7/12/13

Από τον Ραντίσεφ στον Τσέχοφ

Ένας διανοούμενος αρκεί...

ΤΟΥ ΖΑΧΑΡ ΠΡΙΛΕΠΙΝ

Γιάννης Κολιός- Ζαχάρ Πριλέπιν
Το κύριο προσόν του ρώσου διανοούμενου είναι η ηθική και αδιαμαρτύρητη συνέπεια στις αυταπάτες του. Μόνο τότε ο διανοούμενος μπορεί να χρησιμεύσει ως θερμόμετρο, με το οποίο μετράς τη θερμοκρασία και την κατάσταση της κοινωνίας. Και είναι η μοναδική περίπτωση στην ιατρική, όπου το θερμόμετρο έχει θεραπευτικές ιδιότητες.
Ο διανοούμενος Λιχατσιόφ είχε δίκιο, όταν έλεγε ότι ο πρώτος διανοούμενος στη Ρωσία ήταν ο Αλεξάνδρ Ραντίσεφ. Ο Ραντίσεφ είχε όλα τα χαρακτηριστικά του μελλοντικού ρώσου διανοούμενου. Ήταν μορφωμένος, αλλά δεν ήταν διανοητής: γνωρίζουμε ότι οι γονείς του είχαν προσλάβει έναν γάλλο δάσκαλο, που στο τέλος αποδείχθηκε δραπέτης. Αργότερα, βέβαια, ο Ραντίσεφ σπούδασε και φιλολογία, και δίκαιο, αλλά ένας δραπέτης ως πρώτος διδάσκαλός σου είναι ένα γεγονός που διαμορφώνει τη συνείδηση.
Ήταν πολύ γενναίος άνθρωπος, αλλά δεν ήταν δύσκολο να τον τρομάξουν. Στον ανακριτή, ο Ραντίσεφ, τον οποίον συνέλαβαν για το ανόητό του Ταξίδι από την Αγία Πετρούπολη στη Μόσχα, έδειξε ειλικρινή μεταμέλεια. Αλλά, απαντώντας σε ερωτήσεις, αφηρημένος καθώς ήταν, επαναλάμβανε ξανά και ξανά τις ίδιες αιρετικές σκέψεις, που είχε εκφράσει στο Ταξίδι του... Δυνατός διανοούμενος, που δεν λυγίζει, αλλά σπάει και δολοφονείται, δεν είναι διανοούμενος, αλλά επαναστάτης. Γι’ αυτό ούτε ο Ριλέγιεφ, ούτε οι Δεκεμβριστές ήταν διανοούμενοι.

Τον Ραντίσεφ τον έφεραν πίσω από την εξορία, τον κάλεσαν στην Εθνική Νομοθετική Επιτροπή, κι εκείνος, με τα τρεμάμενα αδύναμα χέρια, λουσμένος με κρύο ιδρώτα και τρομοκρατημένος, έγραψε το Σχέδιο του Φιλελεύθερου Κώδικα..., όπου εκ νέου μιλούσε για την ισότητα όλων ενώπιον του νόμου, για την ελευθερία του Τύπου και άλλα φωτεινά φαντάσματα του ρωσικού μυαλού.
Ο πρόεδρος της Νομοθετικής Επιτροπής, μόλις έλαβε το πόνημά του, σήκωσε τα φρύδια, στο καθένα εκ των οποίων χωρούσε κι από ένα πουλάκι, και είπε δυνατά μερικές λέξεις. Μία απ’ αυτές είχε σχέση με τη γεωγραφία: Σιβηρία. Ο Ραντίσεφ, που τον κατέτρωγε ο ψυχικός πυρετός, επέστρεψε στο σπίτι, ήπιε κώνιο και πέθανε μέσα σε άγριους πόνους.
Από τότε η διανόηση δεν είχε άλλο δρόμο από το να ακολουθεί το πένθιμο βήμα του Ραντίσεφ, ταξιδεύοντας αδιάκοπα από την Αγία Πετρούπολη στη Μόσχα, ενώ το εκατόστομο, τεράστιο, απαίσιο τέρας την κυνηγάει, τη λούζει με τη βαριά μυρωδια της μπότας και της στολής του, σηκώνει τα φρύδια, απ’ όπου τρομαγμένα πετάγονται τα πουλιά, και προφέρει τη λέξη Σιβηρία, με τόση ευκρίνεια, που πίσω από αυτήν ακούγονται καθαρά άλλες λέξεις: Θα σε λιώσω. Ο διανοούμενος βγάζει μια ψιλή κραυγή και κοιτάει με διαπεραστικά μάτια.
Πάντως ο ρώσος διανοούμενος μπορεί να φωνάξει και με βαριά φωνή και να κοιτάξει με αδιόρθωτη, γκρίζα περιφρόνηση. Μπορεί και να χτυπήσει άνθρωπο, αλλά μόνο μια φορά στη ζωή του. Και μετά θα κοιτάει με τις ώρες την παλάμη του, παρατηρώντας πώς διαγράφεται πάνω της η κατάντια, η μοχθηρότητά του, η απανθρωπιά του.
Ο ρώσος διανοούμενος είναι όμορφος, αλλά με μια παράξενη, ηθική ομορφιά.  Είναι θρήσκος, αλλά όχι κατηχημένος. Είναι ικανός να επιζήσει στα κάτεργα, αν και η σκέψη τους και μόνο μπορεί να σταματήσει την καρδιά του. Αντιλαμβάνεται τον πολιτισμό ως ένα τεράστιο μωσαϊκό, όπου υπάρχει θέση για κάθε σχέδιο. Γι’ αυτό έχει την ικανότητα να αγαπάει στη λογοτεχνία ή στη μουσική ό,τι οι λούμπεν διανοούμενοι δεν αποδέχονται λόγω βλακείας, που την προβάλλουν ως υπεροψία, και οι διανοητές λόγω υπεροψίας, η οποία στην περίπτωσή τους δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα είδος βλακείας. Ο ρώσος διανοούμενος είναι στ’ αλήθεια καλόψυχος, όσο κανείς άλλος. Πιο καλόψυχος και από τον αγρότη, τον στρατιώτη και τον ποιητή.
Μετά από τον Ραντίσεφ η Ρωσία απέκτησε ακόμα έναν υποδειγματικό διανοούμενο, τον Τσέχοφ. Ο πρώτος δημοσίευσε το Ταξίδι... του το 1790. Ο Τσέχοφ πραγματοποίησε το δικό του ακριβώς 100 χρόνια μετά, όταν το 1890 για κάποιο λόγο πήγε αιφνιδίως στη Σαχαλίνη, όπου σκότωσε την υγεία του, απογράφοντας, ποιος ξέρει για ποιόν, τον πληθυσμό του νησιού.
Έτσι ο Τσέχοφ έδειξε το δρόμο. Τα μουσάκια του Τσέχοφ πήγαν στην Επανάσταση, για να αξιοποιήσουν με τον καλύτερο τρόπο τις δυνάμεις τους, αλλά σε λίγο καιρό έπαψαν να είναι διανόηση, και κάποιοι τρελάθηκαν.
Κατά τη διάρκεια όλου του 20ού αιώνα οι διανοούμενοι δεν βρίσκονταν στην εξουσία, αλλά και πριν από την Επανάσταση δεν ήταν εκεί. Και όμως ο τρόπος σκέψης και συμπεριφοράς του Τσέχοφ ήταν για τον 20ό αιώνα καθοριστικός, όσο και του Ραντίσεφ για τον 19ο  αιώνα. Ο Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ ήταν σχεδόν Τσέχοφ, ο Σινιάφσκι εντελώς Τσέχοφ...
Σήμερα αναμένουμε έναν νέο διανοούμενο, γιατί ο νέος αιώνας ξεκίνησε, κι εκείνος λείπει. Αρχίζει να λησμονείται και η ίδια η λέξη «διανοούμενος» και ακόμα περισσότερο τα καθοριστικά χαρακτηριστικά του γνωρίσματα.
Θέλουμε να σας θυμίσουμε, ότι η διανόηση είναι ένα εμπόρευμα, που διατίθεται κομμάτι κομμάτι, αλλά εκτός αυτού είναι κι ένα εμπόρευμα που δεν πουλιέται. Κι αν ο πελάτης την αγοράσει, και μετά την ξετυλίξει βιαστικά και ανυπόμονα, μπορεί να ανακαλύψει ξαφνικά ότι εξαπατήθηκε οικτρά: την αγόρασε κοψοχρονιά, αλλά στο τέλος τού βγήκε κάτι άλλο, κάτι «σαν»...
Είναι πολύ εύκολο να βγείς από τη διανόηση, αλλά είναι σχεδόν αδύνατο να επιστρέψεις πίσω. Πολύς κόσμος επιχειρούσε να μπει στη διανόηση: από τη μια πλευρά οι λούμπεν διανοούμενοι και από την άλλη οι διανοητές. Οι πρώτοι δεν τα κατάφεραν λόγω έλλειψης μυαλού, οι δεύτεροι λόγω έλλειψης ηθικής.
Ο ακαδημαϊκός Ζαχάροφ ήθελε πάρα πολύ να είναι διανοούμενος, αλλά η βόμβα υδρογόνου που δημιούργησε τον τραβούσε στην Κόλαση και έσκιζε στα δύο το καλυμμένο με κοτοπουλίσιο πούπουλο κεφάλι του.
Την αίτηση να μπουν στη διανόηση υπέβαλαν ολόκληρες στρατιές του δημοκρατικού κινήματος. Το ’91, στις 19 Αυγούστου, περπατούσα, δεν ξέρω για ποιό λόγο, μαζί με τέτοιους ανθρώπους στο Αρμπάτ, και ακόμα θυμάμαι αυτούς που περπατούσαν δίπλα: αυτά τα λευκά καρό αμάνικα πουκάμισα, αυτά τα αδύναμα μπράτσα, καλυμμένα με αραιές μαύρες τρίχες και τα απαραίτητα ρολόγια στον αριστερό καρπό, αυτά τα γυαλάκια, αυτό το μαύρο προσεγμένο μουστακάκι στο πάνω χείλος. Η εργατική διανόηση, η λούμπεν διανόηση. Δεν τους δέχτηκαν στη διανόηση, αλλά και οι ίδιοι κρύωσαν πολύ γρήγορα.
Η καλύτερη διανόηση είναι εκείνη που δεν σκέφτεται τον εαυτό της ως διανόηση. Ο αληθινός διανοούμενος δεν χτίζει τη δική του ηρωϊκή μοίρα.
Επαναλαμβάνω: ο διανοούμενος είναι καλόψυχος. Ο διανοούμενος είναι συνεπής. Ο διανοούμενος κοιτάει με διαπεραστικά μάτια, χωρίς να το καταλαβαίνει ο ίδιος.
Αν εκείνοι, που τον περασμένο αιώνα μπορούσαν να γίνουν διανοούμενοι, κατέφευγαν στην Επανάσταση, η σημερινή διανόηση, χωρίς καν να διαμορφωθεί, καταφεύγει στην υπηρεσία.  
Άσε την να φύγει, δεν θέλουμε πολλούς διανοούμενους. Μας αρκεί ένας διανοούμενος για όλο το κράτος των εκατό εκατομμυρίων. Πάντα αρκούσε μονάχα ένας. Πάντα υπήρχε ένας ποιητής. Ένας στρατηλάτης. Ένας διανοητής. Ένας ζωγράφος. Ένας ήρωας. Ένας διανοούμενος.
Αλλά σήμερα διαλύεται η εύθραυστη αρμονία μας. Έχω δει έναν ποιητή, γνωρίζω έναν διανοητή, αν θελήσουμε θα βρούμε κι έναν στρατηλάτη. Πιθανόν, υπάρχει και ένας ήρωας. Λείπει μόνο ο διανοούμενος.
Δεν υπάρχει πουθενά.

Μετάφραση Ε.Κ.

Ο Ζαχάρ Πριλέπιν γεννήθηκε το 1975 και είναι ένας από τους πιο γνωστούς σύγχρονους ρώσους συγγραφείς

Δεν υπάρχουν σχόλια: