Όλα μοιάζουν
αναντήρητες παραδοχές. Η πραγματικότητα! Του καλλιτέχνη, του γείτονα, του
καλεσμένου.
The souvenir (σουβενίρ). Το χέρι
και η κλειδαριά μαζί με τα κλειδιά μιας σκουρόχρωμης πόρτας. Δεν προσδιορίζεται
αν πρόκειται για την εσωτερική ή την εξωτερική της πλευρά. Το μικρό μπρελόκ
είναι η αφορμή για τον τίτλο του έργου. Ένα σύνθετο σύστημα κινήσεων και
σχέσεων, για το άνοιγμα και το κλείσιμο, την υποδοχή και τον αποκλεισμό. Το ναι
ή το όχι στο σύνορο του δημόσιου με τον ιδιωτικό χώρο, υπογραμμισμένα με τον ψεφτοφετιχισμό
των αντικειμένων. Σαν η απόφαση να είναι ζήτημα προσχημάτων.
The telephone (το τηλέφωνο). Το
ακουστικό ενός τηλεφώνου με έντονα εξεζητημένο βιομηχανικό σχεδιασμό και ένα
μέρος από το καλώδιό του. Το έργο ασκεί σκληρή κριτική. Οχι μόνο στον
παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο. Ασκεί σκληρή κριτική στην ανάγκη να κολακευτούμε και
να καταναλώσουμε με στυλ. Σε φαντασμαγορικά περιτυλίγματα. Παράλληλα αναφέρεται
με πικρό χιούμορ στην επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων καθώς και σε κάθε πρόοδο
την ώρα που στοιχίζεται στην γραμμή παραγωγής.
The toy (το παιχνίδι). Το
κάτω μέρος μιας ξύλινης καρέκλας ισορροπεί ή ταλαντεύεται επειδή το ένα από τα
τέσσερα πόδια της πατάει ένα μικρό πλαστικό ελάφι. Το πάτωμα είναι οπωσδήποτε
το ξύλινο παρκέ ενός αθηναϊκού διαμερίσματος. Πρόκειται για μια κατασκευή στα
όρια του παιχνιδιού με την φάρσα. Ίσως ο τίτλος να αναφέρεται στο σύνθετο και
ασταθές σύστημα ισορροπίας του συνόλου. Ίσως πάλι αρκεί ένα μικρό πλαστικό
ελάφι για να δούμε πού πατάμε.
Two pillows (δυο μαξιλάρια). Δύο
χαμηλά μαξιλάρια ακουμπισμένα σε ένα καναπέ. Ανεπιτήδευτη εικόνα, πολύ τρυφερή
με τον τρόπο που αποδίδονται οι υφές των υφασμάτων, τα σχέδιά τους αλλά και το
φως σε ολόκληρη τη σύνθεση. Ένας τόπος φιλόξενος, για ανάπαυλα και ξεκούραση.
Κυρίως όμως μια διαβεβαίωση πως ο αριθμός δύο είναι κοινωνικό μέγεθος. Κάτι σαν
το «θα ζήσουμε θείε Βάνια» που ακούγεται στον φινάλε.
The pedal break (το φρένο). Το κεντρικό πεντάλ ενός αυτοκινήτου. Σε πυκνό ορίζοντα ο εν δυνάμει χώρος
που αναλογεί στο τερματισμένο φρένο. Μια μηχανή για να κινούμαστε με κώδικα
κυκλοφορίας, σήματα και παραβάσεις. Όρια και ψυχικά φορτία σε μία πορεία που
φρενάρουμε.
Where angels fear to tread. Δύο κουρτίνες με τους
χαρακτηριστικούς μικρούς κρίκους κρέμονται από την ειδική μεταλλική ράβδο. Πάνω
από τις κουρτίνες ένα είδος τοίχου. Η σύνθεση μοιάζει γεμάτη από τις
υφασμάτινες πτυχώσεις αλλά και από τον οριζόντιο τοίχο. Είναι προφανής η
αναφορά σε διακοσμητικά μοτίβα με πτυχώσεις από την παράδοση της εκκλησιαστικής
εικονογραφίας. Εν τούτοις, το σημαντικότερο στοιχείο μοιάζει να ζωγραφίστηκε
χωρίς να φαίνεται. Η ιδέα του αέρα που κυκλοφορεί στα κενά είναι το θέμα του
έργου. Με τον τίτλο να αποστρέφεται κάθε μεταφυσική ο ανεμπόδιστος και ζωηρός
βηματισμός εναπόκειται στους ανθρώπους.
Floor (πάτωμα). Λεπτομέρεια από ένα αδρό, μαρμάρινο
πάτωμα. Με έντονη γεωμετρία και διαγώνιες ζώνες λευκού και μαύρου υλικού. Είναι
το μοναδικό έργο της έκθεσης που δεν παρουσιάζει φωτοσκιάσεις αλλά μεγάλη
ένταση στην απόδοση της υλικότητας. Πάτωμα τραχύ, σωστό στην κατασκευή του, με
εμφανείς τις φθορές του. Ίσως μας δείχνει τα επόμενα βήματα του καλλιτέχνη. Όσο
για τους θεατές, το έργο ολοκληρώνει, σχεδόν αφηρημένα, σχεδόν ακλόνητα, τις
αποχρώσεις μια ήσυχης ζωής.
Ο Νίκος Καναρέλης ανήκει στους νεότερους Έλληνες
καλλιτέχνες. Είναι τρυφερός, συγκαταβατικός, αυστηρός και ώριμος. Στο έργο του
υπολογίζει με ακρίβεια και την σπορά και το θερισμό. Ανοίγεται στον κοινωνικό
χώρο και φέρνει το βλέμμα του νέου ανθρώπου που γνωρίζει πως θα πληρώσει ακριβά
το μάρμαρο. Εκτός εάν το πάτωμα, αντί να πατηθεί, ψηλαφηθεί σε όλες του τις λεπτομέρειες.
Ο Ηλίας Παπαηλιάκης είναι εικαστικός καλλιτέχνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου