27/10/12

28η Οκτωβρίου. Απέναντι στο φασισμό

Αφιέρωμα

Επιμέλεια Μάρθα Πύλια

Ιστορία και κρίση

Ο φετινός εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου αποκτά βαρύνουσα ιστορική σημασία: Επειδή η τωρινή κρίση παραπέμπει σ’ εκείνη του ’29 και επειδή ο καλπασμός της Χρυσής Αυγής επιβάλλει να αντιμετωπίσουμε εκ νέου το φασισμό∙ επειδή, ακόμη, όλοι έχουμε νιώσει πως πορευόμαστε σε ιδιαίτερα σκληρές, αβέβαιες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, φορτωμένοι με την υποχρέωση να σηκώσουμε τα σφάλματα των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων, τη διαφθορά, τα οικονομικά σκάνδαλα, την πελατειακή πρακτική, αλλά και την αντανάκλαση στη χώρα του κλυδωνιζόμενου, παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.
Ο Eric Hobsbawm, στο βιβλίο του Η εποχή των άκρων. Ο σύντομος εικοστός αιώνας 1914-1991 (Θεμέλιο 1995), επισημαίνει καίρια τις τραγικές αδυναμίες «της δημοσιονομικής ορθοδοξίας και των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών» όταν αναφέρεται στη μεγάλη προπολεμική κρίση, αλλά και την πιο κοντινή μας του ’80 και του ’90 και επικαλείται τη σωτήρια ετοιμότητα της ζωντανής ιστορικής μνήμης:
«Όσοι από μας ζήσαμε στα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης, είναι αδύνατο ακόμα να καταλάβουμε πως οι ορθοδοξίες της καθαρόαιμης ελεύθερης αγοράς, που τότε είχαν σαφέστατα χάσει κάθε ίχνος αξιοπιστίας, για μια ακόμη φορά έφτασαν να κυριαρχούν σε μια περίοδο παγκόσμιας ύφεσης στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και του ’90. Αλλά για μια ακόμη φορά στάθηκαν ανίκανες να την κατανοήσουν ή να την αντιμετωπίσουν. Κι όμως, αυτό το περίεργο φαινόμενο θα έπρεπε να μας υπενθυμίσει τα μείζονα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ιστορίας που παραδειγματοποιεί: την απίστευτη βραχύτητα της μνήμης και των θεωρητικών οικονομολόγων και όσων εφαρμόζουν τις θεωρίες αυτές. Μας δείχνει επίσης ανάγλυφα τη ζωτική ανάγκη της κοινωνίας για ιστορικούς που κατ’ επάγγελμα πρέπει να θυμίζουν στους συμπολίτες τους αυτά που λησμονούν» (σελ. 138).

Όπως λοιπόν η επέτειος και το νυν πολιτικό σκηνικό το απαιτούν, επιχειρούμε στο παρόν αφιέρωμα, δίπλα από τα κείμενα που παρουσιάζουν σχετικά άγνωστες πτυχές της εποχής της κατάκτησης, να ξαναδούμε κάποιες από τις σταθερές του πολιτικού παραλογισμού, του φασισμού και του οικονομικού και πολιτικού αυταρχισμού, που αναδύθηκαν κυρίως μετά την κρίση του ’29 και αιματοκύλησαν το κόσμο. Γιατί αντίστοιχα και σήμερα στη χώρα μας, η υποβάθμιση του κοινοβουλίου, ο οικονομικός και πολιτικός  συγκεντρωτισμός -που επιβάλλονται σαν αναγκαστική «σωτηρία»- και η συνακόλουθη άνοδος της Χρυσής Αυγής, οριοθετούν ένα αυταρχικό, βίαιο και οπισθοδρομικό περιβάλλον.
Θεωρούμε υποχρέωσή μας επίσης, να τοποθετηθούμε απέναντι στη θολή ιστορική φιγούρα του τότε δικτάτορα πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά και να σταθμίσουμε την ωραιοποιημένη ιστορική εικόνα του. Ξέρουμε πως η αρνητική απάντησή του στον ιταλό πρεσβευτή σήμανε την έναρξη του ηρωικού πολέμου στην Αλβανία, και ακόμη ξέρουμε πως του αναγνωρίζεται πανηγυρικά το επίτευγμα της προπολεμικής οικονομικής αυτάρκειας, η καθιέρωση του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων, η δημιουργία του ΙΚΑ, της Εργατικής Εστίας και άλλα τινά. Όμως, από την άλλη μεριά της ζυγαριάς είναι γνωστές οι, επί των ημερών του, δολοφονίες και οι βαρείς τραυματισμοί δεκάδων διαδηλωτών τον Μάη του ’36 στη Θεσσαλονίκη, η ποινικοποίηση των ιδεών, η στέρηση των συνταγματικών ελευθεριών και, κυρίως, οι απηνείς διώξεις των αντικαθεστωτικών και οι φυλακίσεις των κομμουνιστών. Χωρίς αμφιβολία, πρόκειται για βαριά προσβολή των ανθρώπινων δικαιωμάτων και, προ παντός, του δικαιώματος της ελευθερίας που γιορτάζουμε σήμερα.
Άλλωστε, η λιγότερο ή περισσότερο αθόρυβη αποδοχή της αποτελεσματικότητας των δικτατορικών καθεστώτων του Μεταξά ή και του Παπαδόπουλου –που ενδημεί σ’ ένα μέρος της νεοελληνικής πολιτικής κουλτούρας- συντηρεί τη φωλιά του αυγού του φιδιού. Το ίδιο φίδι εκτρέφει επίσης η ανοχή και η συνομιλία των ΜΜΕ, του κρατικού μηχανισμού και, κυρίως, της Δεξιάς, με το φασισμό, σε ζητήματα ρατσισμού, αντικομουνισμού και θρησκευτικής μισαλλοδοξίας.
Είναι βέβαια γνωστό, ότι και άλλα αυταρχικά καθεστώτα πιστώθηκαν με οικονομική ανάπτυξη και σταθερότητα οι οποίες σαγήνευσαν τα μικροαστικά στρώματα και τα μετέτρεψαν σε μαχητικούς (έως αιμοσταγείς) οπαδούς, με προεξάρχον παράδειγμα τη ναζιστική Γερμανία: «Στον μη πολιτικό παρατηρητή, η ίδια η Γερμανία φαινόταν σαν μια σταθερή και ανθούσα οικονομικά χώρα με δημοφιλή κυβέρνηση, μολονότι ορισμένα από τα χαρακτηριστικά της δεν ήταν ελκυστικά» (Hobsbawm, στο ίδιο, σελ. 195). Μέσα σ’ αυτήν την προϊούσα διαδικασία εκβαρβαρισμού, ο «φιλήσυχος» πολίτης, όπως συγκλονιστικά καταθέτει στο παρακάτω γνωστό απόσπασμα ο Μπέρτολ Μπρεχτ, βρέθηκε θανατηφόρα ανυπεράσπιστος:
«Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους, δεν διαμαρτυρήθηκα, γιατί δεν ήμουν Εβραίος.
Όταν ήρθαν για τους κομμουνιστές δεν φώναξα, γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής.
Όταν κατεδίωξαν τους τσιγγάνους, ούτε τότε φώναξα, γιατί δεν ήμουν τσιγγάνος.
Όταν έκλεισαν το στόμα των Ρωμαιοκαθολικών που αντιτάσσονταν στο φασισμό, δεν έκανα τίποτα γιατί δεν ήμουν καθολικός.
Μετά ήρθαν να συλλάβουν εμένα, αλλά δεν υπήρχε πια κανείς να αντισταθεί μαζί μου».
Σήμερα που ο κυβερνητικός συνασπισμός συναινεί -παρά τα προεκλογικά τερτίπια- στη στυγνή δημοσιονομική πειθαρχία των μνημονίων και τη συνακόλουθη υποχώρηση των συνταγματικών αρχών, σήμερα που η Χρυσή Αυγή επιβάλλει (συνήθως ανενόχλητη) τη δική της μεσαιωνική τάξη σε πλατείες, δρόμους, λαϊκές αγορές, θέατρα, και που το διεθνές κεφάλαιο επιτίθεται για να διαλύσει ολοκληρωτικά το κόστος εργασίας και το κοινωνικό κράτος, οι πρόσφατες κυβερνήσεις διολισθαίνουν εξακολουθητικά σε μια «μετα-πολιτική» και, δυστυχώς, προ-ορθολογική διαχείριση της κρίσης. Mε την ευκαιρία αυτού του εορτασμού λοιπόν, ο «φιλήσυχος» πολίτης οφείλει, πριν είναι πολύ αργά, να αναλογιστεί τι είδους κράτος και ποιες ελευθερίες επιθυμεί να διασφαλίσει.
Κυρίως όμως, οι κοινωνικοί και πολιτικοί σχηματισμοί, όλοι εμείς οι συνειδητοποιημένοι αριστεροί που καταγγέλλουμε τον παραλογισμό, την αποθέωση του χρηματοπιστωτικού κέρδους, την επικυριαρχία του οικονομικού, την αποδυνάμωση του κοινοβουλευτισμού, πρέπει να υποστηρίξουμε νέους κώδικες πολιτικής και κοινωνικής ηθικής, να κατακτήσουμε νέες πολιτικές ισορροπίες και πρακτικές, νέους δίαυλους πολιτικής επικοινωνίας. Έτσι ώστε, να λειτουργήσουμε σαν καταλύτης και να προτάξουμε το προφανές της ανάπτυξης:  Τη μόνη απάντηση, δηλαδή, στην ύφεση, που έλληνες και ξένοι οικονομολόγοι επαναλαμβάνουν επίμονα (και που η ηγεσία της Ε.Ε. ανακάλυψε όψιμα, όχι όμως και οι λογιστές των πιστωτών μας, δηλαδή η τρόικα). Έτσι ώστε, να αντιμετωπίσουμε σθεναρά μέσα από διάφορους δρόμους διεκδίκησης την επέλαση της φτώχειας και του αυταρχισμού που ο μέσος έλληνας πολίτης έμοιαζε να έχει, από καιρό, λησμονήσει.

ΜΑΡΘΑ ΠΥΛΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια: