24/8/13

73 χρόνια από τη δολοφονία του Λέων Τρότσκι και κομματική οργάνωση

ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΞΥΠΟΛΥΤΟΥ


Ο Γιάννης Ξυπόλητος, εργάτης οικοδόμος και αγωνιστής από τα νεανικά του χρόνια, από τα σημαντικότερα στελέχη του Τεταρτοδιεθνιστικού κινήματος στον Πειραιά. Εκτελέστηκε από τους Ιταλούς στο Νεζερό της Λαμίας, στις 6 Ιουνίου 1943, μαζί με άλλους 105 αγωνιστές. Ανάμεσά τους τα τροτσκιστικά στελέχη, Παντελής Πουλιόπουλος, Νώντας Γιαννακός, Γιάννης Μακρής. Από τα λίγα γραπτά του Γιάννη Ξυπόλητου που διασώθηκαν, δημοσιεύουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το κείμενο που έγραψε στις φυλακές της Ακροναυπλίας, με αφορμή την πρώτη επέτειο της δολοφονίας του Λ. Τρότσκι από τον σταλινικό πράκτορα Ραμόν Μερκαντέρ, στο Κογιοκάν του Μεξικού, στις 20 Αυγούστου 1940.
Το κείμενο «ΛΕΟΝ ΤΡΟΤΣΚΙ ΚΑΙ ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ», που περιέχεται στο χειρόγραφο «Δελτίο» (τεύχος Αυγούστου 1941) του πυρήνα Ακροναυπλίας της «Ενιαίας Οργάνωσης Κομμουνιστών Διεθνιστών Ελλάδας», στην πλήρη του μορφή, οι αναγνώστες της ΑΥΓΗΣ μπορούν να το διαβάσουν στην ιστοσελίδα www.marxists books.gr, που δημιούργησε και διαχειριζόταν ο αείμνηστος τροτσκιστής ηγέτης Θεοδόσης Θωμαδάκης.

Το κείμενο αποτελεί πολύτιμο ντοκουμέντο από τη φιλοσοφική-πολιτική σύγκρουση στους κόλπους του διεθνούς τροτσκιστικού κινήματος για την «ταξική φύση της ΕΣΣΔ» και για την υπεράσπισή της απέναντι στη ναζιστική πλέον εισβολή τον Ιούνιο του 1941, (βλ. Λ. Τρότσκι, Στην υπεράσπιση του μαρξισμού, εκδ. ΑΛΛΑΓΗ). Ο αναγνώστης όμως στις γραμμές του κειμένου δεν θα βρει μόνο το ιστορικό ανάλογο των επίμαχων ζητημάτων της οργανωτικής συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ σε ενιαίο κόμμα, αλλά και «μια εξίσου πολύτιμη υποθήκη που μας άφησε ο Λ. Τρότσκι και στον οργανωτικό τομέα, και συγκεκριμένα στο ζήτημα του Κόμματος», όπως τονίζει ο Γιάννης Ξυπόλητος.
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ ΜΗΤΑΦΙΔΗΣ

Μια σωστή θεωρία, ένας σωστός ιδεολογικός εξοπλισμός και μια ορθή πολιτική που θ’ απορρέει από την ορθή κατανόηση της πρώτης είναι η πρωταρχική και κύρια προϋπόθεση για το Κόμμα. Είναι η ψυχή και ο εγκέφαλός του. Αν αυτό φαίνεται σαν κάτι αυτονόητο, η ιδέα ενός κόμματος που δεν θα ’χε, έστω και για λίγο χρόνο, μια πολιτική, ή που θα ’χε τόσες πολιτικές όσα και τα μέλη, θα φαινότανε σαν καθαρός παραλογισμός σε καθένα που δεν θα μπορούσε ν’ αντιληφθεί τι σκεπάζει αυτή η ιδέα.
Δεν τελειώνει όμως εδώ το πρόβλημα του Κόμματος αλλά δημιουργεί άλλα, με τα όποια βρίσκεται σε αδιάσπαστη αλληλουχία. Η σωστή πολιτική, για να ’ρθει στην πράξη μ’ επιτυχία, απαιτεί σωστή μορφή οργάνωσης, σωστό τρόπο εσωτερικής του λειτουργίας, σχέσεων των διαφόρων οργάνων του μεταξύ τους και των μελών του προς αυτά, σωστό και ακριβή κατά το δυνατό καθορισμό των δικαιωμάτων και καθηκόντων τους και υγιείς προλεταριακές μέθοδες σ’ αυτές τους τις σχέσεις. Μ’ άλλα λόγια και πιο συγκεκριμένα, ένα κόμμα που θα βασίζεται στο σύστημα των πυρήνων η οργάνωσή του και στο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό η λειτουργία του, όπως μας τα ’δωσε και τα δυο η μπολσεβίκικη πείρα.
Αν όμως το πρώτο ζήτημα είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο, χειροπιαστό θα μπορούσε να πει κανείς, τουλάχιστον στην τυπική του μορφή, στα εξωτερικά του γνωρίσματα, ώστε να μην μπορεί να του δώσει κανείς ποικίλες ερμηνείες και να το δέχεται ενώ ταυτόχρονα τ’ αρνιέται, δεν συμβαίνει το ίδιο και με το δεύτερο, το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό. Και ο σταλινισμός και ο αρχειομαρξισμός στ’ όνομα κάποιου «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού» καταπνίγουν κάθε εκδήλωση αντίθεσης στο αλάθητο της γραφειοκρατίας τους. Εδώ όμως δεν πρόκειται γι’ αυτούς αλλά για τις ιδέες του Τρότσκι για το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό και για το πώς οι πραγματικοί και οι λεγόμενοι οπαδοί του τις αντιλαμβάνονται και τις εφαρμόζουνε στην πράξη.
Νομίζουμε πως αποτελεί καθήκον απέναντι στη μνήμη του δολοφονημένου αρχηγού του Παγκόσμιου Κόμματός μας να καταδειχτεί ακόμη μια φορά, με την ευκαιρία της 1ης επετείου του θανάτου του, πόσο αντίθετες είναι οι ιδέες αυτές με τις δικές του, πόσο βαθιά αντιτροτσκιστικές είναι και πόσο καθαρή άρνηση της έννοιας του Κόμματος αποτελούν.
Ποιά είναι η ουσία αυτών των αντιλήψεων; Ένα κόμμα με οργανωμένες φράξιες, σε συνεχή συζήτηση και πάλη μεταξύ τους στο εσωτερικό του κόμματος και δημόσια, σαν μόνιμο κανονικό καθεστώς, κι ακόμη με ιδιαίτερα δημοσιογραφικά όργανα αυτών των φραξιών. Ένα κόμμα του οποίου τα διάφορα διοικητικά όργανα δεν θα στέλνουν οδηγίες κι αποφάσεις τους για δράση στους σχηματισμούς του αλλά τα πρακτικά των συνεδριάσεών τους για συζήτηση. Δηλαδή ένα κόμμα που, ενώ θα ονομάζεται έτσι, ότιδήποτε άλλο μπορεί να ’ναι, αλλά όχι κόμμα.
Τα αποτελέσματα που θα ’χε για ένα κόμμα η τυχόν επικράτηση τέτοιων ιδεών θα ’ταν πρώτα-πρώτα η παράλυση κάθε δυνατότητας δράσης, δηλαδή δράσης επαναστατικής, οργάνωσης και κινητοποίησης των μαζών, κατεύθυνσης των αγώνων τους, γιατί θα το μετέτρεπε σε λέσχη αδιακόπως συζητούντων, γιατί θα του ’λειπε ουσιαστικά η ενιαία πολιτική και κάθε πειθαρχημένη προσπάθεια των μελών του σ’ αυτή.
Ποια δράση θα μπορούσε να κάνει ένα κόμμα που από το Πολιτικό Γραφείο ως το κατώτερο διοικητικό όργανο είναι υποχρεωμένο να στέλνει στους σχηματισμούς του όχι αποφάσεις και οδηγίες ενιαίες, αλλά τόσες γνώμες για κάθε ζήτημα και κάθε στιγμή, όσες είναι οι φράξιες και οι μεμονωμένοι διαφωνούντες μέσα σ’ αυτό, εφόσον αυτές κι αυτοί θα το ζητήσουν, κι οι σχηματισμοί είναι υποχρεωμένοι να συζητήσουν για όλες αυτές; Ποια δράση μπορεί να κάνει όταν, όχι στα κανονικά όρια και στις έκτακτες σοβαρές περιπτώσεις, αλλά οποιαδήποτε στιγμή και για οποιοδήποτε ζήτημα κρίνει αναγκαίο, όχι το κόμμα αλλά μια του φράξια, μια μικρή ομάδα μελών του, να θέσει υπό συζήτηση, το κόμμα είναι υποχρεωμένο ν’ ανοίξει γενική εσωτερική και δημόσια συζήτηση; Πώς μπορεί να υπάρχει ενιαία εμφάνισή του στις μάζες και ενιαία πολιτική γραμμή στην οποία πρέπει να τις καταχτήσει, όταν πλάι στην επίσημη πολιτική φέρνει σ’ αυτές τις μάζες ταυτόχρονα και συνεχώς όλες τις άλλες των φραξιών του, είτε με τις ιδιαίτερες εφημερίδες τους που θα θεωρούνται και θά ’ναι ένα κομμάτι του, είτε με τις ιδιαίτερες γνώμες τους που οι εκπρόσωποί τους θα δημοσιεύουν στο επίσημό του όργανο οποτεδήποτε θέλουν; Τέλος, οσεσδήποτε κοινές αποφάσεις κι αν παίρνονται, οσοδήποτε πανηγυρικές κι αν είναι οι διακηρύξεις πειθαρχίας στη δράση γι’ αυτές, ποια πραγματική πειθαρχία μπορεί να στερεωθεί μέσα στο κόμμα, όταν αυτό έχει αναγνωρίσει την με οποιαδήποτε οργανωμένη μορφή ύπαρξη και λειτουργία φραξιών στο εσωτερικό του σαν νόμιμη και φυσιολογική κατάστασή του; Αυτό το ίδιο το γεγονός της συσσωμάτωσης των μελών του ή ενός ποσοστού αυτών, οι ιδιαίτερες οργανωμένες ομάδες με ιδιαίτερες στενότερες σχέσεις, συζητήσεις κλπ. μεταξύ τους, κι αν ακόμη είναι πολύ χαλαρή η μορφή της οργάνωσής τους στην αρχή, δημιουργεί απ’ αυτή του τη φύση αναπότρεπτα ένα αίσθημα ιδιαίτερης πειθαρχίας, στενότερο, προς τη φράξια, το όποιο θα κάνει όλο και στενότερες τις σχέσεις των μελών της, θα συσφίγγει ακόμη περισσότερο τους αρχικά –ας υποθέσομε– χαλαρούς οργανωτικούς τους δεσμούς, οι οποίοι πάλι με τη σειρά τους θα το δυναμώνουν ακόμη πιο πολύ σε βάρος της γενικότερης κομματικής πειθαρχίας κι εν γένει του κομματικού αισθήματος, έτσι που και τα δυο αυτά τα τελευταία να καταντήσουν σε λίγο πια απλή σκιά.
Προβάλλεται όμως το επιχείρημα ότι οι διάφορες φράξιες που λειτουργούν μες στο κόμμα έχουν εκτός από κείνο που τις χωρίζει, και μάλιστα πάνω απ’ αυτό, και κείνο που τις ενώνει: το γενικό σκοπό, το κοινό πρόγραμμα και τις γενικές αρχές του κόμματος. Το γεγονός αυτό, μαζί με το εξυψωμένο πολιτικό επίπεδο και την εξυψωμένη συνείδηση των μελών του, θα εμποδίσει να κυριαρχήσει το αίσθημα του φραξιονιστικού συμφέροντος πάνω στο αίσθημα του κομματικού συμφέροντος και να εκτραπεί ο αγώνας των φραξιών σε συνεχείς συζητήσεις, σε διαρκή πάλη, σε ιδιαίτερες εμφανίσεις με τον ένα η τον άλλο τρόπο και σε αποκρυστάλλωση ξεχωριστής πειθαρχίας, ώστε να μην είναι ανάγκη καταστατικών περιορισμών.
Ούτε το πολιτικό επίπεδο ούτε καμιά από τις άλλες κομματικές αρετές μπορεί να ’ναι στον ίδιο βαθμό ανεπτυγμένες μέσα στα Κόμμα. Η στάθμη τους ποικίλλει και η έννοιά τους ακόμη δεν μπορεί να ’ναι πλήρως κοινή, εξ αιτίας της διαφορετικής κομματικής ηλικίας, της διαφορετικής κοινωνικής προέλευσης των μελών του και των διαφορετικών επιδράσεων που εξακολουθούν να δέχονται και μες στο κόμμα. Αυτό που καθορίζει τις διαφορετικές πολιτικές τους ιδέες κάθε φορά, θα καθορίζει επίσης και διαφορετική αντίληψη στη σχέση φραξιονιστικού και κομματικού συμφέροντος ανάμεσα στα μέλη και ανάμεσα στις φράξιες βέβαια. Αυτό φυσικά μπορεί να συμβεί και όταν το κόμμα λειτουργεί κατά τον ιδεωδέστερο τρόπο. Να βρεθούν άτομα, τάσεις ακόμη, που βάζοντας το φραξιονιστικό τους συμφέρον πάνω από το γενικό του κόμματος –το νιώθουν αυτό ή όχι, δεν έχει σημασία– θέλουν π.χ. να θέτουν διαρκώς τις διαφορές τους σε γενική συζήτηση μες στο κόμμα. Εδώ όμως είναι αυτό το κόμμα που θα κρίνει και θα αποφασίσει τι θα γίνει. Στην περίπτωση αυτή, το εξυψωμένο γενικό πολιτικό επίπεδο και η εξυψωμένη συνείδησή του θα παίξουν τον αποφασιστικό ρόλο για την ορθή λύση. Στο καθεστώς όμως της ομοσπονδίας των φραξιών και της απόλυτης «ελευθερίας» των συζητήσεων παντού και πάντοτε δεν συμβαίνει το ίδιο. Εκεί είναι υποχρεωμένο να μετατραπεί σε λέσχη συζητήσεων μ’ όλα τα επακόλουθα. Το εξυψωμένο λοιπόν πολιτικό επίπεδο του κόμματος γενικά κι όλες οι άλλες αρετές του –κι αν ακόμη μπορούσαν να υπάρχουν σ’ ένα τέτοιο κόμμα– δεν θα ’ταν αξιόλογες εγγυήσεις, ικανές ν’ αποτρέψουν τις συνέπειες που αναφέραμε πιο πάνω από ένα τέτοιο καθεστώς. Όπως είπαμε όμως προηγούμενα, το καθεστώς αυτό από την ίδια τη φύση του κάνει υπερτροφικό το φραξιονιστικό αίσθημα, ενώ το κομματικό σχεδόν το εκμηδενίζει. Η τάση λοιπόν να μπαίνει πάνω απ’ όλα το φραξιονιστικό συμφέρον, θα γίνει γενική.
Η συζήτηση, και συνεπώς η ελευθερία γι’ αυτήν, είναι απαραίτητη για τη λύση των προβλημάτων. Αλλά αν αρκούσε αυτή μόνο, τότε οι αργόσχολοι των καφενείων κι οι διάφορες λέσχες δεν θα ’χανε αφήσει πρόβλημα που να μην του δώσουν και τη σωστή του λύση. Η συζήτηση είναι γόνιμη όταν συνδυάζεται με την καθημερινή δράση, όταν γίνεται για να λύσει τα προβλήματα που προκύπτουν απ’ αυτή κι ελέγχεται μέσα σ’ αυτή. Όταν δεν αποτελεί κωλυσιεργία της αλλά προώθηση της. Και όπως η μορφή της οργάνωσης είναι αντίστοιχη με την πολιτική της, κι αντίστροφα η πολιτική της θα είναι ανάλογη με τη μορφή και τη λειτουργία της. Μια οργάνωση χαλαρή στη λειτουργία και στη δράση της, δεν μπορεί να ευνοήσει παρά την ανάπτυξη χαλαρών ιδεών. Ένα τέτοιο εσωτερικό καθεστώς μπορεί να είναι θαυμάσιο έδαφος για την ανάπτυξη κάθε είδους οπορτουνισμού, για όλων των ειδών τις κομπίνες και τους συμβιβασμούς και των άνευ αρχών μπλοκ, αλλά καθόλου ευνοϊκό έδαφος για την καλλιέργεια της μαρξιστικής θεωρίας και της επαναστατικής προλεταριακής πολιτικής. Εξ άλλου σ’ ένα κόμμα που θα αναγνώριζε το καθεστώς των οργανωμένων φραξιών, δηλαδή το ομοσπονδιακό στον οργανωτικό τομέα, κατ’ ανάγκη και η ιδεολογική του σύνθεση θα ’χε ή θα ’παιρνε τελικά τον ίδιο χαραχτήρα, πράγμα που είναι συνώνυμο με την ιδεολογική διάλυση του.
Αυτός ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας είναι ένα από τα τυπικά γνωρίσματα των οπορτουνιστικών κομμάτων. Οπορτουνισμός όμως και συνέπεια είναι δύο έννοιες που η μια αναιρεί την άλλη. Και καθώς ξέρουμε, η ελευθερία και η δημοκρατία εκεί είναι μονάχα στους τύπους. Τα ζητήματα σ’ αυτά δεν τα λύνει η δημοκρατική γνώμη των μελών τους αλλά οι γραφειοκρατικές κορυφές τους. Αυτή η δήθεν «δημοκρατία» δεν εμποδίζει την ύπαρξη γραφειοκρατίας. Της δίνει μονάχα μια υποκριτικότερη όψη. Η ανάπτυξη των διαφόρων ιδεών και τα δικαιώματα των μελών είναι ανεχτά απ’ αυτή τη γραφειοκρατία ως το σημείο μόνο που δεν απειλούν την κυριαρχία της μες στο κόμμα. Από κει και υστέρα θα πνιγούν εν ονόματι των αρχών πάλι της «δημοκρατίας». Οι αρχές είναι πράγμα πολύ ελαστικό σ’ όλων των ειδών τους οπορτουνιστές. Καθορίζονται με βάση την πολιτική τους ανάγκη της στιγμής.
Τί σχέση μπορεί να ’χουν οι αντιλήψεις κι οι μέθοδες αυτές με τον Τρότσκι, τις ιδέες του και τις μέθοδες που αυτός μας δίδαξε και μας άφησε κληρονομιά ύστερα από το θάνατο του; Τούτη μονάχα: ότι αποτελούν άρνησή τους πλήρη και βεβήλωση της μνήμης του.
Οι ιδέες του Τρότσκι στα ζητήματα της λειτουργίας του κόμματος, του εσωτερικού του καθεστώτος, είναι οι αντιλήψεις του Λένιν. Είναι διατυπωμένες στις οργανωτικές αρχές της Κομμουνιστικής Διεθνούς από το 3ο Συνέδριό της, οι οποίες μαζί μ’ όλες τις άλλες βασικές αποφάσεις των τεσσάρων πρώτων συνεδρίων αυτής της Διεθνούς αποτελέσανε ένα μέρος των αρχών της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης και τώρα της 4ης Διεθνούς. Και όπως στην επεξεργασία όλων σχεδόν των άλλων βασικών αποφάσεων αυτών των 4 συνεδρίων μαζί με τον Λένιν βλέπει κανείς και τον Τρότσκι, έτσι και σ’ αυτές. Στο «Νέο Ρεύμα», αναλύοντας την φυσιολογία του κόμματος, ο Τρότσκι εξηγεί πώς η κατάπνιξη του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και η γραφειοκρατική αυθαιρεσία οδηγεί στη συσσωμάτωση των μελών σε φραξιονιστικούς σχηματισμούς. Με τον ίδιο τρόπο αντικρίζει τα προβλήματα αυτά και στο «Αντί-Στάλιν», κριτικάροντας το καθεστώς που δημιούργησε ο Στάλιν μες στην Κομμουνιστική Διεθνή.

Περισσότερο όμως κι απ’ αυτά, που ’ναι τόσο εύγλωττα για τις ιδέες του Τρότσκι, μαρτυράει γι’ αυτές η πράξη του. Εκεί θα βρουν λαμπρά παραδείγματα πειθαρχημένης δράσης, θεληματική και ειλικρινή υποταγή στις αποφάσεις του κόμματός του, κι όταν είναι αντίθετες με τις γνώμες του, και πραγματικό σεβασμό του δικαιώματος στις αντίθετές του τάσεις ν’ αναπτύξουν τις ιδέες τους εφόσον βρίσκονται μέσα στα όρια των αρχών του Κόμματος. Εκεί θα βρουν επίσης ένα αληθινό και πολύ αλγεινό γι’ αυτούς καυτήρι των μεθόδων τους, τόσο καυτερό όσο καυτερή ήταν η κριτική του ενάντια στις μέθοδες της διεφθαρμένης γραφειοκρατίας του Κρεμλίνου που μαζί μ’ όλη την πολιτική της επέφεραν τον εκφυλισμό του μπολσεβίκικου κόμματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: