13/10/12

Για την ενοποίηση της Ευρώπης

ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ

Η πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης είναι κρίσιμο ζήτημα, αφού θα καθορίσει το μέλλον των λαών της εν μέσω της επελαύνουσας κρίσης του οικονομικό-πολιτικού κοσμοσυστήματος, επαληθεύοντας ή διαψεύδοντας τις προφητείες για την παρακμή της Δύσης.
Το ότι οι ευρωπαϊκοί λαοί μπορούν να συστήσουν ένα όλον, όπου θα διασυνδέονται με σχέσεις αλληλεξάρτησης, δεν αρκεί, ωστόσο, για να τους απαλλάξει από τον κίνδυνο να ζουν σ’ ένα καθεστώς κατίσχυσης και ανισότητας μεταξύ Βορρά και Νότου, που επιβάλλει η νεοφιλελεύθερη πολιτική. Δεν λύνει, δηλαδή, από μόνo του το ζήτημα της εντεινόμενης και εξαπλούμενης φτώχειας, και της υπονόμευσης της δημοκρατίας που ευνοεί. Χρειάζεται να συντελεσθεί με μιαν ορισμένη προοπτική και σε μιαν ορισμένη κατεύθυνση.
Είναι γνωστό ότι η αναγωγή ως ανάλυση ενός συνόλου στα στοιχεία του, δημιουργεί την ψευδή εντύπωση ότι τα στοιχεία που το συναποτελούν, αν δεν είναι ομοιογενή, μπορούν, ωστόσο, να γίνουν, με κάποιους ορθολογικούς χειρισμούς, ώστε το όλον, από πλέγμα σχέσεων μεταξύ ανόμοιων ή αντίθετων στοιχείων, να μετατραπεί σε μια συνόλιση μονάδων. Όταν πρόκειται για κοινωνικές και πολιτικές ολότητες, η υπερ-απλουστευτική, λογιστική συνόλιση εξυπηρετεί τη συγκάλυψη της υπάρχουσας ανομοιογένειας και ανισότητάς τους. Εδώ, η εσκεμμένη πλάνη είναι ότι η μονάδα μπορεί να κωδικοποιήσει το όλον, εξαφανίζοντας ως διά μαγείας (διά της αναγωγής) την ανομοιογένεια, τη διαφορά ή την αντιθετικότητα των στοιχείων του.

Φιλόσοφοι και επιστήμονες που ακολούθησαν την διαλεκτική παράδοση της σύγχρονης σκέψης, αντέταξαν, στην υπεραπλουστευτική αναγωγή, την ενοποίηση σκόρπιων ή ασύνδετων μεταξύ τους στοιχείων, σε ένα όλον που τα στοιχεία του διασυνδέονται με σχέσεις αλληλεξάρτησης, ανάλογες με την ανομοιότητα, τη διαφορά ή την αντιθετικότητά τους. Γι’ αυτό και, προσεγγίζοντας τέτοιου είδους ολότητες, τον τρόπο ενοποίησής τους διασαφηνίζουν.
Και επειδή οι σχέσεις αλληλεξάρτησης δεν αποκλείουν την αυταρχικότητα (κυρίου-δούλων) ή την ανταγωνιστικότητα, κρίνεται αναγκαίος ο εξανθρωπισμός τους, ώστε η αυταρχία να μετατραπεί σε αναπτυσσόμενη δημοκρατία και η ανταγωνιστικότητα σε άμιλλα ή συναγωνισμό. Το ζήτημα του εξανθρωπισμού των αλληλεπιδράσεων μέσα σ’ ένα διαρθρωμένο όλον, ως αποτέλεσμα αργών χειραφετητικών διεργασιών ή πολιτικών κινήσεων αντίκρουσης των δομών κατίσχυσης και ανισότητας, χρειάζεται να απασχολήσει ξανά τους πολιτικούς θεωρητικούς και επιστήμονες.
Εδώ, ας μείνουμε στην ενοποίηση, μέσω της οποίας, αθύρματα, συσσωρεύσεις και συνολίσεις -διαχωρίσιμα όλα- μετατρέπονται σε μορφοποιημένα περιεχόμενα, με κύριο γνώρισμα της δομής που διαμορφώνουν, την ενότητα. Η ενότητα είναι ο αναγκαίος όρος για την οργάνωση και την λειτουργία, αλλά και για την αναδιάρθρωση ή τον μετασχηματισμό των δομών.
Αντίθετα με την ανάλυση που απαιτεί μια στοιχειώδη ευφυΐα, η ενοποίηση -κλειδί δημιουργικών πράξεων- απαιτεί, πέραν των τυπικών προσόντων του αναλυτή, έναν ιδιαίτερα χαρισματικό νου, με φαντασία και έμπνευση, γι’ αυτό και αληθινοί καλλιτέχνες και πολιτικοί, που είναι φορείς δημιουργικών πράξεων, θεωρούνται ιδιοφυείς.
Για να ενοποιήσει (να συνθέσει) η σκέψη χρειάζεται να ανέβει ένα σκαλί πάνω από τις λογιστικές πράξεις που απαιτεί ό υπολογισμός (computing), και να κινηθεί στο επίπεδο βιωματικών, συνειδησιακών και πνευματικών διεργασιών, τις οποίες κινητοποιούν τα ανθρώπινα πράγματα και η ιστορικότητά τους.
Μπορούμε να γνωρίζουμε τη σύμπλεξη ποιών χειρισμών απαιτεί μια συγκεκριμένη σύνθεση μόνον εκ των υστέρων, αφού προκύψει το έργο στο οποίο απέβλεπε. Γιατί οι συνθέσεις (λχ. η Ιλιάδα, η Εννάτη, ο καπιταλισμός, κλπ) δεν προκύπτουν με βάση μια τυποποιήσιμη συνταγή. Εκ των προτέρων γνωρίζουμε μόνον κάποιες αρχές και την ανάγκη ένα κριτικό και ανοιχτό πνεύμα να διαπνέει την δημιουργική πράξη.

***

Ο σύγχρονος γερμανός θεωρητικός, Γ. Χάμπερμας, προβληματίσθηκε για το σύνταγμα μιας ενοποιημένης Ευρώπης σε κείμενά του (βλ. Για ένα σύνταγμα της Ευρώπης, εκδόσεις Πατάκη, 2012), όπου ζητά να αντικατασταθεί η στρατηγική της οικονομικής καθυπόταξης των πιο αδύνατων κρατών, που ακολουθεί η Γερμανία, με τη στρατηγική πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης, με τη μορφή μιας υπερεθνικής ομοσπονδίας, που, συνολίζοντας τα μέρη της, θα τα έχει υπό τον έλεγχο-προστασία της.
Από τον όρο ομοσπονδία, στον οποίο αναφέρεται ο Χαμπερμας, λείπει η πρόθεση «συν», που διασώζει τα επιμέρους εθνικά κράτη από τον κίνδυνο να συνθλιβούν υπό την πίεση υπερεθνικών μηχανισμών, αφού, επιχειρώντας να λύσουν το ζήτημα της οικονομικής καθυπόταξής τους, μέσω της ενοποίησής τους σε μιαν υπερ-εθνική ομοσπονδία, διατρέχουν τον κίνδυνο της πολιτικής καθυπόταξης των χρεωμένων στα ισχυρότερα.
Ο Χάμπερμας εμπνέεται από το δοκίμιο του Καντ για τη «Σχέση της θεωρίας και πράξης στο Διεθνές δίκαιο» (βλ. Ιμ. Καντ, Δοκίμια, εκδόσεις Δωδώνη), όπου ο Καντ προβληματίσθηκε για το μέγιστο ζήτημα της δικαιοσύνης και κατέληξε ότι δικαιοσύνη μπορεί να υπάρξει μόνον σε κοινωνίες που συστήνουν μιαν ομοσπονδία εθνικών κρατών, στη βάση ενός Διεθνούς δικαίου που ευνοεί την ανάπτυξη όσων καταβολών της ανθρώπινης φύσης εγγυώνται την ωρίμανση της σκέψης τους, έτσι ώστε τα σκεπτόμενα κράτη να οδηγούνται στην αυτογνωσία και στην αυτοδυναμία (αυτοπροσδιορισμό) τους, εντός του συνόλου.
Ο Καντ γράφει: «η ανάγκη που γεννούν οι διαρκείς πόλεμοι και κάνει τα κράτη να ζητούν να μικρύνει ή να υποδουλώσει το ένα το άλλο, ώστε να οδηγηθούν, εντέλει, ακόμη και στην ακούσια απόφασή τους να τεθούν σε ένα κοσμοπολιτικό καθεστώς [...] είναι [...] πολύ πιο επικίνδυνη για την ελευθερία, αφού συνοδεύεται από τρομακτικό δεσποτισμό». Κατά τον Καντ, τον κίνδυνο αυτό τον αποτρέπει ένα νομικό καθεστώς ομοσπονδίας, σύμφωνο με ένα Διεθνές δίκαιο που θα το αποφασίσουν όλα τα κράτη μαζί (ό.π. σ. 156).
Σχηματικός, ο μεγάλος αυτός φιλόσοφος, δεν προβληματίζεται για τον συγκεκριμένο τρόπο με τον οποίο είναι δυνατόν να συναποφασίζουν συγκεκριμένοι λαοί μιας συγκεκριμένης, κάθε φορά, εποχής. Τονίζει μόνο, με τρόπο μάλιστα που εκπλήσσει τον σημερινό αναγνώστη για την επικαιρότητά του, τα δεινά που αποφεύγουν τα κράτη με την ομοσπονδοποίησή τους.
Ο Χάμπερμας, ενώ αναφέρεται στον Καντ, παραβλέπει την επιφύλαξή του σχετικά με τον κοσμοπολιτισμό ενός καθεστώτος που θα προέκυπτε μέσω αποφάσεων των επιμέρους λαών, που θα τους έθεταν εντέλει, υπό την κυριάρχησή του.

***

Αντίλογο στη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού υπερ-έθνους που προτείνει ο Χάμπερμας και στην ψευδο-διελκυνστίδα της οικονομικής ή πολιτικής καθυπόταξης των χρεωμένων ευρωπαϊκών χωρών, αποτελούν οι θέσεις της γερμανίδας αντιπροσώπου αριστερής κοινοβουλευτικής ομάδας, Σάρα Βάγκενκνεχτ (βλ. στον συλλογικό τόμο Debtocracy = Χρεοκρατία, εκδόσεις Λιβάνη, 2011) που θα πρέπει να απασχολήσουν τους πολιτικούς όσων ευρωπαϊκών χωρών υποφέρουν, σήμερα, αλλά και όσων εξαιτίας της ίδιας λογικής,  θα υποφέρουν αύριο.
Η Βάγκενκνεχτ θεωρεί λανθασμένη την στρατηγική της καγκελαρίου Μέρκελ, που αποβλέπει στην διάσωση όχι των ευρωπαϊκών χωρών αλλά του τραπεζικού συστήματος, με την δυνατότητα που του δίνει να δανείζεται από την ΚΕΤ, με πολύ χαμηλότερο τόκο από αυτόν με τον οποίο δανείζει τα αποδυναμωμένα κράτη. Αποτέλεσμα της κερδοσκοπίας σε βάρος των χρεωμένων κρατών είναι η εντεινόμενη και εξαπλούμενη, από το Νότο στον Βορρά, φτώχεια των λαών τους και η υπονόμευση κάθε μορφής ανάπτυξης της δημοκρατίας που ευνοεί.
Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να δανείζονται απευθείας από την ΚΕΤ, χωρίς τη μεσολάβηση των τραπεζών, ώστε να μη χρειάζεται να καλύπτουν τις δημοσιονομικές τους δαπάνες, εξοφλώντας δάνεια για την κάλυψη τέτοιων δαπανών με συνεχείς και αλλεπάλληλους νέους δανεισμούς.
Μ’ αυτό το σκεπτικό, η Σ. Βάγκενκνεχτ τάσσεται κατά της δημιουργίας υπερεθνικών δομών, εφόσον αυτές, ακολουθώντας την νεοφιλελεύθερη και αντιδημοκρατική λειτουργία του οικονομικού-πολιτικού κοσμο-συστήματος, δεν θα είναι σε θέση να εγγυηθούν την τιθάσευση των αγορών. Υποστηρίζει, έτσι, μια συν-ομοσπονδία ευρωπαϊκών κρατών, αλληλέγγυων μεταξύ τους, με κοινό νόμισμα και κοινούς κανόνες, χωρίς την ανισότητα του πλούσιου Βορρά και του φτωχού Νότου, με κοινά φορολογικά όρια για κέρδη, με ενοποίηση των κοινωνικών υπηρεσιών και εξέλιξη των μισθών με βάση την παραγωγικότητα.
Ο Καντ ήταν πεπεισμένος ότι θεωρία (ως ελεύθερο δημόσιο συλλογίζεσθαι) και πράξη γίνονται ένα, αφού όσα σκέπτονται οι άνθρωποι, αργά ή γρήγορα, μπορούν και καθορίζουν την πορεία του κόσμου που έφτιαξαν και όπου υπάρχουν. Έθετε, γι’ αυτό, έναν όρο∙ την ωρίμανση και ενηλικίωσή τους.
Αν η αισιοδοξία είναι, μ’ αυτούς τους όρους, ιστορικά βάσιμη, τότε, η ενοποίηση ως έργο δημιουργικής και όχι κατισχυτικής ή καταξιωτικής πολιτικής,  χρειάζεται να γίνει αντικείμενο συζητήσεων, που θα φέρει κοντά τους λαούς, όσους ανελέητα δοκιμάζονται σήμερα κι όσους τίποτα δεν αποκλείει να δοκιμαστούν αύριο.

 Η Αλεξάνδρα Δεληγιώργη διδάσκει Φιλοσοφία στο ΑΠΘ 
Πέννυ Μονογιού- We humans

Δεν υπάρχουν σχόλια: