17/12/23

«Βούτηξα με το κεφάλι στη θάλασσα...»

Άποψη της έκθεσης «Περί τρυφερών πραγμάτων» της Λίλας Πολενάκη στην Batagianni Gallery

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Της Ασπασίας Λαμπρινίδου*
 
ΤΖΩΝ ΚΗΤΣ, A thing of beauty: Ποιήματα και επιστολές, Επιλογή - μετάφραση - σχόλια: Ασπασία Λαμπρινίδου (δίγλωσση έκδοση), Κίχλη, Αθήνα 2023
 
Ο Κητς ήταν συνομήλικος σχεδόν με τον Σέλλεϋ και μόλις επτά χρόνια νεότερος από τον Μπάυρον. Τρεις ποιητές της πόλης και πολίτες του μεγάλου κόσμου, τρεις εμβληματικοί ρομαντικοί με διαδρομές πολύ διαφορετικές στη ζωή, τη σκέψη και την τέχνη τους. Απέναντι στους συναδέλφους του ο Κητς μειονεκτούσε σε πολλά: δεν είχε αριστοκρατική καταγωγή ούτε κλασική παιδεία, δεν ήταν πλούσιος, εκκεντρικός, πολυταξιδεμένος, το όνομά του δεν συνδέθηκε με ερωτικά σκάνδαλα. Όσο για τη μεταθανάτια φήμη του, αυτή στρεβλώθηκε οριστικά από τον μύθο που επισκίασε κάθε άλλη πλευρά του: στον αντίποδα του βυρωνικού μοντέλου, ο Κητς, δύο αιώνες μετά τον θάνατό του, παραμένει ο ευαίσθητος ασθενικός έφηβος που αργοπεθαίνει από φυματίωση κι από την κακία του κόσμου.
Ποιος ήταν πραγματικά, και ποια εσωτερική δύναμη τον έκανε να διεκδικήσει με θράσος μια θέση ανάμεσα στους Άγγλους ποιητές;
[...] Το 1813, η «συνάντησή» του με την ποίηση του Έντμουντ Σπένσερ φαίνεται να ήταν, σύμφωνα με τις αφηγήσεις τόσο του Κλαρκ όσο και, αργότερα, του φίλου του Τσαρλς Μπράουν, ένα γεγονός καθοριστικό για τον δρόμο που επρόκειτο να ακολουθήσει. «Παρόλο που ήταν γεννημένος ποιητής, αγνοούσε αυτό το φυσικό του χάρισμα μέχρι που έκλεισε τα δεκαοχτώ του χρόνια», γράφει ο Μπράουν. «Ήταν η Νεραϊδοβασίλισσα που ξύπνησε την ιδιοφυΐα του.
[...] Η πρώτη συλλογή του Κητς, με τον απλό τίτλο Ποιήματα, κυκλοφορεί τον Μάρτιο του 1817 από το τυπογραφείο των αδελφών Ollier. Το βιβλίο, μια έκρηξη νεανικού ενθουσιασμού, περιέχει σχεδόν ό,τι είχε γράψει ώς τότε ο Κητς: τρεις έμμετρες «επιστολές», κάποια νεανικά ποιήματα, αρκετά σονέτα και το πιο ενδιαφέρον έργο της συλλογής, το πολύστιχο «Ύπνος και Ποίηση». ᾽Αρκετά ποιήματα έχουν αυτοβιογραφικό ενδιαφέρον και οι επιρροές του Κητς (Σπένσερ, Χαντ, Μπάυρον, Ουέρντσγουερθ) είναι φανερές - όπως είναι επίσης φανερό ότι ο νέος ποιητής αναζητά με επιμονή τον δικό του δρόμο. Παρά τα κάποια μεμονωμένα ευνοϊκά σχόλια, η συλλογή πέρασε γενικά απαρατήρητη.
[...] Ωστόσο το πρώτο βήμα είχε γίνει. Με την ενθάρρυνση και των νέων εκδοτών του Τέυλορ και Χέσσυ, ο Κητς είναι αποφασισμένος να γράψει ένα μεγάλο ποίημα ως το φθινόπωρο, να «γεμίσ[ει] με ποίηση» τέσσερις χιλιάδες στίχους. Εξάλλου ένα πολύστιχο ποίημα «θα είναι μια άσκηση, μια δοκιμασία των δυνάμεων της φαντασίας μου», γράφει στον Μπέιλυ στις 8 Οκτωβρίου. «Έγραψαν ποτέ σύντομα έργα οι μεγάλοι μας ποιητές;» Γράφει τον «Ενδυμίωνα» νιώθοντας πλάι του την αόρατη παρουσία του Σαίξπηρ, από τον Απρίλιο ώς τον Νοέμβριο του 1817.
Έργο νεανικό, με συνθετικές αδυναμίες, ο «Ενδυμίων» είναι «περισσότερο μια πυρετώδης προσπάθεια παρά ένα ολοκληρωμένο έργο», ομολογεί ο ίδιος ο Κητς στον πρόλογό του. «Βούτηξα με το κεφάλι στη θάλασσα...». Στα γράμματα αυτής της εποχής τον βλέπουμε να διαμορφώνει σιγά σιγά την ποιητική του: η απουσία ταυτότητας, η αβεβαιότητα, η ενσυναίσθηση, η ικανότητα του ποιητή να αδρανεί (η περίφημη «αρνητική ικανότητα»), είναι, τουλάχιστον στην πρώτη αυτή φάση, προϋποθέσεις για την ενεργοποίηση της φαντασίας και για την ποιητική δημιουργία.
[…] Στο τέλος του καλοκαιριού δημοσιεύονται οι πρώτες κριτικές για τον Ενδυμίωνα. Πρόκειται για καταστροφή. Η σχέση του Κητς με τον Χαντ και τον κύκλο του αλλά και η ταπεινή καταγωγή του τον κάνουν εύκολο στόχο. Ένας νεαρός φαρμακοποιός που τόλμησε να καταπιαστεί με τους ελληνικούς μύθους χωρίς καν να γνωρίζει αρχαία ελληνικά!
[...] Οι συνέπειες ήταν ολέθριες, τόσο για τη φήμη του ποιητή όσο και για τις πωλήσεις του βιβλίου. Ωστόσο ο Κητς είχε ήδη αφήσει πίσω του τον «Ενδυμίωνα». «Ο έπαινος ή ο ψόγος δεν έχουν παρά στιγμιαία επίδραση στον άνθρωπο που η αγάπη του για την ιδέα της ομορφιάς τον κάνει τον πιο αυστηρό κριτή των δικών του έργων. Η δική μου κριτική μού έχει προκαλέσει πόνο ασύγκριτο, πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι θα μπορούσε να μου προκαλέσει το Blackwood ή το Quarterly», γράφει στον εκδότη του τον Οκτώβριο, και λίγες μέρες αργότερα δηλώνει με εντυπωσιακή διαύγεια: «Είναι ένα απλό ζήτημα της στιγμής. Πιστεύω πως θα είμαι ανάμεσα στους Άγγλους ποιητές μετά τον θάνατό μου».
[…] Μετά την ολοκλήρωση του «Ενδυμίωνα», ίσως και υπό την «επιρροή» του Σαίξπηρ, ο Κητς φαίνεται να αναζητά μια νέα δραματικότητα. Από τον Ιανουάριο του 1818 υιοθετεί στα σονέτα του τη σαιξπηρική φόρμα, χωρίς να σταματά να καταστρατηγεί τους κανόνες, να ανασυντάσσει τις ομοιοκαταληξίες, να χρησιμοποιεί άφθονο διασκελισμό για να σπάσει την αυστηρή δομή. Τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του γράφει κυρίως σαιξπηρικά σονέτα («Όταν φοβάμαι πως θα φύγω απ’ τη ζωή», «Απόψε γιατί γέλασα;», «Άστρο λαμπρό»)· είναι όμως φανερό ότι οι περιορισμοί της μικρής φόρμας δεν τον ικανοποιούν πια. Δηλώνει ότι αναζητά «μια στροφή για το σονέτο καλύτερη απ’ αυτή που έχουμε. Το καθιερωμένο [το ιταλικό] δεν ταιριάζει καλά στη γλώσσα, έτσι όπως εφορμούν οι ρίμες του, [...] το άλλο [το σαιξπηρικό] μοιάζει πολύ ελεγειακό, και το δίστιχο στο τέλος σπάνια ακούγεται ευχάριστα».
Η μεγάλη στροφή των ωδών της άνοιξης του 1819 είναι το ευτυχές αποτέλεσμα αυτής της αναζήτησης: μια ευφυής σύνθεση του σαιξπηρικού και του πετραρχικού σονέτου, η οποία αποφεύγει τα ελαττώματα και των δύο ειδών, την «εφόρμηση» των ομοιοκαταληξιών, τη μονοτονία των επαναλαμβανόμενων τετράστιχων. Η στροφή ξεκινά σαν σονέτο, εισάγοντας τον αναγνώστη σε ένα φαινομενικά οικείο περιβάλλον, εξελίσσεται όμως με τρόπους απρόβλεπτους - μια μικρή ρυθμική «περιπέτεια» που καταλήγει κάθε φορά σε γαλήνια ισορροπία. Πρόκειται για ένα αξιοσημείωτο τεχνικό και αισθητικό επίτευγμα του Κητς – μια εύπλαστη λυρική φόρμα ικανή να μεταφέρει μεγάλο συγκινησιακό και νοηματικό πλούτο. Ο Κητς τη χρησιμοποίησε, με μικρές παραλλαγές, σε όλες τις μεγάλες ωδές του, ξεκινώντας από την πιο πειραματική και ελεύθερη μορφικά «Ωδή στην Ψυχή» και καταλήγοντας στην άψογη τεχνικά ωδή «Στο Φθινόπωρο», χωρίς να σταματά να πειραματίζεται από τη μία ωδή στην άλλη.
Στις ωδές του ο εικοσιτετράχρονος Κητς φανερώνεται ως ένας ήδη ώριμος ποιητής, με απόλυτο έλεγχο των εκφραστικών του μέσων. Ακόμη και ο συνήθως συγκαταβατικός Έλιοτ, θεώρησε τα ποιήματα αυτά «αρκετά για τη φήμη του»...
 
* Το κείμενο αποτελεί μέρος της εισαγωγής της μεταφράστριας στο A thing of beauty, που θα κυκλοφορήσει τις προσεχείς ημέρες.
 
Όταν φοβάμαι πως θα φύγω απ’ τη ζωή
 
Όταν φοβάμαι πως θα φύγω απ’ τη ζωή
πριν τους καρπούς του νου μου η πένα μου συνάξει,
και πριν βιβλία πολλά με ωραία γραφή,
σαν τις σιταποθήκες, τη σοδειά θα ’χουν φυλάξει,
όταν στον έναστρο νυχτερινό ουρανό
τεράστια, ως νέφη σύμβολα αντικρίσω
ενός υπέροχου έπους, κι αναλογιστώ
πως δε θα ζω τα ίχνη τους ν’ ακολουθήσω,
και νιώσω, εφήμερη εσύ οπτασία,
πως πια ποτέ δε θα σε ξαναδώ,
δε θα γευτώ την τρομερή μαγεία
ενός ανέμελου έρωτα -τότε στο γιαλό
του σύμπαντος οι σκέψεις μου με βγάζουν,
ώσπου έρωτας και δόξα μες στο τίποτα βουλιάζουν.
 
Ιανουάριος 1818

Δεν υπάρχουν σχόλια: