23/8/14

Ποιος πραγματικά ήταν ο Λέων Τρότσκι;

ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΤΡ ΠΑΝΤΣΟΦ

Franz W. Seiwert, Die Aktion, 1923
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να γράψει κανείς γι’ αυτόν τον άνθρωπο. Η προσωπικότητά του είναι πολύπλοκη, πολύπλευρη, αντιφατική. Η δημιουργική του κληρονομιά είναι τεράστια. Μόνο για τα χρόνια 1924-1927, το δημοσιευμένο έργο του απλωνόταν ήδη σε δώδεκα τόμους (δεκατέσσερα βιβλία), και ήταν κάθε άλλο παρά πλήρες.
Αυτή τη στιγμή (1990) γίνονται προετοιμασίες στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας για τη δημοσίευση μιας ογδοντάτομης έως εκατοντάτομης συλλογής των έργων του. Η βιβλιογραφία των έργων που είναι αφιερωμένα σ’ αυτόν, και που, κατά κύριο λόγο, έχουν ετοιμαστεί και δημοσιευτεί στο εξωτερικό, αποτελείται επίσης από δεκάδες βιβλία και άρθρα. Αλλά αυτή δεν είναι παρά η μια πλευρά του ζητήματος. Η άλλη είναι το γεγονός ότι υπάρχουν πολλοί ανάμεσά μας, που επιμένουν να πιστεύουν ότι έχουν μάθει τα πάντα γι’ αυτόν τον άνθρωπο, παρόλο που δεν έχουν καθόλου υπόψη τους αυτό το άφθονο υλικό. Το λάθος, φυσικά, δεν βαραίνει τον αναγνώστη αλλά εκείνους που, ξεκινώντας από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, τον έθρεψαν με ψευτοθεωρητικά υποκατάστατα, προτιμώντας να θεμελιώσουν την κοινωνία όχι στη βάση της συναίνεσης, την οποία πετυχαίνει κανείς στην πορεία μιας ελεύθερης διαμάχης ανάμεσα σε συνεργάτες, αλλά ουσιαστικά, στη βάση των ιδεών των μπακουνικών εκδόσεων της Ένωσης Λαϊκών Αντιποίνων («Ναρόντναγια Ρασπράβα»), όπου, όπως γράφουν οι Κ. Μαρξ και Φ. Έγκελς, η σκέψη και η επιστήμη απαγορεύονταν ρητά για τη νεολαία ως «εγκόσμιες δραστηριότητες ικανές να σπείρουν αμφιβολίες απέναντι στην παν-καταστροφική ορθοδοξία».


Κακός δαίμονας

Το Σεπτέμβρη του 1988, η Πράβδα δημοσίευσε ένα άρθρο του Ντ. Α. Βολκογκόνοφ, που συμπέραινε ότι ο Τρότσκι «δεν ήταν εχθρός της επανάστασης και του σοσιαλισμού κατά τη διάρκεια των χρόνων της ενεργητικής του συμμετοχής» στο Κόμμα των Μπολσεβίκων. Οι συνθήκες της δολοφονίας του Τρότσκι, που οργάνωσε η Εν Κα Βε Ντε, έχουν τώρα γίνει ευρύτατα γνωστές στην ΕΣΣΔ από μισή δωδεκάδα άρθρων στις εφημερίδες. Ταυτόχρονα, σε σύγχρονα άρθρα για την ιστορία του μπολσεβικισμού, ο Τρότσκι ακόμα συχνά παρουσιάζεται σαν ένα είδος «κακού δαίμονα» που αγαπούσε περισσότερο το δικό του ρόλο στην Επανάσταση από την ίδια την Επανάσταση.
 
Ο Λένιν για τον Τρότσκι
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει κάτι που δεν ταιριάζει σ’ αυτό το σχήμα, ιδιαίτερα αν θυμηθούμε τα λόγια του Λένιν: «Ο σύντροφος Τρότσκι... είναι ίσως ο πιο ικανός άνθρωπος στην σημερινή Κεντρική Επιτροπή».
Τον Ιούλη του 1919 για παράδειγμα, ο Λένιν με δική του πρωτοβουλία, που αντανακλούσε τη μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και υποστήριξη, του έδωσε μια λευκή φόρμα, ένα είδος διαταγής. Σ’ αυτή τη φόρμα, ο Τρότσκι μπορούσε να γράψει όποια απόφαση θεωρούσε αναγκαία, και ο Λένιν την ενέκρινε εκ των προτέρων, όπως βεβαίωνε με την υποσημείωση που είχε γράψει στο κάτω μέρος της φόρμας: «Σύντροφοι! Γνωρίζοντας τον αυστηρό χαρακτήρα των διαταγών του Συντρόφου Τρότσκι, είμαι τόσο πεπεισμένος –απόλυτα πεπεισμένος– για την ορθότητα, τη σκοπιμότητα και την αναγκαιότητα της διαταγής που έκδοσε ο Σύντροφος Τρότσκι προς το συμφέρον της υπόθεσής μας, που υιοθετώ απόλυτα αυτή τη διαταγή. Β. Ουλιάνοφ (Λένιν)».
Μπορούσε ο Λένιν να είναι τόσο κοντόφθαλμος; Έχοντας διεξαγάγει τόσο συχνά πολεμική με τον Τρότσκι, γιατί να του δίνει τόσο λαμπρές συστάσεις στο γράμμα που έγραψε πριν το θάνατό του; Έχοντας εστιάσει την προσοχή του στα αρνητικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του Τρότσκι («έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό του και παρασύρεται πολύ από την καθαρά διοικητική πλευρά των πραγμάτων») και παρά τις αναφορές του στον μη-μπολσεβικισμό του Τρότσκι –δηλαδή, το μεγάλο χρονικό διάστημα που ο Τρότσκι ήταν έξω από το Μπολσεβίκικο Κόμμα στην προ-Οκτωβριανή περίοδο, γιατί να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο ότι η μη μπολσεβίκικη προέλευση του Τρότσκι «δεν μπορεί να του καταλογιστεί σαν προσωπική κατηγορία»;
Γιατί ο Λένιν, έχοντας, προς το τέλος της ζωής του μια έντονη αίσθηση του κινδύνου του γραφειοκρατικού εκφυλισμού της εξουσίας (ιδιαίτερα σε σχέση με την πασίγνωστη «Υπόθεση της Γεωργίας»), στράφηκε στον Τρότσκι για υποστήριξη –προτείνοντάς του, πράγματι, το σχηματισμό ενός μπλοκ– και όχι στον οποιονδήποτε;
Ας σημειώσουμε ότι παρ’ όλο που στη ζέση της πολεμικής ο Λένιν συχνά είχε χαρακτηρίσει τον Τρότσκι με καθόλου κολακευτικούς όρους, φαίνεται ότι διατήρησε σ’ όλη του τη ζωή την πρώτη του εντύπωση για τον Τρότσκι ως ένα πολύ δραστήριο και ικανό εργάτη. Αυτό αποδείχνεται όχι μόνο από το «Γράμμα στο Συνέδριο» του Λένιν, αλλά κι από το γράμμα της Κρούπσκαγια προς τον Τρότσκι, που το έγραψε λίγες μέρες μετά το θάνατο του Λένιν, στις 29 του Γενάρη 1924. Ένα αντίγραφο αυτού του γράμματος, που ο Τρότσκι το συνέκρινε προσωπικά με το πρωτότυπο, δημοσιεύτηκε πρόσφατα στις ΕΠΑ από τον Γιου. Γκ. Φελστίνσκι (Πανεπιστήμιο Στάνφορντ). Το παραθέτουμε ολόκληρο εδώ: «Αγαπητέ Λεβ Νταβίντοβιτς, σας γράφω για να σας πω ότι περίπου ένα μήνα πριν πεθάνει, ο Βλαντιμίρ Ιλιτς εξέταζε το μικρό σας βιβλίο, και σταματώντας στο σημείο που χαρακτηρίζετε τον Μαρξ και τον Λένιν, μου ζήτησε να του διαβάσω αυτό το απόσπασμα. Άκουσε πολύ προσεκτικά και στη συνέχεια το ξαναδιάβασε μόνος του. Και να κάτι άλλο που θέλω να σας πω: η εντύπωση που σχημάτισε ο Β. Ι. για σας όταν ήρθατε από τη Σιβηρία να μας δείτε στο Λονδίνο, δεν άλλαξε ποτέ μέχρι το τέλος της ζωής του. Λεβ Νταβίντοβιτς, σας εύχομαι υγεία και δύναμη και σας φιλώ με αγάπη. Ν. Κρούπσκαγια».

Από τον «πολεμικό κομμουνισμό» στη ΝΕΠ
 
Γιατί ο Λένιν στα τέλη του Νοέμβρη 1922 θεώρησε ουσιαστικό να στείλει ένα τηλεγράφημα στον Τρότσκι όπου έλεγε ιδιαίτερα: «Διάβασα τις θέσεις σας που αφορούν την ΝΕΠ (Νέα Οικονομική Πολιτική) και τις βρήκα γενικά καλές. Ορισμένες διατυπώσεις είναι εξαιρετικά κατάλληλες, αλλά μερικά σημεία μου φαίνονται συζητήσιμα. Θα σας συμβούλευα να τις τυπώσετε πρώτα στις εφημερίδες και μετά, κάποια στιγμή να τις ανατυπώσετε σε μπροσούρα. Με την προσθήκη ορισμένων σχολίων, θα ήταν ιδιαίτερα αξιόλογες για την πληροφόρηση του κοινού στο εξωτερικό σχετικά με την Νέα Οικονομική Πολιτική μας».
Κι όμως, αυτό το τηλεγράφημα στάλθηκε στον Τρότσκι, που στη συνείδησή μας σταθερά ενσωμάτωνε την πολιτική του «μιλιταριστικού σοσιαλισμού»! Και αφορά την κατανόηση της ουσίας της ΝΕΠ, που οι πλατιές μάζες των κομματικών μελών έβρισκαν εξαιρετικά δύσκολο να συλλάβουν. Υπήρχαν σίγουρα διαφωνίες, αλλά στα θεμελιακά ζητήματα η πολιτική του Λένιν και του Τρότσκι ήταν ταυτόσημη.
Το Φλεβάρη του 1920, ο Τρότσκι ήταν στα Ουράλια, επιθεωρώντας την οικονομική δουλειά. Επιστρέφοντας στη Μόσχα, στις 20 Μάρτη υπέβαλε στην Κεντρική Επιτροπή ένα «προσχέδιο» –απευθυνόμενο στον Λένιν, τον Ν. Ν. Κρεστίνσκι, τον Ν. Ι. Μπουχάριν και τον Λ. Μπ. Κάμενεφ– «σκέψεων που αφορούν την επισιτιστική πολιτική» όπου διατύπωνε την ιδέα της αντικατάστασης της αναγκαστικής επίταξης των τροφίμων με το φόρο σε είδος. Σ’ αυτό το ντοκουμέντο που είχε τον τίτλο «Βασικά Ζητήματα Πολιτικής για τα Τρόφιμα και τη Γη», έγραφε:
«Σε κάθε περίπτωση, είναι φανερό ότι η σημερινή πολιτική της επίταξης τροφίμων σε αντιστοιχία με τις νόρμες, η συλλογική ευθύνη στη σπορά, και η ίση διανομή των βιομηχανικών αγαθών τείνει να μειώνει την αγροτική παραγωγή και να σκορπίζει το βιομηχανικό προλεταριάτο και τελικά απειλεί να υπονομεύσει την οικονομική ζωή της χώρας».
Από την άλλη, στις κεντρικές επαρχίες, σύμφωνα με τον συγγραφέα, ήταν δυνατό να συμπληρωθεί «η αναγκαστική επίταξη βάσει της σποράς, με την αναγκαστική επίταξη βάσει της οργωμένης γης και της καλλιέργειας γενικά» και επίσης ήταν δυνατό να «συγκροτηθούν κρατικά αγροκτήματα πιο πλατιά, πιο σωστά και με πιο επιχειρηματικό τρόπο». Όμως, πρέπει να έχουμε στο νου, ότι όλα αυτά συνέβαιναν στο αποκορύφωμα του Πολεμικού Κομμουνισμού, ένα χρόνο πριν τη στροφή στην Νέα Οικονομική Πολιτική. Επίσης είναι χαρακτηριστικό πόσο προσεκτική είναι η διατύπωση του συνοδευτικού σημειώματος: Το υλικό που είχε υποβληθεί «δεν είναι ένα σχέδιο θέσεων που πρέπει να ανακοινωθεί, αλλά μόνον ένα προσχέδιο που τίθεται υπόψη της Κεντρικής Επιτροπής. Αν θα μπορούσε να επιτευχθεί συμφωνία η διατύπωση θα πρέπει να είναι ουσιωδώς διαφορετική».
Η Κεντρική Επιτροπή απέρριψε τις προτάσεις του Τρότσκι με 11ψήφους έναντι τεσσάρων. Ο Λένιν επίσης δεν τις υποστήριξε. Αφού ούτε ο ίδιος είχε ακόμη πεισθεί πλήρως για την ορθότητα των συμπερασμάτων του, ο Τρότσκι έμεινε ευχαριστημένος με τα αποτελέσματα της συζήτησης και μαζί με άλλους θεωρητικούς του Κόμματος, συμπεριλαμβανομένου του Μπουχάριν, συνέχισε την θεωρητική αναζήτηση ενός άμεσου δρόμου προς το σοσιαλισμό, χρησιμοποιώντας τις μεθόδους που ήταν γενικά αποδεκτές στο Κόμμα εκείνη την εποχή: «στρατιές εργασίας», μη οικονομικός καταναγκασμός, και άλλα τέτοια. Αυτό γέννησε επίσης την αντίληψη της «ενσωμάτωσης των συνδικάτων στο κράτος (ογκοσουντάρστβλενιε)», μια αντίληψη που ήταν αναμφίβολα λαθεμένη, αν την δει κανείς στο πλαίσιο της ΝΕΠ, αλλά που απέρρεε αναπόφευκτα από το σύστημα του Πολεμικού Κομμουνισμού. Ο Λένιν την υπέβαλε σε κριτική στα τέλη του 1920 και τις αρχές του 1921 – την εποχή ακριβώς που και ο ίδιος άρχισε να αισθάνεται την αναγκαιότητα των αλλαγών στην οικονομική πολιτική. Ο Τρότσκι επίσης, αποδεχόμενος την ΝΕΠ ως μια μέγιστη αλλαγή στις μεθόδους οργάνωσης της σοσιαλιστικής οικονομίας, σύντομα απέρριψε αυτή την αντίληψη. «Στο βαθμό που η νέα πορεία στην οικονομική πολιτική συνίσταται στην λειτουργία ενός σημαντικού αριθμού επιχειρήσεων σε εμπορική βάση και, μέσα σε ορισμένα όρια, στην αποκατάσταση της ελεύθερης αγοράς», έγραφε τον Αύγουστο του 1921, «όχι μόνο πρέπει να εμποδιστεί η ενσωμάτωση των συνδικάτων στο κράτος αλλά μάλιστα πρέπει να τους δοθεί μια ώθηση προς την αντίθετη κατεύθυνση».
Ξεκινώντας το 1921, ο Τρότσκι ασχολήθηκε ενεργητικά με την επεξεργασία των θεωρητικών και πρακτικών προβλημάτων της ΝΕΠ, εστιάζοντας ιδιαίτερα την προσοχή του στα προβλήματα του συσχετισμού του πλάνου και της αγοράς, της εντατικοποίησης της αποτελεσματικότητας της παραγωγής, του περιορισμού του βασικού κόστους των βιομηχανικών αγαθών, του κορεσμού την αγοράς και της ενίσχυσης του κρατικού τομέα της οικονομίας.
Ποτέ δεν επέστρεψε στις ιδέες του Πολεμικού Κομμουνισμού. Αντίθετα, συγκρατούσε εκείνους που πίστευαν ότι μπορούσε να δοθεί ώθηση στη οικονομία με τη χρήση των μεθόδων του Πολεμικού Κομμουνισμού. «Τέτοιου είδους ακραία μέτρα μπορούν να φέρουν αποτελέσματα, για συγκριτικά σύντομη περίοδο», τόνιζε σ’ ένα γράμμα του –ο παραλήπτης δεν είναι γνωστός– με ημερομηνία 21 Σεπτέμβρη, 1926, «όταν οι μάζες αισθάνονται ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Σε συνθήκες μακροπρόθεσμης οικοδόμησης του σοσιαλισμού, όμως, η εργασιακή πειθαρχία πρέπει διαρκώς να αναζητά υποστήριξη στην πρωτοβουλία των εργατών και στο αυξανόμενο ενδιαφέρον τους απέναντι στα αποτελέσματα της ίδιας τους της εργασίας... Η γενική πορεία μας δεν πρέπει να προσανατολίζεται προς την πίεση και το ‘σφίξιμο των λουριών’ αλλά προς την πρωτοβουλία και το προσωπικό ενδιαφέρον των εργαζομένων προς τη συλλογική παρακολούθηση της άποψης των κοινοτήτων τους, προς τη σωστή οργάνωση της παραγωγής και τα λοιπά».
Βαθμιαία στη θεωρητική του ανάλυση έδωσε όλο και μεγαλύτερη προσοχή σε προβλήματα εκδημοκρατισμού της εσωκομματικής ζωής, προβλήματα που γίνονταν περισσότερο επείγοντα όσο αύξαινε ο κίνδυνος του γραφειοκρατικού εκφυλισμού του κόμματος και του κρατικού μηχανισμού. Έγινε δυσκολότερο να προστατευτεί το Κόμμα ενάντια στην εισροή στοιχείων με ανεπαρκή εκπαίδευση, τόσο θεωρητική όσο και πολιτική. Στα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου ήταν συχνά αναγκαίο να δέχεται κανείς στο κόμμα όποιον πάλευε με αυταπάρνηση για την σοβιετική εξουσία. Το 1922, σύμφωνα με τα στοιχεία της κομματικής απογραφής, το 92,7% των μελών του ΡΚΚ(μπ.) ήταν στη πραγματικότητα ημι-αναλφάβητα. Κομματικά μέλη που είχαν απομνημονεύσει μηχανικά λίγες μαρξιστικές φράσεις, δεν είχαν φυσικά την ικανότητα να κάνουν δημιουργική δουλειά. Η κατάσταση έγινε ακόμα πιο δύσκολη μετά το τέλος του πολέμου. Ανήσυχος ο Λένιν, σχολίασε την πραγματική πίεση που εξασκούσαν εκείνοι που είχαν κυριευτεί από τον γιγάντιο «πειρασμό να προσχωρήσουν στο κυβερνών Κόμμα».
Η κατάσταση επιδεινώθηκε από το γεγονός ότι στη Ρωσία δεν είχε ακόμα διαμορφωθεί μια κοινωνία πολιτών. Τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού αποτελούσε η ημι-πατριαρχική αγροτιά που στερούνταν οποιασδήποτε δημοκρατικής παράδοσης. Οι τυφλές, ημι-αναλφάβητες μάζες συνηθισμένες να υπακούουν, έψαχναν και βρήκαν τον δικτάτορά τους, ενσαρκωμένο στην κομματική-σοβιετική γραφειοκρατία. Και αυτή η γραφειοκρατία απέκτησε τον ηγέτη της. Αυτός ο ηγέτης ήταν ο Στάλιν.
Ο πρώτος στην ηγεσία του ΡΚΚ(μπ.) που συνειδητοποίησε τον πραγματικό κίνδυνο του γραφειοκρατικού εκφυλισμού ήταν ο Λένιν, όπως φαίνεται στα άρθρα και τα γράμματά του, του 1922 και του 1923. Και ήταν επίσης το πρώτο θύμα της γραφειοκρατίας στην έφοδό της προς την απεριόριστη εξουσία. Άρρωστος, εξαναγκάστηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό. Νεκρός, μετατράπηκε σε εικόνισμα. Το δεύτερο θύμα ήταν ο Τρότσκι, τον οποίον ο Λένιν έβλεπε σαν σύμμαχό του στην πάλη ενάντια στη γραφειοκρατία.
Το πρώτο βήμα στην πάλη της γραφειοκρατίας ενάντια στον Τρότσκι ήταν ο μυστικός σχηματισμός του μπλοκ τριών άλλων μελών του Πολιτικού Γραφείου – Ζινόβιεφ, Κάμενεφ και Στάλιν. Κανένας από αυτούς δεν μπορούσε να συναγωνιστεί ατομικά τον Τρότσκι, ούτε από άποψη δημοτικότητας ούτε ως προς το επίπεδο θεωρητικής εκπαίδευσης. Αυτή η τριανδρία, επωφελούμενη της αρρώστιας του Λένιν, στην πάλη της να απομονώσει τον Τρότσκι, μπλοκάρισε ουσιαστικά κάθε δυνατότητα να παρθούν δημοκρατικές αποφάσεις στα ανώτατα επίπεδα του Κόμματος. Στο ΡΚΚ(μπ.) και στην Κόμιντερν ταυτόχρονα, ξεκίνησε μια εκστρατεία δυσφήμισης του Τρότσκι (πολύ προσεκτική και καμουφλαρισμένη).

«Για μια Σοσιαλιστική Πατρίδα; Ναι! Για τη σταλινική πορεία; Όχι!»

Ο Τρότσκι δεν πάλευε ενάντια στη Χώρα των Σοβιέτ αλλά ενάντια στη σταλινική γραφειοκρατία, που είχε σφετεριστεί τους καρπούς του Οκτώβρη· δεν αντιπάλευε το λαό που πίστευε ότι οικοδομούσε τον πραγματικό σοσιαλισμό, αλλά εκείνους που εξαπατούσαν το λαό. Μέχρι το θάνατό του παρέμεινε προσηλωμένος στο κάλεσμα με το οποίο έκλεισε το λόγο του στην Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής και της Κεντρικής Εξελεγκτικής Επιτροπής το 1927: «Για μια Σοσιαλιστική Πατρίδα; Ναι! Για τη σταλινική πορεία; Όχι!».
Κήρυκας της Επανάστασης, ήρωας του Οκτώβρη, οργανωτής του Κόκκινου Στρατού, ο υπ’ αριθμόν δύο (μετά τον Λένιν) στην ηγεσία του Κόμματος, άνθρωπος εξαιρετικά δημοφιλής στις μάζες – έτσι ήταν γνωστός ο Τρότσκι στη Σοβιετική Ρωσία μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1920. «Κρατούσε διπλά βιβλία», «μικροαστός συνθηκολόγος», «ένας αντισοβιετικός που διείσδυσε στο Κόμμα με μόνο στόχο να το καταστρέψει» –αυτή είναι η εικόνα του Τρότσκι που σέρβιραν στο λαό οι σταλινικοί.
Αλλά ο Τρότσκι ήταν και παρέμεινε ένας επαναστάτης, πρακτικά ο μόνος ανάμεσα στους πιο στενούς συντρόφους του Λένιν, που ποτέ, μέχρι το τέλος της ζωής του, δεν έσκυψε το κεφάλι στη δικτατορία του Στάλιν. «Δεν είναι ανάγκη για άλλη μια φορά να απορρίψω τις ανόητες και φτηνές συκοφαντίες του Στάλιν και των πρακτόρων του. Δεν υπάρχει ούτε ένα στίγμα στην επαναστατική μου τιμή», έγραφε στη «Διαθήκη» του λίγους μήνες πριν δολοφονηθεί.

«Ποτέ ούτε άμεσα ούτε έμμεσα δεν έκανα οποιουδήποτε είδους συμφωνίες ούτε καν διαπραγματεύσεις στα παρασκήνια με τους εχθρούς της εργατικής τάξης. Χιλιάδες αντίπαλοι του Στάλιν έχουν εξοντωθεί, θύματα των ίδιων ψεύτικων κατηγοριών. Οι νέες επαναστατικές γενιές θα αποκαταστήσουν την πολιτική τους τιμή και θα δώσουν στους χασάπηδες του Κρεμλίνου αυτό που τους αξίζει...»

Δεν υπάρχουν σχόλια: