23/10/10

Μια βεντάλια από ταινίες

ΤΗΣ ΒΙΒΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ-ΠΟΝΣΕ

ΘΟΔΩΡΟΣ ΣΟΥΜΑΣ, Εθνικές κινηματογραφίες, στιλ και σκηνοθέτες, εκδόσεις Αιγόκερως, σελ. 206

Ο Θόδωρος Σούμας διαθέτει πολύ καλή εποπτεία της ιστορίας του κινηματογράφου και ειδικότερα των ξένων και ελληνικών ταινιών που απασχόλησαν κοινό και κριτικούς τα τελευταία σχεδόν πενήντα χρόνια στην Ελλάδα. Είναι ένας ενεργητικός σινεφίλ που έχει τον κινηματογράφο στο κέντρο της ζωής του, είτε ως επαγγελματική δραστηριότητα, είτε ως τρόπο ψυχαγωγίας. Ανήκει στη γενιά εκείνη που αγάπησε τον κινηματογράφο από τα σχολικά χρόνια, όταν, στα μέσα της δεκαετίας του 1960, ήταν το πιο λαοφιλές μέσο διασκέδασης, και έχτισε τη γνώση του για τον κινηματογράφο, ως ακούραστος θεατής, που είδε ταινίες και συμμετείχε στις συζητήσεις που γίνονταν γι αυτές, τα επόμενα χρόνια. Σήμερα, ο Σούμας συνδυάζει τη βιωμένη γνώση του θεατή, με την θεωρητική του κατάρτιση, που απέκτησε από τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο Paris III και την εμπειρία του ως κριτικός κινηματογράφου. Παράλληλα, το προσωπικό, επί σειρά ετών, ενδιαφέρον του στην ψυχανάλυση έχει αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο για να διαβάζει τις ταινίες, αλλά και να αναπτύσσει με αναλυτικό τρόπο τα άρθρα του.
Το ανά χείρας βιβλίο προσφέρει ένα πανόραμα από πτυχές εθνικών κινηματογραφιών, κυρίως ευρωπαϊκών -χωρίς όμως να καλύπτει όλες τις κινηματογραφίες της Ευρώπης- αλλά και της αμερικανικής και αφρικανικής κινηματογραφίας. Δεν πρόκειται για μια μελέτη, δεδομένου ότι δεν εξετάζεται κάτι συγκεκριμένο στα έργα που παρουσιάζονται εδώ. Σε κάθε εθνική κινηματογραφία, παρουσιάζεται το έργο δημιουργών που επιλέχθηκαν από διαφορετικές δεκαετίες, και έτσι μπορεί κανείς να δει την εξέλιξη στη θεματολογία και την αισθητική της κάθε κινηματογραφίας. Ο αναγνώστης όμως είναι αυτός που καλείται να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Το βιβλίο είναι χρήσιμο βοήθημα για συγγραφή πανεπιστημιακών εργασιών, καθώς δίνει απαραίτητες πληροφορίες και σχόλια για τους δημιουργούς και τις ταινίες τους. Είναι επίσης ένα ευχάριστο ανάγνωσμα για τους απανταχού σινεφίλ.
Υπάρχουν βέβαια κάποιες, λίγες ενότητες όπου εξετάζονται συλλογικά ορισμένες πτυχές, όπως είναι η μελέτη του φιλμικού χρόνου στον νεωτερικό ιταλικό κινηματογράφο, με τον Ροσελίνι να διογκώνει τη στιγμή και τον Αντονιόνι να τον απορρυθμίζει με νεκρούς χρόνους και καθυστερήσεις, ή η σχέση του κινηματογράφου με τη ζωγραφική στο έργο των ρώσων δημιουργών, με προεξάρχοντες τον Παρατζάνοφ και τον Αιζενστάιν.
Στην ενότητα που αναφέρεται στον ελληνικό κινηματογράφο έχουμε την ευκαιρία μέσα από το έργο των δημιουργών να δούμε την εξέλιξή του από τον παλιό στον νέο και στις τάσεις της δεκαετίας του 1990-2000. Βλέπουμε εδώ τη σχέση έλξης-απώθησης του ελληνικού κινηματογράφου με το κοινό του, ξεκινώντας με τις ταινίες που έκοβαν εισιτήρια στις δεκαετίες του ‘50 και του ‘60 , συνεχίζοντας στις ερμητικές ταινίες του δημιουργού που προσπάθησαν να εγκαταστήσουν έναν απαιτητικό διάλογο με το κοινό κι ας έκοβαν λιγότερα εισιτήρια, και στη συνέχεια, στη δεκαετία του ’90, ταινίες που επεδίωξαν να φέρουν κόσμο ξανά πίσω στις αίθουσες. Σε αντίθεση όμως, με τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο, οι ταινίες αυτές είχαν πολύ καλύτερη ποιότητα στο κατασκευαστικό τους κομμάτι, ωστόσο συχνά παρουσίαζαν προβλήματα σεναρίου. Προχωρώντας στο 2000, οι ταινίες ενδιαφέρθηκαν να συνδυάσουν την απεύθυνση σε μεγάλο κοινό με την προσωπική έκφραση του σκηνοθέτη (συνδυασμός όχι πάντα επιτυχής, αφού άλλοτε έγερνε προς τον εμπορικό κινηματογράφο και άλλοτε προς το ανολοκλήρωτο έργο) και την κατασκευαστική αρτιότητα, ενώ, όπως αναφέρει ο Σούμας, παρουσιάστηκαν πολλές ταινίες ειδών.
Μια άλλη εξέλιξη βλέπουμε στην δημιουργία χαρακτήρων, με τον Σταύρο Τσιώλη να αποτελεί ίσως το σημείο όπου συναντώνται ο ΠΕΚ με τον ΝΕΚ, ο Νίκος Τσιφόρος με τις κοινωνικο-οικονομικά και υπαρξιακά αδιέξοδα του 1990. Οι χαρακτήρες του Τσιώλη συνδυάζουν τη γλαφυρότητα των χαρακτηριστικών νεοελληνικών τύπων με τους οποίους που καταπιανόταν ο Τσιφόρος, με τις υπαρξιακές αντιφάσεις του νεοέλληνα στην εποχή του ελληνικού εκσυγχρονισμού. Αυτό ακριβώς το ωραίο μείγμα με το οποίο έπλαθε τους χαρακτήρες ίσως να έκανε τις ταινίες του Τσιώλη τόσο αγαπητές.
Παράλληλα, βλέπουμε ότι η θεματολογία των ταινιών απεικονίζει και τη διαδρομή της ελληνικής κοινωνίας. Κάποια από τα θέματα μπορεί να είναι ίδια, αλλά η εξέλιξη είναι εμφανής: Η δεσποινίς διευθυντής του 1964 που προσπαθεί να «χαμηλώσει» το επαγγελματικό της τουπέ για να κερδίσει τον γαμπρό, γίνεται η τεχνοκράτης της δεκαετίας του 1980 («Μανία») και η αδίστακτη, υπερκαταναλωτική γυναίκα του 2000 («Beautiful People»).
Ο Σούμας παρουσιάζει την ελληνική λαϊκή κωμωδία, με τα έργα του Τζαβέλλα, του Τσιφόρου και του Δημόπουλου και σε ξεχωριστά κεφάλαια παρουσιάζει τον Αλέκο Σακελλάριο και τον Σταύρο Τσιώλη. Δεν ξεχνά να κάνει στάση στα τελευταία φιλμ του Θόδωρου Αγγελόπουλου, αλλά και στον Παντελή Βούλγαρη που ήταν κι αυτός εκ των θεμελιωτών του ΝΕΚ, ο ένας πιο επικός ο άλλος πιο λυρικός, ενώ αναφέρεται και σε σκηνοθέτες παλιάς κοπής που συνέχισαν να κάνουν ταινίες στη δεκαετία του 1990-2000, όπως ο Αλέξης Δαμιανός, ο Ροβήρος Μανθούλης, ο Γιάννης Σμαραγδής, κ.ά. Για το έργο του Νίκου Παναγιωτόπουλου αναφέρει ότι επηρεάστηκε από τη γαλλική νουβέλ βάγκ, ενώ φωτίζει τον Γιώργο Πανουσόπουλο, από την πλευρά του ερωτικού, αισθησιακού στοιχείου. Τέλος, διατρέχει τις ταινίες που παρουσιάστηκαν από το 1990 και μετά, δίνοντας με λίγα λόγια το στίγμα του κάθε δημιουργού. Εδώ βλέπουμε μια πληθώρα δημιουργών: κάποιοι έκαναν μεγάλες επιτυχίες, όπως ο Γιάνναρης ή ο Μπουλμέτης, κάποιοι άλλοι συζητήθηκαν για την ακραία αισθητική και κοινωνική τους άποψη, όπως ο Οικονομίδης και ο Λάνθιμος, κάποιοι υπήρξαν εξαιρετικά εμπορικοί όπως η Μαλλέα, ή ο Περράκης, ή οι πιο τηλεοπτικοί σκηνοθέτες της ιδιωτικής τηλεόρασης και άλλοι, παλαιότεροι προσπάθησαν να ανανεωθούν μέσα στις νέες συνθήκες.
Ο Θόδωρος Σούμας μιλά για τον κινηματογράφο με γνώση και αγάπη. Διαθέτει τα χαρακτηριστικά ενός διανοούμενου παλαιότερων δεκαετιών, που βλέπει τον κινηματογράφο ως μέσο αυτογνωσίας και προβληματισμού. Η γραφή του δεν είναι εμπαθής, και αυτό είναι εμφανές (και χρήσιμο) όταν παρουσιάζει τις εξελίξεις στον ελληνικό κινηματογράφο από το 1990 και μετά. Η αναλυτική παρουσίαση του έργου των ξένων δημιουργών που περιλαμβάνει στο βιβλίο του, δίνει τη δυνατότητα να τους γνωρίσουμε καλύτερα.

Η Βιβή Ζωγράφου-Πόνσε είναι δημοσιογράφος

Δεν υπάρχουν σχόλια: