9/10/10

Ο Μπουζιάνης επιστρέφει στο σπίτι του(;)

Η ίδρυση του Μουσείου Μπουζιάνη στη Δάφνη


ΤΗΣ ΛΗΔΑΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Ο Γιώργος Μπουζιάνης απέκτησε το δικό του Μουσείο. Σε δύο χώρους συνδεδεμένους μεταξύ τους με την παλιά αυλή: Στην ισόγεια, διανθισμένη με νεοκλασικά στοιχεία, χαρακτηριστική κατοικία των μικρομεσαίων και χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων της πρωτεύουσας. Όπου έζησε και δημιούργησε ο καλλιτέχνης μετά την επάνοδό του από τη ναζιστική Γερμανία στην Ελλάδα, το 1934, μέχρι και το θάνατό του, το 1959.
Καθώς και στο μοντέρνο, τετραώροφο κτίσμα που ανεγέρθηκε στο πλάι της. Οι αρχιτέκτονές του επιχείρησαν να απαλύνουν την αίσθηση που προκαλεί ο όγκος του, με το απέριττο των γραμμών και τη λιτότητα των υλικών, ώστε να το εναρμονίσουν στο χώρο. Και πέτυχαν, προπάντων, με την κλειστότητα της μορφής του να πλησιάσουν την εσωτερικότητα από την οποία διαπνέεται το ώριμο κυρίως, το φτιαγμένο στην Ελλάδα, έργο του Μπουζιάνη.
Η έκθεση με την οποία ανοίγει τις πύλες του το νέο Μουσείο φέρει τον τίτλο «Ο Μπουζιάνης επιστρέφει στο σπίτι του». Που θα μπορούσε να αναγνωστεί και ως ένα σαρκαστικό σχόλιο στον πραγματικό επαναπατρισμό του Γιώργου Μπουζιάνη.
Γιατί ο ζωγράφος του μοντέρνου επέστρεψε στην Ελλάδα τη δεκαετία του ’30, προσπαθώντας να διαφύγει από τη λαίλαπα του ναζισμού. Απορρίπτοντας, σύμφωνα με τις πηγές του δεινού μελετητή του Δημήτρη Δεληγιάννη, μια πρόσκλησή του στην Αμερική. Στηριζόμενος, ίσως, και στην υπόσχεση του διορισμού του ως καθηγητή της ΑΣΚΤ, που ουδέποτε πραγματοποιήθηκε.
Τα καλλιτεχνικά δρώμενα σκιάζονταν τότε από το ιδεολόγημα της «ελληνικότητας» και ο Μπουζιάνης, όπως επισημαίνει η επιμελήτρια της έκθεσης και του καταλόγου της, Ελένη Κυπραίου, «βρέθηκε από την άλλη πλευρά».
Ήταν επιπλέον αντιμέτωπος με ένα κοινό γαλουχημένο με τον ακαδημαϊσμό της σχολής του Μονάχου, «μια κοινωνία», όπως γράφει στην κριτική της πρώτης ατομικής έκθεσης το 1949 στον «Παρνασσό» ο πεφωτισμένος Άγγελος Προκοπίου, που «δεν έχει την οπτική παρασκευή της ευρωπαϊκής για να δεχθή και να αφομοιώση την εξέγερσι του Μπουζιάνη».
Το έργο του Γιώργου Μπουζιάνη, κυρίως τα πρόσωπα και οι ανθρώπινες φιγούρες του, έχουν ταυτιστεί με την τεχνοτροπία του εξπρεσιονισμού. Σε αυτό συμβάλλει η αδρή, κοφτή πινελιά του, το σβήσιμο του περιγράμματος, η κατάργηση της προοπτικής, οι χειρονομιακές επεμβάσεις, με τα δάχτυλα του, για παράδειγμα, πάνω στον καμβά. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν έγινε αποδεκτός και δε θέλησε να ενταχτεί ποτέ στα εξπρεσιονιστικά κινήματα των αρχών του 20ού αιώνα στη Γερμανία, όπου ζούσε.
Οι Γερμανοί τον αποκαλούσαν «νεοϊμπρεσιονιστή». Το κυρίαρχο στοιχείο της τεχνοτροπίας του Μπουζιάνη είναι πράγματι η χρωματική κηλίδα. Γεγονός που έχουν επισημάνει σε σχετικά κείμενά τους και οι ζωγράφοι και δάσκαλοι της ΑΣΚΤ Γιάννης Ψυχοπαίδης και Χρόνης Μπότσογλου. Ο τελευταίος μάλιστα διέκρινε συγγένειες στις μορφές του Μπουζιάνη και στις παραπαίουσες οδυνηρές φιγούρες του επίσης περιθωριοποιημένου Λιθουανού ζωγράφου, από τον κύκλο του Πικάσο, Σουτίν.
Μέσα στη χρωματική κηλίδα βυθίζει και αναδύει, αγγίζει τρυφερά, ο Μπουζιάνης, τα χαρακτηριστικά των προσώπων και των φιγούρων του. Αφήνοντάς τα στη θέση όπου ο θεατής τα εντοπίζει και τα αναγνωρίζει και στο πραγματικό. Χωρίς να τα εξαλείψει εντελώς στην άμορφη μάζα του αφηρημένου εξπρεσιονισμού ή να μεταλλαχθούν στα σκληρά, αιχμηρά προσωπεία του εξπρεσιονιστή Κίρχνερ. Επιτρέποντας στο θεατή να διαισθανθεί το σχέδιο που τα (συν)κρατεί και του οποίου ο Μπουζιάνης υπήρξε άριστος γνώστης.
Αναδεικνύοντας τη ρευστότητα των αξιών που χάνονται και αφήνουν τον άνθρωπο μετέωρο, με τους ρευστούς, αλλά ρυθμικά αποτυπωμένους τονισμούς των γήινων αλλά και φωτεινών τους χρωμάτων. Και καθρεφτίζονται στις διαβαθμίσεις των συναισθημάτων που τους γεννούν.
«Εκείνο που έχει σημασία είναι το πώς θα δεις, αλλά πιο πολύ το πώς θα ζήσεις μέσα σου μια οποιαδήποτε φόρμα. Στο έργο μου συνεργάζεται το αίσθημα (το ένστικτο) και η νόηση, αν και το αίσθημα νομίζω ότι πρέπει να προηγείται. Τυχαία τίποτα δεν γίνεται στην τέχνη. Η αρμονική συνεργασία των δύο αυτών βασικών στοιχείων της ζωγραφικής δημιουργεί το αληθινό έργο», έγραφε ο Μπουζιάνης.
Το Μουσείο Γ. Μπουζιάνη που εγκαινιάστηκε την περασμένη Δευτέρα επί της οδού Μπουζιάνη 27-31 στη Δάφνη, κοντά στο σταθμό του μετρό Άγιος Ιωάννης, είναι ιδιαίτερα σημαντικό.
Γιατί προβάλλει έναν καλλιτέχνη που τόλμησε να διαρρήξει τα στεγανά της τέχνης και της ζωής και να φέρει στο φως έργα που κραυγάζουν μέσα από τη μουσική των χρωμάτων τους, χωρίς να φωνάζουν, «μιλούν σ’ εκείνον που ξέρει να ακούει» και δεν εντάσσονται σε κανένα καθιερωμένο σχήμα.
Γιατί υλοποιήθηκε χάρις στις συνεχείς προσπάθειες του Δήμου Δάφνης. Που αγόρασε το σπίτι του Μπουζιάνη και τα όμορα οικόπεδα ήδη από τη δεκαετία του ’80 και εκμεταλλεύτηκε τους πόρους του Γ’ Κοινοτικού Προγράμματος Στήριξης.
Δείχνοντας ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ικανή να παράγει πολιτισμικό έργο όταν υπάρχει η ανάλογη πολιτική βούληση.

Δεν υπάρχουν σχόλια: