25/2/24

Παράλληλη ανάγνωση

Χριστιάνα Σούλου, Temminckii tortue, από το Βιβλίο των Φανταστικών Όντων του J.L Borges, 2014, ξυλομπογιά σε χαρτί, 21 x 30 εκ.

Της Χρύσας Φάντη*

ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΔΗΜΟΥ, Από τη Σύγκριση στη Σύγκλιση. Η καταγωγική σχέση των Ωδών του Ανδρέα Κάλβου με τον Επιτάφιο Λόγο του Περικλή, εκδόσεις Κουκκίδα, Αθήνα, σελ. 65

Η Ευσταθία Δήμου, στο ανά χείρας δοκίμιο, προχωρεί σε μια πολυθεματική ανασκόπηση  του ποιητικού λόγου του Ανδρέα Κάλβου, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον της στις Ωδές* σε συνάρτηση με τον Επιτάφιο Λόγο του Περικλή και αποκαλύπτοντας τις κρυφές και φανερές συγκλίσεις τους. Χωρίς να αμφισβητεί ότι οι Ωδές του Κάλβου, αυτό το «αριστοτεχνικό μνημείο λόγου» όπως τις αποκαλεί, δίνουν στον αναγνώστη την εντύπωση ότι «απέχουν και απομακρύνονται από τη σύγχρονη ποιητική πράξη», και χωρίς να αρνείται ότι το περιεχόμενό τους είναι «στενά και καίρια συνυφασμένο με την ιστορική συγκυρία που το γέννησε, την Επανάσταση του 1821»,  διακρίνει εντός τους: «μια δημιουργία που κλείνει μέσα της ορισμένους από τους βασικότερους πυρήνες του ιδανικού κοινωνικοπολιτικού βίου, όπως αυτοί προσδιορίστηκαν και εξακολουθούν να προσδιορίζονται ως ζητούμενα και κατακτήσεις, ως αναγκαιότητα και πλήρωση μαζί». Κι αυτό, γιατί όπως επισημαίνει: «Οι εποχές, καθώς διαδέχονται η μία την άλλη, γεννούν τα ίδια ζητούμενα και τους ίδιους πόθους, φτάνουν στα ίδια επιτεύγματα και τις ίδιες κατακτήσεις[…]» (Πρόλογος σελ. 7-9).
Κατά τη Δήμου, η ενδελεχής και «παράλληλη ανάγνωση» των δύο έργων ─των Ωδών του Κάλβου και του Επιταφίου Λόγου του Περικλή─ «δεν είναι απλώς διαφωτιστική της εγγύτητας των εποχών και της κοινότητας των ιδεών που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά τους, είναι, στην κυριολεξία, αποκαλυπτική του τρόπου με τον οποίο δύο τόσο απομακρυσμένα μεταξύ τους έργα επικεντρώθηκαν και ανέδειξαν τα σημεία εκείνα στα οποία θα πρέπει να στηριχθεί η ύπαρξη των πολιτών, ούτως ώστε να υπερασπίζεται και να κερδίζει ένα υψηλό ανθρώπινο ήθος και μια ανώτερη ποιότητα ζωής». Με αυτήν τη διαπίστωση και διάκριση η συγγραφέας αναπτύσσει τον συλλογισμό της τεκμηριώνοντας  με τρόπο πρωτότυπο όσο και ευκρινή, την πραγματική καταγωγική σχέση και σύνδεση, καθώς και την εξάρτηση και αλληλεξάρτηση των Ωδών με άλλα έργα όχι μόνο σύγχρονά τους αλλά και αρχαιότερα, κυρίως της κλασσικής αρχαιότητας, πάνω στα οποία στηρίχτηκε και ο σύγχρονος δυτικός κόσμος. 
Στο πρώτο κεφάλαιο, με τον τίτλο «Ο Ανδρέας Κάλβος των Ωδών», η Δήμου προβαίνει σε μια ολιστική (ιστορική, πραγματολογική, αξιολογική) αποτίμηση των Ωδών του Κάλβου, αντικαθιστώντας την αρχική αντίληψη για την αινιγματική και απόμακρη φύση του νεοκλασικιστή δημιουργού τους με εκείνη του θερμού, ρομαντικού, παρεμβατικού και εξόχως αφυπνιστικού ποιητή, και ενός διανοούμενου ο οποίος είχε αναπτύξει έντονη δράση και είχε εμπλακεί με τα επαναστατικά κινήματα της εποχής και το κίνημα των Καρμπονάρων. Εστιάζοντας  σ’ αυτήν την άλλη πλευρά  του ποιητή, και μάλιστα, μέσ’ από ένα έργο εμφανώς ρομαντικό, το οποίο, ωστόσο, δεν αποκηρύσσει και δεν απεμπολεί τον κλασικισμό αλλά δρα και ως προς αυτόν θετικά και ενισχυτικά, η συγγραφέας προχωρεί σε μια περαιτέρω ανάλυση σε ότι αφορά τη γλώσσα, το ύφος και το ήθος του λόγου των Ωδών  καθώς και την άμεση σύνδεση του εμπνευστή τους με τον Πίνδαρο [«περίτεχνο και ιδιότυπο ύφος, τολμηροί συνδυασμοί λέξεων, ιδιαιτερότητα στη χρήση του επιθέτου, ευφάνταστες εικόνες, πλούσια σχήματα λόγου, ροπή προς τη θρησκευτική ενατένιση […]». Το πεδίο είναι πλέον ώριμο για να υπεισέλθει στο κυρίως θέμα της, δίνοντας έμφαση στις έννοιες της πατρίδας, της αρετής και της ελευθερίας, όπως αυτές εμφανίζονται τόσο στις Ωδές του Κάλβου όσο και στον Επιτάφιο του Περικλή («Ο Ανδρέας Κάλβος των Ωδών», Η ύφανση ενός Ύμνου, σελ. 26). Στο δεύτερο κεφάλαιο, με τον τίτλο: «Περικλέους Επιτάφιος/ Ανδρέα Κάλβου Ωδές» (σελ. 29) συγκρίνει ευθέως και με τρόπο διεξοδικό και αναλυτικό τα δύο έργα (τις Ωδές του Κάλβου με τον Επιτάφιο του Περικλή) υπό το πρίσμα του Διαφωτισμού (σελ 46-51), κινούμενη επιτυχώς στο μεταίχμιο της λογοτεχνίας και της κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας, σ’ αυτό που η ίδια αποκαλεί «πολιτική τέχνη», ανατέμνοντας και αποκαλύπτοντας ιδέες κοινές και οπτικές άγνωστες, ικανές να εμπλουτίσουν και να φωτίσουν και τα δύο πεδία, καθώς επίσης και να αντιπαρατεθούν με σθένος σε κάθε στενή και μονοδιάστατη θέση για την ουσία και την αξία τους.   
 
*Η Χρύσα Φάντη είναι συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια: