19/3/11

Προς Έκτορα Κακναβάτο, ενταύθα


Καλό ταξίδι στο verso του πραγματικού

ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΑΣ ΠΑΠΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
Σας συνάντησα πριν τυπώσω το πρώτο μου βιβλίο. Καλοκαίρι του 1999. Συμπόσιο Ποίησης. Πλησίασα, και με φωνή που δεν την άκουσα ούτε κι εγώ, είπα: «Σας έστειλα κάποια ποιήματά μου. Αδημοσίευτα». Απαντήσατε πως ναι, τα πήρατε, μα δεν τα είδατε καλά, οπότε δεν έχετε γνώμη. Υπεκφυγή; Ευγενική άρνηση; Ποιος ξέρει!

Για την ακρίβεια, μάλλον δεν θα σας είπα: «Σας έστειλα κάποια ποιήματα», αφού κάτι τέτοιο δεν έγινε. Το πράγμα συνέβη ως εξής: μια κοινή μας φίλη σάς είχε ζητήσει να ρίξετε μια ματιά στα χειρόγραφά μου. Μου είχε μάλιστα ήδη μεταφέρει και τις πρώτες σας εντυπώσεις για την ποίησή μου. «Δεν είναι κακή, δεν είναι κακή. Αλλά να αφαιρεί».
Σημειωτέον, πως στην πρώτη μας εκείνη συνάντηση στο Συμπόσιο Ποίησης, λίγο προτού απομακρυνθώ κι ενώ ήδη σας είχα αποχαιρετήσει, μου λέτε, ενώ με κοιτάζατε με το περήφανο, το κατάδικό σας βλέμμα: «Κοίτα, δεν μου άρεσαν όλα». Δεν είπατε τίποτ’ άλλο, κι εγώ δεν ζήτησα καμιά διευκρίνιση. Έφυγα με τη σχεδόν βεβαιότητα πως δεν θα σας ξανασυναντούσα ποτέ.
Όμως η ζωή έχει από μας περισσότερη φαντασία, κι ένα χειμωνιάτικο απόγευμα χτύπησε το τηλέφωνο. «Έκτωρ Κακναβάτος στο τηλέφωνο. Έχω μπροστά μου τα ποιήματά σας και θα ήθελα να τα συζητήσουμε». Τόσο λακωνικά. Με καλέσατε στο σπίτι σας. Ακόμα το θυμάμαι. Ψοφόκρυο. Ημέρα Πέμπτη, και ώρα έξι το απόγευμα. Και εκεί ήσασταν ένας άλλος άνθρωπος από τον κύριο που είχα δει στην Πάτρα το περασμένο καλοκαίρι. Είχατε μόλις τυπώσει το Σφόδρα Αιρετικό Ημερολόγιο με τον Σπύρο Κανιούρα και μου το χαρίσατε.
Έκτοτε, όλο και πιο συχνά, σας επισκεπτόμουν. Απογεύματα. Σικίνου 13. Για αρκετά χρόνια εκεί. Κι ύστερα Αγίας Ζώνης 12. Πάντως στην ίδια περιοχή. Μου έρχονται στο νου κάτι Πέμπτες κυρίως, με χειμωνιάτικο καιρό και με τα χειρόγραφά μου υπό μάλης, «Για να τα συζητήσουμε», όπως μου λέγατε.
Κουβεντιάζαμε ώρες ατέλειωτες, κι όταν διαφωνούσαμε, στο τέλος συμφωνούσαμε πως διαφωνούμε. Και σχεδόν πάντοτε ήταν παρούσες οι μεγάλες μας αγάπες: Κάλβος, Καβάφης, Εμπειρίκος, Εγγονόπουλος Μανσούρ, Χατζηλαζάρου. Και στον αντίποδα, η νεοελληνική κριτική. Ένα από τα τόσα ευχαριστώ που σας οφείλω είναι για το πόσο καλά μου μάθατε να την αγνοώ, κατευθύνοντάς με στις πρώτες εξοργιστικές κριτικές για τον Καβάφη και τον Εγγονόπουλο.
Και βεβαίως σύνηθες θέμα συζήτησης, ο υπερρεαλισμός. Δεν θυμάμαι μάλιστα πώς, κάποτε σας διαβίβασα μία από τις απόψεις περί σουρεαλισμού, που διεδίδοντο και διαδίδονται, πως ίσως είναι μια εύκολη λύση… Κι είπατε ευθύς, ήρεμος ως συνήθως: «Κοίτα, ο υπερρεαλισμός έκανε κακό... στους κακούς!» Και μου ξεδιαλύνατε τόσο απλά πως, ανεξαρτήτως σχολών και κινημάτων, βασική προϋπόθεση είναι ο καλλιτέχνης να ’χει κάτι να πει, να ’χει προσωπική φωνή.
Ένα άλλο απόγευμα, σας είχα δείξει τα πρώτα μου ποιήματα, που ήταν πεζόμορφα, και τα θεωρούσα εκείνον τον καιρό υπερρεαλιστικά. Ίσως όχι ασύνδετα από τις συζητήσεις που κάναμε. Σας άρεσαν βέβαια. Και μου είχατε πει: «Έτσι, έτσι να συνεχίσεις». Αλλά η γραφή μου πήρε άλλον δρόμο και δεν συνέχισα έτσι. Εσείς όμως με δεχτήκατε όπως συνέχισα.
Ωστόσο, οι ποιητικές σας εικόνες, οι κατάδικές σας αυτές εικόνες, μένουν βαθιά μέσα μου ριζωμένες. Σκηνές από την ελληνική φύση κι ως τα Χαοτικά του σύμπαντος. Από την Κόρδοβα στην Κιλικία. Απ’ την Κοιλάδα του Ιωσαφάτ ως Τα νεολιθικά Καλάβρυτα. Όταν Ο Ήλιος ήταν στον Καρκίνο. Όταν Ο Ήλιος είναι στην Άβυσσο. Από την Επαρχία Ντιτρόιτ ως την αρένα του εκλιπόντος Ιγνάθιο, όχι σε κάποια πόλη της Ισπανίας, με τον τρόπο του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, αλλά ώρα πέντε σε χωράφι του Ταΰγετου.
Ατέλειωτο πανόραμα της πιο λευτερωμένης φαντασίας σας. Παντός καιρού και παντός τόπου. Του Αρχαίου θυμού. Του Κιβωτίου ταχυτήτων. Ταυρομαχία εκτεινόμενη έως τη Βακτριανή. Ψητοπωλείον η Λέσβος. Το Βορινό πορνείο του Φερθ-οφ-Φορθ. Η θηλή του Παγασητικού. Ο αλιγάτορας του Μαίρυλαντ. Ο Σταυρός του Νότου πάνω απ’ την Καρύταινα. Το γράμμα φι/ έγκλειστο της μονής του Εσφιγμένου. Ο Τοίχος Αμφίων και άλλα ασώματα.
Εμπρός μου, δες, ορθώνεται ατέλειωτη παρέλαση προσώπων και θαυμάτων. Οι δικοί σας άνθρωποι. Ο ποδοσφαιριστής Βαν Γκογκ, ο Ιωάννης του Σταυρού, τα κορίτσια της φαντασίας σας, που τα φέρνει πάντοτε ούριος άνεμος, όταν τα μάτια έρπουνε στο μελί κορμί τους, ο Παπαφλέσσας της Παραφοράς, ο Λάο Τσε, ο Άγιος Φαλλός, ο βασιλιάς Οιδίποδας, ο βασιλιάς Μακ Μπεθ, το πέος του Ερμή, ο λαιμός του Άβελ, οι Βοργίες με τον αμιρά Ελ Ντιν [τότε που] ξήλωνε […] το θίασό του ο Αιώνας, Τα Πάθη του Ίακχου, Τα Πάθη του Χριστού, οι αριστεροί ετεοκρήτες κι άλλες λοφοσειρές απ’ το Ενδέκατο καλοκαίρι ενός αντικλασσικού.
Ή ενός κλασικού του μοντερνισμού; Κάποτε στην εφηβεία μου, είχα διαβάσει μια φράση του αγαπημένου και των δυο μας, Νίκου Εγγονόπουλου, που με σημάδεψε. Ήταν στο περίπου η εξής: «Στον υπερρεαλισμό δεν προσεχώρησα ποτέ. Τον υπερρεαλισμό τον είχα μέσα μου». Χρειάστηκε να σας γνωρίσω, όχι μόνο για να τη νιώσω καλύτερα, αλλά κυρίως για να πεισθώ πόσο πολύ θα ταίριαζε και σε σας. Θα ’λεγε κανείς πως ο Εγγονόπουλος την έγραψε και για σας.
Η ειρωνεία είναι πως αυτό δεν πρόλαβα ποτέ να σας το πω. Όλο κάτι συνέβαινε κι η συζήτηση, λες και πήγαινε μόνη της αλλού. Και σας το λέω τώρα που είναι τόσο, μα τόσο, μάταιο. Που η γειτονιά μας όλο κι ασχημαίνει. Κι αν την προλάβατε στην πρώτη την ασχήμια της, να ξέρετε πως είστε τυχερός, τώρα που το κακό παράγινε. Πρέπει να ενημερώσετε, ως προς αυτό, και τον ποιητή της οδού Μηθύμνης 14. Να του πείτε πως κόψαν κι άλλα δέντρα από τον κήπο του. Καλύτερα που έφυγε. Καλύτερα που φύγατε κι οι δυο σας.
Fuga, Διασπορά, Η κλίμακα του λίθου, Τετραψήφιο, Διήγηση,
Οδός Λαιστρυγόνων, Τα μαχαίρια της Κίρκης, Ανάστιξη του θρύλου για τα νεφρά της πολιτείας, In Perpetuum, Κιβώτιο ταχυτήτων, Οιακισμοί του Μενεσθέα Καστελάνου του Μυστρός, Χαοτικά Ι, Ακαρεί, Υψικαμινίζουσες νεοπλασίες, Το κλαρίνο ή Σαφάρι στο verso του πραγματικού, Βραχέα και μακρά, Στα πρόσω ιαχής.
Και τώρα τι θα γράφετε στη χώρα των αγγέλων; Και σε ποια γλώσσα των νεκρών, ποιήματα που ακόμα ζουν, κι όταν πια δεν υπάρχουμε;
Καλό ταξίδι για τις πόλεις των Χαοτικών. Έχουν ανάψει τα φωτάκια τους για να σας υποδεχτούν.
Για την Οδό των Λαιστρυγόνων. Σαφάρι στο verso του πραγματικού. Με Τα μαχαίρια της Κίρκης υπό μάλης.
Καλό ταξίδι κι ένα μεγάλο ευχαριστώ πάλι και πάντα. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: