ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΚΡΙΤΣΕΦΣΚΑΓΙΑ
Το πράσινο αστέρι στον τίτλο του κειμένου δεν έχει καμιά σχέση με το πράσινο ήλιο, αν και τα δυο αυτά ουράνια σώματα ανέκαθεν πρέσβευαν την ελπίδα, είτε βαμμένα σε πράσινο είτε σε κόκκινο χρώμα.
Το πράσινο αστέρι γεννήθηκε το 1892, σαν σύμβολο της τεχνητής διεθνούς γλώσσας εσπεράντο, έγινε σήμα κατατεθέν για τους εσπεραντίστες ανά τον κόσμο, που την φοράνε ακόμα και σήμερα στα πέτα των σακακιών τους για να αναγνωρίζονται μεταξύ τους όπως οι αθάνατοι συνοδοιπόροι του Χαϊλάντερ.
Στη νέα γλώσσα εναποτέθηκαν κάποτε μεγάλες ελπίδες, όσες σχεδόν και στην Οκτωβριανή επανάσταση, που προσδοκούσαν να γίνει μια παγκόσμια πυρκαγιά, ένα παρανάλωμα, όπου θα καίγονταν όλες οι αδικίες του κόσμου για να βγει ένα κράμα δυνατό, ανθεκτικό και αιώνιο, μια αληθινή κοινωνία των ηνωμένων εθνών. Η εσπεράντο θα μπορούσε να γίνει γλώσσα αυτού του νέου κόσμου – επίσης ένα κράμα παγκοσμίων γλωσσών, απαλλαγμένο από περιττά γραμματικά και συντακτικά βάρη, απλή και προσιτή.
Ο 20ός αιώνας απέδειξε την ουτοπικότητα αυτών των προσδοκιών: δεν ήταν μόνο οι Έλληνες που δεν μπορούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους, η συνεννόηση και αυτό το ρημαδιασμένο «μαζί» ήταν και είναι γενικώς απαγορευτικό για το ανθρώπινο είδος, που αν μπορεί να κάνει κάτι «μαζί», το πράττει μόνο σε επίπεδο οικογένειας - και αν. Ούτε ο κόσμος θα μπορούσε να υπάρξει ενιαίος, ούτε η Ευρώπη, όπως αποδείχθηκε μετά από σύντομη αγωνία μερικών δεκαετιών.
Σε κάθε κανόνα όμως υπάρχει και η εξαίρεση: αν ο κόσμος δεν καταφέρνει να κάνει κάτι πραγματικά μεγάλο για τον άνθρωπο, βρίσκεται ένας άνθρωπος, που κάνει πολλά για τον κόσμο.
Φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από το θάνατο του Βασίλι Γιεροσένκο, Ουκρανός συγγραφέας γεννημένος στη Ρωσία, συμβολιστής ποιητής, γλωσσομαθής, καταχωρημένος σε όλες τις εγκυκλοπαίδειες των ανατολικών χωρών ως Ιάπωνας συγγραφέας. Ο Γιεροσένκο είναι ευρέως γνωστός στην Ανατολή, πολύ λιγότερο στη Δύση και σχεδόν καθόλου στην πατρίδα (ή στις πατρίδες) του.
Ήταν «θύμα» των πρωτοχρονιάτικων εθίμων. Είχε την ατυχία να γεννηθεί στις 31 Δεκεμβρίου του 1890, την πιο παγερή νύχτα του Δωδεκαήμερου, και οι γονείς του, ως όφειλαν, πήγαν το νεογέννητο στην εκκλησία να το βαφτίσουν. Ο παπάς που γιόρταζε σερί τη Γέννηση του Κυρίου και τον ερχομό του Νέου έτους, ήταν ως είθισται πιωμένος, και το μωρό του ‘πεσε μέσα στην κολυμπήθρα με το παγωμένο νερό. Έτσι βαφτίστηκε ο Βασίλι, που επέζησε της περιπέτειας ατσαλωμένος, πλην όμως άρχισε σταδιακά να χάνει την όραση, μέχρις ότου την έχασε εντελώς στα τέσσερά του.
Μέσα στα 62 επόμενα χρόνια ο «πρωτοχρονιάτικος» αόμματος απέδειξε, περίτρανα, ότι τυφλός δεν είναι όποιος δεν έχει όραση και ότι στο σκοτάδι δεν μένει όποιος δεν βλέπει τον ήλιο. Το ξεκίνημά της πορείας του Βασίλι Γιεροσένκο φώτισε το πράσινο αστέρι: ήταν στην αυγή της εποχής της αθωότητας, όταν οι μεγαλοφυΐες σχεδίαζαν τις επαναστάσεις, κι ακόμα υπήρχε χώρος τόσο για τους Αγίους Βασίληδες της ιστορίας και της Εκκλησίας, όσο και τους Αγίους Βασίληδες των παραμυθιών.
Τον νεαρό τυφλό μουσικό, που έπαιζε κιθάρα στα εστιατόρια της Μόσχας, πρόσεξε η αδερφή του Λέοντα Τολστόι, η Άννα Σαράποβα, διευθύντρια της Σχολής Εσπεράντο και μεταφράστρια στη γλώσσα της ελπίδας των έργων του αδερφού της.
Κάμποσους μήνες αργότερα, φορώντας το αστέρι στο πέτο του παλτού του, ο Βασίλι Γιεροσένκο έφυγε για το ταξίδι της ζωής του, και παντού στον κόσμο τον φρόντιζαν τα μέλη αυτής της «κοινότητας» του πράσινου αστεριού: «Ούτε το λυχνάρι του Αλλαντίν δεν θα με βοηθούσε περισσότερο», έγραψε αργότερα ο Γιεροσένκο.
Το ταξίδι ξεκίνησε από την Αγγλία, όπου ο τυφλός εσπεραντίστας ασχολήθηκε με τη μουσική, την εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας και μυήθηκε στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Δεν πέρασε χρόνος, και στον αγγλικό τύπο δημοσιεύθηκαν τα παραμύθια και τα ποιήματά του: «Δεν υπάρχει στον κόσμο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος», έγραφε. «Βλέπω τον ήλιο, βλέπω το φως».
Ο Γιεροσένκο κυριολεκτούσε: κυκλοφορούσε από χώρα σε χώρα, χωρίς οδηγό και χωρίς καν το μπαστουνάκι! Σε μερικούς μήνες αφότου έφτασε στη Ιαπωνία, μιλούσε και έγραφε ιαπωνικά, και ερωτευμένος με τη χώρα και τους ανθρώπους της έγραφε: «Λίγη γη και πολλή ευτυχία».
Αλλά η αποστολική του καρδιά δεν του επιτρέπει να επαναπαυτεί στο «νησί της Κίρκης», όπως αποκαλούσε τη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου. Τον ήλιο και το φως που απέκτησε, έπρεπε να τα μεταλαμπαδεύσει σε όσους τα είχε ανάγκη – κυριολεκτικά και μεταφορικά. Έτσι διετέλεσε διευθυντής της Σχολής τυφλών στη Βιρμανία (Μιανμάρ), αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα τον κόσμο του βουδισμού, ενώ δίδασκε σε εσπεράντο τη ρωσική γλώσσα και λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου. Στην ουσία δίδασκε την ελπίδα, άνοιγε τα μάτια στους ανθρώπους, κυριολεκτικά και μεταφορικά, ακυρώνοντας τα σύνορα ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, «ξεφλουδίζοντας» τον κόσμο σαν το κρεμμύδι και φτάνοντας στην υγρή του σάρκα, όπου η κοινή όραση είναι άχρηστη έτσι κι αλλιώς.
Μετά την Κίνα, ο «Άγιος» Βασίλι επί ένα χρόνο έζησε στο ρωσικό Βορρά, ξετρυπώνοντας τους εκεί τυφλούς και μεταφέροντάς τους στη Μεγάλη Γη, πέρασε μια βόλτα από το χωριό του, όπου ο κόσμος μαζευόταν στο πατρικό του για ν’ ακούσει τα παραμύθια του «αόμματου Κινέζου», και κατέληξε στο νότιο άκρο της τότε Σοβιετικής Ένωσης, στην Τουρκμενία. Εκεί, το 1935 ο Γιεροσένκο ίδρυσε την πρώτη Σχολή Τυφλών και το πρώτο βιβλίο, τυπωμένο στα τουρκμενικά με το σύστημα Μπράιλ, ξεκινούσε με την φράση «Η νύχτα μας είναι σκοτεινή, αλλά δεν είμαστε σκλάβοι».
Το 1938 ο Γιεροσένκο κερδίζει το χάλκινο μετάλλιο στο πρωτάθλημα σκακιού της Σοβιετικής Ένωσης και την ίδια χρονιά το καθεστώς διαλύει την Ένωση των Σοβιετικών Εσπεραντιστών, ενώ τα μέλη της συλλαμβάνονται με την κατηγορία της κατασκοπίας και της αντισοβιετικής δράσης υπέρ του ιμπεριαλισμού.
«Οι άνθρωποι θα χρειαστούν την εσπεράντο, όταν θα αποκτήσουν την ποθητή ελευθερία όλοι οι λαοί του κόσμου, και αυτή η μέρα δε θ’ αργήσει να ‘ρθει», έγραψε εκείνες τις ημέρες ο Γιεροσένκο στον Στάλιν, υπερασπιζόμενος τους φίλους του. Σήμερα, σύμφωνα με την δυνατότερη επίσημη στατιστική, η εσπεράντο μιλιέται από περίπου 2 εκατομμύρια ανθρώπους. Όπως φαίνεται, η ελευθερία των λαών παραμένει έννοια αφηρημένη, όπως η ελπίδα και η ελευθερία. Και συμβαίνει το εξής παράδοξο: στη Σοβιετική Ένωση κάποια έργα του Βασίλι Γιεροσένκο εκδόθηκαν για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’30, σε μετάφραση από την εσπεράντο, τα κινέζικα και τα γιαπωνέζικα, κάποια πάλι – τις δεκαετίες του ’60 και ‘70.
Έκρηξη στις εκδόσεις του Βασίλι Γιεροσένκο στην Ιαπωνία παρατηρείται τη δεκαετία του ’20, και τα άπαντά του βλέπουν το φως το 1959, επτά χρόνια μετά το θάνατό του. Οι Ουκρανοί ανακάλυψαν τον διάσημο στην Ανατολή συμπατριώτη τους τη δεκαετία του ‘60 (μοναδική έκδοση στα ουκρανικά), για να τον αναζητήσουν ξανά μόλις στη νέα χιλιετία.
Πέθανε ο Βασίλι Γιεροσένκο, σχεδόν την παραμονή των Χριστουγέννων, μια παγερή νύχτα της 23ης Δεκεμβρίου του 1952, αφού ολοκλήρωσε πρώτα την τελευταία του λογοτεχνική δουλειά.
Πριν ξεψυχήσει, ο Άγιος των τυφλών όλης της υφηλίου συγκέντρωσε το αρχείο του, καρπούς μιας ζωής και σοφίας, και το έστειλε στην Πανρωσική Ένωση των Τυφλών: το τριαξονικό φορτηγό το μετέφερε στο προορισμό του, αλλά για κάποιο ανεξήγητο λόγο όλος αυτός ο θησαυρός κατέληξε στο λέβητα της Ένωσης...
(Εδώ θα μπορούσαμε να βάλουμε τελεία, κλείνοντας το κείμενο με την κοινοτυπία πως κάηκαν οι ελπίδες του κόσμου. Μα δεν θα ήταν πρέπον για ένα πρωτοχρονιάτικο κείμενο...)
Ο Βασίλι Γιεροσένκο ξαναζεί σήμερα μια δεύτερη ζωή στο Διαδίκτυο, χάρη στο οποίο το έργο και τα πιστεύω του γίνονται όλο και πιο γνωστά στη πατρίδα του, που τόση ανάγκη έχει από ελπίδα. Μπορεί να μη φορέσουν όλοι οι αναγνώστες το πράσινο αστέρι, αλλά κάποιοι απ’ αυτούς θ’ αρχίσουν τουλάχιστον να σκέφτονται «πράσινα». Δεν θα ήταν λάθος να το ονομάσουμε «οικολογικά», πάντα όμως με την οικουμενική έννοια. Για τον τυφλό Γιεροσένκο δεν υπήρχε σύνορο ανάμεσα στον κόσμο τον ρεαλιστικό και τον κόσμο τον παραμυθένιο, οι ήρωες του οποίου ανεβοκατέβαιναν στη Γη και έσμιγαν με τους ανθρώπους. Ο ίδιος ο συγγραφέας ομιλούσε όχι μόνο τις δέκα ανθρώπινες γλώσσες και μία γλώσσα της ελπίδας, αλλά και τις γλώσσες των φυτών και των ζώων.
Οι δυτικοί, αλλά και οι ίδιοι οι συμπατριώτες του, καταχώρησαν τον Βασίλι Γιεροσένκο στους ποιητές του συμβολισμού, σφραγίζοντας μ’ αυτόν τον όρο όσα παρέμεναν πέρα από την αντίληψή τους. Είναι όμως δυνατόν να μετρήσεις με τα ανθρώπινα μέτρα και σταθμά έναν Άγιο Βασίλειο; Έναν Άη-Βασίλη;
Η Ευγενία Κριτσέφσκαγια είναι κλασική φιλόλογος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου