26/4/14

Ο δημόσιος χώρος της πόλης και η πολιτική ως ανταγωνιστική πολλαπλότητα

ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΠΟΡΤΑΛΙΟΥ

Χρύσα Ρωμανού, Casino International
κολλάζ σε καμβά, 200x100εκ., 1965
Όπως το θέτει η Hanna Arendt, «μολονότι όλες οι πλευρές της ανθρώπινης κατάστασης συνδέονται κατά κάποιον τρόπο με την πολιτική, το πλήθος είναι η κατ’ εξοχήν προϋπόθεση - όχι απλώς η conditio sine qua non, αλλά η conditio per quam - κάθε πολιτικής ζωής». Αν και μια εμβρυακή χωρική δομή της πόλης προϋπήρξε στους αγροτικούς οικισμούς, αυτό που χαρακτηρίζει τη μετάβαση στις πόλεις είναι μια βαθιά τομή ανάμεσα στην ανυπαρξία και τη θέσμιση μιας πολιτικής οντότητας. Οι πόλεις αναπτύσσονται από την αρχαϊκή στην κλασική αρχαιότητα και τη ρωμαϊκή εποχή με διαφορετικά πολιτικά χαρακτηριστικά αλλά, σε κάθε περίπτωση, η διαμόρφωση πολιτικών θεσμών στοιχειοθετεί την ύπαρξη μιας δεύτερης ζωής, του πολιτικού βίου δίπλα στον ιδιωτικό βίο των ανθρώπων. Η χωρική συνθήκη των πόλεων καθιστά την αγορά κέντρο της δημόσιας ζωής, η οποία -για ν’ αναφερθούμε στις ελληνικές πόλεις- αποκτά την πιο ολοκληρωμένη μορφή της στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. Εδώ ο δημόσιος χώρος αναπτύσσεται στις πληρέστερες και πιο εκτεταμένες διαστάσεις του με το Βουλευτήριο, την Πνύκα, το Πρυτανείο, το Μητρώο, τον Άρειο Πάγο, κέντρα της πολιτικής ζωής, που συμπληρώνονται με την εμπορική αγορά, στοές, ναούς, βωμούς και θέατρα.
Πάλι κατά τη Hanna Arendt, «η πόλις για τους Έλληνες, όπως η res publica για τους Ρωμαίους, ήταν πριν απ’ όλα εγγύηση κατά της ασημαντότητας της ατομικής ζωής, χώρος προφυλαγμένος απέναντι σ’ αυτή την ασημαντότητα και προορισμένος για τη σχετική διάρκεια αν όχι για την αθανασία των θνητών». Αντίθετα, ο θρυμματισμός της επίγειας πολεοδομίας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η παρακμή των πόλεων συμβάδισαν με την υποκατάσταση της πόλεως, ως υποδοχέα της δημόσιας πολιτικής ζωής, από την «ουράνια πόλη» και την υπερκοσμική κοινωνία των αγίων. Τη μακριά διάρκεια της παρακμής ακολουθεί η ανάδυση των πρώιμων μεσαιωνικών πόλεων-κέντρων διοίκησης και φρουρίων, με σκοπό να καλύψουν τις πρωταρχικές ανάγκες της συνάθροισης και της ασφάλειας. Αυτοί οι «λίθοι του βηματισμού» οδήγησαν, από την εποχή του πολιτικού λήθαργου και της απώλειας της έννοιας του πολίτη και των πολιτικών δικαιωμάτων, στην επαναφορά των πόλεων στον ύστερο μεσαίωνα, όταν συντελούνται η κατάργηση της δουλοπαροικίας και της χωροδεσποτείας, η ανάπτυξη νέων κοινωνικών τάξεων και ομάδων και η εμφάνιση του εμπορικού καπιταλισμού.

Η εξουσία, δηλαδή η πριγκιπική ή κοινοτική αρχή,  παρίσταται με τα ανάλογα οικοδομήματα -παλάτι, δημαρχείο- όπως και με τη φυσική της παρουσία στο δημόσιο χώρο της πόλης, τον οποίο συμπληρώνουν οι νέες κοινωνικές δυνάμεις/συντεχνίες με τα δικά τους λαμπρά κτίρια. Η δύναμη της θρησκευτικής εξουσίας και της εκκλησίας, ως ανώτερης αρχής που εποπτεύει τον κόσμο των ανθρώπινων υποθέσεων, υποβάλλεται χωρικά με τους καθεδρικούς ναούς, οι οποίοι αποτελούν ταυτόχρονα ένα τεράστιο βιβλίο έργων για τη διδαχή της εκκλησιαστικής ιστορίας, ένα μουσείο χριστιανικής πίστης.
Συγκρούσεις υπήρξαν ανάμεσα στα αστικά στρώματα της εποχής και τη θρησκευτική εξουσία, ανάμεσα στις κοινότητες και το κεντρικό κράτος, αλλά και ανάμεσα στο popolo minuto και το popolo grasso. Η πόλη έγινε το θέατρό τους, όπως και η σκηνή πολλαπλών εκδηλώσεων: ανταλλαγή προϊόντων, θρησκευτικές τελετές, εορτές, κ.λπ. Το 18ο αιώνα του Διαφωτισμού πραγματοποιείται μια βαθιά τομή στις έννοιες του δημόσιου και του ιδιωτικού. Μέχρι τότε η αριστοκρατική εξουσία -ο αυτοκράτορας, οι άρχοντες, οι ευγενείς- ήταν φορείς της αντιπροσωπευτικής δημοσιότητας, καθιστώντας ένα μέρος της κοινωνικής τους ζωής ορατό στους υπηκόους τους. Η μετάβαση από το ancien regime στη Γαλλική Επανάσταση είναι μια διαδικασία ανατρεπτική. Για πρώτη φορά η ιδιωτική και δημόσια σφαίρα ξεχωρίζουν με μια μοντέρνα έννοια. Η πορεία από τον απολυταρχισμό στη δημοκρατία μπορεί να διαβαστεί και ως πορεία από τις Βερσαλλίες στην Πλατεία της Επανάστασης (αργότερα Ομονοίας).
Ταυτόχρονα, όμως, ξεκινά η εμπορευματοποίηση του χώρου της πόλης και η διαμόρφωση των δημόσιων χώρων που αποσκοπεί στην παραγωγή υπεραξίας από τη γη. Τα μεγάλα βουλεβάρτα του Παρισιού επιτρέπουν ευκολότερα την καταστολή των εξεγέρσεων αλλά παντού στους δρόμους και τις πλατείες, στις τοπικές πολιτικές λέσχες και τα λαϊκά καφέ, διαμορφώνονται οι άκρως δημοκρατικοί, οι «ξεβράκωτοι», ένα κίνημα φτωχών εργατών των πόλεων, μικροτεχνιτών, καταστηματαρχών. Το εξεγερμένο πλήθος είναι η άλλη όψη των κινούμενων ανθρώπινων υπάρξεων που εμφανίζεται στην πόλη του 19ου αιώνα και περιγράφει ο Γκαίτε στο Ιταλικό Ταξίδι. Το φάντασμα της επανάστασης στα 1830 και 1848 και η Κομμούνα του Παρισιού το 1871 πιστοποιούν την άνοδο, στο δημόσιο χώρο της πόλης και τη δημόσια σφαίρα της πολιτικής, των λαϊκών τάξεων που έκτοτε διεκδικούν σταθερά την πολιτική και την πόλη.
Και μια και μιλάμε για τη Γαλλία, η διαδρομή των σύγχρονων διαδηλώσεων με αναφορά στις πλατείες του Έθνους, της Δημοκρατίας και της Βαστίλλης, δείχνει τη διαρκή ανάδυση της ιστορικής και κοινωνικής μνήμης που αποτελούν μια σημαντική διάσταση του δημόσιου χώρου. Καθώς η ίδια η μορφή του είναι μακροβιότερη των ιστορικών περιόδων, τις οποίες ορίζουν οι μεγάλες οικονομικοκοινωνικές και πολιτικές τομές, διατηρεί, ενθηκεύοντας μέσα του, την ιστορία και διαφυλάσσοντας χωρικά μνημονικά ίχνη. Ανάμεσα στην «Ελευθερία που οδηγεί το λαό στα οδοφράγματα» του Ντελακρουά και τις εικόνες των οδοφραγμάτων στο Καρτιέ Λατέν από τον Μάη του 1968  μεσολαβούν 138 χρόνια. Σε κάθε περίπτωση αναδύεται η δημόσια πολιτική του δρόμου. Έχω τον δρόμο με το μέρος μου, λέει ο Δαντών στο Ροβεσπιέρο· μολαταύτα θ’ ανέβει στη γκιλοτίνα.
Μια χαρακτηριστική στιγμή από την πρόσφατη ιστορία των ευρωπαϊκών πόλεων είναι αυτή της κατακλυσμικής παρουσίας στο δημόσιο χώρο του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ ως αντίπαλου δέους στο νεοφιλελευθερισμό, τον πόλεμο  και τον ρατσισμό. Από τη μια πλευρά οι κυβερνήσεις και οι εκπρόσωποι τής Ευρωπαϊκής Ένωσης του κεφαλαίου, απόμακρες από το λαό εξουσίες περιφρουρούμενες από αστυνομικά τείχη, από την άλλη οι anti-globals.
Στην Αθήνα, μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, τον δημόσιο χώρο της συνέχουν 3 πλατείες: Σύνταγμα, Κλαυθμώνος (μαζί με Προπύλαια), Ομόνοια, που λειτουργούν διαχρονικά ως η χωρική κιβωτός της δημόσιας σφαίρας (λαϊκά και αστικά καφέ, άτυπες συναθροίσεις, κ.λπ.) και της πολιτικής εμφάνισης του λαϊκού πλήθους. Το κίνημα των «αγανακτισμένων» πήρε στο Σύνταγμα τη σκυτάλη από τη νεώτερη ελληνική ιστορία που επανεγγράφεται διαρκώς στο σώμα της πόλης, μάλιστα στην καρδιά της. Η Βουλή, πρώην Ανάκτορα, είναι η στέγη της δημοκρατίας, η οποία γνώρισε ελάχιστες στιγμές δόξας. Γι’ αυτό το νόημα της λέξης υπενθυμίζει πάντα η πλατεία, ιδιαίτερα όταν οι αποκάτω επαναφέρουν την πολιτική στα κοινωνικά επίδικα και την ανοίγουν στον ορίζοντα της ισότητας και της ελευθερίας. Οι κατειλημμένες πλατείες είναι και σήμερα τα παγκόσμια κέντρα του πλήθους. Συγκροτούν μια ανθρώπινη και χωρική διεθνή των λαϊκών τάξεων και της πολιτικής αντίστασης που επιχειρεί ν’ αλλάξει τον κόσμο.

Η Ελένη Πορτάλιου είναι καθηγήτρια Αρχιτεκτονικής ΕΜΠ, δημοτική σύμβουλος δήμου Αθηναίων 

Δεν υπάρχουν σχόλια: