ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΑΡΑΤΑΣΟΥ
ΑΝΝΑ ΚΟΥΠΠΑΝΟΥ, Πραγμάτω(ν)ποίηση:
Βλέπουμε την θέα μόνοι, Εκδόσεις Μελάνι, σελ. 48
Βρήκα, με άλλα λόγια, ένα περικείμενο που μεταμορφώνεται
σε εξίσου ποιητικό κείμενο κάτι που ίσως σημαίνει πως αφ’ης στιγμής η γραφή αρχίσει
να διερευνά τη δυνητικότητά της, η τελευταία αποχαλινώνεται και μεταδίδει τη
λογική της σε όλα τα μέρη του κειμένου και της ανάγνωσης. Είναι αυτή ίσως η
διερεύνηση της δυνητικότητας που εξηγεί πώς τα ποιήματα της συλλογής τείνουν
προς την ποίηση ποιητικής, αν και οι
τρεις ενότητές της είναι διακριτές.
Η πρώτη περιλαμβάνει ποιήματα ανοικτών και κλειστών χώρων.
Οι εικόνες τους συνιστούν παραστάσεις του σώματος, του
λόγου και της ποίησης. Αυτή η αλυσίδα των νοηματικών μετατοπίσεων διακρίνεται
πολύ χαρακτηριστικά στο ποίημα «εκεί ήταν μόνο η έρημος…»: «[…] Και αποφασίστηκε
να γίνω / μες στην πυρά του
εργαστηρίου / βάζο διάφανο / που τρέμει στα βαριά τα βήματα / και στις απότομες κινήσεις». (σ. 13). Το ποιητικό υποκείμενο αποκρύπτει τη γνώση της χοϊκής σύστασής του·
αποδέχεται να αφεθεί στη διάλυση και να γίνει «βάζο διάφανο», ώστε η σάρκα, το
χοϊκό στοιχείο (ως φυσικοί χώροι) να τεχνουργηθούν στη γραφή, με το κείμενο να μεταποιεί την παράσταση του ποιήματος ή
του ποιητή ως υδρίας ή σκεύους. Η δεύτερη ενότητα περιλαμβάνει εννέα περί σωμάτων ποιήματα: Τα σώματα ενώνονται,
αναμειγνύονται, γεννούν, αλληλοκαταβροχθίζονται, κατασκευάζουν άλλες εκδοχές τους.
Τα όρια ανάμεσα στο μέσα και το έξω, ανάμεσα στον χώρο της φυσικής πραγματικότητας
και στον χώρο του ποιήματος διασαλεύονται, όπως στο ποίημα «“άσε με”, είπε»: « […] είναι μια
παράδοξη συνεύρεση / κι αίνιγμα της
φύσης / αλλά μόνο καθώς σε γεύεται
/ γεύεσαι κι εσύ την ομορφιά του // […]
και μπήκα μέσα του / κρατώντας τις παλάμες / σε θέση προσευχής / ευλαβικά περιμένοντας / τη
στιγμή της μετάληψης» (σ. 23). Ένας άνθρωπος
γίνεται βορά σαρκοβόρου άνθους. Μόνο που αυτή η “φύση” είναι μάλλον σκοτεινή παράσταση
της ρομαντικής μεταφοράς περί οργανικής τέχνης –άρα παράσταση μιας παράστασης––
που μεταποιεί την ίδια στιγμή δια της ποιητικής γραφής τον μεταφυσικό λόγο περί
μετάληψης. Στην τρίτη ενότητα περιλαμβάνονται ποιήματα γύρω από διάφορους
χρονικούς τρόπους με τα βασικά, στη συλλογή, στοιχεία της ποιητικής μεταποίησης
να επιμένουν: το χοϊκό και το υγρό, η σάρκα και ο (μεταφυσικός και κοινωνικός) λόγος
(ως σημασίας ολοκληρωτικά παρούσας στον εαυτό της).
Εξ άλλου η συλλογή αφηγείται πλήθος επεισοδίων όπου κάτι
ή κάποιος αλλάζει. Ορισμένα αλλόκοτα όντα αυτών των ποιημάτων μεταμόρφωσης είναι δυσάρεστα, αλλά χαμογελούν δήθεν
πρόσχαρα, άλλα είναι τερατώδη ή τραγικά, και άλλα απλώς συγκλονιστικά, όπως ο
άνθρωπος που γίνεται άγαλμα στο ποίημα «της
σιωπής», από την τρίτη ενότητα: «Άκουσα κάτι να στάζει. / Ήταν η σιωπή. Υγρό
μέταλλο. / Όταν μπήκα στο δωμάτιο / ήταν πια αργά. / Έκτισε τα πόδια μου / η
διαδικασία της πήξης. / Και η σιωπηρή / σταγόνα / με επικάλυψε / σε μία στάση /
που είχε προαποφασιστεί». Και το πιο αλλόκοτο πλάσμα είναι το
ποιητικό υποκείμενο που υποτυπώνει τη φιγούρα του Πυγμαλίωνα, την, κατεξοχήν,
κατά Hillis Miller, μεταφορά του καλλιτέχνη· όμως
ο Πυγμαλίωνας της Κουππάνου απορεί αν
υποκινεί ή υφίσταται τις μεταμορφώσεις του υλικού του.
Ο προσανατολισμός της συλλογής (που δεν μιλά για την
ποίηση αλλά τη φέρνει στο προσκήνιο και χτίζει παραστάσεις των στιγμών της)
δελεάζει την ανάγνωση στις δυνητικότητες που παράγει, ενώ σε αυτόν τον ποιητικό
τόπο εκτρέπει και τον κριτικό λόγο· έναν τόπο περιπλανήσης και πλάνης ανάμεσα
στην έννοια και το πράγμα, το γράμμα και το σχήμα, τη λέξη και την εικόνα, το
λέω και το δείχνω, τη φωνή και τη γραφή, τη δήλωση και την επιτέλεση. Αλλά η
περιπλάνηση και η πλάνη είναι το νερό στον μύλο της μυθοπλασίας, ακόμη ή ιδίως
όταν σκηνικό αποδεικνύεται το ποίημα, αντικείμενό της η ποιητική γραφή και οι μεταμορφώσεις της και ήρωες οι λέξεις, οι
παραστάσεις του λόγου και η συμβολική τους μνήμη και δύναμη.
Η Κατερίνα Καρατάσου είναι επίκουρη καθηγήτρια
Νεοελληνικής Φιλολογίας, Τμήμα Δασκάλων Πανεπιστημίου Frederick, Κύπρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου