5/3/11

Περί καπνού και νικοτίνης: Ψόγος Νικοτιανής

Η ανθρώπινη ψυχολογία, στην αυγή του Διαφωτισμού

ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΑΥΡΕΛΟΥ
    
Για τον σημερινό άνθρωπο, η ιστορία της διαμάχης για τη χρήση ή απαγόρευση του καπνού ίσως να θεωρείται πολύ πρόσφατο φαινόμενο, αλλά μια ματιά στο (αρκούντως μακρινό) παρελθόν θα μπορούσε να αλλάξει την εικόνα για το θέμα.
Ο Νικόλαος Μαυροκορδάτος (1680-1730), Δραγουμάνος της Πύλης και κατόπιν Ηγεμόνας Μολδοβλαχίας, συγγράφει και κυκλοφορεί ανωνύμως ένα κείμενο που αποτέλεσε αφορμή για μια διαμάχη περί του Καπνού και των επιδράσεών του στον άνθρωπο. Ο Ψόγος Νικοτιανής συγγράφεται στο τέλος του 17ου αιώνα, κατά τον Σοφ. Οικονόμο,[1] και χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά επιθετικό τόνο, όχι μόνο κατά του προϊόντος (του καπνού), αλλά και κατά των χρηστών του. Το μένος αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο. Ο Μητροφάνης Γρηγοράς, που τότε βρισκόταν στο Βουκουρέστι και επιμελήθηκε εκδόσεις διαφόρων βιβλίων, απαντά με τον Έπαινο Νικοτιανής. Εκνευρισμένος ο Μαυροκορδάτος, ανταπαντά με προσωπική επιστολή προς αυτόν, όπου τον κατηγορεί ως διαφθορέα, διαστρεβλωτή της γλώσσας και επικίνδυνο για τα σοφίσματά του ρήτορα, ενώ το κείμενο το θεωρεί «βόρβορο».

Εδώ θα μας απασχολήσει το πρώτο κείμενο του Νικολάου Μαυροκορδάτου, που αποτελεί την αφορμή της διαμάχης. Όπως σημειώνει ο Οικονόμος, το ύφος και το λεκτικό του διαμορφώνεται κατά μίμηση του Λουκιανού, κάτι που δεν είναι τυχαίο, αφού ο αρχαίος Έλληνας συγγραφέας διαμόρφωνε ρητορικά τα κείμενά του με εξαιρετικό τρόπο και έπειθε, γι’ αυτό και ο Νικόλαος τον μιμείται στον «Διάλογο κατά της μεμηνυίας αξίνης…», όπου εμμέσως πλην σαφώς επιτίθεται ξανά στον Γρηγορά.
Ο Ψόγος αποτελεί μέρος μιας μεγάλης παράδοσης τέτοιων κειμένων στην Ευρώπη (και όχι μόνο), από τα οποία ο J. Bouchard εντοπίζει ως πρότυπο τον λόγο του Άγγλου βασιλιά Ιακώβου του Α΄ (1619). Ακόμα και ο ίδιος ο Σουλτάνος έχει δημοσιεύσει διαταγές και έχει επιχειρήσει να σταματήσει τη διάδοση του καπνίσματος, όπως φαίνεται και από το χρονικό του Παπα-Συναδινού.[2] Παράλληλα, το κείμενο εγκαινιάζει σειρά «Ψόγων» με το συγκεκριμένο θέμα, από γνωστούς Έλληνες συγγραφείς της εποχής του αλλά και κατοπινούς, από τον Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη ως τον Ξενοφώντα Ζωγράφο, γιατρό του 19ου αιώνα.
Τα επιχειρήματα του Μαυροκορδάτου είναι εν μέρει ιατρικά, αλλά κατά κύριο λόγο ηθικής φύσεως, όπως θα φανεί παρακάτω, ενώ το οπλοστάσιό του (υφολογικό, φραστικό και λεκτικό) προέρχεται από κείμενα του απώτερου παρελθόντος (αρχαιοελληνικού και χριστιανικού). Είναι ολοφάνερο ότι κάποια από τα επιχειρήματά του αποτελούν υπερβολές και μάλιστα σε προκλητικό τόνο, ενώ για πολλά από αυτά έχει δίκιο. Κατά τον Οικονόμο, ο συγγραφέας επιχειρεί «ευφυώς» να παρουσιάσει τη χρήση του καπνού και τις επιδράσεις του με μεταφυσικό τρόπο, «ως εικόνα της κολάσεως», δηλαδή προϊόν του σατανά κατά το πρότυπο Ψόγων αρκετών ιερωμένων, όπως του Κarl Hoffmann. Εισαγόμενης της μεταφυσικής στο παιχνίδι, οι όποιοι τότε γνωστοί ιατρικοί λόγοι για αποχή λόγω σωματικών επιπτώσεων μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα, τουλάχιστον με μια πρώτη ανάγνωση. Αυτό ίσως γίνεται και επειδή έτσι θα πετύχαινε τον σκοπό του καλύτερα, θα έπειθε δηλαδή τους αποδέκτες του λόγου να μη χρησιμοποιούν τον καπνό.
Η μεταφυσική πλευρά της επιχειρηματολογίας του είναι ορατή από την πρώτη γραμμή, με τη χρήση φράσης από τον προφήτη Ησαΐα. Το «χόρτον», όπως ονομάζει τον καπνό υποτιμητικά από την αρχή, αποτελεί τον στόχο. Περιγράφοντας αρχικά τον τρόπο καλλιέργειας και χρήσης του, επισημαίνει το πρώτο (απτό) αρνητικό στοιχείο, το ότι χρειάζονται πολλά χρήματα για να το αγοράσεις. Κατόπιν εξαπολύει μύδρους κατά του καπνού, επισημαίνοντας ότι και εκατό γλώσσες να είχε (όσα ο μυθικός Εκατόγχειρας χέρια) δεν θα μπορούσε να εκφράσει τα κακά που προξενεί. Η υπερβολική αυτή έκφραση, και η χρήση του μύθου κατ’ αναλογία, οφείλεται στο ρητορικό στυλιζάρισμα του λόγου του, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τη βεβιασμένη επισήμανση της ετυμολογίας τού όρου «νικοτιανή» από την αρχαία λέξη «κότος» [=οργή, θυμός]. Όπως επισημαίνει ο Οικονόμος, δεν έχει καμία σωστή βάση η ετυμολογία, και ο Μαυροκορδάτος εδώ το χρησιμοποιεί «παίζων» και όχι «σπουδάζων». Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί ακόμα ένα ρητορικό τέχνασμα με μόνο σκοπό την πειθώ, όπως φαίνεται και από το αναλυτικό επιχείρημα ότι δεν βλάπτει μόνο το σώμα («ώσπερ βδέλλα εκμυζά»), αλλά και ότι «εκθηλύνει» τη «διάνοια», καθιστώντας την κτηνώδη, αφού, όπως φαίνεται και στη μέση του κειμένου, θεωρεί τη χρήση του «παρά φύσιν τρυφή». Κατά δυσανάλογο τρόπο παρουσιάζει σε μία περίοδο και άλλες δύο αρνητικές επιπτώσεις (σωματικές όμως) του καπνού, τη δυσοσμία του στόματος και την αλλοίωση του χρώματος των δοντιών.
Στην επόμενη παράγραφο (δ΄), που είναι και η μεγαλύτερη, προσπαθεί να αναλύσει κυρίως τις σημαντικότερες για τον ίδιο ψυχικές (βλ. ηθικές) βλάβες και όχι τις βιολογικές-σωματικές. Καταφεύγει στο (τότε θεωρούμενο λουκιανικό) κείμενο Έρωτες, για να αποδείξει ότι η ηδονή αυτή είναι «παρά φύσιν», άποψη που είναι λογικό να ξενίζει τον τότε αναγνώστη, όπως και εκείνον του 20ού ή του 21ου αιώνα, που έχει συνδέσει το κάπνισμα με θεριακλήδες άντρες. Πρόκειται για ακόμα ένα ρητορικό τέχνασμα, αφού η χρήση ενός κειμένου για τον έρωτα γίνεται εργαλείο για να δυσφημιστεί η χρήση του καπνού που γινόταν από άνδρες κυρίως. Οι δύο δεσπόζουσες παραδόσεις, αρχαία και χριστιανική, χρησιμοποιούνται ξανά ως ρητορική σκευή, με μόνο σκοπό την πειθώ και χωρίς να υπάρχει ομοιότητα στο περιεχόμενο των διακειμένων. Ο αναγνώστης που θα ανατρέξει και στο αρχαίο (δια)κείμενο δημιουργεί μια εικόνα διόλου γοητευτική για τον καπνιστή ή την καπνίστρια, αφού ο Μαυροκορδάτος, μέσω του Λουκιανού, συνδέει το κάπνισμα με την ομοφυλοφυλία.
Ο λόγος, συνεπώς, φαινομενικά μπορεί να θεωρηθεί καθαρά ηθικολογικός. Οι ηθικές-ψυχικές επιπτώσεις συνδέονται και με τις βιολογικές, αφού επισημαίνει ότι, όπως όλες οι παρά φύσιν ηδονές, η νικοτίνη βλάπτει όλες τις αισθήσεις και τα όργανά τους (μάτια, στόμα, γλώσσα, αυτιά, μύτη) για να καταλήξει στην «εικόνα κολάσεως» ή σκότους, στη μεταφυσική (υποκειμενική) σφαίρα της ηθικής φύσης του ανθρώπου. Στην επιχειρηματολογία του αναμειγνύει την κυριολεκτική σημασία της θολούρας, που ο καπνός φέρνει στα μάτια και στο δωμάτιο όπου καπνίζουμε, με τη μεταφορική έννοια της ψυχικής θολούρας (οργής, θυμού), που ετυμολογικά έχει η λέξη και ψυχολογικά προκαλεί η νικοτίνη. Με μια πιο προσεκτική ανάγνωση, ωστόσο, διαπιστώνουμε ότι στην ουσία ο Μαυροκορδάτος δεν περιγράφει παρά μόνο την εξάρτηση που προκαλεί η ουσία, αν και δεν την κατονομάζει. Απλά επισημαίνει ότι οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν τον καπνό, όταν τους λείπει προτιμούν αυτόν αντί του φαγητού και του νερού και είναι εκνευρισμένοι και περισσότερο ευερέθιστοι και από τις έγκυες. Στο τέλος μάλιστα του Ψόγου επισημαίνει ότι όσοι τον χρησιμοποιούν δεν διαφέρουν από ληστές και λωποδύτες.
Καταλήγοντας, μπορούμε να εντοπίσουμε πόσο λίγο τον ενδιαφέρουν οι σωματικές και πόσο καίριες είναι οι παρατηρήσεις του για τις ψυχολογικές επιπτώσεις στον άνθρωπο, αν σκεφτούμε πόσο πρώιμο είναι το κείμενο σε σχέση με την εποχή μας. Περιγράφοντας κυρίως τον ψυχολογικό παράγοντα, ακόμα και με αυτόν τον υπερβολικό τρόπο με τη χρήση της μεταφυσικής, που εξόργισε τον Γρηγορά, θα λέγαμε ότι σχεδόν εγκαινιάζει τον προβληματισμό που στις μέρες μας απασχολεί τους ψυχολόγους πολύ συχνά, την επισήμανση της επικινδυνότητας των ουσιών που δημιουργούν εξάρτηση, με αναφορές και στο ποτό. Ο Μαυροκορδάτος δεν ηθικολογεί απλά (ή μόνο), αλλά θεωρεί την εξάρτηση χειρότερη από τις σωματικές βλάβες. Ενδεχομένως ο ρητορικός τρόπος ή το μέσο να είναι υπερβολικά ή/και ανοικειωτικά για τον σύγχρονο αναγνώστη, αλλά η ουσία πίσω από τις λέξεις είναι αυτό που μπορούμε να καταλάβουμε ότι ενδιαφέρει ένα ιδιαζόντως οξύ μυαλό, όπως αυτό του Νικόλαου Μαυροκορδάτου, αφού χρησιμοποιεί μεταφυσικές εικόνες και μύθους από αρχαία και χριστιανικά κείμενα, για να μιλήσει για κάτι «φυσικό», για την ανθρώπινη ψυχολογία, στην αυγή του Διαφωτισμού.

Ο Νίκος Μαυρέλος διδάσκει Νεοελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Θράκης



[1] Βλ. Νικολάου Μαυροκορδάτου, Ψόγος Νικοτιανής και Επιστολή προς Μητροφάνην τον Διάκονον, μετ’ εισαγωγικής παρεκβατικής επιστολής, επιμ. Σοφ. Κ. Οικονόμος, Τύποις του Αγίου Γεωργίου, Βενετία 1876, σ. 46. Για τα λάθη του Οικονόμου βλ. τις επισημάνσεις και διορθώσεις του Παπαδόπουλου-Κεραμέως («Διορθώσεις εις τον “Ψόγον Νικοτιανής” του Νικολάου Μαυροκορδάτου», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Ιστορίας της Ελλάδος, τόμ. 2 [1885], 447-450). Νέα έκδοση έχει γίνει από τη Μonique Trudelle (Nicolas Mavrocordatos, Discours contre le tabac: édition critique, traduction et commentaires, αδημοσίευτη διατριβή, Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ, Καναδάς 1992).
[2] Eυχαριστώ τη Μ. Πύλια για την πληροφορία αυτή. Χάριν συντομίας, δεν μπορούμε να επεκταθούμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: