18/2/24

Απονέκρωση της διανόησης;

Του Παναγιώτη Βούζη*
 
ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, Υπάρχει ακόμα ελληνική διανόηση; εκδόσεις Πεδίο, σελ. 108
 
Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπήρξε μαθητής και συνεργάτης του Πιέρ Μπουρντιέ. Το ευρύτατο έργο του διακρίνεται για την προτεραιότητα στην προσέγγιση εκείνων των τάξεων που έχουν τεθεί στο περιθώριο, ιδιαίτερα από την έναρξη της οικονομικής κρίσης και εξής. Αναφέρω, ενδεικτικά, τα βιβλία του Οι πολίτες μιλούν για την Ελλάδα και Οι αφανείς. Κοινωνιολογία των λαϊκών τάξεων στην Ελλάδα, που εκδόθηκαν το 2021.
Όπως εξηγεί ο συγγραφέας, στην πρώτη υποσημείωση του παρόντος τομιδίου, αυτό αποτελεί μια παρέμβαση με στόχο την κριτική των ψευτοδιανοούμενων, προκειμένου να θεμελιωθεί, στη συνέχεια, μια πρόταση, της οποίας η εφαρμογή θα μπορούσε να προσφέρει, σήμερα, ένα νέο κύρος, μορφή και ρόλο στη διανόηση. Έτσι, αναλύονται, αρχικά, οι αιτίες για τη σταδιακή απονέκρωση της διανόησης, τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες: Η επικυριαρχία της οικονομίας στην πολιτική, με συνέπεια η αυτονομία της τελευταίας να μετατρέπεται σε ετερονομία. Η υπό διωγμόν έννοια της «στράτευσης». Η συναλλαγή των πνευματικών ανθρώπων με μια ανταποδοτική εξουσία, με κόστος τη σιωπηρή ή εκπεφρασμένη συμμόρφωσή τους και με επακόλουθο την ανάδυση influencers, μιντιακών ειδικών και στοχαστών. Η αναδίπλωση του πανεπιστημιακού μικρόκοσμου και η συμβολή, έκτοτε, πολλών ακαδημαϊκών δασκάλων στη δημιουργία μιας νεοφιλελεύθερης vulgata. Η αδυναμία των κοινωνιολόγων να συνδέσουν τη γνώση με το νόημα, σύνδεση η οποία μπορεί να αφυπνίσει μια πολιτική και ηθική συνείδηση και υπευθυνότητα. Οι εξωγενείς και ενδογενείς μορφές λογοκρισίας στον ερευνητικό τομέα.
Η πρόταση του Παναγιωτόπουλου ταυτίζεται με ένα σχήμα δράσης το οποίο προβλήθηκε από τον Πιέρ Μπουρντιέ, στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Αφορά τη συγκρότηση μιας συλλογικότητας των διανοούμενων, δηλαδή την οργάνωση ενός δικτύου επιστημόνων και καλλιτεχνών το οποίο θα αντιπροσωπεύει μια αντι-εξουσία. Πρόκειται για μια νέα εκδοχή της στράτευσης, για ένα σχέδιο συσσώρευσης σημαντικού συμβολικού κεφάλαιου, μέσω της συνεργασίας των πεδίων πολιτισμικής παραγωγής, με σκοπό τα πεδία να ανακτήσουν την αυτονομία τους. Αυτός ο «συλλογικός διανοούμενος» θα καταρτίσει ένα πρόγραμμα για την ανάπτυξη συστηματικής και ριζοσπαστικής κριτικής σκέψης, ενάντια, πρώτα από όλα, στην πολιτική της αποπολιτικοποίησης. Ενάντια, άρα, σε μια δημοκρατία χωρίς λαό, η οποία θεμελιώνεται επάνω στις σφυγμομετρήσεις και επιχειρεί να υποκαταστήσει τον πολίτη με τον θεατή μπροστά στην οθόνη, με αποτέλεσμα μια αυξανόμενη τάση απογοήτευσης, επειδή οι άνθρωποι έχουν όλο και περισσότερο την αίσθηση πως η οδύνη τους δεν έχει χώρο να εκφραστεί και πως καμιά εξουσία δεν επιμελείται τη δυσφορία που βιώνουν. Στο πλαίσιο του προηγούμενου προγράμματος, και, ειδικότερα, σε σχέση με την επιστήμη του, ο Παναγιωτόπουλος ανοίγει την προοπτική –χωρίς να είναι αυτό το τομίδιο η πρώτη φορά όπου το κάνει– μιας «δημόσιας κοινωνιολογίας». Προτείνει, δηλαδή, να αναζητηθούν τρόποι ευρείας παραγωγής, διάχυσης και αναγνώρισης των αποτελεσμάτων των κοινωνικών ερευνών, ώστε να επιτρέπεται στον πολίτη η υιοθέτηση της άποψης του κοινωνικού επιστήμονα.
Μια πολύ καλή δοκιμιακή εργασία από έναν πολύ καλό επιστήμονα. Έχω μια αντίρρηση όμως: Η γλώσσα του βιβλίου εγείρει αρκετά αναγνωστικά προσκόμματα. Ο Παναγιωτόπουλος δεν συνεχίζει μόνο τη σκέψη, συχνά και τις μεθόδους του Μπουρντιέ, αλλά χρησιμοποιεί, επίσης, τον γλωσσικό κώδικα του τελευταίου. Αυτή η επιστημονική ιδιόλεκτος, κυρίως, και όχι τόσο το αναμενόμενο ειδικό λεξιλόγιο του κοινωνιολόγου, μεταβάλλει το βιβλίο σε κλειστό σύστημα, για την είσοδο στο οποίο χρειάζονται τριβή και μύηση. Κατά συνέπεια, δυσχεραίνεται η διατήρηση της προοπτικής για μια «δημόσια κοινωνιολογία» κατανοητή και επεξεργάσιμη από τον πολίτη.
Τώρα, όσον αφορά το εάν γίνεται να υλοποιηθεί η πρόταση η οποία αναλύεται στο τομίδιο. Εάν, δηλαδή, μπορεί να συσταθεί ένα δίκτυο, στην Ελλάδα ή και διεθνώς, από επιστήμονες και καλλιτέχνες, κόντρα στη φαινομενική ομοφωνία του κυρίαρχου λόγου, η οποία αποτελεί τη βάση της συμβολικής ισχύος του. Ιδίως σήμερα, που έχει ήδη δημιουργηθεί μια χρονική απόσταση από τότε που ο Μπουρντιέ διατύπωσε την πρωτότυπη πρόταση και που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο τόσο η συστηματική κατάλυση της ικανότητας της συνάντησης όσο και η υποκατάσταση αυτής της ικανότητας από τη ψευδαίσθηση της συνάντησης, όπως προφήτευε ο Γκυ Ντεμπόρ στην Κοινωνία του θεάματος. Απέναντι σε τέτοιες αποθαρρυντικές ή, καλύτερα, αποθαρρυμένες παρατηρήσεις, ο Παναγιωτόπουλος εξηγεί ότι κινείται προς την κατεύθυνση μιας ρεαλιστικής ουτοπίας και, επιπλέον, υπογραμμίζει ένα σημαντικό στοιχείο της πολιτικής: ότι είναι ικανή να καθιστά δυνατό κάτι το οποίο έχει λίγες πιθανότητες να υπάρξει.

*Ο Παναγιώτης Βούζης είναι ποιητής και δρ κλασικής φιλολογίας

Γιώργος Χαρβαλιάς, Χωρίς Τίτλο, κουβέρτα στρατού, 1,20 x 90 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: