22/7/10

Ο πρωτοπόρος επιστήμων Βιζυηνός

Πρώτος αυτός εξήρε την σημασία τού παιδικού παιχνιδιού, θεωρημένου και ερμηνευμένου συνολικά στη συσχέτισή του με την Ψυχολογία και την Παιδαγωγική, από μια αισθητική–φιλοσοφική έποψη

ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΣ ΤΣΟΥΠΡΟΥ

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Μ. ΒΙΖΥΗΝΟΥ, Το παιδικό παιγνίδι Σε σχέση με την Ψυχολογία και την Παιδαγωγική, Πρωτότυπη επί διδακτορία διατριβή για την απόκτηση του τίτλου του Διδάκτορα της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Γοττίγγης, Εισαγωγή–Μετάφραση–Σχόλια: Αλέξανδρος Σιδεράς/ Παρασκευή Σιδερά–Λύτρα, εκδοτικός οίκος Αδελφών Κυριακίδη, σελ. 336

«Το καθαυτό παιδικό παιγνίδι παραμερίζεται στις πόλεις ολοένα και περισσότερο, πράγμα στο οποίο έχουν συμβάλει κατά το πλείστον τα εμπορικά παιγνίδια […] όχι ακριβώς προς όφελος της νεολαίας. […] Η μπάλλα […] θα αποβεί στη Γερμανία σιγά -σιγά το παιγνίδι των πιο οκνηρών και νωθρών παιδιών»
Ο Αλέξανδρος Σιδεράς, κλασικός φιλόλογος και ιδρυτής και κατόπιν καθηγητής του Τμήματος Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Γοττίγγης και η Παρασκευή Σιδερά–Λύτρα, κλασική φιλόλογος επίσης και, μεταξύ άλλων, εντεταλμένη διδάσκουσα της Νεοελληνικής Γλώσσας στο ίδιο Πανεπιστήμιο ήταν, προφανώς, οι πλέον αρμόδιοι να επιμεληθούν την πρώτη αυτή έκδοση στην ελληνική γλώσσα της διδακτορικής διατριβής την οποία ο Γεώργιος Βιζυηνός υπέβαλε (1881)Νστο εν λόγω Πανεπιστήμιο, επιτυγχάνοντας, μάλιστα, να αναγορευθεί εκεί Διδάκτωρ.
Στην Βιβλιογραφία που προτάσσεται γίνεται φανερό ότι οι επιμελητές έλαβαν όλες τις σχετικές, παλαιότερες και νεότερες, εκδόσεις και τα αντίστοιχα δημοσιεύματα υπ’ όψιν τους (αρκετά από αυτά, μάλιστα, υπογράφονται από τους ίδιους), προκειμένου να προβούν σε μία πλήρως τεκμηριωμένη έκδοση ενός κειμένου το οποίο, μέχρι τώρα, στο σύνολό του, παρέμενε άγνωστο στην Ελλάδα.
Αρχίζοντας από την εκτενή Εισαγωγή, η οποία προηγείται του μεταφρασμένου από την γερμανική γλώσσα κειμένου του Βιζυηνού, πρέπει να πούμε ότι φέρει άριστα εις πέρας την αποστολή της, όπως αυτή ορίζεται από τους δύο καθηγητές: να ενημερώσει, δηλαδή, τον αναγνώστη για τις σπουδές του Βιζυηνού –ιδιαίτερα στη Γερμανία–, για τη διαδικασία των διδακτορικών του εξετάσεων, καθώς και για συναφή με τη διδακτορική διατριβή και το διδακτορικό του δίπλωμα θέματα, παρουσιάζοντας άγνωστα, μέχρι πρόσφατα, στοιχεία και ανασκευάζοντας έτσι ανακρίβειες, συγχύσεις και συχνά επαναλαμβανόμενα σφάλματα. Βασιζόμενοι οι επιμελητές και στη δημοσίευση των αρχειακών εγγράφων τόσο του Πανεπιστημίου της Γοττίγγης όσο και του Πανεπιστημίου του Βερολίνου (όπου επίσης φοίτησε ο Βιζυηνός, όπως, άλλωστε, και στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας), τα οποία παρέμεναν απρόσιτα επί δεκαετίες, είναι πράγματι, πλέον, σε θέση να δώσουν (σχολαστικά) ακριβείς πληροφορίες για τις εκεί σπουδές τού Έλληνα λογοτέχνη και ερευνητή, στον οποίο «η αιώνια μιζέρια τής ελληνικής ακαδημαϊκής ζωής» δεν επέτρεψε να ακολουθήσει την λαμπρή πανεπιστημιακή σταδιοδρομία που του άξιζε. Του άξιζε, μάλιστα, για τον επιπρόσθετο λόγο ότι για να αποκτήσει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις χρειάστηκε να υπερνικήσει ιδιαίτερα μεγάλες δυσκολίες και να αντεπεξέλθει μια ασυνήθιστα πολύμοχθη πορεία μάθησης.
Πολύτιμη, βεβαίως, στάθηκε η συμβολή των δύο επιμελητών και ως προς τον εντοπισμό τού πρωτοτύπου του διδακτορικού διπλώματος του Βιζυηνού και του αντιγράφου του (αμφότερα σε λατινική γλώσσα) και, οπωσδήποτε, ως προς τη μελέτη τής ίδιας της διδακτορικής διατριβής, στις δύο έντυπες παραλλαγές της (αμφότερες στα γερμανικά), σχετικά με τις οποίες προσκομίζονται εδώ για πρώτη φορά πλούσια και τεκμηριωμένα στοιχεία (σύμφωνα με αυτά, οι δύο σειρές αντιτύπων διακρίνονται μόνον εξωτερικά μεταξύ τους, ενώ το περιεχόμενό τους είναι πανομοιότυπο). Οι καθηγητές κλείνουν την Εισαγωγή τους με σύντομες αναφορές στα βασικά σημεία τού επιστημονικού, φιλοσοφικοπαιδαγωγικού κειμένου τού Βιζυηνού, στην αξιολόγηση και απήχηση της διατριβής του (ακόμα και στη νεότερη βιβλιογραφία), καθώς, είναι γεγονός ότι, πρώτος αυτός εξήρε την σημασία τού παιδικού παιχνιδιού, θεωρημένου και ερμηνευμένου συνολικά στη συσχέτισή του με την Ψυχολογία και την Παιδαγωγική, από μια αισθητική–φιλοσοφική έποψη, και, τέλος, στη γλώσσα και στο ύφος τού γερμανικού κειμένου τού Βιζυηνού. Ιδιαίτερα, δε, σημαντική είναι η διαπίστωσή τους ότι η λογοτεχνική φλέβα τού Βιζυηνού διαφαίνεται ακόμη και σε αυτή την επιστημονική πραγματεία του, όπου εντοπίζονται χωρία τα οποία επανέρχονται στο λογοτεχνικό έργο του, ενώ ανευρίσκονται και αυτοβιογραφικά στοιχεία και προσωπικές εμπειρίες (σωστά παρατηρούν οι επιμελητές ότι το θέμα της Διατριβής ήταν τέτοιο, ώστε επέτρεπε την συνάντηση του επιστήμονα με τον λογοτέχνη, αλλά και τον αυτοβιογραφούμενο, θα προσθέταμε εμείς).
Στα ανωτέρω χωρία δεν παραλείπουν οι επιμελητές τής έκδοσης να στέκονται (και, επιπλέον, να παραπέμπουν στα αντίστοιχα χωρία των λογοτεχνικών ή άλλων επιστημονικών έργων του Βιζυηνού), κάθε φορά που τα εντοπίζουν κατά την καταγραφή των εκτενέστατων Σχολίων τους, τα οποία έπονται του μεταφρασμένου κειμένου της Διατριβής. Σκοπός αυτών των Σχολίων, σύμφωνα με τη διατύπωση των ίδιων των συντακτών τους, «είναι κατά πρώτον η συμβολή στην καλύτερη κατανόηση» ενός αναγνώσματος το οποίο δεν είναι πάντοτε εύκολο για τον αμύητο και, κατά δεύτερον, η «ανάλυση του τρόπου, κατά τον οποίον αξιοποίησε τις πηγές του, έκρινε, ανασκεύασε ή συμπλήρωσε τις απόψεις των προκατόχων του» ο Βιζυηνός, προκειμένου, με τη διασάφηση της επιχειρηματολογίας του, να καταστεί σαφέστερη η προσωπική συμβολή του «στην πρόοδο της γνώσης γύρω από το συγκεκριμένο αντικείμενο». Ο Αλέξανδρος και η Παρασκευή Σιδερά συγκέντρωσαν, μάλιστα, σε φωτοαντίγραφα όλη τη βιβλιογραφία που χρησιμοποίησε ο Βιζυηνός στη διδακτορική διατριβή του και την αξιοποίησαν στα εν λόγω Σχόλιά τους, ενώ στο τέλος παρέθεσαν και αλφαβητικό πίνακα αυτής της βιβλιογραφίας, κάτι που έλειπε από την Διατριβή του Βιζυηνού (πρακτική όχι ασυνήθιστη εκείνη την εποχή). Μεταξύ των προγενέστερων επιστημονικών έργων που είχε στην διάθεσή του, ο Βιζυηνός έλαβε κυρίως υπ’ όψιν του τις ειδικές για το παιχνίδι εργασίες των Erdmann και Schaller, αλλά και γενικότερα συγγράμματα Αισθητικής (κυρίως του Kant και του Schiller), Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας. Να σημειωθεί εδώ ότι οι επιμελητές, στις υποσημειώσεις των Σχολίων τους, προχώρησαν και σε διορθώσεις των τυπογραφικών λαθών, των συντακτικών σφαλμάτων, αλλά, και αυτό είναι το σημαντικότερο, και των λανθασμένων παραπομπών του Βιζυηνού, αποδεικνύοντας περαιτέρω τον τεράστιο μόχθο που κατέβαλαν για την επιμέλεια της ανά χείρας έκδοσης.
Κλείνοντας, οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι με ένα μέρος μόνο από την φροντίδα που επεφύλαξαν οι εν λόγω επιμελητές για την παρούσα έκδοση του πρώτου επιστημονικού έργου τού, γνωστού, κυρίως, ως κορυφαίου διηγηματογράφου, Γεωργίου Βιζυηνού, η πλειοψηφία των μεγάλων συγγραφέων θα έπρεπε να είναι πολύ ευχαριστημένη. Από την άλλη, ο Αλέξανδρος Σιδεράς και η Παρασκευή Σιδερά–Λύτρα, προς τιμήν τους, αναλαμβάνουν, εκ μέρους της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας, να αποκαταστήσουν, κατά έναν τρόπο, έστω και με τέτοια τραγική καθυστέρηση, την αδικία που υπέστη ο εκ Βιζύης Γεώργιος Μιχαηλίδης.

Η Σταυρούλα Γ. Τσούπρου είναι διδάκτωρ Φιλολογίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: