12/6/10

Αριστερά, εμφύλιος, κρατική τρομοκρατία

ΤΗΣ ΑΝΤΑΣ ΔΙΑΛΛΑ

Neni Panourgiá, Dangerous Citizens. The Greek Left and the Terror of the State, New York: Fordham University Press, 2009, pp. 302 [Επικίνδυνοι πολίτες: η ελληνική αριστερά και η κρατική τρομοκρατία]

Η Νένη Πανουργιά, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης, στο νέο της βιβλίο, με τίτλο Επικίνδυνοι πολίτες: η ελληνική αριστερά και η κρατική τρομοκρατία, αναδεικνύει το θέμα της αριστεράς και τις διώξεις εναντίον της ως μια βασική ερμηνευτική παράμετρο της ελληνικής ιστορίας του 20ού αιώνα και προσθέτει τη δική της οπτική και μεθοδολογική προσέγγιση στον καυτό διάλογο για την αριστερά, που έχει ανοίξει με αφορμή τις ιστοριογραφικές προσεγγίσεις του εμφυλίου και της μετεμφυλιακής περιόδου.
Στα κεφάλαια που απαρτίζουν το βιβλίο, «1936-1944. Η δικτατορία του Μεταξά, η Ιταλική επίθεση, η Γερμανική εισβολή, η Γερμανική κατοχή, η Αντίσταση», «1944-1945. Η Μάχη των Αθηνών», «1945-1946. Λευκή τρομοκρατία», «1946-1949: Εμφύλιος», 1950-1967: Μετά τον Εμφύλιο», 1967-1974: Η Δικτατορία», «1974-2007: Μετά την Ιστορία», μελετάται η διαδικασία κατά την οποία το κράτος συγκροτεί με τη νομοθεσία του την έννοια του «αριστερού» ως «επικίνδυνου, ύποπτου πολίτη», «εχθρού του έθνους», «επικίνδυνου και κακοποιού στοιχείου» για την κοινωνική ευταξία. Ακτινογραφεί τους τρόπους με τους οποίους, από τον πρώιμο ακόμη 20ό αιώνα, ο νόμος αφενός ρυθμίζει την καθημερινότητα και ποινικοποιεί όχι μόνο πράξεις αλλά και ιδέες, προθέσεις και οικογενειακές σχέσεις∙ αφετέρου αποκλείει, εξοστρακίζει από το σώμα των πολιτών του τους «επικίνδυνους».
Εξετάζει παραλλήλως τις σχέσεις μεταξύ του κράτους και των επικίνδυνων στοιχείων του: πώς το άτομο γίνεται πολίτης∙ πώς υποτάσσεται στο νόμο που επιχειρεί να εξουσιάσει τη ζωή του, το σώμα και το μυαλό του. Με άλλα λόγια, μελετά το πώς οι ίδιοι οι αριστεροί, αυτοί δηλαδή οι Έλληνες πολίτες που πλάστηκαν ως «επικίνδυνοι» και ύποπτοι, κατανόησαν και βίωσαν την θέση τους ως αριστερών.
Στο επίκεντρο της ανάλυσης τίθενται οι διώξεις που υπέστησαν οι «επικίνδυνοι» κατά την περίοδο 1929-1974: οι τόποι εκτοπισμού, εξορίας και τα στρατόπεδα που είναι χώροι στερήσεων, βασάνων, εξαντλητικής εργασίας, μαρτυρίου, αναμόρφωσης, εξόντωσης των διαφωνούντων. Στο πλαίσιο αυτό, η συγγραφέας δεν ενδιαφέρεται τόσο να γενικεύσει την εμπειρία του στρατοπέδου αλλά αντιθέτως να εξειδικεύσει τη διαδικασία (νομική, διοικητική, νοηματική) με την οποία μια μερίδα του πληθυσμού είναι δυνατό να εξαιρείται.
Η μέθοδος διαπραγμάτευσης αυτού του θέματος, καθώς και ο στοχασμός γύρω από τα μαζικά στρατόπεδα, εντάσσει την ελληνική εμπειρία σε ευρύτερο χώρο και χρόνο. Η Πανουργιά απευθύνεται κυρίως στο αμερικάνικο κοινό. Σχολιάζοντας την πολιτική της διακυβέρνησης Μπους, καταδεικνύει ότι αυτή έχει μια ιστορία που ανάγεται, μεταξύ άλλων, στην ελληνική περίπτωση, μετά το δόγμα Τρούμαν και το Σχέδιο Μάρσαλ, καθώς η χώρα υπήρξε ένα εργαστήριο για την νεοαποικιακή πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η συγγραφέας ερευνά το θέμα της με ανθρωπολογικές μεθόδους. Διεξάγει έρευνα πεδίου στην Ελλάδα, ως μέλος μιας προοδευτικής αμερικανικής κοινότητας, και ταυτοχρόνως ως Ελληνίδα («…[η] συνεχής ανάγκη να προχωράει κανείς με τρόπο διαλεκτικό μεταξύ του εδώ και του εκεί, όντας ταυτοχρόνως κόρη, αδελφή, ανιψιά, φίλη, συνάδελφος και ερευνήτρια», σ.17) και μάλιστα αριστερή. Όπως εξηγεί στο εισαγωγικό κεφάλαιο («1963-2008, Ιστορία, Μικροϊστορία, μεταϊστορία, εθνογραφία»), «Αυτή η έρευνα ξεκίνησε από πολύ παλιά, με πολλούς τρόπους, συνειδητούς και ασυνείδητους, ίσως από τότε που άρχισα να σκέφτομαι για την αριστερά, για το ποιος είναι αριστερός, ποιο είναι το ον το οποίο, όπως μεγάλωνα, διαπίστωσα ότι ήταν συνεχώς σε φυγή, υπό διωγμό, κυνηγημένο. Όταν μεγάλωσα, η αριστερά είχε γίνει και πάλι νόμιμη, διεκδικώντας ένα μέρος της εθνικής φαντασίας, απαιτώντας να συμπεριληφθεί στο εθνικό φαντασιακό, καταλήγοντας στο να θέτει τους όρους της συζήτησης, ενσωματώνοντας παραμύθι και ιστορία σε ένα μοναδικό αφήγημα που δεν διέκρινε πλέον το ένα από το άλλο» (σ. 17). Η συνειδητή ανατροπή των ορίων μεταξύ έρευνας πεδίου και προσωπικής εμπειρίας και η ενεργός συμμετοχή της ερευνήτριας κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων, που δεν περιορίζει τον ρόλο της σε παθητική ακροάτρια αλλά λειτουργεί ως ενεργή συζητήτρια, υπογραμμίζουν όχι μόνο τη διαλογική σχέση μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου της έρευνας αλλά και την υποκειμενικότητα κάθε αφηγήματος, ακόμη και αυτού που συντάσσεται με αυστηρά επιστημονικά κριτήρια.
Η Πανουργιά χρησιμοποιεί εθνογραφικές συνεντεύξεις, αρχειακό υλικό, αδημοσίευτες προσωπικές αφηγήσεις και αναμνήσεις πολιτικών κρατουμένων και διαφωνούντων, αριστερών αλλά και μη αριστερών, προκειμένου να εξετάσει το πώς οι διώξεις βιώνονταν στο επίπεδο της καθημερινότητας, τόσο από τους αριστερούς όσο και από τους αντιπάλους τους∙ πώς αισθήματα και εμπειρίες επηρέασαν προσωπικές σχέσεις και συμπεριφορές∙ πώς διαμόρφωσαν μνήμες. Ωστόσο, αυτός ο εθνογραφικός εξοπλισμός συνδιαλέγεται με την ιστορία, με την πολιτική ιστορία της Ελλάδας ιδωμένη σε μια παγκόσμια προοπτική. Το χρονολόγιο που παρατίθεται στα παραρτήματα του βιβλίου εξυπηρετεί αυτή ακριβώς την ανάγκη.
Το κυρίως κείμενο του βιβλίου συνοδεύεται από ένα παράλληλο κείμενο, τα «Πάρεργα». Διαβάζοντας και τα δύο κείμενα, ξεχωριστά ή ταυτοχρόνως (ακολουθώντας δηλαδή τις συνδέσεις που κάνει η ίδια η συγγραφέας), ο αναγνώστης αναγνωρίζει έναν πλουραλισμό θέσεων και φωνών. Η πρόθεση της Πανουργιά είναι να υποστηρίξει σε τελευταία ανάλυση ότι η ιστορία που αφηγείται δεν είναι σταθερή∙ ότι σε κάθε αφήγημα για την ιστορία της αριστεράς στην Ελλάδα παρεισφρέουν φωνές από το περιθώριο, που όταν τις ακούμε και τις λαμβάνουμε υπόψη κατανοούμε πληρέστερα την πολυπλοκότητα των κοινωνικών και των ιστορικών διαδικασιών.
Η ιστορία (με τις ιστορίες της) που αφηγείται η εν λόγω μελέτη είναι επιπλέον μια ιστορία ανοικτή. Η ίδια η συγγραφέας επιχειρεί συνεχώς να κάνει την προβολή στην σύγχρονη πολιτική κουλτούρα της Ελλάδας, διευρύνοντας τα χρονολογικά όρια της μελέτης της για να συμπεριλάβει την υπόθεση της «17 Νοέμβρη», ενώ, όπως εξηγεί, θα επιθυμούσε να συμπεριλάβει και το νεανικό ξέσπασμα του 2008 για τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Υπόσχεται όμως να το πράξει στην ηλεκτρονική μορφή του βιβλίου της (www.dangerouscitizens.columbia.edu). Η χρήση των νέων τεχνολογιών στην προκειμένη περίπτωση συμβάλει ακριβώς στο να υπογραμμίσει αυτή την ανοικτή διαδικασία. Το βιβλίο έτσι αποκτά μια ιδιαίτερη επικαιρότητα στην τωρινή συγκυρία, όπου συχνά στον επιστημονικό, πολιτικό και δημόσιο λόγο στιγματίζονται οι κοινωνικοί αγώνες και συζητείται ο ρόλος της αριστεράς στην κρίση του πολιτικού συστήματος. Εξάλλου, ιστορικά η έννοια του αριστερού ή του επικίνδυνου για την δημόσια τάξη πολίτη έχει εννοιολογηθεί και εννοιολογείται διασταλτικά: συνδικαλιστής, κομμουνιστής, αναρχικός, τρομοκράτης...

Η Άντα Διάλλα είναι ιστορικός

Δεν υπάρχουν σχόλια: