Ριζοσπαστική
δημοκρατία και συλλογικά κινήματα σήμερα
Προδημοσίευση από τον τόμο που θα εκδοθεί τον Ιούνιο του
2014 από τις εκδόσεις Ashgate, στα αγγλικά, με την
επιμέλεια των Αλ. Κιουπκιολή και Γ. Κατσαμπέκη. Κάθε Κυριακή δημοσιεύουμε ένα
μεταφρασμένο απόσπασμα από κείμενο του τόμου.
ΤΟΥ SAUL
NEWMAN
Τα κινήματα των
καταλήψεων που ανέκυψαν πρόσφατα –από την πλατεία Ταχρίρ στο Κάιρο, που έριξε
τη δικτατορία του Μουμπάρακ, μέχρι το κίνημα «Καταλάβετε τη Γουόλ Στρητ» (Occupy Wall Street) στη Νέα Υόρκη και άλλα
χρηματοπιστωτικά κέντρα ανά τον κόσμο– ενσαρκώνουν μια νέα μορφή πολιτικής, η
οποία ενέχει τη δημιουργία αυτόνομων χώρων και σχέσεων, αντί της
αντιπροσώπευσης ταυτοτήτων από την εξουσία. Το πραγματικά εντυπωσιακό σε τούτα
τα κινήματα ήταν η απόρριψη των δομών ηγεσίας και η απουσία πολιτικών αιτημάτων
και συγκεκριμένης ατζέντας. Αντ’ αυτού, η πρωτοτυπία τους εντοπίζεται στις
συλλογικές μορφές πολιτικής ζωής που γέννησαν. Αν και αυτό οδήγησε πολλούς,
τόσο στην αριστερά όσο και στη δεξιά, στο να τα απορρίψουν ως αντι-πολιτικά,
ασυνάρτητα και ανοργάνωτα, τέτοιες κριτικές απλώς αντανακλούν μια αδυναμία
εξοικείωσης με ένα νέο παράδειγμα πολιτικής –το οποίο θα χαρακτήριζα με την
παραδοξολογική διατύπωση της πολιτικής
της αντι-πολιτικής– το οποίο αναδεικνύει τις δυνατότητες των αυτόνομων
κοινωνικών σχέσεων και της πολιτικής ζωής, πέραν του χρεωκοπημένου δεσποτισμού
του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τη μηδενιστική παρωδία της
κοινοβουλευτικής πολιτικής.
Εδώ, θα ήθελα να
διερευνήσω αυτό το νέο πολιτικό πεδίο, το οποίο θα περιέγραφα ως αναρχικό και
αυτόνομο. Θα προτείνω πως μια τέτοια
διερεύνηση απαιτεί νέα θεωρητικά εργαλεία και έννοιες, ενώ δεν μπορούμε να το
κατανοήσουμε μέσα από τις αντιτιθέμενες μορφές του Λαού και του Πλήθους.
Ενώ η τελευταία κατηγορία (το Πλήθος), όπως έχει αναπτυχθεί από τους Μάικλ
Χαρντ και Αντόνιο Νέγκρι, αποτυπώνει ίσως με καλύτερο τρόπο την πολιτική του Occupy σε σχέση με την πρώτη,
οι όροι τούτης της αντιπαράθεσης πρέπει, ωστόσο, να μετασχηματιστούν ουσιωδώς. Είναι
βέβαιο πως σε αυτή την περίπτωση δεν μπορούμε πλέον να αναγνωρίσουμε τη φιγούρα
του Λαού που προσμένει έναν Ηγέτη, ούτε
ένα ηγεμονικό σχέδιο προσανατολισμένο στην εξουσία και την πολιτική
αντιπροσώπευση, με τους όρους που προτείνουν οι Λακλάου και Μουφ. Η έννοια
του «λαού» δεσμεύει τους πολιτικούς αγώνες σε μια λογική της εξουσίας και σε
ένα εγχείρημα που αποσκοπεί στην κατάληψη του κράτους. Η πρότασή μου εδώ είναι
ότι η πολιτική του Occupy τοποθετείται σε ένα
διαφορετικό πεδίο –όχι αυτό του κυρίαρχου κράτους, το οποίο όλο και περισσότερο
μοιάζει με σπασμένο και άδειο κέλυφος– αλλά αυτό της αυτόνομης ζωής. Έτσι, αυτό
που χρειαζόμαστε είναι ένα εναλλακτικό θεωρητικό οπλοστάσιο, το οποίο θα
σκιαγραφήσω μέσα από τις μορφές της εξόδου και της εξέγερσης ως ανάκτησης του
εαυτού. Αυτές οι έννοιες συνεπάγονται μια επανατοποθέτηση της πολιτικής σχέσης
πέραν του κράτους και των τυπικών αντιπροσωπευτικών του θεσμών και
προσανατολισμένη προς τα κινήματα της αυτονομίας που όλο και περισσότερο το
υπερβαίνουν. Οφείλουμε να στρέψουμε λοιπόν το βλέμμα μας από τη μορφή του
κυρίαρχου προς τις κατασκηνώσεις που αναφύονται στις πύλες της πόλης και
αθόρυβα και με χαρά πολιορκούν την εξουσία.
Με την επίκληση σε τούτο
τον ορίζοντα της αυτόνομης πολιτικής μπορούμε να επιστήσουμε την προσοχή σε μια
σειρά από πρόσφατα συμβάντα και φαινόμενα, τα οποία για πολλούς ίσως να
φαίνονται ανόμοια: η πλατεία Ταχρίρ στο Κάιρο –κάτι το οποίο απέκτησε στη
φαντασία μας το ίδιο συμβολικό βάρος με την εισβολή στη Βαστίλη το 1789– οι
Αγανακτισμένοι της Πουέρτα ντελ Σολ στη Μαδρίτη, το κίνημα Καταλάβετε τη Γουόλ
Στρητ στο πάρκο Ζουκότι, το κίνημα Καταλάβετε τον Άγιο Παύλο (Occupy St Paul’s) στο Λονδίνο, όπως και
ο αποκλεισμός των αποβάθρων στο Όκλαντ της Καλιφόρνια και η κατάληψη των
δικαστηρίων από εργάτες στο Γουισκόνσιν. Ωστόσο, τα γεγονότα αυτά, με το εντυπωσιακό
θράσος τους, ήταν απλώς τα πιο ορατά και εντυπωσιακά σύμβολα ενός ευρύτερου και
μάλλον υφέρποντος κινήματος – ενδεικτικά, οι πολυάριθμες καταλήψεις εργοστασίων
και χώρων εργασίας στην Ευρώπη, όπως και οι καταλήψεις πανεπιστημίων,
χρηματιστηρίων και επιχειρήσεων. Πράγματι, το Occupy δεν πρέπει να ιδωθεί απλώς ως ένα διακριτό/συγκεκριμένο
κίνημα, αλλά περισσότερο ως μια τακτική, ένα είδος πρακτικής, ένας τρόπος
οργάνωσης και ριζωματικής κινητοποίησης, που εξαπλώνεται αυθόρμητα στα νευρικά
κέντρα των καπιταλιστικών κοινωνιών και ενέχει την κατάληψη και τον
μετασχηματισμό των φυσικών, συμβολικών και κοινωνικών χώρων. Εδώ, θα μπορούσαμε
επίσης να μιλήσουμε για καταλήψεις και στον κυβερνοχώρο – από το Wikileaks έως τον hacktivism. Η πολιτική θεωρία,
νομίζω, έχει ακόμα διαδρομή να διανύσει όσον αφορά αυτό το πεδίο. Η τελευταία,
συνήθως αναζητά ορατές, αντιπροσωπευτικές ταυτότητες που εντοπίζονται σε ένα
οντολογικό πεδίο το οποίο οργανώνεται από την κυρίαρχη εξουσία· καταπιάνεται με
το πώς κυβερνιόμαστε ή με τις κανονιστικές αρχές ή καταστατικές λογικές στις
οποίες βασίζεται η πολιτική εξουσία.
Ωστόσο, στα κινήματα των
Καταλήψεων, έχουμε να κάνουμε με μια διαφορετική δυναμική, στο πλαίσιο της
οποίας η ταυτότητα και η αντιπροσώπευσή της δεν είναι πλέον λειτουργική ή
σημαντική. Αντί της δημιουργίας ταυτοτήτων και συμφερόντων –σε σχέση με την
τάξη, το φύλλο, την εθνικότητα, τη σεξουαλικότητα, κλπ.– που να καθίστανται
ορατά από την εξουσία μέσω της συνάρθρωσης αιτημάτων, αυτό που βλέπουμε είναι η
σύγκλιση ανθρώπων που δεν ταυτίζονται πλέον με συγκεκριμένους τρόπους, αλλά
συναντιούνται ως ενικότητες· που συναντιούνται, όπως θα το έθετε ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν, «εντελώς ανώνυμα» και «έξω από
οποιαδήποτε αντιπροσωπεύσιμη προϋπόθεση του ανήκειν».[1] Ίσως έτσι να εξηγείται
και η διαδεδομένη χρήση μασκών σε τέτοιες συγκεντρώσεις: αυτό δεν είναι μόνο
ένας τρόπος παράκαμψης της πανταχού παρούσας αστυνομικής επιτήρησης, αλλά και
μια χειρονομία μη-αντιπροσωπευσιμότητας, μιας άρνησης των υποκειμένων να
ταυτιστούν και να αντιπροσωπευτούν με τους συνήθεις τρόπους. Πράγματι, είναι
ένα σημάδι ότι το μέσω της πολιτικής και κοινωνικής αντιπροσώπευσης έχει διαρραγεί
ανεπανόρθωτα. Αυτό που φαίνεται να αναδύεται εδώ είναι η δυνατότητα για ένα
διαφορετικό είδος του ανήκειν ή της σχέσης/συγγένειας που δεν βασίζεται πλέον
σε παγιωμένες ταυτότητες και υποκειμενικότητες.
Ο Saul Newman είναι καθηγητής πολιτικής θεωρίας στο
Goldsmiths University του Λονδίνου
[1] Giorgio
Agamben, The
Coming Community, MN: University of Minnesota Press
1993, σ. 85.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου