Του ύπνου
1.
Φιλόστοργη ώρα του πρωινού. Ξυπόλητη στις όχθες του ύπνου πόσο τρυφερά συγκρατεί νήματα και κομμάτια ονείρου αιφνίδια χτυπημένου από το φως· της μέρας τα άτσαλα χτυπήματα. Και υπάκουη πώς αφήνεται χωρίς αντίσταση καμιά να πέσουν μέσα της οι αρμοί που την κρατούν. Πώς υπομένει των στιγμών τις παρατάσεις αν και ανώφελες μπορεί, ωστόσο αφήνεται απότομος μην είναι ο χωρισμός, μην τσακιστώ στου φόβου τα αλλοπρόσαλλα σκαλιά. Τα τελευταία βυθίσματα επιτρέποντας στου ύπνου τα ρηχά, ενόσω ακόμη ακούγονται φωνές και λόγια μόλις που έχασαν του ήχου τους τη διάκριση, σαν ένα φτάνοντας στην άναυδη ακοή –βουητό διαλείμματος που διέκοψε άξαφνα ένα βίαιο κουδούνισμα.
2.
Βυθίσεις στου ύπνου τα ρηχά. Με τσαλαβούτημα ποδιών σε ακάθαρτα νερά ή λάσπη ονείρου που ξεβράστηκε χωρίς μια εικόνα ή μία φωνή να συγκρατήσεις μέσα στων σφυγμών το άγριο σφυροκόπημα κι ενόσω το σκοτάδι φυλλορροεί. Πάνω ας αλλάζουνε σκοπιά κανονικά οι φρουροί· τα βήματά τους ρυθμικά ας χτυπούν πάνω στου φόβου σου τ’ ασπρόμαυρα πλακάκια. Τρελοί από νύστα δεν φρουρούν, ώστε μετέωρα και αφύλαχτα τα σύνορα περάσματα αναπάντεχα επιτρέπουν.
Κώστας Γ. Παπαγεωργίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου