21/4/13

Μακιαβέλλι ή άλλως το απόλυτο κακό

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΕΡΤΙΚΑ

Πεντακόσια χρόνια από τη συγγραφή του Ηγεμόνα (1533-34) κι ο Νικολό Μακιαβέλλι (1469-1527), ο φλωρεντινός γραμματικός, δεν παύει να σαγηνεύει με την έλξη και την αποστροφή που πάντα προκαλεί η προσωποποίηση του κακού. Κι επειδή το καλό και το κακό είναι το ειδοποιό γνώρισμα της ηθικής, το νήμα που συνδέει τις έριδες γύρω από τον Μακιαβέλλι είναι η σχέση ηθικής και πολιτικής. Στο πέρασμα των αιώνων, ακόμη και για όσους δεν έχουν διαβάσει μιαν αράδα από τα συγγράμματά του, ο μακιαβελλισμός έγινε συνώνυμος με τον διαχωρισμό της ηθικής από την πολιτική ή για να ακριβολογούμε με την ανηθικότητα στην πολιτική.

Θα χρειάζονταν αρκετές σελίδες για να καταγράψουμε την ιστορική διαδρομή των ιδεών του αποδιοπομπαίου τράγου που ονομάζεται Μακιαβέλλι. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και στο ίδιο ζεύγος αντιπάλων η κατηγορία του μακιαβελλισμού εκτοξεύεται από τον έναν προς τον άλλο με στόχο την ηθική απαξίωση. Αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι λίγο μετά τον θάνατό του οι αντίπαλες πολιτικές παρατάξεις της Φλωρεντίας κατηγορούν η μία την άλλη για μακιαβελλισμό. Στη συνέχεια η καθολική εκκλησία, θέλοντας να καθαρθεί από τις αμιγώς εγκόσμιες εξουσιαστικές αξιώσεις της, καταδικάζει τον Μακιαβέλλι στη Σύνοδο του Τριδέντου το 1564∙ συνάμα οι διαμαρτυρόμενοι δεν κρύβουν την αντιπάθειά τους για τον ανηθικισμό του, παρά το γεγονός ότι πρέσβευε την υποταγή της θρησκείας στο κράτος, γεγονός που συμβάδιζε με τις εξουσιαστικές αξιώσεις των ηγεμόνων τους. Τέλος, μ’ ένα άλμα μέσα στους αιώνες, ας θυμηθούμε ότι ανάμεσα στις κατηγορίες που διατυπώνονται εναντίον του Κάμενεφ από τον σταλινικό ηγεμόνα είναι και η συγγραφή μιας εισαγωγής στα έργα του Μακιαβέλλι.
Ωστόσο ο Μακιαβέλλι δεν ήταν μακιαβελλικός. Εάν ο Μακιαβέλλι, καθώς λέει ο Βολταίρος, είχε έναν ηγεμόνα για μαθητή θα τον συμβούλευε να γράψει ένα ηθικό βιβλίο εναντίον του μακιαβελλισμού. Αυτού του είδους η θετική αποτίμηση του έργου του εγκαινιάζεται με τον διαφωτισμό και τους γιακωβίνους όταν ο Ρουσσώ, ακολουθώντας τον Σπινόζα, θα υποστηρίξει ότι ο Μακιαβέλλι ξεσκεπάζει στα μάτια του λαού τις ιδεολογίες πίσω από τις οποίες κρύβονται τα ιδιοτελή συμφέροντα των τυράννων. Εκεί όμως όπου γνωρίζει την αποθέωσή του είναι ο 19ος αιώνας, οπόταν ο Μακιαβέλλι θεωρείται ο εισηγητής του μοντέρνου κράτους-έθνους και μάλιστα των δημοκρατικών ιδεωδών του. Σ’ αυτήν την προοπτική, ο «μοναρχικός» Ηγεμόνας αντιδιαστέλλεται από τις δημοκρατικές Διατριβές του ή τη Φλωρεντινή Ιστορία.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και για όσους τον αναθεματίζουν δημοσίως, παραμένει αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο Μακιαβέλλι είναι ένας πατριώτης. Σε μια εποχή που η Ιταλία είναι κατακερματισμένη σε αλληλοσπαρασσόμενες ηγεμονίες, έχει δεχτεί την εισβολή των Γάλλων και των Ισπανών και η Φλωρεντία βρίσκεται σε παρακμή κι αδυναμία, ο Μακιαβέλλι παραμένει πιστός στην πολιτική και πατριωτική στάση της πρώτης γενιάς των αναγεννησιακών ανθρωπιστών. Ο πατριωτισμός του  προκαταλαμβάνει τον ριζοσπαστικό εθνικισμό της αστικής τάξης των επόμενων αιώνων, και είναι η δύναμη η οποία κατευθύνει όσες τεχνικές δεξιότητες της πολιτικής αποκαλύπτει στο έργο του.
Ο ανθρωπιστικός χωρισμός των θείων από τα εγκόσμια, η ανατίμηση του εμπειρικού κόσμου και της ρητορικής, αποτελούν τη βάση της αναζήτησης των ειδοποιών διαφορών της πολιτικής από την ηθική στον Μακιαβέλλι. Η θεωρητική στάση στην σκέψη του ξεκόβει από την ενατένιση του δέοντος -στην περίπτωση της πολιτικής την αναζήτηση του άριστου πολιτεύματος- και κατευθύνεται στην πράξη και στους πολιτικούς σκοπούς της ίδρυσης και της αναμόρφωσης μιας πολιτείας.
Στον Μακιαβέλλι η πολιτική τεχνική σημαίνει τη στάθμιση όσων παραγόντων επιδρούν στην πραγμάτωση του πολιτικού σκοπού. Γι’ αυτό, σ’ ό,τι αφορά τη θρησκεία δεν υπεισέρχεται σε δογματικά θέματα, αλλά εξετάζει τον λειτουργικό ρόλο της στη διαφύλαξη των ηθών μιας πολιτείας και ειδικά στο μείζον ζήτημα που οδηγεί τις πολιτείες σε παρακμή, τη διαφθορά πολιτικών και πολιτών. Στον περιώνυμο Σαβοναρόλα θα δει τον ηγέτη που καταπολεμά τη διαφθορά και θα συμφωνήσει μαζί του στη λιτότητα που κηρύσσει. Η διαφθορά, λέει, προέρχεται από το πάθος των αρχόντων να διατηρήσουν την εξουσία, εκμαυλίζοντας τον λαό με τις κάθε λογής παροχές τους. Θα διαφωνήσει όμως μαζί του ως προς τη σύμπτωση των ηθικο-θρησκευτικών ζητημάτων με τα πολιτικά. Ο ίδιος θα υποστηρίξει ότι ο θρησκευτικός δογματισμός του Σαβοναρόλα είναι μία εξουσιαστική ιδεολογία που μπορεί να παρασύρει ολάκερη την πολιτεία στην καταστροφή.
Στον Ηγεμόνα η ανατίμηση της πράξης σε σχέση με την καθαρή θεωρία δηλοποιείται στην αντιπαράθεση με τη σοφία των αρχαίων ηθικιστών, οι οποίοι θέλουν ενάρετους τους δημόσιους άνδρες. Σύμφωνα με τον Κικέρωνα η ηθική υποχρέωση του δημόσιου άνδρα είναι να αντιταχθεί στη βία και στον δόλο που τον υποβιβάζουν στο επίπεδο του κτήνους, και τον κάμνουν λιοντάρι ή αλεπού. Για τον Μακιαβέλλι ο ηγεμόνας είναι αναγκασμένος να ξέρει να παίζει καλά τ’ αγρίμι, «χρειάζεται νάναι αλεπού για να μυρίζεται τις παγίδες και λιοντάρι για να σκιάζει τους λύκους».
Ο μακιαβελλικός Ηγεμόνας είναι ο ιδρυτής-νομοθέτης μιας πολιτείας, και διακρίνεται από δύο ιδιότητες: τη virtu και τη fortuna. Η virtu, είναι προσόν της ενεργητικής προσωπικότητας που αναμετριέται με τον κόσμο για να του επιβάλλει κανόνες∙ τα στοιχεία της είναι η ισχυρή βούληση, η δεξιοτεχνία, η ανώτερη νοημοσύνη, το θάρρος, η επιμονή, η ευελιξία και η ρώμη. Η virtu του ηγεμόνα αποσκοπεί στη διαμόρφωση της virtu του πολίτη, και η δεύτερη συμπίπτει με την υπακοή στους νόμους και τον πατριωτισμό. Η fortuna, από την άλλη πλευρά, η τύχη δεν ταυτίζεται με το μοιραίο. Συνδυάζεται με την ευκαιρία την οποία οφείλει να αδράξει ο ηγεμόνας, μα και με τις αντικειμενικές περιστάσεις που πρέπει να διαβλέπει και να προετοιμάζεται για να τις αντιμετωπίσει. Η fortuna, μας λέει, είναι σαν ένα ορμητικό ποτάμι που όταν φουσκώσει κατακλύζει και καταστρέφει τα πάντα, γι’ αυτό και οι άνθρωποι πρέπει να λαμβάνουν τα μέτρα τους φτιάχνοντας προχώματα και φράγματα. Η τύχη δείχνει τη δύναμή της όπου δεν υπάρχει  virtu, και στρέφει την ορμή της εκεί όπου δεν υπάρχουν αντιστάσεις.
Στις Διατριβές μαζί με τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος από την ίδρυση στην αναμόρφωση της πολιτείας-κράτους αλλάζει κι ο ρόλος του ηγεμόνα. Εάν ο ηγεμόνας ιδρύει ένα κράτος η δημοκρατία το διατηρεί. Η διατήρηση του κράτους εξαρτάται από την ισορροπία των τριών συστατικών του που είναι οι θεσμοί, οι νόμοι και τα ήθη. Το μικτό πολίτευμα που προτάσσει ο ίδιος έχει ως υπόδειγμα τη ρωμαϊκή δημοκρατία κι ευνοεί τον ταξικό αγώνα ώστε να επέρχεται ισορροπία στο εσωτερικό του κράτους. Ο ταξικός αγώνας με τη σειρά του διασφαλίζει την τήρηση του νόμου και άρα την ελευθερία. «Η καλή αγωγή», γράφει, «γεννιέται από τους καλούς νόμους και οι καλοί νόμοι από τις ταραχές εκείνες που πολλοί τις κατηγόρησαν αστόχαστα… κι ευεργετήσανε τη δημόσια ελευθερία».
Όταν οι θεσμοί και τα ήθη διαφθείρονται τότε οι καλοί νόμοι χάνουν την ισχύ τους. Κι εάν η διαφθορά δεν μπορεί να αποτραπεί εμφανίζεται ο ηγεμόνας, ο οποίος θα ανασυγκροτήσει το κράτος και θα αποκαταστήσει την ισορροπία. Σ’ αυτά τα συμφραζόμενα η πολιτική ηγεμονία σημαίνει την ανόρθωση μιας δημοκρατίας από τη διαφθορά. Αυτό εξαρτάται από το κατά πόσον ο ηγεμόνας δεν ενεργεί για προσωπικό όφελος, περιορίζει την ισχύ των κάθε λογής αριστοκρατών και αποκαθιστά την ελευθερία.
Ο Μακιαβέλλι είναι γόνος μιας εποχής στην οποία η βούληση του ατόμου δεν αναχαιτίζεται από τις απρόσωπες αναγκαιότητες των κοινωνικών νόμων. Ακόμη και οι υπερπροσωπικές διαδικασίες ή θεσμοί όπως οι κρατικοί, φαίνεται ότι μπορούν να υποταχθούν στη βούληση του ατόμου. Γι’ αυτό και τα κίνητρα των ανθρώπινων πράξεων που είναι ο φόβος, η φιλοδοξία και η επιθυμία για διεύρυνση της ισχύος δεν αναχαιτίζονται από κάποια νομοτέλεια αλλά από την τύχη με την οποία το άτομο μπορεί να αναμετρηθεί. Ωστόσο σε μια κοινωνία όπως η σύγχρονη στην οποία οι απρόσωπες νομοτέλειες κανοναρχούν, το άτομο γίνεται ο ανθρωπάκος του μοναχικού πλήθους που με κάθε μέσο πασχίζει να ασκήσει το επιτήδευμα της ζωής. Στο επιτήδευμα της ζωής, πολύ περισσότερο σήμερα απ’ ό,τι σ’ εκείνο της καθαυτό πολιτικής, η τέχνη του Μακιαβέλλι, ο μακιαβελισμός, γίνεται αδήριτη ανάγκη κι ασκείται από τον κάθε φτωχοδιάβολο στο όνομα της επιβίωσης.
Στην πολιτική σφαίρα, από την άλλη πλευρά, έχει γίνει αυτονόητος όχι ο διαχωρισμός της ηθικής από την πολιτική για την επίτευξη κάποιου σκοπού που να υπερβαίνει το άτομο, μα ο μαρασμός κάθε ηθικής και κατ’ επέκταση υπερβατικής πολιτικής. Οι δημοκρατικές πολιτείες, λέει στη Φλωρεντινή Ιστορία ο Μακιαβέλλι, αλλάζουνε συχνά κυβερνήσεις όχι περνώντας από την ελευθερία στη δουλεία αλλά από τη δουλεία στην παραλυσία, γιατί μονάχα τ’ όνομα της ελευθερίας λιβανίζουν οι υπηρέτες της δουλείας και της παραλυσίας  ενώ λαχταρούν να μην ελέγχονται από κανέναν νόμο ή άνθρωπο.
Ο ιταλός κομμουνιστής Αντόνιο Γκράμσι, μελέτησε τον Ηγεμόνα σαν ένα ιστορικό παράδειγμα του μύθου όπως τον εννοεί ο Σορέλ. Στο κράμα φαντασίας και πραγματικότητας που υποβαστάζει τον μακιαβελλικό ηγεμόνα διέγνωσε μια δημιουργία (το πολιτικό κόμμα στη δική του σκέψη) που επενεργεί στον λαό για να οργανώσει τη συλλογική θέλησή του για δράση. Έφερε έτσι κοντά στη σύγχρονή του πραγματικότητα των μαζικών κοινωνιών τον μυθικό ηγεμόνα σαν έναν οργανισμό. Το ζητούμενο είναι κατά πόσον αυτός ο οργανισμός μπορεί ακόμη και σήμερα να αναμορφώσει τη σχέση νόμων, θεσμών και ηθών.


Δεν υπάρχουν σχόλια: