21/4/13

Κοινωνική οικονομία

ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΜΩΥΣΙΔΗ

ΤΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΠΟΓΙΑΝΝΗΣ, Εισαγωγή στην Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία: Το μετέωρο βήμα μιας δυνατότητας, Οι εκδόσεις των συναδέλφων, σελ. 134
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΙΕΡΟΣ, Υπαρκτός καινούργιος κόσμος. Κοινωνική/Αλληλέγγυα και Συνεργατική Οικονομία, Οι εκδόσεις των συναδέλφων, σελ. 166

Η Κοινωνική Οικονομία και η συζήτηση γύρω από αυτήν αποδεικνύεται, όσο περνάει ο χρόνος, ως ένα πολύ επίκαιρο και, υπό κάποια έννοια και μοντέρνο θέμα. Όλο και πιο πολλοί άνθρωποι την ανακαλύπτουν, μιλάνε γι’ αυτήν, προσβλέπουν σ’ αυτήν, επιδιώκουν την εφαρμογή της ή την καταγγέλλουν και την απορρίπτουν. Η μεγάλη οικονομική κρίση αποτελεί ένα γόνιμό έδαφος για την παραγωγή του λόγου, της αντιπαράθεσης και της εφαρμογής. Η πολυμορφία των παράλληλων όρων, είτε ως συμπεριλαμβανόμενων, ή ως συμπληρωματικών ή αυτόνομων είναι χαρακτηριστική: αλληλέγγυα οικονομία ή εναλλακτική οικονομία, ο τρίτος τομέας κλπ. Πολύπλευρα σημαντικό το ζήτημα της Κοινωνικής Οικονομίας αλλά και πολύ ασαφές και διαφιλονικούμενο. Διαφιλονικούμενο ως προς πολλές πτυχές του, εννοιολογικά, επιστημολογικά, ιδεολογικά, εφαρμοστικά και φυσικά πολιτικά.

Τα δύο βιβλία που συζητάμε εδώ είναι χαρακτηριστικά δείγματα των διαφορετικών προσεγγίσεων. Ήδη από τους τίτλους τους και ειδικότερα από τους υπότιτλους, καταλαβαίνει κανείς ότι υπάρχει ένα ευρύ πεδίο για προβληματισμό και ερευνητική αναζήτηση για τη φύση, το περιεχόμενο αλλά και την ιστορία του φαινομένου της Κοινωνικής Οικονομίας. Ο υπότιτλος του βιβλίου των Τάκη Νικολόπουλου και Δημήτρη Καπογιάννη μιλά για το «μετέωρο βήμα μιας δυνατότητας», διατυπώνοντας ουσιαστικά μια κριτική προσέγγιση και μια επιφύλαξη για το μέλλον της Κοινωνικής Οικονομίας. Από την άλλη, ο υπότιτλος στο βιβλίο του Γιώργου Λιερού υπαινίσσεται μια βεβαιότητα για την θετική της προοπτική στο δρόμο για έναν καινούργιο κόσμο. 
 Ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό και των δύο βιβλίων, με τις δύο διαφορετικές προσεγγίσεις για το ίδιο αντικείμενο, είναι ότι εκδόθηκαν από έναν οίκο που αποτελεί μόρφωμα Κοινωνικής Οικονομίας, έναν κοινωνικό, δηλαδή, συνεταιρισμό εκδοτών.
Το βιβλίο του Τάκη Νικολόπουλου και Δημήτρη Καπογιάννη διακρίνεται για την αυστηρή του επιστημονικότητα. Συνοψίζει με συγκροτημένο τρόπο την τρέχουσα επιστημονική συζήτηση για την έννοια, τους ορισμούς, τα κριτήρια και την προοπτική της Κοινωνικής Οικονομίας. Με βάση μια πλούσια διεθνή και ελληνική βιβλιογραφία προσπαθεί να ταξινομήσει και να κατηγοριοποιήσει απόψεις, φαινόμενα και κοινωνικά μορφώματα και τελικά να δει από απόσταση τα διαλαμβανόμενα. Κάτι που δεν είναι και πολύ εύκολο σήμερα γιατί σε μια περίοδο βαθιάς οικονομικής κρίσης, φτωχοποίησης και εξαθλίωσης μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας, επιτείνεται η ήδη αυξημένη, ηθικού, ιδεολογικού ή κινηματικού χαρακτήρα, ευαισθητοποίηση και οργή  ατόμων και ομάδων, γεγονός που εύκολα μπορεί να θολώσει την αντικειμενική ματιά. Οι δύο συγγραφείς μέσα από μια ενδελεχή περιγραφή και ανάλυση θεωρίας, των επιστημολογικών και μεθοδολογικών προβληματισμών και πρακτικών καταφέρνουν να μας παραδώσουν, μια πολύ καλή εικόνα του πολύμορφου ψηφιδωτού που λέγεται Κοινωνική Οικονομία σήμερα. Το συμπέρασμά τους στην τελευταία παράγραφο του βιβλίου τους είναι χαρακτηριστικό του «μετέωρου βήματος της δυνατότητας» που αναγράφεται στον υπότιτλο του βιβλίου τους. Γράφουν: «Κοντολογίς, η κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία βρίσκεται στη μέση (του δρόμου) του «πολιτικά αδύνατου», έως ότου αυτό καταστεί «πολιτικά αναπόφευκτο».
Το βιβλίο του Γ. Λιερού έχει άλλη κεντρική στόχευση. Σε μία φράση θα έλεγε κανείς ότι το κύριο πνεύμα που το διέπει είναι η ιδεολογική-πολιτική φόρτιση και κοινωνική στράτευση. Διατρέχεται από μια έντονη ευαισθησία για την μοίρα των «από κάτω», είναι διάχυτο από τη βεβαιότητα για τη θετική έκβαση και αναδίδει μια ακτιβιστική αισιοδοξία για όσα θα έρθουν. Με βάση πολλά παραδείγματα, σύγχρονα αλλά και απώτερου παρελθόντος, επιχειρηματολογεί με πίστη για την ιστορική αναγκαιότητα της ανατροπής του εμπορευματικού χαρακτήρα των ανταλλαγών των προϊόντων αλλά και αυτού του καπιταλιστικού συστήματος μέσα από τη συλλογική, αυτοδιαχειριζόμενη οικονομική οργάνωση και δράση των «κολασμένων» της γης. Αναφέρουμε δυο, χαρακτηριστικές του επιχειρήματος αλλά και της προσδοκίας του, φράσεις: (σελ. 47)«Η κοινωνική οικονομία, σαν ένα απελευθερωτικό από την καπιταλιστική δουλεία εγχείρημα, σαν μια αλληλέγγυα και συνεργατική οικονομία, προϋποθέτει ή καλύτερα αποτελεί μια απόφαση... την οποία παίρνει ο καθένας από μόνος του-για έναν συνεταιρισμό ομότιμων ανθρώπων, για τη συστράτευση σε ένα πρόταγμα», «Η επιλογή της στράτευσης σε αυτές τις αξίες είναι για εμάς μια απόφαση ρήξης με την οικονομία της αγοράς και το αστικό κράτος... είναι η βούληση της ολοκλήρωσης της κοινωνικής οικονομίας σε πολιτειακές μορφές άμεσης δημοκρατίας, σε ένα ολικό κίνημα χειραφέτησης» (σελ. 48).
Με αυτά τα χαρακτηριστικά και τη διαφορετικότητά τους, τα δύο βιβλία δίνουν τροφή για διάλογο και προβληματισμό γι’ αυτό το επίδικο αντικείμενο είτε ως επιστημονικό ζήτημα είτε ως ιστορική διαδρομή, είτε ως αναγκαία κοινωνικό-οικονομική μετεξέλιξη. Τι είναι τελικά η Κοινωνική Οικονομία; Τι συνιστά Κοινωνική Οικονομία; Τι μπορεί να καταφέρει η Κοινωνική Οικονομία; Ανατροπή ή σταδιακή υπονόμευση του καπιταλιστικού συστήματος; Αποτελεί διακριτό μοντέλο και φορέα λύτρωσης για τους «από κάτω»; ή μήπως μια έξυπνη διέξοδο και «δούρειο ίππο» του κυρίαρχου συστήματος για την υποκατάσταση του ρόλου του παραδοσιακού Κράτους Πρόνοιας;
Τα ερωτήματα αυτά δείχνουν την ασάφεια της έννοιας και τις πολλαπλές προσλήψεις και ορισμούς,  αλλά και της πράξης των φορέων που είναι ή μπορούν να θεωρηθούν ότι εντάσσονται στο ευρύ πεδίο της Κοινωνικής Οικονομίας. Αν ρίξουμε μια ματιά στους δρώντες φορείς, στην Ελλάδα και διεθνώς, τις μορφές οργάνωσης τους, τις ιδεολογίες που τους διέπουν και τα αντικείμενα των δράσεών τους θα διαπιστώσουμε μια ευρύτατη ποικιλότητα Λίγο ως πολύ ο καθένας αντιλαμβάνεται την Κοινωνική Οικονομία και την ορίζει αλλιώς, συνήθως  αλλά όχι πάντα ανυστερόβουλα, κατά πως ταιριάζει στο αντικείμενο και τη δράση του φορέα που εκπροσωπεί ή απλά κατά την ατομική του ιδεολογική πρόσληψη. Η υστεροβουλία αυτή  δεν είναι απαραίτητο να αφορά υλικά αγαθά, για να θυμηθούμε την περιπετειώδη κοινωνική και πολιτική ιστορία του Πράσινου και Οικολογικού κινήματος.  Η υστεροβουλία μπορεί να αφορά απλά στην ανάγκη ιδεολογικής νομιμοποίησης και οριοθέτησης, είτε των προσεγγίσεων που διακινούνται από τις πολιτικά-ιδεολογικά φορτισμένες απόψεις της «ανατροπής», είτε των, ας τις ονομάσουμε, πιο μετριοπαθών ή ενσωματωμένων στο σύστημα απόψεων που βλέπουν στην Κοινωνική Οικονομία μια διέξοδο ενταγμένη στους όρους της αγοράς και τίποτε παραπάνω.
Άρα, ένα από τα πλέον επίδικα και πρωταρχικά ερωτήματα αφορά στον αν κάθε μορφής συλλογική οικονομική ή «ενωσική» πρωτοβουλία εντάσσεται στο πεδίο της κοινωνικής οικονομίας. Και στη συνέχεια, αν η ουσία της είναι ή οφείλει να είναι η παραγωγική και οικονομική δράση; Αν τα παραγόμενα προϊόντα και υπηρεσίες έχουν ή οφείλουν να έχουν εμπορευματικό χαρακτήρα και η τιμή διάθεσής τους να βρίσκεται σε συνάρτηση με το χρόνο της ανθρώπινης εργασίας που επενδύθηκε; Εδώ θα παραπέμψουμε στο παράδειγμα της διαμάχης για την αποτίμηση του χρόνου εργασίας διαφόρων επαγγελμάτων στις Τράπεζες Χρόνου. Αν η έννοια του κέρδους πρέπει να αποκλείεται ή μπορεί να περιληφθεί έτσι που να κάνει δυνατή την απλή ή γιατί όχι και τη διευρυμένη αναπαραγωγή τους στο πλαίσιο του αγοραίου συστήματος; Να θυμηθούμε εδώ την αρχή και τη συνέχεια της Mondragon, ή της Credit Agricole. Ή ίσως και το ιστορικό παράδειγμα της γέννησης, ακμής και παρακμής των ισραηλινών Κιμπούτς, μιας κατεξοχήν συλλογικής οικονομικής και κοινωνικής δράσης με βαρύ ιδεολογικό φορτίο.
Ας μας επιτραπεί εδώ να κάνουμε μια σχηματική αλλά όχι αβασάνιστη, κατηγοριοποίηση. Στο σύγχρονο, λοιπόν, επιστημονικό και ιδεολογικό-πολιτικό προβληματισμό κυριαρχούν δύο κεντρικές τάσεις, με τις πολλαπλές βέβαια υποδιαιρέσεις τους. Προϋποθέτουμε ότι και για τις δύο τάσεις ισχύουν οι βασικές, παραδοσιακές συνεταιριστικές αρχές και κριτήρια συμμετοχής, όπως η δημοκρατία, ισότητα, μία ψήφος, αλληλεγγύη, αυτοβοήθεια κλπ. που περιλαμβάνονται και στους επίσημους διεθνείς ορισμούς και κριτήρια της Κοινωνικής Οικονομίας.
Υπάρχει η τάση εκείνη που οριοθετεί την Κοινωνική Οικονομία με πολιτικά-ιδεολογικά κριτήρια, διανθισμένα με ηθικολογικές αξιακές κατηγορίες, όπως εντιμότητα, ειλικρίνεια, κοινωνική ευθύνη και μέριμνα για τους άλλους και αποσκοπεί στη διαμόρφωση όρων παράλληλης κοινωνίας και οικονομίας, εντός της σύγχρονης αστικής, ως νησίδες αυτοδιαχείρισης και προπλάσματα για την τελική υπέρβαση της, καθώς και των όρων της καπιταλιστικής αγοράς του ανταγωνισμού, του κέρδους και της καταστροφικής ανάπτυξης και υπερ-κατανάλωσης.
Η άλλη τάση βλέπει την κοινωνική οικονομία και τους φορείς και δράσεις τους σε πραγματικούς όρους, αυτούς δηλαδή της σύγχρονης καπιταλιστικής αγοράς και επιδιώκει να αντιμετωπίσει κοινωνικά ζητήματα δρώντας με όρους αγοράς, όπως οι Κοινωνικοί Συνεταιρισμοί Περιορισμένης Ευθύνης- ΚΟΙΣΠΕ, για να αναφερθούμε στην Ελληνική πραγματικότητα, πριν το Νόμο του 2011 για την Κοινωνική Οικονομία που θεσμοποίησε πλέον όρους, κριτήρια και λειτουργίες.
Ενδεχομένως θα ισχυριζόταν κάποιος από τούς υποστηρικτές της δεύτερης προσέγγισης ότι πρόκειται για διακριτικό και διακριτό μοντέλο υπονόμευσης του συστήματος με σαφή αντι-αγοραία χαρακτηριστικά. Οι δε κριτικοί ως προς αυτήν την προσέγγιση αυτή θα τους εγκαλούσαν ως παίκτες ωραιοποίησης ή παραπληρωματικοί του συστήματος και κατ’ ουσίαν υπονομευτές του παραδοσιακού Κράτους Πρόνοιας.  Υπάρχει άραγε μια μέση ή άλλη απάντηση στο δίλλημα;
Η Κοινωνική Οικονομία στην Ελλάδα βρίσκεται ακόμα στα σπάργανα, όπως ακριβώς και η συζήτηση. Μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι είναι προϊόν, εν πολλοίς, της τρέχουσας κρίσης, όπως ακριβώς και η αυξημένη ευαισθητοποίηση των πολιτών, με αποτέλεσμα την ποσοτική έκρηξη των συλλογικών οικονομικών και μη δράσεων και πρωτοβουλιών στη τελευταία τριετία.
Τα δύο βιβλία, των Τ. Νικολόπουλου - Δ. Καπογιάννη, και Γ. Λιερού, που υπήρξαν η αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις και παρατηρήσεις, προσθέτουν πολλά στην αναγκαία υποδομή του διαλόγου, στη γνώση και στα επιχειρήματα και αξίζουν να διαβασθούν με προσοχή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: