28/6/14

Η Εκκένωση

ΤΗΣ ΤΖΙΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗ

I have a monkey diver, 2013,
Λαδομπογιά
σε ξύλο, 20 x 17 εκ.
Αρχίζω από το τέλος του έργου που μας επιστρέφει πίσω στην ιδρυτική αρχή: στο δίκαιο των φοβερών Ερινύων, στην αιματηρή Μητέρα - Νύχτα που κυριεύει τη σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών για να βασιλεύσει, μέχρι νεοτέρας, εις τους αιώνας των αιώνων. Προσπερνώ το γεγονός ότι αυτά τα νοσηρά μυθολογήματα γεννήθηκαν από ανδρικές κεφαλές και αναπαράγονται ως σήμερα ξανά και ξανά, και ξανά....Αντιπαρέρχομαι το γεγονός ότι μόλις ανοίξει η μήτρα του σκότους, θα ξεπεταχτεί ξανά από εκεί ένας θεός, τρελαμένος από το «φθόνο του αιδοίου», ο διαβόητος Ζευς, ο οποίος, αφού γεννήσει από την κεφαλή του μια κόρη, θα διατάξει να ξαναρχίσουν πάλι όλα από την αρχή σε ένα ατελεύτητο, βίαιο «περί δικαίου» «γύρω-γύρω ρόντο».
Τα προσπερνώ αυτά και στρέφομαι στο Νίτσε – μια από τις εξέχουσες πατρικές μορφές στο έργο του φίλου μου Δημήτρη Δημητριάδη, που και στο έργο αυτό, την Εκκένωση, του πρόσφερε, κατά την ταπεινή μου γνώμη, τη θεμελιακή δομή του έργου. Συγκεκριμένα, την τραυματική έξοδο του Όντος από το Είναι με την ταυτόχρονη γέννηση της Τραγωδίας, που μαρτυρά τις περιπέτειες, τα παθήματα, τα τρομακτικά του ανομήματα, τον ατέρμονο «μηρυκασμό της μνήμης που τρέφει τη μνησικακία και την εκδίκηση», όπως γράφει ο Νίτσε στους Ανεπίκαιρους Στοχασμούς, και μαζί την αγιάτρευτη νοσταλγία του για επιστροφή στη σκοτεινή μήτρα της λήθης: στο αδιαφοροποίητο Είναι. Το νιτσεϊκό δίπολο μεταφρασμένο στη σύγχρονη, φροϊδική εκδοχή του: το ένστικτο του θανάτου κόντρα στο ένστικτο της ζωής . «Αποθανείν θέλω», λέει και ξαναλέει η δυστυχής Σίβυλλα.

Τώρα, αν νομίζει κανείς ότι είναι εύκολο να αποδοθεί δραματικά αυτός ο νόστος του όντος πίσω στο αδιαφοροποίητο Είναι, και μάλιστα στο παρά πέντε του βιώσιμου χρόνου του, πλανάτε. Ιδιαίτερα, αν λάβει υπόψη του ότι καθώς το ον και η τραγωδία εμφανίστηκαν μαζί στη σκηνή του κόσμου, τότε, αυτός που θα αναλάβει το θεατρικό αυτό άθλο, θα πρέπει να συμπυκνώσει σε θεατρικό χρόνο μηδέν όχι μόνο την μακραίωνη πορεία του όντος από την ακμή στην παρακμή, ως το σημείο της πλήρους εξάντλησης και της ψυχικής κατάρρευσής του από τη νεύρωση της καταναγκαστικής επανάληψης, αλλά ταυτόχρονα και την πτωτική πορεία του κατεξοχήν λογοτεχνικού είδους που το εξέφρασε, της τραγωδίας: την κατακρήμνιση της από την δομική Ποιητική του Αριστοτέλη και το καντιανό Υψηλό, στην κοινότοπη πεζότητα του μικροαστικού νατουραλισμού και του φλύαρου ψυχολογισμού. Ακόμα και την αγοραία πλέον σύμβαση της αυτοαναφορικότητας, το περίφημο «θέατρο εν θεάτρω» θα πρέπει να αποδομήσει - προκειμένου να μην κατηγορηθεί ότι πέφτει σε αντίφαση – και να προστρέξει στο ευφυές εύρημα της ενσωμάτωσης των όρων της μίμησης, δηλαδή, το κατά Ντεριντά μη-υπαρκτό εκτός κειμένου να υπάρξει εντός κειμένου ως το άλλο του κειμένου, όπως βλέπουμε να επιτελείται στην Εκκένωση.
Γιατί, αν οι έξη χαρακτήρες που αναζητούσαν Συγγραφέα βρήκαν τον Πιραντέλλο και χώθηκαν στο θέατρο, εδώ, οι μάσκες των Ατρειδών, ως μεταμοντέρνα ανθρωπάρια προς άγραν της «αυθεντικής» τους ταυτότητας –επιθυμώντας διακαώς να αποφυλακιστούν από τα κρατητήρια του αισχυλικού κειμένου και των αναρίθμητων παραστάσεών του, προστρέχουν στο Δημητριάδη. Ο οποίος και δεν δίστασε να αναλάβει τον ηράκλειο αυτό άθλο, ώστε να τους οδηγήσει στην κρίσιμη εκείνη στιγμή του επιθανάτιου ρόγχου της εξευτελισμένης πλέον τραγωδίας, και του εξουθενωμένου όντος. Στιγμή κατά την οποία αναπόφευκτα επικρατεί στη σκηνή μια φρενιτιώδης σύγχυση: όλα τα σύνορα καταπατώνται, όλα τα αντίθετα αντιστρέφονται, οι διακριτοί ρόλοι καταλύονται, τα θεατρικά είδη συνεφαπτόμενα διαλύονται, και τα πάντα ανακατεύονται μέσα στο σπειροειδή στροβιλισμό ενός κοσμικού μίξερ! Για να επιστρέψουν επιτέλους ως πολτός στο ποθητό, αδιαφοροποίητο Είναι, στα τάρταρα της Λήθης! «Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε την πίκρα της ζωής...» επιβεβαιώνει ο Μαβίλης.
Τεράστια πράγματι η πρόκληση αυτού του κατορθώματος το οποίο, σε πείσμα του Προμηθέα, ανέλαβε ο Δημητριάδης. Εκπροσωπώντας εδώ, στον ξεχαρβαλωμένο τούτο κόσμο, τις ξαδέλφες μου τις Ερινύες, του μεταφέρω τον έπαινο και τα θερμότερα των συγχαρητηρίων τους: γιατί δεν είναι το δέος και το έλεος, αλλά η εκκένωση που εξασφαλίζει την κάθαρση!
                                              
*Εκφωνήθηκε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στις 10 Οκτωβρίου 2013 στη συζήτηση που ακολούθησε το αναλόγιο του έργου Η Εκκένωση του Δημήτρη Δημητριάδη, σε σκηνοθεσία Γιάννη Κόκκου. Έκρινα πως το κείμενο αυτό, που αποδομεί την Τραγωδία και την μακραίωνη κληρονομιά του αρχαιοελληνικού φαντασιακού για τα όρια της ανθρώπινης νόησης και της αντίστασης που ορθώνει απέναντι στη μοίρα, λειτουργεί ως μετωνυμία της ηθελημένης καταστροφής από μέρους των εξουσιών όλων των αξιών του λεγόμενου ευρωπαϊκού “Πολιτισμού” που μας επιβάλλεται σήμερα, και για το λόγο αυτό ίσως έπρεπε να τεθεί προς συζήτηση, έστω και καθυστερημένα.

Η Τζίνα Πολίτη είναι ομότιμος καθηγήτρια του ΑΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια: