ΤΗΣ ΛΗΔΑΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΥΤΑΣ, Μηδέν δέκα, εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ. 99
Οι φωτογραφίες του Δημήτρη Μυτά που δημοσιεύονται στο λεύκωμα με τον τίτλο «Μηδέν Δέκα» έχουν ως θεματική την καθημερινότητα των παιδιών του. Όμως δεν πρόκειται για τις συνήθεις ρομαντικές απεικονίσεις της παιδικής ηλικίας.
Ο Δημήτρης Μυτάς βαδίζει πάνω στα ίχνη των πρωτοπόρων τής νεωτερικής τέχνης τής φωτογραφίας, του Μπρασσαί, του Ντουανώ, του Μάρευ, του Στίγκλιτς, της Σάλυ Μαν.
Κινείται ανάμεσα στον ποιητικό ρεαλισμό και την αντικειμενικότητα που σφράγισαν τα καλλιτεχνικά έργα του μεσοπολέμου και των δεκαετιών που ακολούθησαν το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στα οποία εντάσσονται και τα έργα της φωτογραφίας.
Χρησιμοποιεί τεχνικές του φουτουρισμού, για να εγκλωβίσει το χρόνο και την κίνηση, του νταντά και του σουρεαλισμού, για να αποτυπώσει το απροσδόκητο και το ετερόκλητο, της straigt φωτογραφίας, για να αποδώσει την αμεσότητα των λεπτομερειών τού πραγματικού.
Εστιάζει το φακό του στο ονειροπόλο, ανυπόμονο αλλά και στο, τόσο χαρακτηριστικό για τα μικρά παιδιά, ανελέητα διεισδυτικό βλέμμα τους, στην τρυφερή χειρονομία του εναγκαλισμού τους από τη μάνα, στο σφιχτό πλέξιμο των χεριών του μικρού, του αυστηρά προσηλωμένου στη θέαση μιας εικόνας φτιαγμένης μέσα στις τονικές διαβαθμίσεις που τον ίδιο συνθέτουν, στον ευθυτενή κορμό, τον αποκομμένο από το πρόσωπό του, περήφανου κοριτσιού, στα χεράκια του παιδιού που υποδύεται το παρανυφάκι και κρύβει από ντροπή το προσωπάκι του.
Εστιάζει το φακό του στο ονειροπόλο, ανυπόμονο αλλά και στο, τόσο χαρακτηριστικό για τα μικρά παιδιά, ανελέητα διεισδυτικό βλέμμα τους, στην τρυφερή χειρονομία του εναγκαλισμού τους από τη μάνα, στο σφιχτό πλέξιμο των χεριών του μικρού, του αυστηρά προσηλωμένου στη θέαση μιας εικόνας φτιαγμένης μέσα στις τονικές διαβαθμίσεις που τον ίδιο συνθέτουν, στον ευθυτενή κορμό, τον αποκομμένο από το πρόσωπό του, περήφανου κοριτσιού, στα χεράκια του παιδιού που υποδύεται το παρανυφάκι και κρύβει από ντροπή το προσωπάκι του.
Ενσωματώνει τις ανήλικες φιγούρες του, απαλείφοντας εν μέρει τα περιγράμματά τους, μέσα στο τοπίο που ατενίζουν. Τις φέρνει στο προσκήνιο της όρασης και τις αφήνει να διαχυθούν στον ομιχλώδη χώρο της σκέψης, στις πτυχές του σεντονιού μέσα στις οποίες προβάλλονται τα βρέφη. Εκθέτει μωρά τρομαγμένα ανάμεσα σε διαλυμένα ομοιώματά τους-κούκλες, με τον αυτόματο τρόπο της ντανταΐστριας Χάνα Χεχ.
Οι φωτογραφίες τού Δημήτρη Μυτά συνοδεύονται, στο εν λόγω λεύκωμα, από ποιήματα τού Γιάννη Καλπούζου, δημοσιευμένα το 2006 και το 2007 στις αντίστοιχες ποιητικές συλλογές Τα παραμιλητά των σκοτεινών θεών και Έρωτας νυν και αεί από τις εκδόσεις Ίκαρος.
Τα ποιήματα αυτά δεν λειτουργούν ως ερμηνευτικές, φλύαρες, λεζάντες. Δυναμώνουν, αντίθετα, με την αυτόνομη παρουσία τους, την υλική και αυτόνομη παρουσίαση και παρουσία των παιδιών στον κόσμο. Που διαρρηγνύει την καθιερωμένη ανήλικη και κηδεμονευόμενη αντίληψή τους με τον προκλητικό τρόπο με τον οποίο και η φωτογράφος Σάλυ Μαν κατέθεσε δημοσίως το μεγάλωμα των θυγατέρων της.
Ο Δημήτρης Μυτάς συγκροτεί, σύμφωνα με τις αρχές, και με τα μέσα τής νεωτερικότητας, μια σχέση μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου μέσα στην οποία ο φωτογράφος-καλλιτέχνης επιχειρεί κατ’ αρχήν να απαθανατίσει τις σημαίνουσες κινήσεις των μορφασμών και των μελών τους και να τις απελευθερώσει, κατά δεύτερο λόγο, από το στενό πλαίσιο των σημαινόμενών τους.
Προσπαθεί να συλλάβει και να εκθέσει την ανοίκεια ουσία που βρίσκεται πίσω από την οικεία εικόνα. Πόσο μάλλον, όταν πρόκειται για την οικεία εικόνα βρεφών και νηπίων.
Ωθεί έτσι τον θεατή να στοχαστεί για τη στάση του και τη συμπεριφορά του απέναντι στα μικρά και τα μεγάλα δρώμενα, απέναντι στους μικρούς και τους μεγάλους συντελεστές τους.
«Το να μπορείς να δεις τον εαυτό σου ή τους γονείς σου σε μια παιδική ηλικία», έγραφε η Σουζάν Σόνταγκ, «είναι μια εμπειρία μοναδική στην εποχή μας. Η φωτογραφική μηχανή οδήγησε τους ανθρώπους σε μια καινούρια(…)σχέση με τον εαυτό τους, τη φυσική τους εμφάνιση, το μεγάλωμα, την ίδια τους τη θνητότητα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου