ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΠΟΥΛΩΤΗ
Σαν
πυροτέχνημα στα έκθαμβα μάτια παιδιού... Εκεί πάνω στην αλλαγή του χρόνου, που οι ουρανοί αγάλλονται και χαίρει η Φύση όλη, σκάει πολύχρωμα χαρμόσυνο σαν πυροτέχνημα το γιορτινό τρίπτυχο του Δωδεκαημέρου (Χριστούγεννα – Πρωτοχρονιά – Φώτα), σημαδεύοντας την κατάληξη του ημερολογιακού έτους και την αφετηρία του συνάμα – περίοδος πυκνά φορτωμένη με έθιμα πανάρχαια που ριζοβολούν στο παγανιστικό παρελθόν κι άλλα χριστιανικά, ανάκατα, σε αγαστή συνύπαρξη. Σ’ αυτό το γιορταστικό τρίπτυχο δεσπόζει καθοριστικά το χριστουγεννιάτικο σκηνικό –εμβληματικό για ολόκληρο το Δωδεκαήμερο– που η παράδοση επίμονα το θέλει χιονισμένο, να πέφτουν οι νιφάδες με βαμβακένια σιωπή, η φωτιά να τριζοβολάει γλυκά στο τζάκι, τα δώρα στοιβαγμένα κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο να προκαλούν την ανυπομονησία των παιδιών, που μελωδούν, μικροί καλαντιστές αυτά, το ύψιστο θρησκευτικό γεγονός της θείας Γέννησης, κι ύστερα τον ερχομό του Aϊ-Βασίλη και τη βάφτιση στον Ιορδάνη ποταμό. Και οι ευχές κάθε λογής, στερεότυπες το πιο πολύ, δίνουν και παίρνουν, εξυφαίνοντας ένα προστατευτικό αόρατο δίχτυ για να αποτρέπει το κακό, αγρεύοντας ταυτόχρονα ό,τι καλό θα φέρει την εκπλήρωση επιθυμιών και προσδοκιών.
Χριστούγεννα κι από κοντά η Πρωτοχρονιά, πέρα από το όποιο θρησκευτικό τους περίβλημα και τους βαθύτερους συμβολισμούς τους, είναι οι κατ’ εξοχήν χαρμόσυνες γιορτές του χριστιανικού εορτολογίου που τα παιδιά δικαιωματικά τις θεωρούν δικές τους, λες και θεσπίστηκαν ειδικά για εκείνα. Γι’ αυτό ό,τι βιώνεται γιορτινά και άπληστα στη χλωρή παιδοσύνη στίζει την υπόλοιπη ζωή, στοιχειώνει τη μνήμη, έτσι που οι επιστροφές στα χρόνια της χαμένης αθωότητας παίρνουν συχνά τον χαρακτήρα νοσταλγικού προσκυνήματος. Μικροί, είναι αλήθεια, ζήσαμε τα πιο μεγάλα, που δεν γίνεται να τα ξαναβιώσουμε ενήλικες παρά μόνον εκ διαθλάσεως πια, απονευρωμένα – και η διαπίστωση αυτή κουβαλά πινελιές μιας θλίψης διάφανης· η μελαγχολία των γιορτών, όπως και να το κάνουμε, είναι «προνόμιο» των μεγάλων.
Αν όμως οι γιορτινές μέρες είναι ο τόπος όπου ευδοκιμούν το όνειρο και το παραμύθι, άλλο τόσο το χαρμόσυνο πνεύμα τους λειτουργεί σαν μεγεθυντικός φακός συναισθημάτων, καταστάσεων και προπαντός κοινωνικής ανισότητας. Μέσα από συγκρίσεις, αναστοχασμούς κι αποτιμήσεις, ποτέ ίσως άλλοτε μες στον ημερολογιακό κύκλο ο φτωχός δεν αισθάνεται φτωχότερος, ο μοναχικός δεν νιώθει τη μοναξιά τόσο αβάσταχτη, ο προδομένος την προδοσία έτσι κοφτερή κι ο αποτυχημένος την αποτυχία του σαν κουρέλι λερωμένο.
Μπορεί οι συμπαθείς Καλικάντζαροι να ληθαργούν στις μέρες μας μέσα στις λαϊκές δοξασίες που τους εξέθρεψαν, οι μαγνητοφωνημένες πλέον κωδωνοκρουσίες μπορεί να ανάγκασαν τις πραγματικές καμπάνες να σιγήσουν στις μεγαλουπόλεις· και το θρησκευτικό μήνυμα της φάτνης μπορεί να πνίγεται στα καταιγιστικά μηνύματα του καταναλωτισμού. Ωστόσο, δεν έχασαν οι γιορτινές μέρες τη μυθολογία τους, αν και μετατοπισμένη πια, με τα παιδιά να τις βιώνουν σαν λαμπρό ρούχο, κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους, και τους μεγάλους, απ’ την άλλη, πιο πολύ να τις νοσταλγούν. Πάντα το τρίγωνο σε παιδικά χέρια θα ηχεί χαρμόσυνα από πόρτα σε πόρτα. Φιλάνθρωπα αισθήματα και κοινωνικές ευαισθησίες θα δοκιμάζονται ανάμεσα στην ουσία και την επίφαση σε μια πραγματική σκηνή όπου το κοριτσάκι με τα σπίρτα διασταυρώνεται, χρονιάρες μέρες, με τους σημερινούς άστεγους και κάθε είδους ενδεείς. Όλο και κάποιος συγγραφέας θα βρίσκει ερεθίσματα και αφορμή ν’ αφήσει το χνάρι του πάνω στη γιορτινή θεματική. Κι η Σκιάθος, ως λογοτεχνικός τόπος έστω, θα εξακολουθεί να προσελκύει προσκυνητές που επιμένουν στη γιορτινή κατάνυξη και την παράδοση.
Από τον τόμο Χριστούγεννα και χιονιάς, που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις
Νάρκισσος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου