ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ
ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΥ
Είναι διαπίστωση
αδιαμφισβήτητη ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα ήταν θεσμικά και
οικονομικά παραδοσιακά αδύναμη και εξαρτημένη από την κρατική μηχανή. Αυτό παρά
τις θετικές απόπειρες μεταρρυθμίσεων των δεκαετιών ’80 και ’90 που καθιέρωσαν
τον β’ βαθμό Αυτοδιοίκησης (Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και από το 2010
Περιφερειακή) και την κατοχύρωση μιας μόνιμης, σταθερής οικονομικής
επιχορήγησης από το κράτος προς τους Ο.Τ.Α. Ο παραδοσιακός συγκεντρωτισμός του
ελληνικού πολιτικού και διοικητικού συστήματος που ενισχύθηκε αποφασιστικά για
τους γνωστούς πολιτικούς λόγους μετά το 1950, τελικά κατίσχυσε των όποιων
μεταρρυθμιστικών ανοιγμάτων, των τελευταίων χρόνων. Όλα αυτά σε προφανή
αντίθεση με την ισχυρή θέση της Αυτοδιοίκησης στις χώρες της Δ. Ευρώπης, αλλά
και γενικότερα της Ε.Ε. μετά το 2000.
Όμως προσοχή! Αυτή
η διαφορά Ελλάδας-Ευρώπης δεν οφείλεται απλά και μόνο στις «ιδιομορφίες» του
συστήματος στη χώρα μας, άρα μια εκσυγχρονιστική προσπάθεια θα μας «συντόνιζε»
με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο. Αυτή ήταν άλλωστε η αντίληψη ΠΑ.ΣΟ.Κ., το οποίο
επεχείρησε και τις ατυχείς, εν τέλει, αλλαγές των τελευταίων χρόνων. Η θέση της
Τοπικής Αυτοδιοίκησης εδώ ήταν απόλυτα συμβατή με τον τρόπο που τo κοινωνικό και το πολιτικό
μας σύστημα αρθρωνόταν και λειτουργούσε την μεταπολεμική περίοδο. Είχε δηλαδή
μια δευτερεύουσα – υποβαθμισμένη σχέση τόσο στην οικονομική δραστηριότητα, όσο
και στον τρόπο που οι πολίτες παρενέβαιναν στην πολιτική διαδικασία και στις
σχέσεις τους με τη δημόσια σφαίρα.
Επομένως η
ανύπαρκτη αναπτυξιακή παρέμβαση της Τ.Α. συμβάδιζε απόλυτα με τον
αντιδημοκρατικό τρόπο της οργάνωσής της. Εξέφραζε τον απόλυτο συγκεντρωτισμό
της δημόσιας διοίκησης παίζοντας ένα βοηθητικό νομιμοποιητικό ρόλο στην
αποδοτική λειτουργία του συστήματος.
Μην ξεχνάμε ότι
μετά το 1974, κυρίως δε μετά το 1981, τα τοπικά ισχυρά πελατειακά δίκτυα
συνέβαλλαν συστηματικά στην εγκαθίδρυση και απρόσκοπτη δράση του
πολιτικού-διοικητικού συστήματος. Μην παραβλέπουμε την αντίληψη περί «τριών πυλώνων»
του Α. Παπανδρέου, όπου ένας εξ αυτών ήταν και η Τ.Α. Νομιμοποιητικός αλλά
δευτερεύων ο ρόλος των Δήμων. Ενδεικτικό στοιχείο αυτής της διαπίστωσης είναι
ότι σύμφωνα με τα δεδομένα του 2010 ενώ στην Ε.Ε. οι Ο.Τ.Α. διαχειρίζονταν το
13,7% του Α.Ε.Π. και το 27% των δημοσίων δαπανών, στην Ελλάδα τα αντίστοιχα
ποσοστά ήταν 2,8% και 5,6%. Ακόμα και στην όποια ανάπτυξη του κοινωνικού
κράτους που μεταπολιτευτικά είχαμε, το μερίδιο της Τ.Α. ήταν μικρό. Στην Ευρώπη
των 27 οι δαπάνες για την κοινωνική προστασία που έκαναν οι Δήμοι ήταν 19% του
προϋπολογισμού και για την υγεία 16%, στη χώρα μας 11% και 0%.
Η παράθεση των
στοιχείων είναι συντριπτική, η δε υποχρεωτική, με βάση τις κοινοτικές οδηγίες,
άνοδος των ποσοστών της Αυτοδιοίκησης στη διαχείριση των ΕΣΠΑ δεν αλλάζει
καθόλου τα δεδομένα. Και εδώ η αδυναμία, θεσμική και τεχνική, των Ο.Τ.Α.
καθιστά την παρουσία του Κράτους καθοριστική. Το ερώτημα που προβάλλει μετά από
όλα αυτά που με συνοπτικό τρόπο αναφέραμε, είναι αν εκείνο που πρέπει να
κάνουμε στην Ελλάδα αναφέρεται απλά στην ευθυγράμμισή μας με τα Αυτοδιοικητικά
δεδομένα στην Ευρώπη. Πριν επιχειρήσουμε να απαντήσουμε όμως, να περιγράψουμε
ακροθιγώς τη θέση της Αυτοδιοίκησης στις 28 χώρες της Ε.Ε.
Ναι, είναι
ισχυρή θεσμικά και οικονομικά η λειτουργία των Δήμων και των Περιφερειών εκεί.
Για λόγους ιστορικούς, αλλά και στο πλαίσιο του μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας,
σημαντικό τμήμα της δημόσιας παρέμβασης περνάει μέσα από τους Ο.Τ.Α. Ήδη
αναφερθήκαμε με στοιχεία σε αυτά. Βεβαίως, η σοσιαλδημοκρατική συναίνεση οδήγησε
σε πιο αποκεντρωμένη-δημοκρατική λειτουργία το πολιτικό-διοικητικό σύστημα στις
χώρες της Ένωσης. Άλλωστε η θεσμοθέτηση της Επιτροπής των περιφερειών (ΕτΠ) ως
οργάνου έστω γνωμοδοτικού, στο θεσμικό οικοδόμημα της Ε.Ε., αποτελεί συνέχεια
αυτής της αντίληψης.
Όμως να
συνεννοηθούμε. Η Αυτοδιοίκηση στην Ευρώπη ποτέ δεν αμφισβήτησε ουσιαστικά τις
οικονομικό-πολιτικές επιλογές των κυρίαρχων κρατών. Με λίγα λόγια λειτούργησε
ως ο αποκεντρωμένος βραχίονας του ενιαίου πολιτικού συστήματος και όχι ως ο
θεσμός που θα μπορούσε να αρνηθεί κάποιες από αυτές τις επιλογές. Δεν ήταν και
δεν είναι αυτό-διοίκηση με την έννοια της δυνατότητας ενεργούς και ουσιαστικής
παρέμβασης των πολιτών στην κεντρική-περιφερειακή-τοπική πολιτική διαδικασία.
Μπορεί να συνεισέφερε στην πιο εύρυθμη λειτουργία του κοινωνικού συστήματος, να
βοήθησε τους κατοίκους μιας χωρικής επικράτειας στην καλυτέρευση κάποιων
παραμέτρων της ζωής τους, στην διεκδίκηση τοπικών ζητημάτων και στην
«ευαισθητοποίηση» της κεντρικής διοίκησης σε συγκεκριμένα προβλήματα, όμως δεν
αυτό-θέσμισε την πολιτική συμμετοχή των πολιτών, ούτε κατάφερε να ανατρέψει
μεγάλες κεντρικές πολιτικές. Είναι, λοιπόν, πιο δημοκρατική, πιο αποτελεσματική
η Αυτοδιοίκηση στην Ευρώπη, δεν αποτελεί όμως πρότυπο και υπόδειγμα για μια
ριζοσπαστική αριστερή προσέγγιση του πολιτικού-διοικητικού συστήματος.
Όμως όλα αυτά, φαίνεται ότι αλλάζουν
στη νεοφιλελεύθερη εποχή που ζούμε και ίσως η Ελλάδα να αποτελέσει αυτή τη φορά
παράδειγμα για εφαρμογή. Στο βαθμό που συρρικνώνεται δραματικά ο δημόσιος
χώρος, οι δημόσιες δαπάνες για κοινωφελή αγαθά μειώνονται, οι Δήμοι και οι
Περιφέρειες θα λειτουργούν ως διαμεσολαβητές μεταβίβασης αυτών των αγαθών, των
δημόσιων χώρων, του περιβάλλοντος στους ιδιώτες που θα είναι οι κύριοι
διαχειριστές τους. Δεν θα έχουμε κατ’ ανάγκην μείωση του ρόλου της Τ.Α, του
όγκου των χρημάτων που θα διαχειρίζεται αλλά ριζική αλλαγή του τρόπου που θα το
κάνει, δηλαδή τη γενική ιδιωτικοποίηση αυτών των δράσεων. Μάλιστα μπορεί να
δούμε και αύξηση των αρμοδιοτήτων (βλ. Καλλικράτης) και αύξηση των χρημάτων που
θα περνούν στους ιδιώτες για επενδύσεις.
Παράλληλα στο
πολιτικό πεδίο με τον συγκεντρωτισμό των πολιτικών δράσεων, τη
γραφειοκρατικοποίηση των διαδικασιών και την αυστηρή τεχνοκρατική προσέγγιση
των προς αντιμετώπιση θεμάτων, παρατηρείται μια σταδιακή αποστασιοποίηση των
πολιτών από τα τοπικά δρώμενα. Άρα ο «Καλλικράτης» πέτυχε το στόχο που ήταν να
δημιουργήσει Δήμους και Περιφέρειες που θα εκτελούν υπάκουα τις κεντρικές
επιλογές και θα «ελέγχουν» τις αντιδράσεις των κατοίκων τους. Αλλιώς δεν μπορεί
διαφορετικά να εξηγηθεί η πλήρης σχεδόν απουσία αντιδράσεων από τους
αυτοδιοικητικούς παράγοντες στην καταστροφή που αντιμετωπίζει η πατρίδα μας.
Το ίδιο,
τηρουμένων των αναλογιών και των εθνικών ιδιαιτεροτήτων, συμβαίνει και στην
υπόλοιπη Ευρώπη, ιδιαίτερα στο νότιο τμήμα της. Περικοπή κοινωνικών δαπανών,
ανάθεσή τους σε ιδιώτες, γενίκευση των ελαστικών σχέσεων εργασίας αλλά αύξηση
πολλές φορές των χρημάτων που διαχειρίζονται από κρατικά κονδύλια ή κοινοτικές
πηγές που πηγαίνουν σε προεπιλεγμένους και αυστηρά καθορισμένους τομείς όπως πχ
η αύξηση της ανταγωνιστικότητας όχι όμως και της κοινωνικής συνοχής.
Αποτέλεσμα, η απομάκρυνση των πολιτών και από αυτές ακόμα τις εκλογικές
διαδικασίες. Οι τοπικές αναμετρήσεις που είχαν τη μεγαλύτερη συμμετοχή από όλες
τις εκλογές βλέπουν την αποχή να μεγαλώνει θεαματικά. Ας θυμηθούμε τη μεγάλη
αποχή που παρατηρήθηκε στις εκλογές του 2000 στην Ελλάδα και μόλις την
περασμένη Κυριακή στη Γαλλία (από 30 στο 40%). Είναι ανησυχητικές, απογοητευτικές
ενδείξεις.
Είναι σαφές ότι
αν επικρατήσουν και παγιωθούν οι νεοφιλελεύθερες θέσεις, τότε η Αυτοδιοίκηση
στην Ελλάδα και την Ευρώπη θα χάσει την οποιαδήποτε δυνατότητα ουσιαστικής
πολιτικής παρέμβασης. Αντί θεσμός λαϊκής εξουσίας, κύτταρο δημοκρατικής
συμμετοχής και προγραμματισμού, θα έχουμε την μετατροπή της σε τεχνοκρατικό
όργανο διαχείρισης προειλημμένων αποφάσεων. Προφανές είναι ότι πρόκειται για δύο ριζικά
αντίπαλες πολιτικές αντιλήψεις που βρίσκονται σε απόλυτη αντιπαράθεση. Αλλά για
τη δική μας θεώρηση, την ριζοσπαστική δημοκρατική πρόταση της σύγχρονης
αριστεράς, πολλά μένει να πούμε, να γράψουμε, να συζητήσουμε.
Ο Θεόδωρος
Γκοτσόπουλος είναι πρώην δήμαρχος και δημοτικός σύμβουλος Παλλήνης, μέλος της
ΕτΠ της Ε.Ε
Η Νέλλη Ανδρικοπούλου στην
ταράτσα του πατρικού της σπιτιού (Σκουφά 21),
φιλοτεχνεί την προτομή του Πέτρου
Κουλμάση, 1943
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου