Του Χρήστου
Νεδελκόπουλου*
ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΑΤΣΑΔΟΥΡΗ, Η σάρκα στάζει στο μπαλκόνι,
εκδόσεις Έναστρον, σελ. 116
Προσεγγίζοντας τη νέα ποιητική συλλογή της Αφροδίτης
Κατσαδούρη, αν και χωρίς σαφή περιεχόμενα, ωστόσο θα έκανα τον εξής τριμερή
θεματικό χωρισμό: εσωτερικότητα του υποκειμένου, κριτική της επικαιρότητας,
αναστοχασμός (το τρίτο ενυπάρχει στα προηγούμενα δύο αλλά αυτονομείται
ταυτόχρονα στο καταληκτικό motto). Ας τα πάρω λοιπόν ένα-ένα.
Στις εσωτερικές της στιγμές φανερώνει το αδιέξοδο που
είναι πολλαπλό αλλά κατά βάθος διαπροσωπικό, όταν μες την ολόγιομη
άνοιξη [σου στέλνουν] εικονικά λουλούδια, αλλά (ως εκ
τούτου) και ψυχικό-υπαρξιακό, όταν επικαλείται τον Άμλετ της σελήνης, για να
την νιώσουμε ψυχικά, διατηρώντας στο ποιητικό κλίμα πρωταρχικά και υπόρρητα τον
ίδιο τον Άμλετ ( to be, or not to be?) αλλά και ρητά εκείνον της σελήνης (που λέει: έτσι
κι αλλιώς ο κόσμος παντού είναι τεκές)· και με τα δικά της λόγια ο δικός
της εσωτερικός Άμλετ της σελήνης (και ολόκληρος μία τελεία):
Χαρούμενη/ σαν δρομική/ ξελιγωμένη/ κόρνα/
ξέφρενης/ Παρασκευής/ στις μεγάλες λεωφόρους/ και/ πένθιμη/
σαν λυπημένο/ νιαούρισμα/ εγκλωβισμένου γάτου/ στο ρετιρέ του πέμπτου/ - το
ίδιο βράδυ.
Αφορμώμενη από την επικαιρότητα, ασκεί κριτική σε διάφορα θέματα της
κοινωνικής ζωής. Εμφανής είναι η κριτική στις δημοσιογραφικές πρακτικές,
χαρακτηριστικό το Δύο σταθμά, όπου οι δημοσιογράφοι «μπερδεύουν τη
γλώσσα» τους και άθελά της (;) μας κάνει να σκεφτόμαστε τα Τέμπη, σε ένα ποίημα
που αναμειγνύονται δημοσιογραφικές «ατασθαλίες», βαγόνια και λαμπαδιασμένοι,
ενώ στο Αδωνικό, όπου μας περιμένουν 13 ώρες δουλειάς, ο
παράταιρος τίτλος προκαλεί επίσης πολιτικούς συνειρμούς. Το πιο ενδιαφέρον
θεματολογικά, όμως, και δη ποιητικά, είναι η πρόθεση αναστοχαστικότητας (διά
του ποιείν). Εδώ ενέχεται ιστορικότητα και αινιγματικότητα, με τα γλωσσικά
παίγνια να είναι τουλάχιστον ενάρετα.
Η διάσταση αυτή είναι πρώτα απ’ όλα περικειμενική. Η
συλλογή αφιερώνεται στους μεροκάματους που λαχταράνε ακόμη, όπου είναι
προφανής λεκτικά η υποκειμενικοποίηση του υλικού αντικειμένου, ενώ στους Μπολσεβίκους,
οι φράσεις ένοπλος αγώνας, και με το στόμα σου μαρτυρούν μια
υποστρωματική ψυχαναλυτική διείσδυση στην ανεδαφική «επανάσταση» του
υποκειμένου εντός μεταφορικών και ταυτόχρονα σεξουαλικών συμφραζομένων (Η
δεύτερη Οκτωβριανή Επανάσταση θα συντελεστεί όταν τα -μη-
αρχίσουν τον ένοπλο αγώνα με το στόμα σου). Εδώ, εντέχνως
κωδικοποιημένα, αμφισβητείται, πίσω από τις ειρωνικές συνδηλώσεις, η συνοχή της
μεταμοντέρνας εξίσωσης των νέο-υποκειμένων.
Για επίλογο, θα ήθελα να κρατήσω δύο καταληκτικά σχόλια.
Η Κατσαδούρη στέκεται φεμινιστικά απέναντι στην εποχή της αλλά όχι
διαμαρτυρόμενη. Η ποίησή της είναι περισσότερο διανοητική παρά στιλάτη. Εδώ το
«φεμινιστικά» έχει ειδικό νόημα. Δεν γράφει συνθηματικά. Αποκαλύπτει
κοινωνικο-πολιτικά το ίδιο το πρόβλημα, απαιτεί να το συνειδητοποιήσουμε ως
τέτοιο, ωθεί τη γυναίκα να αντισταθεί ιστορικά. Κι εδώ είναι ίσως το σημείο,
όπου το επίκαιρο υποχωρεί μπροστά στο διαχρονικό: βλέπει τη γυναίκα εντός της
διαχρονίας του ταξικού πολέμου και ωθεί προς έναν φεμινιστικό διαφωτισμό. Εδώ,
ορθώνεται ως σωματικό και ως ποιητικό υποκείμενο κι εδώ η ποιητική της έχει
βαρύνουσα χρονικότητα. Με τις νεωτερικές εκδοχές με αφμ και τατουάζ
στο στήθος της Ελένης και της Πηνελόπης, τις δραπετεύει από την περίφραξη
της προ-κλασικής αρχαιότητας. Οι γυναίκες-σύμβολα της ομηρικής ανθρωπολογίας
καταδεικνύονται βέβαια ως παρένθετες γυναίκες, καταδεικνύεται όμως και η
ίδια η διάρκεια της παρένθεσης. Μια παρένθεση που συνέχει συνάμα την ανθρωπολογία
της καπιταλιστικής πατριαρχίας. Αυτό το νοηματικό και συμβολικό πέρασμα μεταξύ
των χρόνων από το αρχαϊκό στο καπιταλιστικό είναι βαθιά διαφωτιστικό, κραυγάζει
μετα-στοιχειώσεις, το me too
μεταστοιχειώνεται σε against the:
τότε, τώρα αλλά και σε έναν μέλλοντα πολύ συντελεσμένο (όπως θα
μας πει αλλού). Αυτό είναι το πρώτο συνολικό μου σχόλιο, άξιο ειδικότερης
αναφοράς. Το δεύτερο είναι ότι η Κατσαδούρη κλείνει (αντί να αρχίζει) με ένα motto: η ποίηση είναι τελικά το αθενές φύλο. Δεν ξέρω
αν, για λόγους ποιητικής νοηματοδοσίας, θα μπορούσαμε να σκεφτούμε κοινωνικά
την αποκάλυψη της έννοιας του «ασθενούς φύλου» στην ποίηση αλλά εικάζω ότι εδώ
πρόκειται για μία από τις νοηματικές αντιθέσεις του μυαλού της: το άλλο ―το
ισχυρό φύλο― πρέπει να είναι η πραγματικότητα. Αν, όντως, φτάνω εκεί απ’
όπου εκκινεί η σκέψη της, τότε η Κατσαδούρη μια τέτοια ποίηση την υπηρέτησε
πιστά, ως μια ευάλωτη ύπαρξη που ψάχνει καταφύγιο (για να θυμηθούμε τον
Καρυωτάκη) αλλά την υπηρέτησε και ως κοινωνικό υποκείμενο εντός της
ιστορικότητας και της σωματοποίησής της. Γι’ αυτό κι εγώ, εδώ ρητώς παρεμβαίνω
στα λεχθέντα της ποιήτριας: αν η ποίηση στη μια μεριά της δεν είναι παρά το
ασθενές φύλο της πραγματικότητας, στην άλλη γίνεται το σθεναρό φύλο της
ουτοπίας.
Για να στο θέσω, λοιπόν, Αφροδίτη ευθέως: εδώ προκύπτει
το πραγματικό ερώτημα της συλλογής σου∙ γιατί υγροποίησες τη σάρκα; Μάλλον για
να αναστοχαστείς τη διττή οντολογία του κόσμου μας: την πραγματική/ εφιαλτική
του οντότητα (συμβολικά σαρκική – οντολογικά χωρική) αλλά και την
ουτοπική/δυστοπική δύναμη της ποίησης (αφενός ψυχική – αφετέρου, οντολογικά,
χρονική). Γι’ αυτό μάλλον την υγροποίησες, για να μας δώσεις την αφήγηση, πριν
ακόμα μας αφηγηθείς τη δυνητική φυγή σου, που, έτσι κι αλλιώς, θα επιστρέψει.
Το συμβολικό και το οντολογικό διαπλέκονται, όπως και το φανταστικό με το
πραγματικό. Γι’ αυτό στάζει η σάρκα μας νερό, όπως λες. Και δεν είναι
το ερκοντίσιον.
*Ο Χρήστος
Νεδελκόπουλος είναι δρ. φιλοσοφίας, προσκεκλημένος ερευνητής στο Πανεπιστήμιο
της Λειψίας
Anselm Kiefer, Ignis sacer, 2014, γυαλί, μέταλλο, άμμος, ηφαιστειακή πέτρα, γύψος και φύλλα χρυσού, 190 x 80 x 70 εκ. Φωτ. Στάθης Μαμαλάκης. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου