ΤΟΥ
ΓΙΑΝΝΗ ΤΣΙΡΜΠΑ
ΜΙΣΕΛ
ΦΑΪΣ, Aegypius
Monachus, 2013,
Εκδόσεις Πατάκη
Το
πρώτο πράγμα που αντιλαμβάνεται κάποιος διαβάζοντας ένα βιβλίο είναι η ιστορία
του, η πλοκή του. Είναι το ευκολότερο πράγμα που μπορεί να εισπράξει κανείς
διαβάζοντας. Το πρώτο επίπεδο.
Το
Aegypius
Monachus
του
Μισέλ Φάις, το οποίο επανεκδόθηκε πρόσφατα, μπορεί να είναι μεν πολυεπίπεδο,
αλλά δεν έχει αυτό το πρώτο επίπεδο, της ιστορίας και της πλοκής. Ο αφηγητής
παραθέτει μεν σπαράγματα του παρελθόντος, στιγμιότυπα της παιδικής ηλικίας,
εικόνες ερωτικών συνευρέσεων, απόηχους μύχιων σκέψεων, τα οποία όμως δεν
συνδέονται για να φτιάξουν μια συνεκτική ιστορία. Συνδέονται για να φτιάξουν
ένα ψυχικό τοπίο. Ας μην παρερμηνευτεί όμως αυτό ως απουσία δομής. Αντίθετα, ο
Φάις είναι εραστής της αυστηρής δομής, της μουσικότητας του κειμένου, της
έντασης των επαναλήψεων, στοιχεία διάχυτα μέσα στο κείμενο. Θα μπορούσε να
ισχυριστεί κανείς ότι για το Φάις η απουσία πλοκής είναι η πιο αυστηρή δομή από
όλες. Γιατί κάθε ραχοκοκκαλιά σπάει. Έχει ένα αδύναμο σημείο, μια γήινη, υλική
καμπή. Το Aegypius
Monachus
δεν έχει ραχοκοκκαλιά για να σπάσει κανείς.
Ο
Μαυρόγυπας, η ελληνική ονομασία του Aegypius, δεν υπακούει γενικά σε κανέναν από τους
κλασικούς νόμους της αφήγησης: δεν υπάρχει αληθοφάνεια, τουλάχιστον όχι με την
παραδοσιακή έννοια, δεν υπάρχει έκπληξη, δεν υπάρχει αγωνία, δεν υπάρχει
ενότητα. Όλα αυτά δεν υπάρχουν γιατί δεν χρειάζεται να υπάρξουν. Όχι σε αυτό το
βιβλίο. Αυτό το βιβλίο είναι άυλο, όπως και η γραφή του.
Τι
υπάρχει όμως τελικά σε αυτό το άυλο βιβλίο; Υπάρχει ο χώρος: όχι τοπογραφικός,
γεωγραφικός χώρος, αλλά ψυχικός χώρος. Ο χώρος της ψυχής, της μνήμης, του
πόνου, του τραύματος, της φαντασίωσης. Και υπάρχει και ο χρόνος. Ή μάλλον
υπήρξε: είναι η μνήμη του παρελθόντος. Η μνήμη των αναμνήσεων, που γράφει κάπου
ο ποιητής. Μια ηχώ. Ακόμα και το παρόν όμως, ακόμα και το μέλλον, αντιμετωπίζονται
ως μνήμη. Το μέλλον ως τετελεσμένο. Άλλωστε, δεν είναι τυχαία η ταλμουδική ρήση
με την οποία ο συγγραφέας επιλέγει να ανοίξει το βιβλίο του, «ότι είναι να καεί, έχει ήδη καεί».
Συνήθως,
η διάσταση που τονίζεται σχετικά με το Μαυρόγυπα είναι η ποιητική και ρομαντική
του: πρόκειται για ένα πτηνό που απομονώνεται αν πεθάνει το ταίρι του, που δεν
ζευγαρώνει ποτέ ξανά, μέχρι να πεθάνει. Ένα ον ιδεοτυπικά, απόλυτα μονογαμικό. Η
πιο ενδιαφέρουσα διάσταση του Μαυρόγυπα όμως και αυτή που ενδεχομένως οδήγησε
το συγγραφέα να χρησιμοποιήσει το όνομά του για τίτλο του βιβλίο του δεν είναι
αυτή: το πιο ερεθιστικό χαρακτηριστικό του είναι ότι είναι «ζώο τρώγο
ακαθαρσίες». Με άλλα λόγια, μια ύπαρξη που τρέφεται με ψοφίμια. Στη Wikipedia διαβάζει
κανείς «από όλους τους γύπες, ο
Μαυρόγυπας είναι ο καλύτερα εξοπλισμένος για να σκίζει σκληρά δέρματα σφαγίων
χάρη στο ισχυρότατο ράμφος του. Μπορεί ακόμη και να σπάζει μικρά οστά, όπως
εκείνα των πλευρών, για να έχει πρόσβαση στην κυρίως σάρκα. Οι Μαυρόγυπες
κυριαρχούν έναντι άλλων «καθαριστών» στην επικράτειά τους, όπως το όρνιο ή
άγρια αρπακτικά του εδάφους, όπως οι αλεπούδες και, πάντοτε τρώνε πρώτοι…»
Αυτό
κάνει λοιπόν ο Φάις στο βιβλίο του. Έχοντας αναπτύξει ένα ισχυρότατο λογοτεχνικό
ράμφος, σπάζει και τα πιο δυνατά οστά της μνήμης, φτάνοντας στην κυρίως σάρκα
της. Όταν δε φεύγει από αυτή, αφού την έχει «περιποιηθεί» λογοτεχνικά, αυτό που
μένει είναι μια εκκωφαντική σιωπή. Το κουφάρι μιας μνήμης που κείται ακόμα
εφιαλτικότερο από το ίδιο το γεγονός που τη γέννησε.
Εδώ
βέβαια δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι, όπως έχει πολλές φορές δηλώσει, ο ίδιος
ο Φάις λειτουργεί ως Μαυρόγυπας κατά τη διαδικασία συλλογής του πρωτογενούς υλικού
του: μαζεύει φράσεις τυχαίων ανθρώπων, επιφωνήματα, θραύσματα ιστοριών χωρίς
πρόσωπο. Το αυτί του Φάις δουλεύει ακατάπαυστα, ακριβώς όπως το ράμφος του
Μαυρόγυπα.
Έτσι,
η κυριότερη διάσταση του Μαυρόγυπα, μέσω αυτού του αδιάκοπου ραμφίσματος στη
μνήμη, είναι η αυτοβιογραφική. Ο συγγραφέας παρατηρεί πρώτα από όλα τον εαυτό
του και αυτοβιογραφείται ανελέητα. Αυτοσαρκάζεται φτάνοντας στο μη περαιτέρω,
με πικρό χιούμορ, με αδυσώπητη τρυφερότητα, αυτοσχεδιάζοντας. Κυρίως όμως
αποκαθηλώνοντας κάθε υποψία ιερότητας του εαυτού, κάθε ψήγμα αισθητικής ή άλλης
υπεροχής. Φόβοι, εμμονές, φαντασιώσεις, ερωτικές εμπειρίες, οικογενειακά
δράματα με κυρίαρχη τη φιγούρα της μάνας- ο Φάις είναι πιο ειρηνικός με την
εικόνα του πατέρα- αποκαλύπτονται πρώτα στο συγγραφέα και εν συνεχεία στον
αναγνώστη. Σημαντικό εργαλείο εδώ είναι η παρενδυσία και η διαρκής χρήση
αντιθέσεων. «Η ευτυχία είναι καρναβάλι της δυστυχίας», γράφει κάπου.
Κάπου
εκεί αρχίζουν και οι αναπόφευκτες αντανακλάσεις στον αναγνώστη. Χωρίς καλά καλά
να το καταλάβει, αρχίζει να αυτοβιογραφείται ο ίδιος. Και μοιράζεται με το
συγγραφέα ένα μέρος του πόνου της γραφής. Πόνος που συμπυκνώνεται σε μια άλλη
εμβληματική φράση του βιβλίου: «θα γράψεις το βιβλίο που θα σε σώσει από το
γράψιμο». Το Aegypius
δεν
είναι λοιπόν ένα βιβλίο που αφήνει τον αναγνώστη ήσυχο ή που τον ψυχαγωγεί. Ο
Φάις, βάζοντας τον λογοτεχνικό εαυτό του μπροστά στον εαυτό του, βάζει τον
αναγνώστη, αναπόδραστα, επίσης μπροστά στον εαυτό του. Σε στιγμές το βιβλίο
είναι τόσο ψυχικά αληθινό που γίνεται συγκλονιστικό. Εν τέλει, το συγκεκριμένο έργο
του Φάις, αποτελεί μια ιδεοτυπική περίπτωση μιας πολύ συγκεκριμένης λογοτεχνικής
ανάγκης και αναγνωστικής αίσθησης: να γράφουμε και να διαβάζουμε για αυτό που
μας καίει.
Ο
Γιάννης Τσίρμπας είναι συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου