13/7/13

Το βλέμμα νυστέρι

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΗ

PIERRE ASSOULINE, Οι προσκεκλημένοι, Μετάφραση: Ρίτα Κολαΐτη, Εκδόσεις Πόλις, σελ. 196

«Περιφρονούμε το περιττό, ενώ συχνά κρύβει θησαυρούς της ανθρωπότητας».
(Από το βιβλίο, σ. 172)

Σε ορισμένους κατοίκους, οι οποίοι εντοπίζονται στο κέντρο του αριστοκρατικού εβδόμου διαμερίσματος του Παρισιού, στην οδό Λα Καζ, συγκεντρώνεται το εξονυχιστικό, ανυποχώρητο, πάντως άριστα ασκημένο βλέμμα του εξειδικευμένου αναλυτή των σύγχρονων ηθών Pierre Assouline. Ο γάλλος δημιουργός δόκιμου παραστατικού λόγου, ιδιαίτερα γνωστός στο κοινό μας από δυο προηγούμενα μυθιστορήματά του, ήδη μεταφρασμένα στα ελληνικά, τα οποία εξέδωσε, επίσης, η «Πόλις», δηλαδή το Ξενοδοχείο Lutetia (2005, Prix des Maisons de la Presse) και Το πορτρέτο (2007, Prix de la langue française), ξεναγεί αυτή τη φορά τους αναγνώστες του στα ενδότερα της οικογενείας της κυρίας Σοφί ντυ Βιβιέ και των χαρακτηριστικών, εμφανώς συμπλεγματικών, ενίοτε αδιάκριτων, αφηγηματικά λίαν ενδιαφερόντων, μάλλον εκκωφαντικών φίλων της. Η συσταλτική, δεξιοτεχνική αυτή γραφή συνιστά ομολογουμένως ένα σημαίνον απόκτημα της ευρωπαϊκής γραμματολογίας. Πρόκειται για ένα υφολογικό απόσταγμα μιας σειράς οξυδερκών παρατηρήσεων των τρόπων με τους οποίους σκέφτεται, αντιδρά, ερωτεύεται, εξομολογείται de profundis, ασελγεί, αυτοαποθεώνεται, σαρκάζει, βαυκαλίζεται, απογοητεύεται, αυτομαστιγώνεται, αποδομείται, ανασυγκροτείται και εν τέλει επιβιώνει, μετά από θυσίες και συμβιβασμούς, ένα λίαν ευδιάκριτο τμήμα της σημερινής κοινωνίας της πατρίδας του συγγραφέα. Επιλέγοντας τις ειδικότερες συνισταμένες, οι οποίες συνήθως προσδιορίζουν ένα τυπικό δείπνο για δεκατέσσερα άτομα, η αφήγηση σαφώς αυτοπειθαρχείται χρονικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν λειτουργεί αποτελεσματικά, προβαίνοντας σε μια κάθετη και οριζόντια ανασκόπηση του ψυχισμού και των δεκατεσσάρων συνδαιτυμόνων. Τα πλούσια ευρήματα αυτής της συνολικής διείσδυσης στο εσωτερικό των υποκειμένων της αφηγηματικής δράσης εκτίθενται νωπά και ασπαίροντα δίπλα ακριβώς στα νοστιμότατα εδέσματα της φιλόξενης, αλλά και κωμικοτραγικά υστερόβουλης κυρίας Σοφί ντυ Βιβιέ. Πότε αρκούντως υπαινικτική, πότε άμεση ως ισχυρό ράπισμα, η λέξη δρα εξ ορισμού μόνον κυριολεκτικά.

Τον κύριο συνδετικό κρίκο της πρόσφορης εξιστόρησης, η οποία κλείνει μάτι περισσότερο προς τη μεριά του Φλωμπέρ και του Ραιημόν Κενώ, παρά του Μπαλζάκ ή του Ντριέ Λα Ροσέλ, αποτελεί η αραβικής καταγωγής Σόνια ή Ουμελκχεΐρ, η ευγενής, ευειδής και μορφωμένη ταυτοχρόνως υπηρέτρια του σπιτιού. Καλείται, την τελευταία μάλιστα στιγμή, να καλύψει το κενό, που ξαφνικά παρουσιάζεται, αναβαθμιζόμενη έτσι από σερβιτόρα σε ισότιμη μέτοχο του πλούσιου τραπεζιού: με τον τρόπο αυτό σώζεται η εικόνα προς τα έξω της οικοδέσποινας, η οποία κινδύνεψε για λίγο να έρθει αντιμέτωπη με τον απαίσιο αριθμό 13, οιωνό πολλών δεινών, όπως όλοι οι προσκεκλημένοι της φρονούν. Βεβαίως, η Σόνια είναι κατ’ αρχήν για τους υπολοίπους μια άκρως σεσημασμένη παρείσακτη. Μια εμβληματική νέηλυς. Ένα μίασμα, κοινώς. Κατά τη διάρκεια όμως των αναπόφευκτων, ενίοτε συγκρουσιακών, συζητήσεων, εκμυστηρεύσεων και αντιπαραθέσεων, μετατρέπεται πότε σε νηφάλιο κριτή των άλλων, πότε νοερώς σε σεξουαλικό αντικείμενο, πότε σε ερωτικό ίνδαλμα και πότε σε Μούσα επιχειρηματική, η οποία εμπνέει τον πολυσχιδή Ζωρζ Μπανόν, έναν αρχετυπικό, φιλόδοξο κι άλλο τόσο ευφυή βιομήχανο από τον Καναδά, ο οποίος συγκαταλέγεται, ως μάνα εξ ουρανού, στους ενίοτε ανθρωποφαγικούς Προσκεκλημένους.
Όταν ο ανελκυστήρας παγιδεύει πέντε κυρίες, μετά την αναχώρησή τους από το διαμέρισμα της προαναφερομένης οδού Λα Καζ, τα πρόσωπα αδειάζουν από τα στολίδια της έπαρσης. Aυτό που εμφανίζεται είναι το θλιβερό φορτίο της γυμνής επιτέλους υποκρισίας. Ενδεικτικό του κλίματος, το οποίο επικρατεί στο επιλογικό αυτό τμήμα μέρος του καθόλα συναρπαστικού μυθιστορήματος, συνιστά το εξής απόσπασμα: «Στο εσωτερικό, είχε αρχίσει να κυριαρχεί η ανυπομονησία, αν όχι ο πανικός. Μόνον η Κριστίνα Λε Σατλάρ παρέμενε στωική και σιωπηλή. Ποτέ δεν είχε ενσαρκώσει καλύτερα την Παρουσία. Κανείς δεν ζήτησε τη γνώμη της, από φόβο μήπως έλεγε κάποιο χρησμό. Δεν ήταν ώρα για τέτοια. Κλουβί. Ήταν αυτό ακριβώς. Με μαϊμούδες που κουνιούνταν συνεχώς[…] Η γελοιότητα σκοτώνει, ακόμα και στο ασανσέρ. Ήταν στριμωγμένες, αναγκασμένες να τρίβονται η μια πάνω στην άλλη στριφογυρίζοντας. Σημάδια ατομικισμού άρχισαν να τσαλακώνουν την αρχική αλληλεγγύη. Δεν θα αργούσε να κυριαρχήσει μια υπόγεια δυσπιστία που θα οδηγούσε στο ξεκαθάρισμα λογαριασμών, στο μίσος και στο φονικό. Ήταν επιτακτική ανάγκη να παρέμβουν, έστω και μόνο για να μην υποστεί η συνιδιοκτησία παράπλευρες απώλειες». (Βλ. σελ. 184 επ.). Ο για λίγα λεπτά της ώρας σφραγισμένος ανελκυστήρας λειτουργεί εν ολίγοις καταλυτικά. Όσες μάσκες δεν είχαν πέσει προς το τέλος του επεισοδιακού δείπνου, πέφτουν τώρα. Οι λίαν επιθετικές προσωπικότητες, οι οποίες ήταν τελείως απρόθυμες να παραχωρήσουν στην ετερότητα ένα έστω εκατοστό συναντίληψης, είχαν καλυφθεί, ως συνήθως, από τα πέπλα της κατά σύμβασιν κοινωνικότητας. Τη στιγμή όμως που και το οξυγόνο φαίνεται να μην επαρκεί, το αληθινό εγώ είναι έτοιμο να δείξει ασυστόλως την αλήθεια του. Αν ο συγγραφέας είναι εδώ ανελέητος, οφείλεται πιστεύω στα μεγάλα ποσοστά ευθυκρισίας, τα οποία τον διακρίνουν ως μάχιμο πνευματικό άνθρωπο. Αποδίδοντας δικαιοσύνη, οφείλω να το υπογραμμίσω, δεν ηθικολογεί. Απλώς στήνει γέφυρες προς το κοινό Αγαθό, προτού απορροφηθεί τελείως από τη λαίλαπα του αποανθρωπισμού, η οποία επισκιάζει προ πολλού την ευρωπαϊκή σκηνή και όχι μόνο. Συγκρατώ ότι στον αντίποδα των προβατόσχημων υπερφίαλων τύπων συναντάμε ευάριθμους χαρακτήρες, σαφώς υγιέστερους και πληρέστερους πνευματικά, οι οποίοι ουσιώνουν με τη σειρά τους τον έντιμο Πολίτη. Επισημαίνω ότι η μεταφράστρια έλυσε με επιτυχία τόσους και τόσους κόμπους.


Ο Γιώργος Βέης είναι ποιητής

Δεν υπάρχουν σχόλια: